"Je vous parle d'un temps que les moins de vingt ans ne peuvent
pas connaitre..." μας τραγουδάει ο C. Aznavour κι έτσι κι εγώ θέλησα να διηγηθώ κάτι που οι νεότεροι -ίσως- δε θυμούνται...
Ήμουν φοιτητής στο δεύτερο έτος, αγαπούσαμε όλοι το θέατρο μαζί με τόσα άλλα πράγματα, όπως ο Μπακούνιν, όπως το ροκ, όπως..., όπως...τόσα άλλα πράγματα. Την εποχή εκείνη το ελληνικό θέατρο είχε στις στρατιές του πολλούς από αυτούς που τούς κολλάμε τον άκομψο τίτλο "Ιερά τέρατα"...
Ένα από αυτά ήταν κι η Έλλη Λαμπέτη, η οποία ακολουθώντας τη μοίρα τών συμβόλων που πέρασαν από αυτόν τον τόπο...ξεχάστηκε στην ουσία και τώρα πιά την βλέπουμε σε κάποιο τηλεοπτικό αφιέρωμα επί τη ευκαιρία κάποιας επετείου, μιάς κι έχουμε τώρα τόσους μεγάλους (;) ηθοποιούς.
Τόσους μεγάλους ηθοποιούς...Πόση προσοχή χρειάζεται για να πεις "μεγάλος καλλιτέχνης"!
Η primadonna αυτή, ήδη βαριά άρρωστη είχε σχεδόν χάσει τη φωνή της έχοντας κατεστραμμένες τις φωνητικές χορδές της. Ίσως μερικοί να το θυμούνται, άλλοι ίσως όχι.
Ούτως ή άλλως, νομίζω πως όλοι ήξεραν πως το τελος της πλησίαζε. Το τέλος τής ηθοποιού, το τέλος τού ανθρώπου. Βέβαιο πάντως ήταν πως η ίδια το εγνώριζε πολύ καλά. Πιστεύω πως τη βάραινε πιό πολύ το τέλος της ως Ηθοποιού.
Το κατάλαβα αυτό από το ότι επέτρεψε, εκείνο το βράδυ, όχι μόνο να γεμίσει η αίθουσα από τούς καθήμενους αλλά -βλέποντας κι εμάς, εκείνο το "φοιτηταριό" που ήταν έτοιμο να αποχωρήσει λυπημένο που θα έχανε την ευκαιρία να τη δει- έδωσε εντολή να παραμείνουν στην αίθουσα όλοι: όρθιοι ή καθισμένοι ο ένας πάνω στον άλλο, κλείνοντας διαδρόμους, με κάθε κόστος.
Έτσι άρχισε η παράστασή της, η τελευταία ή προτελευταία; Δεν είχε σημασία. Όλοι θέλαμε να έχουμε στο νου μας πως θα βλέπαμε μια Σάρα (από Τα Παιδιά Ενός Κατώτερου Θεού) και όλα τα υπόλοιπα τα ξεχάσαμε. Υπήρχαν κι αυτοί που είπαν πως αξίζει αυτό το έργο να το ξαναδείς.
Τα γεγονότα πρόλαβαν τις επιθυμίες. Η ντίβα, όμως, είχε πετύχει το σκοπό της: με το δικό της τρόπο φρόντισε, πριν "φύγει", να αφήσει πίσω της μια "δική της" Σάρα, ένα παιδί ενός κατώτερου θεού. Σχεδόν όπως ο Μολιέρος άφησε πάνω στη σκηνή τον "Κατά Φαντασίαν Ασθενή" του.