27 Νοεμβρίου, 2013

Τι θα πει "Ποιός είσαι; Δε σε ξέρω..."



Θα μπαινοβγαίνουμε στο σπίτι τού γεροπαράξενου από την πόρτα, από τα παράθυρα...απ' όπου βρίσκουμε τρύπα που να χωράμε να περάσουμε. Μια εγώ, μια εσύ. Θα πλησιάζουμε το γερόντιο και θα τού λέμε, εκεί που θα κάθεται μονάχο:

- Ρε παππού, τι κάνεις ξύπνιος τέτοια ώρα; Τι; ...Τι με κοιτάς έτσι; Τι θα πει "Ποιος είσαι; Δε σε ξέρω..."; Έλα να σε πάω για ύπνο. Έλα να σε πάει στο κρεββάτι σου ο ανηψιός σου, το καλό παιδί, ο γιός τής αδρεφής σου. Άσε την πλάκα τώρα "Δεν έχω αδρεφή, ήμουν μοναχοπαίδι"! Εξυπνάδες πάλι...Ξέχασες τον παππού μου; Λοιπόν, ο παππούς μου είχε δυο παιδιά, παππού: εσένα και τη μάνα μου. Τη μάνα σου τη θυμάσαι; Πάει καλά, δεν είναι και τόσο τρομερό να μη θυμάσαι καλά τους γονείς σου. Έχουν πεθάνει άλλωστε από καιρό. Πιό χοντρό θα ήταν να μη θυμάσαι την αδρεφή σου. Ναι...κι εκείνη "έφυγε" πρόσφατα, βέεεεβαια. Ναι, θλιβερή περίπτωση...ιατρικό λάθος. Πόσο υπέφερα! Κι ακόμα υποφέρω...Κι έχω κι εσένα που όλο ξεχνάς αυτά που σου λέω πως έχω τραβήξει!



Τη μια φορά θα του τα λέω εγώ, την άλλη θα τού τα επαναλαμβάνεις εσύ:

- Ρε παππού, ακόμα ξύπνιος είσαι; Έλα να σε πάω για ύπνο εγώ, ο καλός σου ο ανηψιός...Να δούμε τι θα θυμηθούμε κι απόψε από τα παλιά. Πιο πολύ εσύ, δηλαδή...Εγώ τα θυμάμαι. Να δούμε τι θυμάσαι. Κι αν μου πεις πάλι από κείνα τα τρελά σου, ότι τάχα ήσουνα μοναχοπαίδι, πως ταξίδευες στη θάλασσα τόσα χρόνια και δε σε θυμάται πια κανένας, θα γελάσουμε πάλι. Είναι ποτέ δυνατόν, υπάρχει άνθρωπος που να μην τονε θυμάται κανένας;