03 Δεκεμβρίου, 2009

Ο ...μέγας Bluemoon

Blue moon, σε φωνάζανε. Blue moon γιατί, στην ουσία, είχες μεγαλώσει εκεί, σ' ένα μπαρ με μια ορχήστρα blues. Σου 'βαλαν τ' όνομα του μπαρ, λοιπόν. Είχες φύγει απο το σπίτι σου νωρίς, πολύ νωρίς, στα 12 σου χρόνια. Τι άλλο να' κανες στο μικρό χωριό σου, χωρίς μια οικογένεια;  Μάνα τρελή και πατέρας μέθυσος. Χωρίς αδέλφια κι ούτε φίλους. Μόνο δυο κόσμοι σου έμεναν για να διαλέξεις: blue moon ο νταβατζής ή blue moon με τις μικρές τις μπάντες της φυλής σου που παίρνουνε αγκαλιά τα πνευστά τους και φυσούν μέσα στα χάλκινα όργανα τις λύπες τους και τις σπάνιες χαρές τους.

Και ήσουν πολύ μικρός blue moon για να σου δώσουνε οι άλλοι λίγη σημασία. Μόνο το παραπεταμένο σαξόφωνο, που έκανες δικό σου, καλοπερνούσε στα παιδικά ακόμα χέρια σου. Εγώ σε έβλεπα κρυφά να πίνεις τις πρώτες σου τις μπίρες, ολομόναχος, για να μη σε κοροϊδεύουν ενώ εσύ προσπαθούσες να βγάλεις λίγη τζαζ, ξεκλέβοντας λίγο απ' τον Coltrane λίγο απο τον Getz.

Σε θαύμαζα bm κι ήθελα πολύ να σ' είχα εγώ παιδί δικό μου. Οσο περνούσε ο καιρός τόσο πιο πολύ εγώ σε θαύμαζα, σε πρόσεχα και σ'αγαπούσα. Τόσο ώστε να σκέφτομαι πού πας τη νύχτα, εσυ ένα χωριατάκι, μόνο του. Τίποτα μη μου πάθεις! Φοβόμουν bm πως δε θα' ρχονταν ποτέ εκείνη η ώρα να σε δω με το σαξόφωνό σου να παίζεις τη θεϊκή σου μουσική, αυτή που ήμουν σίγουρος πως μπορείς να παίξεις. Ημουν σίγουρος γιατί είχες χαρίσματα που 'χουν μονάχα οι θεοί: καρδιά, ομορφιά και πόνο.

Ανάμεσα στον καπνό του τσιγάρου σου -που μ' άρεσε τόσο πολύ η μυρωδιά του- εγώ έβλεπα τα μάτια σου να λάμπουν. Όλα είχαν μπει σ'ενα κανάλι, δεν μου είπες; Εσύ όμως ήσουν λυπημένος τώρα. Όταν σε κοίταζα δεν μ' έβλεπες πια με την άκρη του ματιού σου, όπως πρώτα που όταν μ' έπαιρνες χαμπάρι, γύριζες το κεφάλι σου προς εμένα ξαφνικά γελώντας. Αλλά κι εγώ, είδα κι απόειδα και δε σε κοιτούσα πιά. Τώρα πιά, τα πραγματικά τα νέα σου τα μάθαινα απο τρίτους.

"Ο μέγας BLUE MOON θα παίξει στις Η.Π.Α. για μια βδομάδα μόνο ακόμα - Αναχώρηση για την ΕΥΡΩΠΗ !", λέει.

 Παίξε τους τον ήχο σου, αγόρι μου. Ασε τη στενοχώρια και δώσε τους swing. Πολύ swing! Έτσι είπα τότε. Αναχώρηση βιαστική και χαιρετούρες με δάκρυα και συμβουλές: άστα αυτά τα χάπια και μην πίνεις πια τόσο πολύ ρε παιδί μου. Παίρνε με τηλέφωνο κάθε βράδυ, η διαφορά της ώρας δεν πειράζει, να μου λες τι τους έπαιξες και πως μείναν με το στόμα ανοιχτό όλοι με το παίξιμό σου.

Αχ, πάλι ξέχασες να μου τηλεφωνήσεις, βρε blue moon! Αφού ξέρεις πόσο νοιάζομαι κι ανησυχώ για σένα! Τέλειωσε η τουρνέ στην Ευρώπη. Δεν πήγε καλά καθόλου και γύρισες ένα συντρίμμι. "Φάε λίγο ρε διάολε, σταμάτα να μονολογείς - όχι δε μίλησα εγώ - εσυ παράκουσες. Βαρέθηκα, blue moon, αύριο θα πάμε στο γιατρό, μάγκα μου. Πρωί-πρωί..."

Είναι δυο χρόνια τώρα που είσαι εκεί μέσα. Δεν εννοώ το κτίριο, εννοώ μέσα σ'αυτό που είπε ο γιατρός, μέσα στην "χρόνια ψύχωσή" σου. Δεν έχω πιά ζωή κι αυτή που έχεις εσυ να ζήσεις, ζωή δεν είναι. Μερικές φορές θέλω να σπάσω το κεφάλι μου, να σβήσω τις συζητήσεις μας, να κάψω όλα τα βιβλία των καταραμένων ποιητών που σ'έβαλα να διαβάσεις για να γίνεις "πραγματικός καλλιτέχνης". Δεν ξέρω, bm...Είναι πολύ μικρός ο άνθρωπος για να κάνει έναν άλλον άνθρωπο θεό.

Κι απ'αυτή τη μουσική -κατάρα!- να τι μας έμεινε μονάχα και με τίποτα δε φεύγει: εκείνο το "I went down to St. James infirmary..."
Τα άλλα, όλα, τα έχω απο καιρό πετάξει. Σπουδαία βιβλία, ποιήματα και κατορθώματα μεγάλων ανδρών. Μαζί τους πέταξα και το σαξόφωνό σου.