26 Απριλίου, 2016

Αχ! ...Εσύ είσαι;


Σίγουρα δεν επρόκειτο για το πιό ευχάριστο καλωσόρισμα που θα μπορούσε να ακούει κανείς μπαίνοντας στο ίδιο του το σπίτι. Εκείνο το αγχωτικό "Α! Εσύ είσαι;" που άκουγε από τη μητέρα του όποτε επέστρεφε σπίτι ο Κώστας, όπως μου έλεγε, τού δημιουργούσε κάθε φορά  μια άσχημη αίσθηση. Τις πρώτες φορές που το άκουγε, απαντούσε "περιμένουμε μήπως κάποιον άλλον;". Μετά τον πρώτο καιρό, όταν είχε πιά πάρει αρκετές φορές την απάντηση "Μπα...όχι, απλώς ξαφνιάστηκα.", ο Κώστας άρχισε να ενοχλείται όλο και περισσότερο.
Το συζητούσαμε:

-Πού κατάντησα... αντί να μπαίνω σπίτι μου και να ακούω ένα γελαστό "γειά", βλέπω τα ξαφνιασμένα μούτρα της μάνας μου να ρωτάει αυτή την ηλίθια ερώτηση.

-Έλα ρε Κώστα, τώρα...βασανισμένη γριά γυναίκα είναι η μάνα σου. Μην είσαι τόσο αναίσθητος με τους ανθρώπους. Είμαι βέβαιος πως, ως συνήθως, κατά την προσφιλή σου τακτική να "τα παίρνεις" με κάποιον, τώρα έβαλες στο στόχαστρο και τη μάνα σου.

Ο Κώστας, που για την κατανόησή του δε φημιζόταν ποτέ, μου απαντούσε με αγένεια αλλά έκανα υπομονή δίνοντας όση σημασία πίστευα πως άξιζαν τα λεγόμενά του. Ώσπου μια μέρα, μη μπορώντας να σπαταλάω όλο το χρόνο σε περιγραφές των ιδίων διαλόγων, τού πρότεινα:

-Γιατί δεν κρατάς ένα ημερολόγιο γύρω από το πώς νιώθεις όσον αφορά αυτό το ζήτημα; Ξέρεις, γράφεις... τάδε μέρα: έγινε αυτό κι αυτό. "Κρατάς βιβλίο". Όχι πως βαριέμαι να τ' ακούω αλλά, να...θα έχω μια, εμ..πιό ολοκληρωμένη εικόνα.

-Καλή ιδέα...
Ναι, για παράδειγμα: 1η μέρα, αυτό κι αυτό!... Να μη σε σκοτίζω κι εσένα.
                        .................................................................             

Έτσι είναι που βρέθηκα  να κρατώ στα χέρια μου το αλλόκοτο εκείνο ημερολόγιο που αραιογραμμένο, αλλά φροντισμένο και λακωνικό, περιέγραφε τις καθημερινές εντυπώσεις τού Κώστα. Από τις καθημερινές εγγραφές του, σταχυολόγησα αυτές που περισσότερο θεώρησα άξιες να διαβαστούν, ως πλέον ενδιαφέρουσες. Διάβασα, λοιπόν:

1η μέρα: Η γριά πετάχτηκε πάλι μόλις μπήκα -ούτε την πόρτα δεν πρόλαβα να κλείσω- και με κάρφωσε πάλι "Α! Εσύ είσαι;". Δεν απάντησα, μπήκα στο δωμάτιό μου. Σήμερα αιφνιδιάστηκα, ομολογώ. Αύριο θα είμαι πιό γρήγορος. Αισθάνομαι πάντως κάπως αναζωογονημένος σήμερα που έχω εσένα, τετράδιό μου. Δε θα με καταβάλει η τρελόγρια. Δεν θ'ασχολούμαι μόνο μ'αυτήν. Αυτό το τετράδιο θα βοηθήσει!!!;;;...

