29 Ιουνίου, 2010

Αρχή αλληλογραφίας

Η μητέρα μου με έντυνε με άτσαλες κινήσεις ενώ εγώ ούρλιαζα μπροστά στον τεράστιο καθρέφτη. Στο δωμάτιο βρίσκονταν άλλοι τέσσερις μεγαλόσωμοι άντρες που έστεκαν ανυπόμονοι να με εγκαταλείψουν εδώ μέσα.

Τα χέρια τής μητέρας μου δεν είχαν επιλεγεί τυχαία. Παρείχαν μια καλή εγγύηση πως η διαδικασία θα έπαιρνε λιγότερο χρόνο μιας και η αντίστασή μου θα ήταν η ασθενέστερη δυνατή. Μέσα σε λίγα λεπτά βρέθηκα να φοράω κιόλας την κίτρινη στολή που πρέπει να φοράει όποιος πρόκειται να μείνει εδώ οριστικά.

Η κίτρινη περιβολή, μια φόρμα μάλλον παρά μια στολή, κλειδώθηκε γύρω από το στήθος μου με μερικά χοντρά κορδόνια που η αγαπητή μου μητέρα έδεσε σε σφιχτούς κόμπους. Τα δυνατά, σταθερά χέρια της με παρέλυσαν με την αποφασιστικότητά τους.

Έκλαιγα. Μόνο έκλαιγα. Αυτό μόνο μπορούσα να κάνω, κι αυτό με πολλή δυσκολία γιατί ο θώρακάς μου δεν μπορούσε να ανοίξει περισσότερο από ό,τι χρειάζεται για μια μικρή ανάσα.

Σύντομα έκαναν την εμφάνισή τους δυο παράξενες γυναίκες που στάθηκαν δεξιά κι αριστερά τής μητέρας μου. Η μια κρατούσε το στόμα μου ανοιχτό κι η άλλη το πλημμύριζε μ' ένα άγνωστο σε μένα υγρό, μεγάλης περιεκτικότητας σε αλκοόλ. Καθώς ξεχείλιζε το στόμα μου, μια μεγάλη ποσότητα υγρού κινδύνεψε να λερώσει τη φόρμα μου. Τελικά αυτό αποφεύχθηκε αφού οι περίεργες θεραπαινίδες έστριψαν με σπουδή το ζαλισμένο κεφάλι μου στο δεξί πλάι.

Ανέλαβαν δράση αμέσως μετά οι τέσσερις άντρες, προσπαθώντας να εξευτελίσουν ό,τι από μένα είχε μείνει ικανό να νιώσει κάποιο συναίσθημα εξευτελισμού κι εκμηδένισης. Άσεμνες χειρονομίες, βρισιές, ακόμα και  φτυσίματα στο πρόσωπο θυμάμαι πως δέχθηκα. Ο συνεχιζόμενος τραυματισμός τών θηλών και τών όρχεών μου, αφαίρεσε κάθε αίσθηση φόβου: δεν μπορούσε να επακολουθήσει δυνατότερος πόνος. Μέσα σε δευτερόλεπτα πρέπει να λιποθύμησα, ενώ μια φωνή επαναλάμβανε "πιό σιγά, πιό σιγά...". Ακόμη και σήμερα η θύμηση εκείνης της φωνή μού φέρνει στο νου εικόνες από παράθυρα που ανοίγουν, από βρύσες που αφήνουν το νερό τους να με δροσίσει.

Με εγκατέλειψαν στο δωμάτιο και για μέρες ολόκληρες ένιωθα απέραντη ευχαρίστηση όταν στο τέλος τής ημέρας δεν είχα νιώσει ούτε ένα χτύπημα στο πονεμένο μου σώμα που σιγά σιγά ξανάβρισκε τις δυνάμεις του.

Το δωμάτιο είναι άδειο κι από όσο κατάλαβα εδώ μέσα επιτρέπεται μόνο να γράφεις, να γράφεις και να γράφεις. Να γράφεις πράγματα όπως τα θυμάσαι, να γράφεις κάτι που δεν θυμάσαι αν συνέβη ή όχι αλλά πρέπει να το εφευρίσκεις για να μην υπάρχουν κενά στη χρονική σειρά τών συμβάντων. Υπάρχουν τόσες ιστορίες να ειπωθούν πέρα από το αληθινό και το ψεύτικο, πέρα από το πιθανό και το αδύνατο.

Ο χώρος είναι μικρός. Δεν περιέχει τίποτ' άλλο παρά στοίβες χαρτιά και καλοξυσμένα μολύβια. Έκανα την αρχή σήμερα γράφοντας αυτές τις γραμμές, διαδικασία που δεν αντικαθιστά την ανθρώπινη συζήτηση αλλά πιστεύω πως είναι θέμα χρόνου να εξοικειωθώ μ' αυτήν. Ίσως, μάλιστα -δεν αποκλείεται κάποτε- να εξαρτηθώ απόλυτα από αυτήν.

28 Ιουνίου, 2010

Το παρόν δεν θα είχε καμμία αξία εάν δεν γινόταν κάποτε νοσταλγία.

Το μέλλον τού Δυτικού Ανθρωπισμού


Από zougla.gr

Ζητούν να υποβάλλονται οι μετανάστες σε τεστ ευφυΐας

Πρώτη καταχώρηση: Δευτέρα, 28 Ιουνίου 2010, 18:22
Απίστευτο και όμως… γερμανικό! Μέλη του Χριστιανοδημοκρατικού (CDU) κόμματος της καγκελαρίου της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, πρότειναν σήμερα όσοι επιθυμούν να μεταναστεύσουν στη χώρα να υποβάλλονται σε τεστ ευφυΐας!

Μάλιστα, ο βουλευτής Πέτερ Τραπ, μέλος του CDU, δήλωσε σχετικά στη γερμανική εφημερίδα «Bild»: «Πρέπει να θέτουμε κριτήρια από τα οποία θα μπορεί να επωφελείται το κράτος μας. Εκτός από μία σωστή διάπλαση και επαγγελματικά προσόντα, η ευφυΐα πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψιν. Αυτό το θέμα δεν πρέπει να είναι πλέον ταμπού. Είμαι υπέρ των τεστ ευφυΐας».


Έχουν κάθε δικαίωμα να είναι φασιστορατσιστές ή ίσως είναι υποχρεωμένοι ή και καταδικασμένοι να είναι ό,τι είναι.
Μια απορία: τους συμπατριώτες τους που πάσχουν από Νοητική Υστέρηση τι τους κάνουν; Εξαγωγή ή στο θάλαμο;

27 Ιουνίου, 2010

Δάνεια, χρέη κι ο τρελός...




