26 Δεκεμβρίου, 2010

Όταν γυρίζεις πίσω συνήθως βρέχει



       "E lucevan le stelle..."


Τρεμοπαίζαν τ' αστέρια και στον αέρα πηγαινοερχόταν μια μυρωδιά από γαζίες, γλυκερή και γαλήνια. Τη σκόρπισε μακριά ο θόρυβος τού αυτοκινήτου που σταμάτησε έξω από την πόρτα τού κήπου, με το βίαιο τράβηγμα τού χειρόφρενου κι ύστερα με το δυνατό χτύπημα τής πόρτας. Εκείνη βγήκε από το όχημά της κι ένα φως από μακριά σχημάτισε τη λεπτή σιλουέττα της καθώς η νέα γυναίκα κατευθύνθηκε προς εκείνον που γευόταν τις πρώτες ρουφηξιές τού τσιγάρου του. Η πόρτα τού κήπου έτριξε κλείνοντας πίσω της.

Ενώ εκείνος σηκώθηκε από την αναπαυτική του πολυθρόνα, εκείνη κοντοστάθηκε αναποφάσιστη και μερικά δευτερόλεπτα αργότερα βρέθηκαν ο ένας στην αγκαλιά τής άλλης...Πόσα φιλιά, πόσα λάγνα χάδια πρόλαβαν να δοθούν μέσα σ' ελάχιστα μόνο λεπτά τής νύχτας!

Με ανυπομονησία εκείνος άρχισε να βγάζει ένα-ένα τα απαλά τούλια που ντύναν το λεπτό της σώμα κι ανάμεσα σ' αυτά να ψάχνει τις όμορφες καμπύλες που τρέμαν απ' την ταραχή της. Τ' άσπρα βέλα της που πέφταν καταγής νοτίστηκαν απ' το νωπό χορτάρι καθώς τα έσυρε μακριά τους το βραδινό αεράκι. Κι εκείνη αφέθηκε στα τρεμάμενα μπράτσα του. Έπεσαν κι οι δυο απαλά κι ανάσκελα στο παχύ στρώμα τού κήπου κοιτάζοντας τα αστέρια ώσπου τους σκέπασαν, σχεδόν ολότελα, καινούργια ξερά φύλλα.

Έτριξαν ελαφρά τα ξερά φύλλα, λίγο πριν το ξημέρωμα καθώς εκείνη σηκώθηκε και άρχισε να μαζεύει από κάτω τα τούλια ντύνοντας το αδύνατο σώμα της. Οι ανεπαίσθητες κινήσεις της ξύπνησαν τον άντρα που έμεινε εκεί ακίνητος να παρατηρεί τις ετοιμασίες της, τον ελαφρύ βηματισμό της ως την πόρτα τού κήπου που πάλι έτριξε πίσω της, την επιβίβασή της στο αυτοκίνητο.

Έμεινε εκεί τελείως ακίνητος μέχρι που, ενώ ξημέρωνε, άρχισε να πέφτει μια ψιλή βροχή. Μόνο μια εικόνα τού ήρθε στο μυαλό: Εκείνη, λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά, ρουφώντας τη μύτη της θα άναβε τους υαλοκαθαριστήρες.