Τρεις φίλοι κάθονταν σ' ένα καφέ αμίλητοι και κοιτάζονταν λοξά αναμεταξύ τους. Έστρεφε ο πρώτος τη ματιά του ξαφνικά στον δεύτερον κι εκείνος έκανε τάχα πως κοιτούσε κάτι που δεν ήτανε προσεκτικά στην οροφή στερεωμένο. Κι εκεί που κοίταζε τής ατέλειες τής οροφής ο δεύτερος, έριχνε μια σύντομη ματιά στον τρίτο ο οποίος καμωνόταν πως καθάριζε την πίπα του, ρίχνοντας που και που στον πρώτον μια ματιά, πίσω από το δάχτυλό του που έξυνε δήθεν το αριστερό του φρύδι. Ξαφνικά ο πρώτος λέει στους άλλους δυο:
-Σήμερα μου ήρθε στο μυαλό μια περίφημη ιδέα. Για το βιβλίο, ξέρετε, που λέω να γράψω και δεν έβρισκα πώς να το αρχίσω...
"Ναι, ε; Πώς;" είπαν με ένα στόμα οι άλλοι δυο.
-Αρχίζει με τη σκηνή κατά την οποία η μητέρα μου με μαλώνει επειδή δεν ήξερα πόσο κάνει 4 επί 8. Με έχει ήδη μαλώσει ο πατέρας μου κι ενώ τρέχω προς τη μάνα μου, αντί για παρηγοριά, εισπράττω κι εκεί την απόρριψη. Αυτό θα το "δώσω" σε τρίτο πρόσωπο ασφαλώς.
-Απ' ό,τι καταλαβαίνω πρόκειται να γράψεις ένα βιβλίο που σαν βασικό θέμα θα έχει την επιρροή ενός αυστηρού πατέρα στο παιδικό μυαλό ενός μελλοντικού συγγραφέα.
-Μην πηγαίνεις στην πιο εύκολη ερμηνεία, ως συνήθως. Από αυτό που είπε ο φίλος μας, εγώ θα συμπέραινα ότι ξεπηδάει αβίαστα η εικόνα μιας μητέρας που μάθαινε στο παιδί της, όταν τα βρίσκει σκούρα, να τρέχει σ' αυτήν...
-Όχι, παιδιά, όχι! Δεν δούλεψα πάρα πέρα την εικόνα. Το απόγευμα άκουγα ένα γειτονόπουλο να επαναλαμβάνει την προπαίδεια κι όταν έφτασε στο 4 επί 8 κάτι άστραψε στο μυαλό μου.
-Μα δεν μπορείς να γράψεις στην αρχή τού βιβλίου σου "το γειτονόπουλό μου σήμερα είπε 4 x 8 "...
-Άσε τον άνθρωπο, εσύ κι η "πρωτοτυπία" σου που τη βάζεις να καβαλάει τα γεγονότα. Αν έγραφες εσύ θα έκανες τον απλό αυτό πολλαπλασιασμό κώδικα...σαν κάτι 4x8, 4x4 και 3,15 η Γένεσις και η BMW 3.15, όλα αχταρμάς. Μα είναι αυτοσκοπός ενός βιβλίου να κρατάει σε αγωνία -τι υπερφίαλο!... εγώ θα έλεγα σε απορία- τον αναγνώστη;
-Αυτοσκοπός δεν ξέρω αλλά πώς σού φαίνεται ένα βιβλίο που δεν σού κρύβει τίποτα από ό,τι πρόκειται να συμβεί αργότερα;
-Εγώ διαφωνώ σ' αυτό, ξέρεις ε; Γιατί, πώς θα σού φαινόταν ένα βιβλίο που δε θα σε άφηνε, ούτε στο ελάχιστο, να "μαντέψεις" κάτι από τη συνέχεια; Ο αναγνώστης καυχιέται όταν βλέπει πως αντιλήφθηκε το "πνεύμα τού συγγραφέως". Δεν μπορείς να τού αρνηθείς τέτοια χαρά, να τον φτύσεις έτσι...
-Τα μετράμε με το χαρακάκι τα πράγματα, βλέπω μετά λύπης. Πόσο μεγάλο θα είναι το βιβλίο, κάθε πόσο θα αποκαλύπτει κάτι, κάθε πόσο θα δημιουργεί κάτι άλλο για να το κρατά κρυφό; Τι τίτλο θα έχει; Τίτλο φιλικό, σιβυλλικό, σοκαριστικό, ανέμελα χαρωπό, παραπλανητικά χαρωπό, τεχνηέντως μελαγχολικό, να θυμίζει κάτι ή καλύτερα τίποτε απολύτως;
-Τι είναι πιο αθέμιτο πάλι; Η αδιακρισία να εκθέτεις τα πολύ προσωπικά σου βιώματα που ίσως ούτε σε μια συζήτηση με πολύ οικείο σου πρόσωπο δε θα αποκάλυπτες ή το να διηγείσαι πράγματα που τα φαντάστηκες και μάλιστα διανθίζοντάς τα με τόσες λεπτομέρειες ώστε να φαίνονται αλλόκοτα μεν, πιθανά δε;
-Μου θύμισες εκείνο το περίφημο "Η ιστορία που θα διαβάσετε είναι βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα". Όταν διαβάζω αυτή τη φράση σε κάποια εισαγωγή λέω μέσα μου "Καααλά! τώρα μας έπεισες πως είδες όνειρο". Όταν ακόμα διαβάζαμε με το μικρό γιο μου αυτή τη φράση "γραμμένη στην ούγια" ενός βιβλίου ή στους τίτλους κάποιου φιλμ, αλληλοκοιταζομασταν και μες τα γέλια περνούσε απαρατήρητη η πλοκή. Μάλιστα τη λέγαμε "κλοπή" αντί για "πλοκή"!
-Νομίζω δεν σου απαγορεύει κανείς να βάλεις την ταμπέλα αυτή, όποτε σου κατέβει.
-Κι αυτός που το διαβάζει το έργο σου όμως είναι όχι αδικαιολόγητος όταν, σε κάθε τι που περιγράφεις, αναρωτιέται "Μα και τούτο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα;!"
-Μμμ...σάμπως θα πάει να το βάλει στο γκούγκλ!
-Αν το καταχραστείς, γιατί όχι;
-Αν το καταχραστείς ίσως πιστέψει πως είσαι από εκείνους που παίρνουν ένα θέμα και το γαρνίρουν με δικές τους φαντασιώσεις...σε διαβάζει ύστερα με μισό μάτι, νομίζω.
-Σου λέω: γελούσα όταν διάβαζα αναγνώσματα με αυτή την παράξενη εγγύηση, βαλμένη σε περίοπτη θέση. Πάντως, μεταξύ μας, θα ομολογήσω πως τη μεταχειρίστηκα κι εγώ τη φράση αυτή...
-Ζητήματα και τεχνικές, καλλωπισμοί και μόδες. Δεν με αφήσατε ούτε να σας πω καλά-καλά το πρώτο σκεπτικό μου, αυτό με τους αριθμούς. Μου διαλύσατε την πρώτη ανάμνηση πάνω στην οποία θα στήριζα το βιβλίο μου. Πάω να βρω πάλι τη σειρά μου... Φεύγουμε;
-Βεβαίως... Γκαρσόν, έλα σε παρακαλώ, τι σου χρωστάμε;
-Αμέσως, κύριε...3 καφέδες επί 4 ευρό μας κάνουν εεε 12 ευρό. Το έκανα με πρόσθεση 4+4+4=12...από μικρός, με την προπαίδεια τού 4, τα έκανα σαλάτα!