03 Μαρτίου, 2014

Σαν βγάζω τα σκουπίδια




- Ο άνθρωπος έγινε σήμερα αδύναμος, δειλός... Ιδίως εγώ, φοβάμαι πια ακόμα και να βγάλω αποβραδίς έξω τα σκουπίδια. Τρεμάμενο και καμπουριασμένο θα με δεις, προσεκτικό μήπως και στα δυο μέτρα από το σπίτι μου συναντήσω αυτούς τους σκύλους...

- Κι επειδή; Σαν τι είναι ένας, άντε δυο ή τρεις παλιόσκυλοι; Κρατάς μια εφημερίδα που τη χτυπάς στο μπούτι σου κι αυτοί, νευριασμένοι από το θόρυβο, σηκώνονται και φεύγουν.

- Ναι, καλά, είδες εσύ...σου έτυχε να δεις καμμιά φορά πώς είναι αυτοί οι σκύλοι;! Έχουν διαστάσεις άλογου και ρύγχος μυτερό, δόντια διπλή σειρά από μέταλλο, φυλάνε τα πεζοδρόμια. Παραταγμένοι στέκουνε ο ένας πίσω από τον άλλον. Βγαίνεις από την πόρτα σου και συναντάς εκατοντάδες μάτια, σε μακριές σειρές...

- Μα, όμως, δε σε κοιτάζουν, αλλού είναι η προσοχή τους. Κάποτε, αραιά και πού, μπορεί να σου κλείσουνε το μάτι. Γενικώς αδιαφορούν, πιστεύω. Νομίζω κι εκείνα ντρέπονται, φοβούνται σαν κι εμάς, ίσως στεναχωρούνται κιόλας.

- Παράξενοι είναι, ας το παραδεχτείς. Προχτές, εδώ δίπλα, ο γιός κομμάτιασε τους γονείς του και τα απομεινάρια τους στρίμωξε σε δύο τεράστιους σάκκους σκουπιδιών - εξείχαν κάτι δάχτυλα...Πέσανε κάτω στάμπες αίμα.

- Το διάβασα, το έμαθα από τις εφημερίδες. Οι σκύλοι ήτανε εδώ;...τι κάνανε αυτά τα τρομερά τετράποδα, σαν είδανε τα αίματα; Κι οι κάδοι με τ' απορρίμματα;...δεν άρχισαν να κυλάνε στην κατηφόρα, όταν άθελά τους φορτωθήκανε καθείς από ένα πτώμα;

- Μα δεν κατάλαβες καλά. Αυτοί δε νοιάζονται για τα μεγάλα εγκλήματα καθόλου. Στέκονται εδώ αγέρωχοι φρουροί, σαν εύζωνοι ευθυτενείς, καραδοκούνε κέρβεροι, να ξεμυτίσει ο λαγός...ας πούμε, λ.χ. εγώ, ο ανθρωπάκος. Εγώ που, πετώντας τα σκουπίδια, κάποια μπανανόφλουδα θα μου πέσει χάμω. Τότε θα ορμήσουνε να με κατασπαράξουν.