03 Αυγούστου, 2012

Παρκέ ή πλακάκι;



Παρκέ ή πλακάκι; Το ίδιο δεν είναι;
Μοιάζει πως όχι...το πλακάκι είναι άψυχη ύλη ενώ το ξύλο είναι ζωντανό. Έχει τα κύτταρά του, προέρχεται από ζώντα οργανισμό, φθείρεται.

Αν η ιστορία αυτή ήταν Βισκοντική ταινία, τότε ο πρωταγωνιστής θα έμοιαζε στον Μαστρογιάννι με μουστάκι όπως τον βλέπουμε πιο πάνω. Ενώ θα διάβαζε την εφημερίδα του, θα κάπνιζε αριστοκρατικά ένα τσιγάρο, φορώντας το λινό του κουστούμι...

Όμως ο ανθρωπάκος μας εδώ, αξύριστος, με ένα σορτσάκι και παντόφλες, διαβάζει την εφημερίδα του μασώντας τα νύχια του, κόβωντας τα "πετσάκια" από τα χέρια του, διώχνει από πάνω του τα κομμάτια τής πιτυρίδας ...ε, που και που, ανήμερος ξύνει τη μύτη του ή τα αυτιά του και ό,τι "εύρημα" υπάρξει το αφήνει να πέσει στο παρκέ. Στο παρκέ...το κρατώ αυτό!

Το παρκέ είναι παλιό, ο μαϊμού Μαρτσέλλο το έχει παραμελήσει...βλέπει τώρα πόσα -και μεγάλα... μεεεγάλα!- κενά, σχεδόν χαραμάδες, υπάρχουν ανάμεσα στα ξύλα τού παρκέ. Όλα αυτά πέφτουν κάτω (πιτυρίδες, πετσάκια, κακάδια - γιατί όχι;) και τουλάχιστον μερικά από αυτά πέφτουν μες τις χαραμάδες.

Μα ... τι έγινε μ' αυτό; δεν είναι βρωμιά η πιτυρίδα, τα πετσάκια... Νεκρά κύτταρα είναι, μισοψόφια, ζωντανά... Κι αυτή η γυναίκα που φέρνει για την καθαριότητα, με τα νερά που ρίχνει, μοιάζει σαν να ποτίζει όλο αυτό το γενετικό υλικό. Κάπου ανησυχεί ο απλοϊκός Μαϊμουτσέλλο ...Σαν τον Σνάπορατζ, στη Πόλη τών Γυναικών, κοιτάζει τη γυναίκα αλλά αντί να τής πει να αποφύγει τα πολλά νερά, αυτός συνεχίζει να κοιτάζει τα στήθια της!

Αν αυτή η ιστορία ήταν ένα φιλμ, τότε την επόμενη νύχτα ο ήρωάς μας θα έκανε έναν ανήσυχο ύπνο, κοιτώντας από το κρεβάτι του τον έναστρο ουρανό, ματαιωμένος σαν τον Antonio bello...Δεν τού σηκώνεται πιά, δεν έχει όρεξη για τίποτα, αναβάλλει τα πάντα γιατί περιμένει τη στιγμή που ΌΛΑ θα ξεκινήσουν μαζί προς μια λύση. Σ' αυτήν την περίπτωση οι δυο ήρωες ταυτίζονται...και οι δυο αγρυπνούν.

Πόσες όμοιες μέρες περνούν! ... Πολλές και όσο πιο πολλές είναι, τόσο πιο εύκολα περνούν. Σε μια ταινία θα έφταναν πέντε λεπτά για να αναδείξουν το πέρασμα πέντε χρόνων. Ε και; Πέντε χρόνια ... και;!

Ε καιαιαι; Μέσα σε πέντε χρόνια...Μέσα σε πέντε χρόνια, πάντα αν είχαμε να κάνουμε με ταινία, όλο αυτό το γενετικό υλικό, αγκαλιάζοντας το ένα το άλλο, τα νεκρά κύτταρα, θα τρέφονταν από το νερό, από την αγάπη που φωλιάζει μέσα στο ξύλο τού παρκέ...μοιάζει τόσο φιλόξενο και θρεπτικό το ξύλο. Κάτω από αυτές τις συνθήκες θα μπορούσε να γίνει κλωνοποίηση, αναπαραγωγή. Κάθε μια μέρα πλημμυρίζει τον κόσμο μας βλαστοκύτταρα...

ΣΤΟΠΠΠ!

Στην επόμενη σκηνή, ο άνθρωπός μας μπαίνοντας με το σώβρακο στο σαλόνι, με τον καφέ στο χέρι, σταματά και κοιτάζει έκπληκτος τον ξένο που, κοστουμαρισμένος και με ευθυγραμμισμένο μουστάκι, βγάζει τα γυαλιά του και σηκώνεται από τον καναπέ, για να συστηθεί στον οικοδεσπότη.

Εδώ είμαστε...τα νεκρά κομμάτια τού ανθρωπάκου, το νερό, η αηδία τής κάθε ημέρας και, πάνω από όλα, το πέρασμα τού χρόνου αφαιρούν από πάνω μας την ξεφτίλα τής καθημερινότητας - αυτή την κρούστα, την τσίπα, την απόσταση που χωρίζει τη ζωή μας από μια όμορφη ταινία. Ο Μαϊμουτσέλλο γίνεται θεός ...ήρωας ...και τελικά άντρας.

"Χαίρω πολύ, Αλλονζανφάν..."