Στον Franco Califano
Μα, είχε (τουλάχιστον) βαρεθεί να ακούει όλη τη μέρα αναλύσεις επί αναλύσεων...Τα πετρέλαια, οι τόκοι, τα σπρεντς, τα συμφέροντα. Όλοι αυτοί που παρήλαυναν από την τηλεόραση -και με το τρομαγμένο ύφος τους έκαναν μπαμ πως είχαν πέσει τραγικά έξω στις προβλέψεις τους- τώρα είχαν νέες προβλέψεις. Αποδείκνυαν συνάμα πως το προηγούμενο λάθος τους είχε πιθανότητες μόνο q=1/1000000000, αλλά...
Είχε βαρεθεί κι αφού έβγαλε τη ρόμπα της, έβαλε λίγο κραγιόν κι ένα παλτό και βγήκε στο δρόμο.
Έξω βρέθηκε στους ίδιους δρόμους που πάντα έπαιρνε και πάντα στο σπίτι της πάλι την οδηγούσαν, μετά από μισή ώρα το πολύ. Σαν τα ηλεκτρικά αλογάκια όπου ανεβαίνουν τα παιδιά και με ένα κέρμα χοροπηδούν δέκα λεπτά. Χοπ - χοπ... Ένιωθε τόσο βαριά, λες και είχαν σκαρφαλώσει τρία παιδάκια πάνω της. Τρία γκρινιάρικα βρωμόπαιδα. Τρία βάρη. Ή εκείνη ένιωθε τρεις φορές πιο κοντή...ή η καρδιά της χτυπούσε τρεις φορές πιο αδύναμα;
Το σπίτι έμοιαζε άδειο και εχθρικό. Χωρίς γλυκόλογα, χωρίς κάποιον να της λέει ότι δε φταίει σε τίποτα, ότι τη ρημάζουν οι κακοί...εκείνην, την αθώα περιστερά, εκείνην που την βρήκαν καλή και την εκμεταλλεύονται. Όλοι αυτοί οι τύποι στην τηλεόραση είχαν αλλάξει τροπάριο. Πρώτα τής απαλύνανε τη μοναξιά και τώρα να, συνέχεια "τής τη λένε"...
Και το μισό σπίτι αντηχεί: Εσύ φταις...Εσύ φταις...Εσύ φταις! Και το άλλο μισό ακολουθεί: Για όλα...Για όλα...Για όλα....