Η συνηθέστερη αντίδραση τού Έλληνα όταν -μέσω εισπρακτικών εταιρειών κ.λπ.- τού ζητείται η εξόφληση κάποιου χρέους, δεν είναι ίσως αρκούντως γνωστή στούς ...αμύητους. Οι άνθρωποι αυτοί που ΕΙΧΑΝ ΧΡΕΟΣ να γνωρίζουν έως πού φτάνουν οι δυνατότητές τους πριν δανειστούν, όταν έρθει η ώρα να ξεπληρώσουν το ...διάβολο, ξέρουν το δρόμο:

Χρωστάω στούς γιατρούς, είμαι άρρωστος/η κι έχω να πληρώσω τόσα χρέη που αδυνατώ να σας δώσω τα χρήματα που σας οφείλω

Και τρέχουν να πάρουν γνωματεύσεις από ιδιώτες γιατρούς, από γιατρούς τού Ι.Κ.Α., από νοσοκομειακούς γιατρούς, αδιάφορο ποιάς ειδικότητας είναι ο ...επιστήμων. Ο επιστήμων συνήθως δίνει μια γνωμάτευση, δεν είναι εκεί το θέμα αν πέσουν λίγα 50ευρα. Το ευτράπελο είναι πως πολλάκις ο "κατατρεγμένος από τις κωλοτράπεζες" πάει να πάρει γνωμάτευση από ψυχίατρο! Πάσχει, θέλει να πει ο άνθρωπος, ψυχολογικά και να μην τον πιέζουμε και πολύ γιατί μπορεί να αυτοκτονήσει και μετά...

Συνεχίζει ο Έλληνας την παράδοση τού Οδυσσέα: Όταν μάς καλούν για πόλεμο, τότε κάνουμε τούς τρελούς.

Έλλη Λαμπέτη


"Je vous parle d'un temps que les moins de vingt ans ne peuvent pas connaitre..." μας τραγουδάει ο C. Aznavour κι έτσι κι εγώ θέλησα να διηγηθώ κάτι που οι νεότεροι -ίσως- δε θυμούνται...

Ήμουν φοιτητής στο δεύτερο έτος, αγαπούσαμε όλοι το θέατρο μαζί με τόσα άλλα πράγματα, όπως ο Μπακούνιν, όπως το ροκ, όπως..., όπως...τόσα άλλα πράγματα. Την εποχή εκείνη το ελληνικό θέατρο είχε στις στρατιές του πολλούς από αυτούς που τούς κολλάμε τον άκομψο τίτλο "Ιερά τέρατα"...

Ένα από αυτά ήταν κι η Έλλη Λαμπέτη, η οποία ακολουθώντας τη μοίρα τών συμβόλων που πέρασαν από αυτόν τον τόπο...ξεχάστηκε στην ουσία και τώρα πιά την βλέπουμε σε κάποιο τηλεοπτικό αφιέρωμα επί τη ευκαιρία κάποιας επετείου, μιάς κι έχουμε τώρα τόσους μεγάλους (;) ηθοποιούς.

Τόσους μεγάλους ηθοποιούς...Πόση προσοχή χρειάζεται για να πεις "μεγάλος καλλιτέχνης"!
Η primadonna αυτή, ήδη βαριά άρρωστη είχε σχεδόν χάσει τη φωνή της έχοντας κατεστραμμένες τις φωνητικές χορδές της. Ίσως μερικοί να το θυμούνται, άλλοι ίσως όχι.

Ούτως ή άλλως, νομίζω πως όλοι ήξεραν πως το τελος της πλησίαζε. Το τέλος τής ηθοποιού, το τέλος τού ανθρώπου. Βέβαιο πάντως ήταν πως η ίδια το εγνώριζε πολύ καλά. Πιστεύω πως τη βάραινε πιό πολύ το τέλος της ως Ηθοποιού.

Το κατάλαβα αυτό από το ότι επέτρεψε, εκείνο το βράδυ, όχι μόνο να γεμίσει η αίθουσα από τούς καθήμενους αλλά -βλέποντας κι εμάς, εκείνο το "φοιτηταριό" που ήταν έτοιμο να αποχωρήσει λυπημένο που θα έχανε την ευκαιρία να τη δει- έδωσε εντολή να παραμείνουν στην αίθουσα όλοι: όρθιοι ή καθισμένοι ο ένας πάνω στον άλλο, κλείνοντας διαδρόμους, με κάθε κόστος.

Έτσι άρχισε η παράστασή της, η τελευταία ή προτελευταία; Δεν είχε σημασία. Όλοι θέλαμε να έχουμε στο νου μας πως θα βλέπαμε μια Σάρα (από Τα Παιδιά Ενός Κατώτερου Θεού) και όλα τα υπόλοιπα τα ξεχάσαμε. Υπήρχαν κι αυτοί που είπαν πως αξίζει αυτό το έργο να το ξαναδείς.

Τα γεγονότα πρόλαβαν τις επιθυμίες. Η ντίβα, όμως, είχε πετύχει το σκοπό της: με το δικό της τρόπο φρόντισε, πριν "φύγει", να αφήσει πίσω της μια "δική της" Σάρα, ένα παιδί ενός κατώτερου θεού. Σχεδόν όπως ο Μολιέρος άφησε πάνω στη σκηνή τον "Κατά Φαντασίαν Ασθενή" του.

26 Ιουνίου, 2010

Danny boy, the pipes are calling



This has lead to many interpretations of this song including a son leaving for war, a man to his wife, someone leaving Ireland, and a parent to his son. Another question up in the air is where Danny is going. Some say Danny is leaving Ireland forever in hopes of making it in America. Others say Danny is going off to war.

Για μένα, ο Danny, είναι φανερό πως φεύγει για κάπου από όπου κανείς δεν επιστρέφει, λ.χ. ένα πόλεμο. Πρόκειται για ένα αντιπολεμικό τραγούδι κι από ό,τι θυμάμαι οι στίχοι γράφτηκαν περί το 1910 από Ιρλανδό δικηγόρο.

25 Ιουνίου, 2010

Αναπηρία


Η καρέκλα με το σπασμένο πόδι - σύμβολο τής αναπηρίας - σαν μνημείο, σε κάποια Ευρωπαϊκή χώρα. Υπενθύμιση ότι ανάμεσά μας υπάρχουν άνθρωποι που χρειάζονται βοήθεια ώστε η καθημερινότητά τους να μην είναι περιορισμένη και περιθωριοποιημένη. Μία ορθή αντιμετώπιση τών μειονεξιών κάποιων που πρέπει παρ' όλα αυτά να συνεχίσουν να υπάρχουν, να απολαμβάνουν και να προσφέρουν.

Δυστυχώς, στην Ελλάδα, η λέξη αναπηρία παραπέμπει στον άχρηστο άνθρωπο που είναι βάρος για το κράτος, που "καλύτερα να μην υπήρχε", που "ποιός ξέρει αν πράγματι είναι ανάπηρος ή το παίζει" και που όπως και να 'χει τού πετάνε ψίχουλα και πάλι "πολύ τού πέφτει".