4η μέρα: Σήμερα η γριά μάλλον ήθελε να χρυσώσει το χάπι, έμοιαζε πιό φροντισμένη, κάτι απροσδιόριστο πάνω της ΔΕΝ ήταν στα συνηθισμένα μαύρα χάλια του. Από τότε που άρχισα να γράφω γι' αυτόν το μπελά, μού φεύγει το νεύρο, εκείνη η διάθεση που χρειάζεται για να πεις "σιχτήρ"...Ίσως βλέπω τα πράγματα πιό ψύχραιμα. Ποιός ξέρει; Ελπίζω να συνεχιστεί έτσι. Τετραδιάκι μου!

8η μέρα: Η γριά σήμερα -μού φαίνεται δεν την κοιτάζω στα μούτρα και τόσο συχνά- πρέπει να έχει βάψει τα μαλλιά της ή κάτι άλλαξε στο πρόσωπό της. Κι η φωνή της ακόμη ήταν πιό ζωντανή από ό,τι συνήθως. Παρατηρώ πως μέρα με τη μέρα με "προλαβαίνει" όλο και πιό κοντά στη εξώπορτα. Άρα, ή εγώ μπαίνω σπίτι μου πιό διστακτικά και αργοκίνητα ή εκείνη είναι σε κάποια ετοιμότητα κι εγρήγορση. Πρέπει ν' αρχίσω πάλι το γυμναστήριο.

18η μέρα: Σήμερα, κλασσικά, "Α! Εσύ είσαι;". Κουνούσε τα χέρια της πάνω-κάτω, "Άργησες, γι' αυτό ρωτάω...δεν έγινε και τίποτα". Η γριά σήμερα είχε μια πολυλογία! Έδιωξε και την καθαρίστρια, λέει: "Άχρηστη είναι...αυτά που κάνει, μπορώ να τα κάνω κι εγώ". Πρέπει να έβαψε τα μαλλιά της μαύρα-κορακί. Σήμερα να μην ξεχάσω να πάω στο γυμναστήριο... πιό νωρίς. Όταν αργείς δε βρίσκεις τα βάρη ελεύθερα, "πλακώνει" η νεολαία, οι μποντυμπιλντεράδες.

25η μέρα: Όλο ζωντάνια η μητέρα μου σήμερα. Δε λέω...κι εγώ τις τελευταίες μέρες έχω πολύ ανεβασμένη διάθεση. Στη δουλειά είμαι ένα τέτοιο πειραχτήρι που, αν δεν ήμουν ένας άχρηστος δημόσιος υπάλληλος, σίγουρα θα μού είχαν κάνει παρατήρηση. Πειράζω άντρες και γυναίκες, στα καλά καθούμενα σηκώνομαι και φεύγω χωρίς να ζητήσω την άδεια κανενός. Πάω γυμναστήριο κάθε μέρα και το σώμα μου είναι σε τέτοια φόρμα που ούτε στα 20 μου χρόνια δεν ήταν.

35η μέρα: Σήμερα, όπως χτες και προχτές, δεν πήγα στη δουλειά. Δήλωσα "Αμυγδαλίτιδα εμπύρετη" και όλο το πρωί γύριζα. Το μεσημέρι πέρασα σχεδόν 3 ώρες μιλώντας με τη μάνα μου για τα χρόνια που πήγαινα στο δημοτικό και κείνη με βοηθούσε στα μαθήματα. Όσο μιλούσαμε παρατήρησα πόσο το πρόσωπό της είχε ξανανιώσει, πόσο εύκολα θυμόταν λεπτομέρειες. Α...Έγινε και το θαύμα: πριν φύγω για το γυμναστήριο, την είδα μπροστά μου ντυμένη-στολισμένη να με χαιρετάει..."Πάω μια βόλτα, θα είμαι σπίτι κατά τις δέκα". Χάρηκα και συνέχισα το καθημερινό μου πρόγραμμα. Τίποτα άλλο για σήμερα!

