15 Αυγούστου, 2012

Μια Μαρία


<ΣΚΗΝΗ 1η>
Μετά από τόση επιχειρηματολογία, παραδέχομαι πως με είχες πείσει: η σχέση μας χρειάζεται κι άλλο κόσμο να βλέπουμε, παρέες, φίλους συγγενείς που θα έτρεφαν -όπως το λίπασμα- τη σχέση μας ώστε αυτή να ανθίσει ευωδιαστά λουλούδια που με τη μυρωδιά τους την ηδονική θα μας κρατούσαν για πάντα αγκαλιασμένους!

Διαλεκτικά εξήγησα πως είσαι η Θέση κι εγώ η Αντίθεση. Εγώ δε θέλω κόσμο αλλά αυτό βέβαια δεν σήμαινε πως θα μούχλιαζες μαζί μου, μέσα στις νύχτες τής κατάθλιψης (μόνο οι μύστες ξέρουν να μεθούν με αυτές). Φτάσαμε λοιπόν στο συμβιβασμό, στη Σύνθεση, ας πούμε: Μόνη σου να βγαίνεις όσο θες αλλά με έναν όρο...το δεξί σου μπράτσο θέλω εδώ, περιποιημένο, καθαρό, μυρωδάτο...να καπνίζουμε κανένα τσιγάρο και μαζί να πίνουμε ένα καλό κρασάκι.


<ΣΚΗΝΗ 2η>
Έτσι έγινε κι από το πρώτο βράδυ είχα κοντά μου το μπράτσο σου να με πασπατεύει παθιασμένα ή να καπνίζει σιωπηλά μαζί μου. Ανάμεσα στα χάδια, κάποια στιγμή σταματώ και πιστεύω πως με τα λόγια μου, έγινα σαφής:

-Σαν χέρι αιωρούμενο, έχεις δικαίωμα να κάνεις ό,τι θέλεις. Εξάλλου είμαι υπέρ τής Οργάνωσης για την Ανεξαρτησία τών Χεριών, Κεφαλών και Γεννητικών Οργάνων. ΌΜΩΣ...κοίτα εκείνη την παχιά μύγα, τη βλέπεις; Δεν τη βλέπεις, βέβαια, αλλά υφίσταται. Εμφανίζεται σε τούτο το σπίτι μόνο όταν λείπει έξω η γυναίκα μου. Ναι, πιστεύω πως είναι ένας άλλος της εαυτός, ίσως ένα κομάτι τής ψυχής της, που, όταν εκείνη λείπει, μου κάνει παρέα...κι όχι μόνο!

Κι όχι μόνο...Ανάλογα με τις κινήσεις τής μύγας φαντάζομαι τι κάνει έξω η γυναίκα μου...αν περνάει καλά, αν μου είναι πιστή, αν κινδυνεύει...Να, προχτές που έλειπε η σύζυγος, εμφανίστηκε πάλι η μυγάρα εκείνη. Τριγύριζε μέσα στο δωμάτιο, σε μέρη όπου υπήρχε σκοτάδι κι αμέσως αντιλήφθηκα πως κάπου κρύβεται, ίσως κουτσομπολεύοντας με κάποιαν. Μιαν άλλη φορά όλο έφερνε βόλτες κοντά σε φώτα, προσγειωνόταν πάνω στα μπιμπελό κι έτσι μάντεψα πως κάπου είναι και προσπαθεί να επιδειχθεί κάνοντας την έξυπνη ή την ωραία...

Δυο φορές, θυμάμαι, απέτρεψα τη μύγα από το να χωθεί ολοταχώς μέσα σε μια λάμπα όπου κι άλλα έντομα έχουν χωθεί κι απανθρακώθηκαν. Την έδιωξα μακριά από την καυτή λάμπα που θα την "τηγάνιζε". Σίγουρος ήμουν πως η γυναίκα μου, εκείνες τις στιγμές, ήταν έτοιμη να παραδοθεί σε νέες αγάπες. Ε, κάποιοι θα τής είχαν γυαλίσει, με τις συνηθισμένες κρυάδες/σοφίες τού τύπου "Ξέρεις πόσοι Αφρικανοί έχουν πάρει Νόμπελ;" ή "Ξέρεις τάχα πόσες πράξεις έχει η Τόσκα;" Αυτή η ηλίθια θα έμενε με το στόμα ανοιχτό, θα ερωτευόταν (Με τι πράγμα τώρα; τον Αφρικανό που πήρε το Νόμπελ!)