Οπότε πολλές φορές θα αναρωτηθεί ο Έλλην "τι στο διάτανο χρειάζονται οι ράμπες για τα καροτσάκια;", "τι τούς θέλουμε τούς καθυστερημένους;", "πού πάει μωρέ ο τυφλός;".

Οι λεξιπλάστες θα κάνουν βέβαια τη δουλειά τους: "Άτομα Με Ειδικές Ανάγκες" θα πουν μερικοί, "Άτομα με ειδικές ικανότητες" θα πουν άλλοι κ.ο.κ. Μπουρμπούτσαλα...τίποτα δεν αλλάζει. Αν ένας ανάπηρος καταφέρει να παίξει μπάλα κουτσαίνοντας, όλοι θα πουν "ρε τον ψεύτη...μέχρι και μπάλα παίζει!". Αν αφεθεί και σιγά σιγά γίνει κάτι σαν έπιπλο τού σπιτιού, θα πουν "τι θέλει και ζει αυτός; στον Καιάδα!"

Α, ναι... μαζί με τα λαμπερά φώτα τής Ελληνικής σκέψης, δώσαμε στη Δύση και κάτι ιδέες τύπου Καιάδα (μήπως πιό απάνθρωπες από το αέριο Zyklon τού Χίτλερ;) που αποτέλεσαν το σπόρο για τον σημερινό ρατσισμό. Ρατσισμό εναντίον τού κατώτερου αλλά και τού ανώτερου.

The shadow of your smile

24 Ιουνίου, 2010

Ζημιές που κάνει η νοσταλγία




Δύο γριές φιλενάδες  πιάσανε κουβέντα
Σ’ ένα μεγάλο και ψηλό μπαλκόνι
Μιλούσαν  για την πολιτεία τους
Που τα χρόνια τη σκέπασαν κι η σκόνη

Δυο παλιόφιλοι μια συζήτηση ανοίξαν
Για το πώς πέρασαν νωρίς οι χρόνοι
Λέγαν  φύγανε για πάντα οι πιο πολλοί
Κι έχουν οι δυο τους απομείνει μόνοι

Δύο διπλανές παλιές πολυθρόνες
Στης αριστοκρατίας το σαλόνι
Στεναχωριόνταν γιατί η οικοδέσποινα
Σκεφτική αγνάντευε, πέρα, το πλήθος μόνη

Οι δυο μπόμπιρες της αμέριμνης μάνας
Παιχνίδια άρχισαν στο αρχοντικό σαλόνι
Έσπαζαν τα ποτήρια, τα ακριβά μπιμπελό
Γρατζούνισαν και το γυαλιστερό μαόνι

22 Ιουνίου, 2010

Τύπος



Δε διαβάζω πια εφημερίδες. Προσβάλλουν την αισθητική μου, τη νοημοσύνη μου, την οικολογική μου συνείδηση και το χαρτί τους μυρίζει απαίσια.

21 Ιουνίου, 2010

Αυτό το ρούχο "μιλάει" πάνω σου




Μετά από ψάξιμο τριών, και παραπάνω ίσως, μηνών ο Χ. βρήκε ένα σπίτι που επιτέλους άξιζε τα λεφτά που είχε να διαθέσει και που ικανοποιούσε τις βασικές του ανάγκες. Κάπου στην Πειραϊκή, λίγο παλιό, αξιοπρεπές πάντως.

Ο ιδιοκτήτης χαμογελαστός του είχε δείξει το σπίτι και του είχε επίσης συστήσει πολλές φορές να το φανταστεί άδειο, γιατί με τα έπιπλα που είχε μέσα τότε, σίγουρα θα το αδικούσε.

"Θα πάρω τα πάντα από δω... μάλλον θα αφήσω μόνο τη μεγάλη  ντουλάπα στο υπνοδωμάτιο, βλέπεις δεν τη χρησιμοποιώ. Τη βρήκα εδώ και την κράτησα κι εγώ λόγω της ιστορίας της.", είπε. Η ιστορία ήταν ότι το σπίτι είχε πουληθεί στον νυν ιδιοκτήτη του λόγω του επεισοδιακού διαζυγίου τών προηγούμενων ιδιοκτητών του: ο σύζυγος, επιστρέφοντας σπίτι αιφνιδιαστικά, ανακάλυψε μέσα στη ντουλάπα τον εραστή τής συζύγου του. Όπως στις γελοιογραφίες, δηλαδή, αλλά λίγο πιό τραγικό. Επακολούθησε μεγάλος ξυλοδαρμός μεταξύ τών τριών, διαζύγιο και πώληση τού σπιτιού.

Γέλασε ο Χ. με την αφήγηση τού γκροτέσκο συμβάντος από τον ιδιοκτήτη και απάντησε πως θα κρατήσει το σπίτι μαζί με την ντουλάπα.

Ένα μήνα μετά είχε τακτοποιήσει τα πράγματά του και το περιβάλλον είχε ήδη πάρει τη μυρωδιά των πραγμάτων που, μαζί μ' εκείνον, ήρθαν να το κατοικήσουν. Πρόσεξε πως η μεγάλη ντουλάπα που παρέλαβε μαζί με το σπίτι δεν δημιουργούσε καμία παραφωνία κοντά στα δικά του έπιπλα. Αντιθέτως, περνώντας οι πρώτες βδομάδες, την έβλεπε κι αυτήν σαν δικό του έπιπλο αν και δεν την είχε χρησιμοποιήσει ακόμα. Ένας λόγος ήταν ότι η ντουλάπα ήταν κλειδωμένη και το κλειδί της έλειπε.

Ελλείψει χώρου όμως, ήρθε η στιγμή να την χρησιμοποιήσει έστω και παραβιάζοντάς την. Εξεπλάγη όταν ανοίγοντας τα φύλλα της, πρόβαλε εμπρός του, κρεμασμένο, ένα κοστούμι. Ένα γκρι κοστούμι με ένα άσπρο πουκάμισο από μέσα και μια γραβάτα με τέλειο κόμπο. Ένιωσε μια δυσάρεστη έκπληξη κι έκλεισε πάλι την ντουλάπα χωρίς να ασχοληθεί καθόλου με τα δυο μεγάλα της συρτάρια. Την επόμενη μέρα καθάρισε τα συρτάρια, αφήνοντας μέσα ένα ζευγάρι κάλτσες και ένα ζευγάρι παπούτσια που προφανώς ανήκαν στον ιδιοκτήτη τού κοστουμιού. Από σεβασμό και αγάπη προς την τάξη έβαλε τα παπούτσια -με τις κάλτσες μέσα- κοντά  στην άκρη τού παντελονιού. Αυτό το κάτι σαν σκιάχτρο που προέκυψε, το ονόμασε χαϊδευτικά Al. Ήταν πολύ μόνος ...χρειαζόταν ένα φίλο.

