11 Μαρτίου, 2012

Martini

Φέρνοντας την καταστροφή



Μαζεύονταν, σχεδόν κάθε βράδυ, οι τρεις φίλοι Χ, Ψ, Ω στο σπίτι του Χ. Εκεί συζητούσαν πίνοντας μπύρα κι ακούγοντας μουσική. Ο Χ καθόταν στον καναπέ κι οι άλλοι δυο στις πολυθρόνες. Όπως όλοι σχεδόν οι διανοούμενοι, πολύ συχνά, συχνότατα, κατέληγαν να συζητούν για τον θάνατο:
"Σιγά τα ωά!" και "όλα μια ιδέα είναι..." έλεγε ο Χ μα οι άλλοι είχαν τους ενδοιασμούς τους.

Ψ: Ναι, καλά...όταν έρχεται εκείνη η στιγμή που φεύγει η ψυχή από το σώμα σου... τρομάζεις ή δεν τρομάζεις; Από το στόμα θα βγαίνει, μάλλον, ε; Από πού; Έλα ρε, αφήστε την πλάκα...

Ω: Και πού ξέρεις πως πεθαίνεις όταν πεθαίνεις; Λέω δηλ. πώς ξέρεις ότι δεν θα αποφευχθεί το μοιραίο την τελευταία στιγμή; Όπως επίσης δεν μπορείς να ξέρεις αν μια ζαλάδα είναι ένα απλό συμβάν ή τα προεόρτια τού τέλους!

Χ: Βλέπεις τη ζωή να περνάει σαν ταινία μπροστά από τα μάτια σου. Αν δεν τα δεις είσαι μια χαρά Νταξ'. Τα κυριότερα στιγμιότυπα βλέπεις. Χι χι χι!

Ψ: Εγώ φοβάμαι πάντως!

Ένα βράδυ, αφού αποχώρησαν ο Ψ κι ο Ω, τρύπωσε ο Θάνατος και πλησίασε τον Χ που είχε ξεμείνει στον καναπέ.

-Εσένα, ρε φίλε, σου φαίνεται εύκολο να μιλάς για μένα από τον καναπέ; Για τι με πέρασες εμένα;    Επανάσταση, σοσιαλισμό, τέχνη με πέρασες;

-Νόμιζα πως μπορεί κανείς να σε δέχεται σαν κάτι το αναπόφευκτο που είσαι. Τα αναπόφευκτα μαθαίνουμε να τα δεχόμαστε. Να, πόνος η γέννηση, πόνος ο οδοντογιατρός, πόνος μπρος τα κάλλη, πόνος τής περιόδου κ.ο.κ.

-Μα εγώ δεν είμαι πόνος ούτε χρησιμεύω σε κάτι. Μια κλεισούρα είμαι κι αν λιγάκι με αφήνατε να περάσω απαρατήρητος, θα ήταν για όλους πιο εύκολα. Οι τελετές σας φταίνε. Συγκινείστε εκεί, μαζευόσαστε, ο ένας χαζεύει τους άλλους, οι άλλοι σκέφτονται τα έξοδα. Έξοδα...λες κι είναι κρητικός γάμος "Βάλε και 5000 μπαλοθιές επί 1 Ευρώ η σφαίρα=5000 Ευρώ"!

-Κρυάδες...

-Αυτό που κρύβεται πίσω από του θάνατου το φόβο είναι η μοναξιά που νομίζετε πως θα βρείτε κι όχι η απορία αν βγαίνει η ψυχή από το στόμα. Τι φοβάστε, μωρέ; Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος για πάντα να συγχρωτίζεται με τους ομοίους του. Και στο θάνατο -στην άλλη ζωή, σωστότερα- από συγχρωτισμό άλλο τίποτα...πατείς με, πατώ σε. Ο γέρος που τα κάνει πάνω του τρίβεται πάνω στα ρούχα σου. Εσύ, άπλυτος, λιγούρης και ξεμωραμένος τρίβεσαι πάνω σε καμιά λεπτεπίλεπτη κυρία που είναι στριμωγμένη ανάμεσα σε σένα και σε κανέναν εξίσου άθλιο με σένα. Με σένα και τους φίλους σου. Τέτοιοι άχρηστοι δεν λείπουν από πουθενά. Ακόμα και μετά θάνατον θα τους έχεις δίπλα σου να συζητάνε -τι άλλο;- πώς θα είναι η ζωή η επόμενη... όλο για κάτι το μελλοντικό θέλει να μιλάει ο άνθρωπος. Και μάλιστα, τις πιο πολλές φορές, φέρνοντας την καταστροφή!