20 Απριλίου, 2023

Τα τελεφερίκ του Μοντζουίκ

 Παρακολουθούσε επί ένα ολόκληρο απόγευμα την αργή κίνηση των τελεφερίκ πάνω από το κεφάλι τού αγάλματος του Χριστόφορου Κολόμβου, ώσπου φύτρωσε μέσα του η σκέψη να ανέβει σε ένα τέτοιο όχημα. 

Παρά την υψοφοβία και την κλειστοφοβία του ήταν βέβαιος πως εκεί, πιο κοντά στον Θεό, σαν σε εξομολόγηση θα έβγαζε από μέσα του τις κακίες του και τις μικροπρέπειες. Στο κουβούκλιο εκείνο εφόσον κατάφερνε να μείνει μόνος, χωρίς συνεπιβάτες, ήξερε τι επρόκειτο να πει.

Κάποτε ήρθε η στιγμή κι έμεινε μόνος. Στα πόμενα 5 λεπτά θα έβρισκε τον χρόνο της καθάρσεως. Άρχισε να μιλά σιγανά, φοβισμένα κι απολογητικά:

"Συγγνώμη που δεν Σε πίστεψα, συγγνώμη που στα έργα Σου έψαξα για χρόνια να βρω πειστήρια απάτης σαν τον άντρα που ψάχνει τα συρτάρια της γυναίκας του μήπως και αποδειχτεί πως όλα ήσαν απάτη, βρίσκοντας μια διεύθυνση, ένα χαρισμένο άρωμα, κάτι ερωτικό άσχετο με εμένα."

Το κουβούκλιο περνούσε πάνω από το άγαλμα του Κολόμβου μα εκείνο θύμιζε τώρα πιο πολύ τον Ιησού Χριστό, προκαλώντας του ένα δέος περίσσιο, όντας τόσο κοντά του.

Όταν το κουβούκλιο απομακρύνθηκε από το άγαλμα συνεχίζοντας την πορεία του, εκείνος έμεινε πάνω στο κάθισμά του αποσβολωμένος, τρομαγμένος. Οι επόμενοι επιβάτες έμπαιναν βιαστικά και κάπως άτσαλα. Όταν η διαδρομή του τελεφερίκ τέλειωσε, εκείνος δεν ήθελε να βγει. Χρειάστηκε να βγει δια της βίας, προς το απόγευμα όταν έληγε η τουριστική ατραξιόν.