Από εκείνο το βράδυ δεν έκλεισε πιά ποτέ εντελώς την ντουλάπα. Το ένα από τα φύλλα της έμενε πάντα ανοιχτό ώστε από τη μιά ο Al να παίρνει αέρα κι από την άλλη να τον βλέπει όποτε περνούσε από εκεί κοντά.

Το μεσημέρι μιάς Κυριακής, έχοντας πήξει από εκείνη τη μελαγχολική βαρεμάρα τών Κυριακών του, πήρε το θάρρος που χρειάζεται για να εξομολογηθείς σε κάποιον ότι θες "να μοιραστείς τις σκέψεις σου" έστω κι αν αυτό σημαίνει κατά βάθος "θέλω να πω τον καημό μου σε κάποιον". Κάποιον στην τύχη κι όχι από κάποια εκτίμηση ειδικά γι αυτόν.

Έτσι άρχισε η συνεννόησή του με τον άνθρωπο στη ντουλάπα.

Ο κόσμος, γενικά, όταν συζητάει θέλει να κατανοεί ακαριαία αυτό που τού λες. Θέλει επίσης να κατανοείς ακαριαία πως σε κατανόησε. Οι συζητήσεις πρέπει να μοιάζουν με πινγκ-πονγκ. Τα χάσματα ανάμεσα στις φράσεις θυμίζουν τον κούφιο, αποτυχημένο ήχο που κάνει το μπαλάκι αναπηδώντας στο έδαφος.

Ο Al στην αρχή άκουγε μόνο. Παρ' όλα αυτά, κάποια κίνηση του ενός ή τού άλλου μανικιού του ή κάποιο ανεβοκατέβασμα τού κόμπου τής γραβάτας φανέρωνε πως αντιδρούσε στα λεγόμενά τού Χ.  κι άρα υπήρχε κάποια διαντίδραση μεταξύ τους. Σίγουρα δεν μιλούσε μόνος του...

Συν τω χρόνω στην καινούργια δουλειά του, μια αντιπροσωπεία αυτοκινήτων, γνώρισε την Πέπη. Το όνομά της τού φαινόταν αστείο και την αποκαλούσε σκέτο Πε. Ακόμα κι εκείνη τη μέρα "Πε" την αποκάλεσε: "Πε, πώς θα σού φαινόταν να ζήσουμε μαζί; Να παντρευτούμε, θέλω να πω."

Η Πε που ποτέ δε φανταζόταν να ζήσει με ένα φρικιό σαν αυτόν, τελικά συμφώνησε να ζήσουν μαζί κι αν ταίριαζαν, γιατί όχι, θα παντρευόντουσαν. Κουβάλησε λοιπόν τα ρούχα της και μερικά πράγματα κι εγκαταστάθηκε στο σπίτι στην Πειραϊκή. Άρκεσε μια εβδομάδα για να φυτρώσει μέσα της η αίσθηση πως είχε κάνει μια λάθος κίνηση. Εν τούτοις, αντί να φύγει, ένα ωραίο βράδυ ενέδωσε στην πίεση τού φίλου μας και είπε "O.K. Ας παντρευτούμε".

Σύντομα άρχισαν οι καυγάδες, το κακό κλίμα και τα γνωστά. Ο Χ έβρισκε παρηγοριά στη δυστυχία του μιλώντας με τον Al κι η Πε εκτονωνόταν με τις δικές της παρέες, βρίζοντας τον Χ.

"Τι συμβαίνει Al; Γιατί στο διάολο φαίρεται έτσι;" ρωτούσε τον μοναδικό του φίλο επί γης. Το σκιαχτροειδές μέσα στην ντουλάπα κουνούσε τα μανίκια του προς τα πλάγια και ο κόμπος τής γραβάτας του ανασηκωνόταν λίγο, γυρίζοντας προς τον Χ...Λες και ήθελε να τού πει: "Ε...Δεν καταλαβαίνεις τώρα; Ίσως υπάρχει άλλος. Η Πε λείπει συχνά από το σπίτι, πολλές ώρες. Δεν νομίζεις;"

-Τι θες να κάνω; να βάλω ντετέκτιβ να την παρακολουθήσει; Δεν έχω το θάρρος, ντρέπομαι να πάω να ρωτήσω έναν ξένο πού γυρίζει η γυναίκα μου!

-Δεν χρειάζεσαι έναν ξένο. Έχεις εμένα, ξέχασες; Έχω τον τρόπο μου εγώ!

O Al χτυπιόταν μέσα στη ντουλάπα, λες και τον κουνούσε ένας δυνατός αέρας. Το δεξί του παπούτσι έκανε ένα βήμα εμπρός, κλωτσώντας ό,τι βρέθηκε μπροστά του. Ο Χ. ένιωθε τόση ασφάλεια εκεί που, εντελώς αυθόρμητα, πήγε και τοποθέτησε το μοναδικό του κοστούμι κοντά στον Al.

Η Πε αφού για δυό τρεις μήνες έβριζε, εκτός από το Χ., το ξερό της το κεφάλι έφτασε στην απελπισία. Την απελπισία της εκμεταλλεύτηκε ο Τάσος, ένας νεοφερμένος στο γραφείο. Άρχισαν τα ραντεβού, χαζές δικαιολογίες για πολύωρες απουσίες, αλλαγμένη συμπεριφορά. Και νευρικότητα, πολλή νευρικότητα. Μια αίσθηση πως κάποιος είναι σχεδόν συνέχεια πίσω της τής έσπαγε τα νεύρα.

Όπως συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις ο υποψιασμένος ανακοινώνει ότι τάχα για κάποιο σοβαρό λόγο θα λείπει "εκτός" για να μπορέσει να επιβεβαιώσει τις υποψίες του. Ο Χ. έκανε κι αυτός το ίδιο: θα έλειπε δήθεν το Σαββατοκύριακο για να επισκεφτεί τον άρρωστο πατέρα του στα Τρίκαλα αλλά στην πραγματικότητα παρέμεινε εντός τών τοιχών, σε εγρήγορση.

Περιφερόταν προσεκτικά στην πόλη, πέρασε τη νύχτα τής Παρασκευής στο ξενοδοχείο και το Σάββατο, από νωρίς το πρωί, γύριζε εδώ κι εκεί αλαφιασμένος ώσπου κάθησε στη συνηθισμένη του μπιραρία.

