18 Αυγούστου, 2010

Σ' αγαπώ...


Εδώ και μέρες μού έλεγες πως πρέπει να συζητήσουμε για το μέλλον τής σχέσης μας. Τελικά από τη στιγμή που συμφώνησα έχει φουντώσει το άγχος μου...Μ' έπιασε τέτοια ανησυχία που άρχισα πάλι να τρώω τα νύχια μου. Κι  αν μού ζητήσεις να χωρίσουμε πάλι; Ξέρω γω...Τώρα, όταν ακούς τα ζευγάρια να λένε για συζητήσεις κ.λπ., τότε για χωρισμό πάει το πράμα.

Έφαγα ένα τοστάκι και δυο τάρτες αμέσως μετά το τηλεφώνημα... να, βλέπεις, αυτά μού κάνεις όταν με ταράζεις. Με πιάνει μια ζαλάδα, κάτι κομμάρες...Μού ρίχνεις το ζάχαρο, η υπόταση με διαλύει, χρειάζομαι αλάτι... κι ύστερα, μόλις συνέρχομαι, μού 'ρχεται, με τη μπουκιά στο στόμα, να σε φιλήσω και να σού πω με όλη μου την τρυφερότητα: "Μα σ' αγαπώ, δε βλέπεις;".

Είσαι δύστροπη, όμως, παραδέξου το. Προχτές έκανες ολόκληρη σκηνή γιατί, λέει, σ' αγκάλιασα στη μέση τού δρόμου. Σκεφτόσουν τον κόσμο ενώ εγώ δε σκέφτηκα τίποτα μπροστά στην επιθυμία μου να σ' αγκαλιάσω, να σε σφίξω... Συγγνώμη για το μισό σουβλάκι που μού έπεσε από το χέρι και "φλοπ!" έσκασε πάνω στα παπούτσια μας...Ήθελα μόνο να σε φιλήσω στο λαιμό και να σού ψιθυρίσω: "Σ' αγαπώ, δε βλέπεις;"

Δε μού δίνεις πιά καμιά σημασία, πρέπει να το χωνέψω. Τίποτα δεν τροφοδοτεί τη σχέση μας πιά, ούτε καν οι αναμνήσεις... Θυμάσαι το βράδυ που τα φτιάξαμε; Τι νόστιμη που ήσουν! Εγώ τα θυμάμαι όλα: την τυχαία συνάντησή μας στο μπουφέ, το ψητό και το σαγανάκι, εκείνο το κρασί που με μέθυσε τόσο που όρμησα να σ' αγκαλιάσω ξεχνώντας πως ακόμα είχα το τυροπιττάκι στο χέρι... Ε, θυμάσαι έναν λεκέ  που σού 'κανα στο ροζ φόρεμα; Με κοίταξες θυμωμένα και εγώ δειλά και συνεσταλμένα σού εκμυστηρεύτηκα: "Ξέρεις, σ' αγαπώ!".

Και τώρα... θες να "συζητήσουμε". Μού λες ένα "χωρίζουμε" και δε σε νοιάζει αν ζω ή αν πεθαίνω. Μένω μόνος μου σ' αυτό το διαμέρισμα...εγώ κι ένα άδειο ψυγείο, στο οποίο λες και τα τρόφιμα έχουν αλληλοφαγωθεί μεταξύ τους. Με έχουν συμπονέσει, όσες φορές με άφησες, πιό πολύ οι πιτσαρίες τής γειτονιάς παρά εσύ. Τρεις φορές την ημέρα με παίρνουν τηλέφωνο η καθεμιά και με ρωτούν: "Ακόμα δε θα παραγγείλετε; Μήπως δεν είσαστε πολύ καλά;"...Πώς να είμαι καλά, τους λέω...Έχω μια πείνα, μια λιγούρα που αν μού στείλετε τη συνηθισμένη παλιοπίτσα, θα φάω και το ντελίβερυ. Πεινάω γιατί αγαπάω. Παραγγέλνω και ξαναπαραγγέλνω... Τα λεφτά δε με φτάνουν. Εγώ όταν δεν είσαι μαζί μου ανησυχώ, καίω το λίπος μου σε χρόνο μηδέν, καταναλώνω όλη τη γλυκόζη μου και η τελευταία θερμίδα που μου απομένει σε καλεί να γυρίσεις πίσω: "Σ' αγαπάω, δε βλέπεις;"

Το μόνο που μου απομένει είναι να σου ζητήσω -γονυπετής- συγγνώμη για όλα τα λάθη μου και τα ελαττώματά μου, να σού προσφέρω τα δάκρυά μου που, σαν σταγόνες από λίπος που λιώνει, οργώνουν τα μάγουλά μου - ελπίζοντας μια και καλή να καταλάβεις πως ...σ' αγαπάω. Όμως, άκουσέ με καλά...Πώς το λένε; Αν κάποιος άλλος υπάρχει ανάμεσά μας, θέλω να μού το πεις...Θα το καταπιώ κι αυτό!