50η μέρα: Γαμώ τα γέλια σήμερα...Η μάνα μου με κάλεσε να βγούμε για καφέ. Ήταν ώρα, λέει, εδώ και καιρό, να γνωρίσω τον άντρα που της κάνει παρέα κι εκείνη να γνωρίσει το κορίτσι μου για το οποίο δεν ήθελε ούτε κουβέντα να ακούσει όταν έμαθε πως είναι μόνο 18 ετών. "Βλακείες τώρα...φέρε την κοπέλα να τη γνωρίσουμε. Με τα χούφταλα μάς θέλουνε οι άλλοι, ου να χαθούν...". Είχε δίκιο. Περάσαμε καλά, πολύ καλά. Α! Στη δουλειά δεν πάτησα ακόμα..."Ανεμοβλογιά με μόλυνση από το ξύσιμο", "Οξεία αλλεργική βρογχίτις επιδεινουμένη από σκόνη και χαρτιά". Ας είναι καλά ο Γιάννης, ο γιατρός που ό,τι δικαιολογητικό τού ζητήσω μου το δίνει.

58η μέρα: Σήμερα πήγαμε μια φανταστική εκδρομή οι 4 μας: εγώ, η μάνα μου, ο φίλος της και το κορίτσι μου, που την κοπάνησε από το σχολείο. Το Ναύπλιο ήταν υπέροχο και το γυρίσαμε ολόκληρο. Είμαστε μια όμορφη τρελοπαρέα τελικά. Λέμε του χρόνου να πάμε εξωτερικό. Το βράδυ, σπίτι, κάναμε κάτι γέλια με τα διάφορα περιστατικά της εκδρομής. Τελειωμό δεν είχαμε. Ξημερωθήκαμε στο κους κους. Έχει πάει 4 το πρωί, τώρα που γράφω! Είμαστε εξουθενωμένοι αλλά μια μπιρίτσα θα την πιούμε ακόμα μαζί κι ύστερα νάνι. Να μην πολυκουράζεται αυτή. Ναι σιγά...μα τι λέω;!

60η μέρα: Σήμερα, η μαμά είπε πως θα μείνει σπίτι γιατί το σπίτι ήθελε καθάρισμα μετά από τόσες μέρες παραμέλησης. Οπότε φρόντισε να πάμε μια βολτούλα προς Λαγονήσι εμείς οι υπόλοιποι 3. Της υποσχεθήκαμε να μην αργήσουμε για να κάνουμε και λίγο παρέα το βράδυ, να πάρουμε κανένα σουβλάκι στο δρόμο ώστε να μη χρειαστεί να μαγειρεύει μετά την κουραστική μέρα. Όταν φτάσαμε, αργούτσικα λόγω της κίνησης, η μαμά είχε αποκοιμηθεί. Σβήνοντάς της το φως, της πήρα ένα μπλοκ από τα χέρια και τη σκέπασα. Πέφτω για ύπνο κι εγώ...

61η μέρα: Η καημένη η μαμά δεν ξύπνησε σήμερα...ούτε νωρίς ούτε αργά. Περίμενα με τις ώρες να ανοίξει τα μάτια της και να αρχίσει τις παλαβομάρες της με τα σχέδια για τις εκδρομές, τον γκόμενό της που κρυφοκοιτάζει "πιπίνια". Τίποτα...έμενε εκεί τεντωμένη, με μια όψη που όλο κι άσπριζε κι ένα σώμα που όλο και πάγωνε. Το στόμα της έχει μείνει ορθάνοιχτο, στραμμένο προς τα μένα. Φοβάμαι πως δεν θα ξανακούσω πιά ούτε εκείνο το..."Α! Εσύ είσαι;"


                   ........................................................................................................

Κράτησα το τετράδιο αυτό καθώς και το μπλοκ που κρατούσε η γριά μάνα τού Κώστα κι ίσως κάποια μέρα γράψω περισσότερα πράγματα μέσα από αυτό. Κάτι στον Πέτερ Χάντκε.