25 Φεβρουαρίου, 2012

La dolcissima effigie



Από την Adriana Lecouvreur (A. Cilea)

'Νταξ...


Αυτοί που επιμένανε να υποστηρίζουν την χρησιμότητα τού γέλιου, έχουν κρυφτεί τώρα. Οι περισσότεροι, όχι όλοι. Άλλοι το γυρίσανε στο θυμό και λένε πως κάνουν πικρό χιούμορ ... 

Μπουρμπούτσαλα! Ποιό μπλακ χιούμορ...Δεν τραβάει το χιούμορ τους, δε στέκεται πια. Το γέλιο τους μοιάζει σαν να τους έκατσε ψαροκόκκαλο στο λαιμό. Αν το προσέξεις, μόλις αποτύχει ο σύντομος και επιφανειακός συντονισμός ανάμεσα σε δυο άτομα, αρχίζει ο αλληλοσπαραγμός. Αυτή η επιθυμία να κατασπαράξεις τον άλλον ελευθερώνεται. Θα κατέβαζες τα μούτρα τού άλλου για το τίποτα.

Σήμερα οι διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους έχουν λιγοστέψει. Αυτές που υφίστανται ακόμα έχουν αμβλυνθεί. Ποιος καυγαδίζει πια για χάρη τής ομάδας του; Για χάρη τού κόμματός του; Για χάρη τής ιδεολογίας του; Για χάρη τής τιμής του;

Κανένας. Ακόμα και οι καλλιτέχναι, αυτοί οι κατ' εξοχήν ναρκισσιστές, δεν μαλώνουν για τις δημιουργίες τους: 
-Δε σ' αρέσει;
-Όχι, ρε φίλε
-Νταξ...υποκειμενικά είναι αυτά!
-Ναι. Μου αρέσει ο Βέρντι, σου αρέσει ο Βέρτης. Νταξ!
-Γούστα είναι αυτά.
-Και τι έγινε; Όπως τη βρίσκει κανείς. Το θυμάσαι το Τζων Τίκης;
-Ακριβώς.

Κι εκεί που θα περίμενε κανείς να πέσει και ξύλο ακόμα ανάμεσα στους δυο συνομιλητές, φτάνει εκείνο το "Νταξ" που δε σημαίνει βέβαια συναίνεση, συμφωνία, συμβιβασμό (πολυτέλεια είναι κι αυτά). Σημαίνει το "Νταξ..." , εν ολίγοις αυτό το γνωστό "δε γαμ1έται!".

Το Νταξ, ακολουθείται σχεδόν πάντα από αποσιωπητικά (όχι "αποσιωποιητικά" που γράφουν μερικοί, ξέροντας ότι είναι λάθος αλλά λένε "Νταξ..."). Αποσιωπητικά που θα πει πως μένουν πράγματα ανείπωτα, ανολοκλήρωτα, αιωρούμενα μέσα στην ανοχή που προσφέρει η εκκρεμότητα. Σαν ακκόρντο 7ης που αφήνει τη γεύση τού μεταβατικού. Κανένα κομμάτι μουσικό δεν τελειώνει με ακκόρντο 7ης.

Το "Νταξ..." είναι ...
Έστιν ούν "Νταξ", [η επιπολαία, βραχυπρόθεσμος μεν αλλ' επ' αόριστον δε, μετάβασις ενός θέματος από το πεδίον τής Διαλεκτικής εις το αρχείον τής Εκκρεμότητος.]