Εκείνη την ώρα η Πε είχε κιόλας υποδεχτεί -για να φιλοξενήσει τη νύχτα- την Τάνια, μια νεαρή γνωστή της, με σκοπό να τη σώσει από το κυνηγητό τού ανεπιθύμητου φίλου της και να αποφύγει κι η ίδια τη νυχτερινή μοναξιά. Δυο ώρες μετά είχαν σχεδόν μεθύσει και οι δυό τους. Ξαφνικά, μέσα στην ντουλάπα, λες κι άρχισε να φυσάει ένας δυνατός και παγωμένος αέρας. Ο Al άρχισε να ταρακουνιέται δαιμονιωδώς εκεί μέσα σκουντώντας τα υπόλοιπα ρούχα, τα ρούχα τού Χ.


Την ίδια στιγμή κάτι έσκασε μέσα στο μυαλό τού αλαφιασμένου ανθρώπου που έπινε την μπίρα του σχεδόν με το ζόρι. Κάτι σαν ήχος από καψούλι παιδικού πιστολιού, ανάμεσα στα αυτιά του, έκανε τον Χ. να πεταχτεί όρθιος και να κατευθυνθεί προς το αυτοκίνητό του που δεν θυμόταν καλά πού το είχε αφήσει. Τελικά το θυμήθηκε και μετά από μερικές λανθασμένες διαδρομές βρέθηκε σχεδόν κάτω από το σπίτι του. Κοντοστάθηκε για μερικά λεπτά αναποφάσιστος και τελικά πήρε το ασανσέρ για να φτάσει μπροστά στην πόρτα τού διαμερίσματός του. Άνοιξε την πόρτα και προχώρησε σιγά σιγά μέχρι την κρεβατοκάμαρα.


Οι δυο μεθυσμένες είχαν αποκοιμηθεί και το δωμάτιο φωτιζόταν από ένα χοντρό κερί που έριχνε σκιές παντού. Ο Χ. πέρασε τα παιχνιδίσματα τών σκιών για σχέδια με ζευγαρώματα ζώων και για ένα δευτερόλεπτο ξέχασε πως άλλο είναι ο άνθρωπος κι άλλο είναι το ζώο. "Η παρθένα Αφρική είναι πιά μακριά"...  Από κάπου φυσούσε αέρας μέσα στο σπίτι που σαν από διακόπτη σταμάτησε μεμιάς. Σαν αιλουροειδές που βλέπει να ανοίγει η πόρτα τού κλουβιού του, ο Χ. τινάχτηκε πάνω στο κρεβάτι και βρέθηκε να πέφτει με το δεξί του γόνατο πάνω στον αυχένα τής Πε, σπάζοντάς τον. Ταυτόχρονα, με το κλειδί τού αυτοκινήτου που ακόμα κρατούσε στο χέρι, κατάφερε να γεμίσει τη ράχη και το λαιμό τής Τάνιας με θανατηφόρα τραύματα.


Η αστυνομία, ειδοποιημένη από τούς ενοίκους τής πολυκατοικίας, δεν άργησε να φτάσει.Πήραν τις σορούς τών δύο και συνέλαβαν τον Χ. ο οποίος τούς ακολούθησε αφού γύρισε πρώτα το κεφάλι προς την ντουλάπα και χαμογέλασε με νόημα.


Τρεις μέρες μετά παρήλασε από το γαλήνια χορτάτο διαμέρισμα όλο το σόι τού αντρόγυνου, τάχα για να συμμαζέψουν το σπίτι. Ανοησίες: οι μισοί είχαν έρθει από περιέργεια και οι άλλοι μισοί για πλιάτσικο - άλλος πήρε την τηλεόραση, άλλος κανένα έπιπλο, άλλος τη ντουλάπα, άλλος κανένα κάδρο. Τα άνευ αξίας τα παράτησαν σκόρπια. Τελευταίος έφτασε για τη δική του τυμβωρυχία, ένας ξάδελφος τού Χ. που ποτέ δεν τον είχε χωνέψει αλλά πάντα θαύμαζε το γούστο του όσον αφορά τη διακόσμηση και τα ακριβά μικροαντικείμενα.

Ο όχλος που είχε προηγηθεί όμως, δεν είχε αφήσει τίποτα. Τίποτα εκτός από το κοστούμι που είχε "μεταμορφώσει" σε Al ο ξάδελφός του - ή μήπως πρέπει να πω: το κοστούμι που τόσο εντυπωσιακά είχε αλλάξει τον φιλήσυχο Χ.;  Τέλος πάντων, πήρε το κοστούμι υπό μάλης κι έφυγε βρίζοντας.

Παρ' όλη τη δυσαρέσκειά του όμως, μια δεκαριά μέρες αργότερα, ψαχουλεύοντας το ρούχο άρχισε να βρίσκει διάφορα στοιχεία που τον "τραβούσαν". Το πανάκριβο ύφασμα, οι τέλειες ραφές κι ο ωραίος συνδυασμός τών χρωμάτων γραβάτας και πουκαμίσου, η μάρκα L' Etrusco, τον γοήτευσαν. Μέχρι που αποφάσισε να το δοκιμάσει και πάνω του.

Τού "ερχόταν" τέλεια κι έτσι σκέφτηκε πως το κοστούμι δεν ήταν τού συγγενή του, αφού εκείνος ήταν σημαντικά κοντύτερός του κι άρα αποκλείεται να τού "έκανε". Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη ενώ η γυναίκα του από πίσω τον αγκάλιασε: "Ουάου! Τι όμορφος που είσαι έτσι...Αυτό το ρούχο μιλάει πάνω σου!"

"Ναι" είπε εκείνος. "Ας το βγάλω τώρα όμως, μωρό μου. Θέλω να το κρατήσω ατσαλάκωτο για πιό...ξεχωριστές περιστάσεις.".

                                            _   _  _  _  _  _
Εδώ τελειώνει το, γνωστό σ' εμένα, μέρος τής ιστορίας τού κοστουμιού αυτού. Και, όπως συνηθίζω να πιστεύω μόνο το εν τέταρτον όσων ακούω και το μισό όσων διαισθάνομαι, θα υπέθετα πως η πορεία τού ρούχου αυτού δεν σταμάτησε εκεί.
Προσωπικά, τείνω να πιστέψω πως συνδυάστηκε με αρκετά άλλα ανάλογα γεγονότα.

10 Ιουνίου, 2010

Torna a Surriento

Προφάσεις εν αμαρτίαις

Κάνουν λάθος αυτοί που νομίζουν ότι είναι εύκολο να αναγνωρίσεις τον φασίστα, τον ρατσιστή, τον φαλλοκράτη...
Γιατί;

Απλό είναι. Ο φασίστας δεν θα έρθει να σού συστηθεί ως φασίστας, ούτε ο ρατσιστής θα έχει γραμμένο πάνω στην ταυτότητά του "ρατσιστής".  Ο φαλλοκράτης δε θα έχει στο μπρελόκ του καμία φωτογραφία τού πουλιού του.

