Όσο για μένα...εγώ έκανα μια κατάβαση από τους ουρανούς ενώ κρατιόμουν σφιχτά από τα ηνία ενός μαύρου γλάρου. Νωπά φύλλα μέντας με ακολουθούσαν κι ήσαν παντού. Άλλα έπεφταν στα κύματα που οδηγούσαν σε ανοιχτές θάλασσες. Εκεί φτάνουν από μακριά ανθρώπινες ανάσες, λέξεις από ένα βυθό γεμάτο ζωή.
Από τη γη έφτανε ως εμένα, εκτός από τη χλεύη των ανθρώπων, μονάχα το τραγούδι τού κρασιού των γενναιόδωρων αμπελιών κι αυτό ήταν αρκετό για να κρατήσει την πτώση μου αργή, αιώνια, γεμάτη εικόνες που γέμιζαν το αίμα μου με τη δύναμη ενός νεογέννητου θεού. Κοινώνησα με το Άπειρο.
Οι θεοί γεννιούνται, πετούν, είναι απανταχού παρόντες...κι ύστερα βυθίζονται στο πέλαγος. Όλα τα βιβλία τής Πίστης ξαναγράφονται από την αρχή.