13 Σεπτεμβρίου, 2010

Πλατείες κι υπόστεγα


Φθινόπωρο βροχερό, κάτω από υπόστεγο συναντώ τη δύναμη που έχω να μην ακούω τούς βρυχηθμούς τών μεγαφώνων, να μη βλέπω τα γράμματα στις γιγαντοαφίσσες. Ένα βράδυ νέο γλυκά γεννιέται και το φωτίζουν τα φώτα τών ποδηλάτων που στους δρόμους τρεμοπαίζουν. Απόψε η πόλη μιλάει φωναχτά για πράγματα που ψίθυροι πρέπει να πούνε, ανάμεσα σε δυο καρέκλες σε ένα απόμερο μπαρ. Ο αέρας που φυσάει μες στις στοές, απ' την αρχή με μαθαίνει να ανασαίνω...εμένα που μέσα στα στενά κρύβομαι από τούς ξένους σαν κάποιος που χρωστάει. Στο τέλος, από τη φυγή με σώζει ο ιστός που πλέκουν οι αράχνες τής ζωής μου και μέσα του με αιχμαλωτίζει, ακίνητο μ' αφήνει να κοιτάζω αυτό το φως από τα neon που όλα τα χρώματα αρρωσταίνει.