Η γλώσσα που μιλάει καθένας τους σε ξεγελάει: ο φασίστας χρησιμοποιώντας τις λέξεις-κλειδιά "δημοκρατία", "ελευθερία", "δικαιοσύνη", θα καταφέρει ίσως να σε πείσει πως δεν είναι φασίστας. Ο ρατσιστής, με διάφορα τερτίπια τού τύπου "δεν είμαι ρατσιστής, αλλά οι ξένοι φέραν την εγκληματικότητα", "δεν έχω τίποτα εναντίον των πούστηδων αρκει να μην είναι προκλητικοί", ίσως να σε πείσει πως δεν είναι ρατσιστής. Ο φαλλοκράτης λέγοντας "είμαστε ίσοι με τις γυναίκες", ίσως σού κερδίσει την ανοχή.

Θα παραμείνουν όμως, στην πράξη, όλοι τους, αυτό που είναι: ένας φασίστας, ένας ρατσιστής, ένας φαλλοκράτης...
Αργά ή γρήγορα, θα φανεί το "ποιός-είναι-τι". Γι αυτό και θα ψάξουν άλλα καμουφλάζ, πιό σοφιστικέ.

Υπάρχει μεγάλη ποικιλία επιχειρημάτων, όταν οι πρώτες μασκες πέσουν.
Έτσι, θα ακούσεις τον φασίστα (που όμως θέλει να φοράει το μανδύα τού επαναστάτη) να σού λέει πως οι ταραχές δίνουν αφορμές για σκληρότερα αντιλαϊκά μέτρα, πως οι συνθήκες δεν είναι ώριμες για την επανάσταση, πως την πληρώνουν κι αυτοί που δεν φταίνε με τις πρακτικές μερικών θερμόαιμων κ.λπ.

Και λένε, λένε...για να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα. Αυτοί ξέρουν, είναι μάστορες τού παιχνιδιού "προφάσεις εν αμαρτίαις".

Προσωπικά, τούς φτύνω στο δεξί μάτι κι ελπίζω να συνεχίσουν την ίδια τακτική της μεγαλοπρεπούς μιζέριας ούτως ώστε να συνεχίσει και το μαρτύριό τους και να έχουν ένα γελοίο τέλος: σχοινοβάτες ανάμεσα στο ΤΙ ΕΙΝΑΙ και στο ΤΙ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ, κάποτε θα πέσουν...ευχόμενοι κατά την πτώση τους να μην υπάρχει δίχτυ πάνω από το έδαφος.

Όσο υπάρχουν ..."άνθρωποι".

 Από  ΕΘΝΟΣ on line:

"Μία ακόμη μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση, αυτήν τη φορά στον τεχνικό σύμβουλο της οικογένειας του Αλέξη Γρηγορόπουλου, Συμεών Μεσογίτη, υπέβαλε ο συνήγορος υπεράσπισης του Επαμεινώνδα Κορκονέα, Αλέξης Κούγιας, στη διάρκεια της δίκης για τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, που συνεχίστηκε και χθες στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αμφισσας."

Κάπως έτσι...



Η πορεία μου στο διαδίκτυο άρχισε με την ..."ΠΟΡΕΙΑ"- ένα ποίημά μου. Ήταν μια δύσκολη πορεία: άρχισαν αμέσως οι ...ανοιχτόμυαλοι να πιστεύουν πως κάποιος άρχισε να τους βρίζει, άρχισαν να παρανοούν, πίστεψαν πως κάποιος τούς προσέβαλε, κάποιος τούς διέταζε, κάποιος κυριολεκτούσε.
Κάτι τόσο παράλογο έκαναν, όσο παράλογο θα ήταν κάποιος να διαβάσει σ' ένα ποίημα το στίχο "κόβω τις φλέβες μου απόψε με ξουράφι" και να σπεύσει να καλέσει το 166 ή να καλέσει όλους τους γνωστούς του αιμοδότες...

Αισθάνομαι την ανάγκη να το παρουσιάσω πάλι απόψε εκείνο το ποίημα. Έτσι, λοιπόν, άρχισε η πορεία μου:



       Η Πορεία

Συνταχθείτε πίσω μου
Ηλίθιοι όλων των εποχών
Και όλων των ρευμάτων
Πλανημένοι των ιδεών
Νόθοι απόγονοι των ειδών
Έκθετοι και παρατημένοι
Στα κατώφλια των πορνείων
Μονόφθαλμοι και αόμματοι
Βαρήκοοι και κουφοί
Με τα βιβλία σας οι μεν
Και οι δε τις μουσικές σας
Γιατί εδιάλεξα εσάς
Να οδηγήσω με σιγουριά
Στο τέλειο σκοτάδι
Και την απόλυτη σιωπή
Στον τελικό προορισμό σας
Στη Γη της Επαγγελίας
Και τόπο αφανισμού σας
Βαθιά στη χαράδρα των Μαριαννών
Όσους από σάς επιζήσουν
Της Σκύλλας,της Χαρύβδεως
Και της Σφιγγός
Θα μπορούσα να είμαι το κέντρο τού σύμπαντος αλλά τότε πάλι, στην περιφέρεια, θα έμενε το απόλυτο κενό.

09 Ιουνίου, 2010

Συγχαρητήρια κ.κ. μπλόγκερς.
Από μια βόλτα που έκανα στα μέρη σας, είδα ότι το σημαντικότατο της 6/6/2010 γεγονός δεν "το περάσατε" ούτε στα ψιλά.

Σας αξίζει λοιπόν -ό,τι κι αν λέτε- η μαύρη πραγματικότητα που ζείτε. Σας αξίζει ό,τι κι αν σας κάνουν. Επίσης σάς δίνει και λόγους να μεμψιμοιρείτε, πράγμα που... δικαιώνει την ύπαρξή σας.

Βρέθηκαν μερικοί να υποστηρίξουν την αποφυλάκιση τών ενόχων της δολοφονίας ενός παιδιού, στο όνομα τού "18μηνου"!!!  Οποίος σεβασμός στον νόμο τού (άδικου) συστήματος!

Κακοπροαίρετα το έπραξαν. Γιατί κακοπροαίρετα;

Γιατί το πρώτο που τούς ένοιαξε ήταν "να μην καταργηθεί το 18μηνο" χωρίς να αναφερθούν ούτε στον ελάχιστο βαθμό στην αδικία που έγινε το 12/2008.
Υποστηρικτές των κουκουλοφόρων δεν έβγαλαν ούτε μια λέξη αγανάκτησης για τον εντολέα τού Κούγια και παρουσίασαν το δικηγόρο ως εφαρμόσαντα "κεκτημένα δικαιώματα".

