18 Απριλίου, 2011

Κίμων Καλέμις ή κάπως έτσι




"Ο καλλιτέχνης είναι κάποιος που πολύ συχνά ανήκει στις ονομαζόμενες Μεθοριακές Προσωπικότητες". Έτσι άνοιξε το λογίδριό της μια εξέχουσα κυρία σε μια συγκέντρωση, από αυτές που γίνονταν μεταπολεμικά από τους Χιώτες ιδιοκτήτες τού Δρομοκαϊτείου με σκοπό την αύξηση τών εσόδων τού Ψυχιατρείου. Ήταν πολύ πετυχημένη η παρατήρησή της ή μάλλον η επιλογή τής ατάκας. Είχε μελετήσει το αντικείμενο.

Τότε, αλλά στην ουσία και σήμερα, σαν Μεθοριακή Προσωπικότητα σε αδρές γραμμές εννοείται η προσωπικότητα που μέσα της θα βρεις στοιχεία υγειούς σκέψης αλλά και ψύχωσης (τρέλας, απλοϊκά). Η προσωπικότητα που ζει στο "όριο" μεταξύ τού πραγματικού και τού ιδιωτικού - φανταστικού κόσμου, ονομάστηκε έτσι και όπως είπα η ορολογία παρέμεινε αν και η γενική τάση είναι οι λέξεις να αντικαθίστανται από άλλες, λιγότερο "κοφτερές".

Η Μ.Π. έχει, σαν κύρια γνωρίσματα, την αστάθεια στη διάθεση που μοιάζει να ταλαντεύεται ανάμεσα στις δύο ακραίες θέσεις τού εκκρεμούς, την εύκολη μετάβαση από την λατρεία στο μίσος, την τάση προς εξάρτηση συνοδευόμενη από το φόβο τής απώλειας τού προσώπου στο οποίο προσκολλιέται καθώς και η εξάρτηση από ουσίες. Πιο χαρακτηριστική είναι η ιδιόμορφη στενοχώρια που "ανεξήγητα" κυριεύει αυτούς τους ανθρώπους. Ούτε οι ίδιοι δεν ξέρουν να εξηγήσουν γιατί η διάθεσή τους είναι μαύρη κι ούτε χρειάζεται πολύ για να αλλάξει αιφνίδια. Η spleen τού Μπωντλαίρ λ.χ. εκφράζεται όπως ακριβώς η κατάθλιψη τής Μ.Π.

Μπροστά σ' αυτή τη διάθεση θα γίνουν προσπάθειες για "αυτοσχέδιες θεραπείες":  Αλκοόλ, κατάχρηση ουσιών ή και συναισθημάτων (κι αυτά σε μεθούν). Βρίσκουμε λοιπόν πάλι τον Μπωντλαίρ που λέει εκείνο το περίφημο, επιτακτικό "Μεθάτε...με κρασί, με αγάπη. Πρέπει συνέχεια να είμαστε μεθυσμένοι". Στην Συλλογή spleen πάλι κάπου περιγράφει πώς με το όπιο ο ίδιος φρικτός κόσμος γίνεται παραδεισένιος.

Ξαναγυρνώντας στη Μ.Π. θα πούμε πως η ίδια η ζωή θα κρίνει προς τα πού θα πέσει αυτός ο ακροβάτης. Στην τρέλα ή στην απλά πληγωμένη ψυχική υγιεία; Η υπερβολική εμπλοκή με ουσίες, η ανέχεια, τα σοκ τής ζωής θα τον στείλουν προς την ψύχωση, όπου το σύστημα θα τον μετατρέψει σ' ένα νεκρό στοιχείο, ένα ακόμα ζόμπι που είναι από τη φύση του "αυτοκαταστροφικό". Ούτε ο υπόλοιπος κόσμος, εδώ που τα λέμε, συμπαθεί αυτούς τους τύπους που "δεν έχουν τίποτα...ξύλο θέλουν, όλα τα έχουν και δεν ξέρουν τι τους λείπει".

Τραβάει μακριά το κείμενο και θα ξεχάσουμε να πούμε πως οι άνθρωποι αυτοί, τις εποχές που συνωστίζονταν στα Ιδρύματα, εξέπλησσαν πολλούς με τα σημειώματά τους στα οποία μπορούσες να βρεις υπέροχους στίχους ή με τις "πρωτότυπες" ζωγραφιές τους. Στα ιδρύματα αυτοί οι άνθρωποι είχαν, νομίζω, μια πιο ανθρωπιστική προσέγγιση: συμφιλιώνονταν με το θεράποντα (ο οποίος τότε ήξερε να διακρίνει μια αλληγορία από ένα παραλήρημα, ένα συμβολισμό από μια παραίσθηση) και συνάμα έπαιρνε από αυτόν την ενθάρρυνση να συνεχίσει να "φαντάζεται". Να φτιάχνει από την αρρώστια του, όχι πάντα αριστουργήματα βέβαια, αλλά τα στηρίγματα που θα τον κρατήσουν όρθιο στο μακρύ του δρόμο, ως λίγο τρελό-λίγο ποιητή. Για να πεθάνει έτσι, ώστε όλοι εμείς οι ξερωόλες να αναρωτιόμαστε: "Μα ποιητής ήταν αυτός ή μουρλοκομείο;"
    
Μέσα σ' ένα τέτοιο περιβάλλον θυμάμαι ακόμα τ' όνομα εκείνου που με πλησίασε και μού έβαλε στο χέρι ένα σημείωμα που έγραφε:

Ο Θεός
στη μέση τής κάθε νυκτός
περί τας 3 η ώρα ακουμπά απαλά
το δάχτυλό του
στης Ακροπόλεως το βράχο,
σπρώχνει με ευγένεια τη γη
κι αυτή γυρίζει

ΚΙΜΩΝ ΚΑΛΕΜΙΣ