28 Ιανουαρίου, 2011

Incontro





Βιαστικά συναντηθήκαμε στις σκάλες
εκείνη έμοιαζε ολόιδια όπως παλιά
ύστερα η θλίψη μάς τύλιξε σαν μέλι
για το χρόνο μας που είχε αναλωθεί
Ο ήλιος που κιόλας κρυβόταν
την πόλη έντυνε αυστηρά
μια πόλη κάποτε γνώριμη
μα τώρα απρόσιτη, απόλυτα ψυχρή
Σαν μια στιγμή, σαν ντεζα-βυ
έγινε ομίχλη η μακρινή
σκιά κάποιας αθώας νιότης

Αγάλματα-ηρωικοί διαβάτες
ετοιμόρροπους τοίχους διακοσμούν
Με λίγες σύντομες λέξεις,
πόσων χρόνων φράσεις λες μπορούν να ειπωθούν;
"Τι κάνεις τώρα; Τα θυμάσαι;
Όμορφα χρόνια, περασμένα
Σου είχα γράψει... Απάντησαν: λείπει.
Δεν πήρα πια είδηση καμμία"

Οι κουβέντες λες και ήμασταν δυο γέροι
κουτσομπόλευαν το χρόνο πίσω μας
πρωτοέψαξα βαθιά μέσ' στους καθρέφτες
με βρήκα σε φωτογραφίες με συγγενείς
Όπως η ποιητική του Χεμινγουέη
έτσι κι ο ροκ τραγουδιστής
η ποδοσφαιρική ομάδα τής πόλης
ό,τι άλλο θυμηθείς
πριν η Αμερική γεμίσει τους δρόμους
τής ανίας μας με ξένη  μουσική

Παλιόχαρτα, αέρας, κρύο και φώτα
κυνηγιόνταν μέσα στο σταθμό
σκηνές από χιλιοπαιγμένο φιλμ
με τέλος λίγο έως πολύ γνωστό
πλοκή μελό, ξεπερασμένη
Χριστούγεννα κι ο ήρωας πεθαίνει
η αργή κίνηση τονίζει
το πέσιμό του στο κενό

Εσύ, καημένη, που διηγιόσουν
μια ζωή με λίγα λόγια ενώ εγώ σ' άκουγα μόνο

Μετά σκεφτόμουν με το κούνημα τού τρένου
"Ό,τι χάνεται το ξαναφέρνει ο καιρός
τρέχουμε βιαστικά προς τον προορισμό μας
χωρίς για κείνον να γνωρίζουμε πολλά
κάτι όνειρα ξεμένουν, σαν πινελιές ζωγραφικής
που ξεθωριάζει καθως βγαίνει αχνός ο ήλιος της αυγής"

Μικρό λογίδριο η ζωή μας
φράσεις κι ιδέες τάχα σπουδαίες
μακρύς δρόμος είναι το μέλλον
κι η καρδιά μας τον ακολουθεί


Μια ελεύθερη διασκευή τού "Incontro", τού F. Guccini