Μα τι λέτε ρε; Εσείς είσαστε που κατεβαίνετε στις πορείες ως κουκουλοφόροι;
Παραβλέπετε βαλλιστικές εκθέσεις κι υποστηρίζετε το 18μηνο (για την πάρτη σας και την πάρτη των προφυλακισμένων);

Και τι σας κόφτει εσάς το 18μηνο;
Θα το χρειαστείτε τόσο ώστε να μην μπορείτε να πείτε "στα τσακίδια το 18μηνο όταν πρόκειται για τέτοια εγκλήματα κατά ατόμων που ακόμα πάνε σχολείο";
Με το δακρυγόνο τού Γλέζου ΚΆΝΑΤΕ ΤΌΣΟ ΣΑΜΑΤΑ!!!

Σας βλέπω να σας κυνηγάνε τα παιδιά, μαζί με το ΣΥΡΙΖΑ, ΚΑΙ εσας!
Μπλογκοεπαναστάτες, πληκτροκοπανητές, ποιά είναι τα ...κεκτημένα ΣΑΣ ;;;
Χαρισμένα είναι... και η άσπρη γλώσσα σας  βυσσοδομεί  ΚΚΕΔΥΣΚΟΙΛΙΟΤΗΤΑ και ΣΥΡΙΖΟΚΟΛΙΤΙΔΑ.

Πήρατε τη θέση σας, δείξατε το πραγματικό σας πρόσωπο αλλά θυμηθείτε πως μπήκατε κάτω από τη σπάθη τού  ΔΑΜΟΚΛΗ.

07 Ιουνίου, 2010

Έβαλ' ο Θεός

Μην σπιλώνεις αυτό που πρεσβεύεις. Θα στραφεί εναντίον σου.

6-6-2010

Μεγάλος ο τρόμος μου σήμερα ξυπνώντας...Ήμουν σίγουρος πως κάτι είχε συμβεί.

Έκανα μια βόλτα έξω και είδα μαύρα εξώφυλλα εφημερίδων. Δεν λέγανε τίποτα. Μόνο μαύρο δείχνανε.

Έκανα μια βόλτα στα κανάλια και δεν λέγανε τίποτα. Δεν δείχναν τίποτα. Μόνο χρώματα έβλεπα.

Έκανα μια βόλτα στο διαδίκτυο. Έρχεται, λέει, το καλοκαίρι, ήρθε, μα ο καιρός άστατος, συννεφιασμένος, χαλάστρα για πολλούς. Λέγανε κι άλλα, ποιητικά...

Φαίνεται πως το πρωί ξύπνησα τρομαγμένος από κάποιο εφιάλτη όταν με έπιασε εκείνο το συναίσθημα πως δεν μπορώ να κινηθώ, πως η φωνή μου δεν ακούγεται, πως βρίσκομαι σε  κατάσταση οργής.

Τέλος, φώναξα αλλά πάλι δεν άκουσα απάντηση. Όλα ήταν, φαίνεται, όπως χτες...

Κι όμως, στ' όνειρό μου, είχα δει ένα έγκλημα. Έγκλημα σε τόπο βουβό, με ψηλό χορτάρι και αγελάδες τριγύρω που μασουλούσαν κοιμισμένες.

Έκανα θόρυβο πολύ και αδίκως. Ίσως μ' ακούσαν μερικοί.

Ζητώ συγγνώμη. Έκανα λάθος. Μπέρδεψα τον εφιάλτη με τη ζωή.

Έβλεπα στον ύπνο μου σφαίρες από όπλα να διαμελίζουν, να κονιορτοποιούν ένα ήδη νεκρό πουλί.

06 Ιουνίου, 2010

Για τη ζωή

Μαύρα χάλια

Καλά, βρε Ελλάδα, για τα οικονομικά σου χάλια φταίνε οι κερδοσκόποι, οι καιροσκόποι κι άλλοι κακοί.
Για τα μαύρα χάλια σου στούς υπόλοιπους τομείς, ποιός φταίει;

Ο κ. Α , το Γέλιο και η Αγανάκτηση

-Τι γελάς σαν ηλίθιος;
-Δεν ακούς τι λέει ο Λάκης για τον Καραμανλή;

Ο Α., κατσούφης ως συνήθως, τα 'βαλε μαζί μου αυτή τη φορά επειδή γελούσα με την σάτιρα τού Λαζόπουλου...

-Και τι να κάνω, ρε γαμώ το, να κλαίω; Αμάν πιά!

-Προηγουμένως γελούσες με το θέμα Παλιοκώστα, λίγο πιό πριν με το Βατοπέδιο κ.ο.κ.  Αλήθεια, για πες μου, πώς νιώθεις όταν γελάς; Εννοώ όταν γελάς, όχι με ένα αστείο, αλλά με τέτοια θέματα, τα λεγόμενα "σκάνδαλα" της Δημοκρατίας: κλεψιές, δοσοληψίες, αδικίες κ.λπ.

-Πώς γελάω; Ε μού τα δείχνουνε αστεία και νιώθω ξαλαφρωμένος, μού περνάει κι ο θυμός που έχω μαζέψει, όλη αυτή η οργή και...

Εδώ με διέκοψε:
-Σού περνάει ο θυμόοος, ε;

-Γι αυτό δεν υπάρχουν αυτές οι εκπομπές στο ραδιόφωνο, στην TV, στις εφημερίδες;  Και στη δουλειά τέτοια λέμε...Γελάμε για να μην κλάψουμε, να μη σκάσουμε..

-Έτσι,ε; ...πιάνετε θέματα που "σηκώνουν" ξύλο και κρέμασμα και σάς περνάει η πίκρα. Εντελώς ηλίθιος μού φάνηκες γελώντας για το Βατοπέδιο. Και κάτι ακόμα: κανένα σατιρικό για το φόνο εκείνου τού παιδιού, τού Γρηγορόπουλου, σού είπε ο Λαλάκης; Σού είπε κάτι για να σε "ξαλαφρώσει";

-Ε, όχι και γι αυτό...το κακόμοιρο παιδί!