Οπότε, αγαπητό μου, αρωματισμένο μπράτσο, κατάλαβες...Αυτή τη μύγα δεν θα την πειράξεις. Κι αν πάνω σου έρθει και κάτσει -πες πως σε πέρασε για ακρωτηριασμένο μέλος- εσύ μην την χτυπήσεις. Απαλά να την διώξεις...


<ΣΚΗΝΗ 3η>
Απόψε είναι η 20η φορά που μένω "εντός", με το μπράτσο τής συζύγου μου. Απόψε το χέρι έχει όρεξη για "άλλα κόλπα"... Βρε λες να προτιμούσε, αντί να μείνει μαζί μου, να ακολουθήσει την φυσική της κάτοχο; Λες να ήθελε να πάει με τη γυναίκα μου, σε κανένα μπητς πάρτι...φωτιές στις παραλίες, "χόρτο" κοντά στη θάλασσα, τρελίτσες, ελευθεριότητες, παρτουζίτσες μέσα στο νερό. Ωχ, Παναγία μου...νιώθω τύψεις απέναντι στο χέρι τής γυναίκας μου. Μα τι να κάνει; Δεν γνωρίζει η δεξιά τι ποιεί κ.λπ.

Α! Να η μύγα μου! Από αυτήν θα καταλάβω τι κάνει η σύζυγος και τι χάνει το μπράτσο της. Όχι πάλι! Η γυναίκα μου είναι σε φάση "πέφτω στη λάμπα και καίγομαι". Τη σώζω τελικά από βέβαιο τσουρούφλισμα με μία εκτίναξη - διώχνω λοιπόν τη μύγα χρησιμοποιώντας το χέρι τής κυράς σαν προέκταση τού χεριού μου (Θυμάμαι τον βραζιλιάνο γκολκίπερ, τον Ταφαρέλ στο Μουντιάλ '94!).

Ταφαρέλ όμως δεν ήμουν και σε μια στιγμή ακούω ένα τσφφφφ και μια μυρωδιά Αζώτου γέμισε το δωμάτιο, όπως όταν παλιά καψαλίζαμε τα κοτόπουλα να φύγουνε οι τρίχες και τα πούπουλα. Η μύγα απανθρακώθηκε μέσα στο φωτιστικό, ενώ το μπράτσο τής γυναίκας μου κειτόταν στο έδαφος δίπλα μου, στρέφοντας προς εμένα μια ελαφρώς ανοιχτή παλάμη - μια μούτζα...


<ΣΚΗΝΗ 4η>
Απόψε είναι ένα βράδυ σαν όλα τα άλλα εδώ και δυο χρόνια. Εγώ και το χέρι τής (πάλαι ποτέ) συζύγου μου καθόμαστε μπρος το χαζοκούτι καπνίζοντας ένα τσιγάρο μετά το σεξ (ό,τι σεξ μπορείς να κάνεις με ένα ξένο χέρι). Εδώ δεν υπάρχει άλλος...Η μύγα κάηκε, η σύζυγος χάθηκε από εκείνο το βράδυ κι αγνοείται η τύχη της. Η βραδινή κατάθλιψη, ιδίως μετά τα μεσάνυχτα, παραμένει η ίδια ευχαρίστηση, ένα ουράνιο τόξο μετά το πέρασμα τής μέρας. Με ή χωρίς χρώματα...κι ασπρόμαυρο μια χαρά φαίνεται. Λογικό και χειραφετημένο!




Αφιερωμένο σε όλες τις Μαρίες, μέρα πού 'ναι.