Δύο γριές φιλενάδες πιάσανε κουβέντα
Σ’ ένα μεγάλο και ψηλό μπαλκόνι
Μιλούσαν για την πολιτεία τους
Που τα χρόνια τη σκέπασαν κι η σκόνη
Δυο παλιόφιλοι μια συζήτηση ανοίξαν
Για το πώς πέρασαν νωρίς οι χρόνοι
Λέγαν φύγανε για πάντα οι πιο πολλοί
Κι έχουν οι δυο τους απομείνει μόνοι
Δύο διπλανές παλιές πολυθρόνες
Στης αριστοκρατίας το σαλόνι
Στεναχωριόνταν γιατί η οικοδέσποινα
Σκεφτική αγνάντευε, πέρα, το πλήθος μόνη
Οι δυο μπόμπιρες της αμέριμνης μάνας
Παιχνίδια άρχισαν στο αρχοντικό σαλόνι
Έσπαζαν τα ποτήρια, τα ακριβά μπιμπελό
Γρατζούνισαν και το γυαλιστερό μαόνι
4 σχόλια:
πολύ βαρετή λέξη η νοσταλγία και εντελώς αχώνευτη.....
μπραβο!
επιασες το νοημα...
Καλό...πολύ καλό!!!
Χαθήκαμε jok...
Δημοσίευση σχολίου