-Μα γιατί ντε και καλά να σού φεύγει η οργή; Το πιστεύω πως η οργή σου φεύγει. Το θέμα είναι να ΜΗΝ σού φεύγει. Χωρίς οργή και αγανάκτηση, εσύ κι ο κάθε εσύ, τι μπορείς να κάνεις; Η επανάσταση με σκοπό την τιμωρία πετυχαίνεται, όχι τόσο με τη δύναμη, αλλά με την οργή. Ασε που είσαι αδύναμος, αν αποβάλλεις την οργή τι θα σού μείνει για να κουνηθείς λίγο;
Αν ψάξεις και στην Ιστορία, θα δεις πως δεν κερδίζει πάντα ο πιό δυνατός. Τις πιό πολλές φορές κερδίζει ο πιό θυμωμένος, αυτός που τον πνίγει το δίκιο. Και δυο ανθρώπους να βάλεις να τσακωθούν, δε θα κερδίσει ο πιό δυνατός αλλά ο πιό αδικημένος. Δεν έχεις δει καμιά φορά τον εραστή τής κυρίας να το βάζει στα πόδια όταν έρχεται ο μισό μέτρο πιό κοντός σύζυγος;
Δεν θυμάσαι το Δεκέμβριο τού 2008 ποιός είχε το πάνω χέρι; Οι Αστυνομικοί με τα αλεξίσφαιρα ή τα παιδάκια εκείνα που είχαν μέσα στην ψυχή τους τη μανία τής εκδίκησης;

-Σε λίγο θα μού πεις και για το έπος τού 1940...

-Ακου, φίλε, οι αντίπαλοι πάντα μετράνε την οργή και την αγριότητα, ο ένας τού άλλου. Έχω φίλους αστυνομικούς που πηγαίνοντας για υπηρεσία εκείνες τις μέρες, κοιτούσαν μήπως και φαίνεται η στολή τους και τούς την πέσουν τα μαθητούδια. Τα άοπλα μαθητούδια...Κι όλο μιλούσαν μετά για κάτι μαθητούδια που συνάντησαν "τα οποία αν τούς την έπεφταν θα τα γαμ...νε". Έβλεπες όμως πως συναντούσαν σκεητμπορντ και ...μύριζε μέντα. Κανείς δεν τόλμησε να γελάσει με τα μαθητούδια...

-Ποιά μαθητούδια λες τώρα...Και τους 300 τού Λεωνίδα!

-Κοίτα, εννοώ τα παιδαρέλια από 15-18 χρόνων, αυτά που δεν τα έχουνε μαντρώσει με τις επιδόσεις στις Πανελλαδικές, αυτά που δεν ανέχονται των μεγάλων τις αηδίες, γιατί αυτό προστάζει η μόνη ανόθευτη ηλικία τού ανθρώπου. Αυτά που νιώθουν το θυμό να τρέχει σαν άλογο κούρσας που είναι δύσκολο να το δαμάσεις.

-Καλά τώρα, τα παιδάκια που δεν ξέρουν τι θα πει δουλειά...

-Ε βέβαια...αυτά που αν τούς τη δίνει ο Ψωμιάδης δεν κάθονται να λένε αηδίες. Να γελάς και να εξοργίζεσαι με το ίδιο πράγμα ΔΕΝ γίνεται. Μόνο με τις βλακείες τού Μητσικώστα και τών άλλων γίνεται.

-Δεν με πείθεις, ρε συ.

-Ξέρεις ποιά ήταν η βλακεία τής χούντας, φίλε; Το ότι δεν άφησε λιγάκι τον Έλληνα να γελάσει μαζί της...Κι έτσι έπεσε. Αν η χούντα των γελοίων είχε αφήσει λιγάκι τον κόσμο να γελάσει μαζί της, αν είχε δηλαδή δυο Λαζόπουλους και δυο Μητσικώστες, ακόμα εκεί που ήταν θα την είχαμε. Η απαγόρευση τής ελευθερίας τούς έφαγε...Κάποιος κόπανος θα βρισκόταν να μας τούς σερβίρει με τέτοιο τρόπο ώστε να γελάσουμε μαζί τους. Και ο Μπερλουσκόνι...πώς νομίζεις τούς κάνει ό,τι θέλει τούς Ιταλούς;

-Ε; Άσε μας, βρε Α....Βραδιάτικα...

05 Ιουνίου, 2010

Ύβρεις

Οι λύκοι, όταν θέλουν να βριστούνε μεταξύ τους, λένε ο ένας τον άλλονε "Λυκάνθρωπο".

Φθινοπωρινά ταξίδια


Κρεμασμένος από ένα κλαδί ήμουν, σα φύλλο, ένα ολάκερο  φθινόπωρο. Ώσπου ήρθε κάποτε ο αέρας να φυσήξει απαλά...Να με λυτρώσει από την αναμονή κι από το βασανιστικό ερώτημά μου: Πότε θα πέσω κι εγώ στη γη;


Τι τρόπο ευγενικό που εφηύρε...Χωρίς τη σκληράδα που φαντάζεται ο κόσμος όταν ακούει πως κάποιος έφυγε από μας, πήγε μακριά από δω, πολύ μακριά και, μέσα από τούνελ φωτεινό, συνάντησε αγγέλους, ύμνους να τραγουδάνε.


Όλα είναι κίβδηλα όσα σκαρφίζονται οι άνθρωποι. Μα ο αέρας πιό σοφός, ευγενικός σε αφήνει να πέσεις κάτω απαλά σαν σε ταξίδι όπου ξεχνάς τα πάντα. Σε θαλασσα σε πάει κι εσένα στ' ανοιχτά μαζί με τις άλλες τρύπιες βάρκες.


Βάρκες με άλλους σαν εσένα. Φύλλα τού ίδιου φθινόπωρου κι αυτοί ... που θέλουν να σού έρθουνε κοντά κι ας σώθηκεν ο χρόνος για νέες γνωριμίες. Παρ' όλα αυτά ζητούν να μάθουν τ' όνομά σου. Λες κι είναι το λάφυρο το τελευταίο που παίρνουνε μαζί τους.


Είναι έτσι ο κόσμος, θέλει να ξέρει με ποιόν θα πορευθεί στο σύντομο εφεξής. Τίνος δέντρου φύλλο ήσουν πριν να μαραθείς; Όμως ο θόρυβος τού αέρα, των κυμάτων οι παφλασμοί, σκορπούν ολούθε μια γαλήνια ησυχία. Εκεί  που σε λίγο για πάντα θα κρυφτείς.


03 Ιουνίου, 2010

Ο αντιρατσιστής

"Εγώ δεν είμαι ρατσιστής. Αυτοί με κάνουν ρατσιστή..."


01 Ιουνίου, 2010

Θέατρο...εμείς













Σε σκηνοθεσία χοντροκομμένη                                            
σκηνικά ετοιμόρροπα, πανιά σκισμένα                                 
σκόρπιοι ηθοποιοί επί σκηνής:                                         
Εμείς
                                                                                    
Κοινό βουβό, σε μια πρεμιέρα                                              
δωρεάν, η είσοδος ελευθέρα                                                   
για ένα απόγευμα μιας Κυριακής:                                           Εμείς                                                                                   

Πέρασε ανιαρά η ώρα
κι από μια αίθουσα σιωπής
βγαίνουμε όλοι κατηφείς:
Εμείς

Έργο ονομαστό, πομπώδες
ο τίτλος μας τράβηξε, θαρρείς
"Πολύ κακό για το τίποτα":
Εμείς