Στάθηκε με τα πόδια στην ημιανάπαυση ("Ημιανάουουου!" είναι ό,τι πιο τρυφερό μπορείς να ακούσεις από ένα λοχία).
Είχε πιστέψει στην επάρκειά του, ώσπου οι δυο κοτύλες έσκασαν μέσα στη λεκάνη του κι εκείνος "έσκασε" με το σακατεμένο (τώρα) πισινό του κάτω, στο βρεμένο πάτωμα.
Έτσι που βρέθηκε, δεν τού έμενε παρά να ταλαντεύεται δεξιά/αριστερά, σαν όρθια κάμπια ή μετρονόμος μουσικής μελέτης, φαλλός ή κάτι τέτοιο.
Είχε κάποιο ρυθμό, πράγματι, συγκεκριμένο. Μα πάνω απ' όλα δεν γινόταν πια να είναι ένας οσφυοκάμπτης, ένας γλείφτης. Χωρίς πόδια δεν σκύβεις. Ισορροπείς ή πέφτεις. Συνήθως πέφτεις.