23 Οκτωβρίου, 2011

Αγάπα με τρυφερά


Λοιπόν...έλεγε η γιαγιά της στο χωριό πως, όταν βραδιάζει κι είσαι μόνος σπίτι, δεν κάνει να σφυρίζεις. Να, είναι ένας πάρα πολύ αποτελεσματικός τρόπος να καλείς το διάολο, όταν δε θέλεις να τον βρεις μπροστά σου. Όταν τον θέλεις (και ποιός τον θέλει;) είναι πολύ δύσκολο να σε επισκεφτεί. "Δεν πρέπει να το ξεχνάει κανείς αυτό", έλεγε η γιαγιά της. Τώρα άμα σου ξεφύγει κι αφηρημένη σφυρίξεις, αμέσως πάρτο πίσω, ακύρωσέ το: σφύριξε ρουφώντας τον αέρα προς τα μέσα.

Ένα βράδυ, εκεί που σιδέρωνε με το ραδιόφωνο ανοιχτό, άρχισε να σφυρίζει - το ένα μετά το άλλο- κάτι τραγουδάκια τού Έλβις που της άρεσαν πολύ. Από κει και πέρα, όσο έπαιζε το ραδιόφωνο τόσο σφύριζε αυτή. Όταν πια το συνειδητοποίησε πως είχε βραδιάσει κι αυτή σφύριζε αρειμανίως, την έπιασε τρομάρα. Λες να είχε τρυπώσει ο διάολος και να στριφογύριζε μέσα στο σπίτι;

Έψαξε κάτω από το τραπέζι, εκεί που συνήθως διαισθανόταν πως κρύβεται κάτι κακό και παραμονεύει μόλις καθίσει εκείνη για να κοιτάξει ανάμεσα στα πόδια της, να δει το χρώμα τού βρακιού της. Ύστερα έλεγξε το μπάνιο γιατί κι εκεί -όχι σπάνια- είχε νιώσει πως κάτι κακό κρύβεται που τη βλέπει να κάνει μπάνιο, τη λιγουρεύεται και αυτοϊκανοποιείται. Δε βρήκε τίποτα όμως κι αφού κοίταξε και στον καναπέ και δε βρήκε παρά εκείνο το μαξιλάρι που σαν σάτυρος τρύπωνε μέσα στα απόκρυφά της, ησύχασε κι είπε σε ένα μισάωρο να πάει πια για ύπνο.

Νυσταγμένη μπήκε στην κρεβατοκάμαρα κι είδε ολοφώτεινο και στολισμένο, δυο μέτρα άντρα καθιστό, τον Έλβις να την περιμένει. "Δαίμονά μου αγαπημένε!", είπε και βούτηξε καταπάνω του. Μια ώρα μετά, ακόμα αναρωτιόταν τι στο διάολο εννοούσε η γιαγιά της όταν έλεγε "διάολος".


Κλικ 34