Εκείνο το αγαπημένο μου μαύρο πουλόβερ
την τελευταία φορά που το έτριψα μέσα στα δάχτυλά μου
μού έκανε τόσα σκέρτσα, τόσες γαλιφιές
λες και φοβόταν μην τυχόν και τ' αποθέσω στο μπαούλο
Καλτσάκια κόκκινα έβγαλε από τα μανίκια του
μαντίλια και γραβάτες από το γιακά του
κι ένα κασκόλ μάλλινο με τρύπες από σκόρο
κάπου από μέσα ξεφύτρωσε απ' το πουλόβερ
Κοιμήθηκα έπειτα με το παλιόρουχο αγκαλιά
μέχρι που μπήκε μέσα στο δωμάτιο ο ήλιος
Ξύπνησα εγώ και ξύπνησε και δαύτο
Για μια στιγμή που γύρισα το βλέμμα μου
εκείνο σούρθηκε κι από μόνο του μπήκε στο μπαούλο
την τελευταία φορά που το έτριψα μέσα στα δάχτυλά μου
μού έκανε τόσα σκέρτσα, τόσες γαλιφιές
λες και φοβόταν μην τυχόν και τ' αποθέσω στο μπαούλο
Καλτσάκια κόκκινα έβγαλε από τα μανίκια του
μαντίλια και γραβάτες από το γιακά του
κι ένα κασκόλ μάλλινο με τρύπες από σκόρο
κάπου από μέσα ξεφύτρωσε απ' το πουλόβερ
Κοιμήθηκα έπειτα με το παλιόρουχο αγκαλιά
μέχρι που μπήκε μέσα στο δωμάτιο ο ήλιος
Ξύπνησα εγώ και ξύπνησε και δαύτο
Για μια στιγμή που γύρισα το βλέμμα μου
εκείνο σούρθηκε κι από μόνο του μπήκε στο μπαούλο