29 Οκτωβρίου, 2020

Το μπλουζ τής Ενοχής

Κοιμάμαι...Ξυπνάω...ξανακοιμάμαι, boy Και όταν ξυπνάω ιδρώνω και βλέπω εφιάλτες Υπήρξα πάντα κακός σύζυγος, κακός μπαμπάς, boy Περιπλανιόμουνα τη νύχτα σε μπαρ και πάρτυ νεολαιών κομμάτων Ξενοκοιμόμουνα και ξόδευα το μεροκάματο στις παστρικιές Στερούσα τόσα χρόνια από τη φαμίλια μου ψωμί και γάλα, boy Τα χρήματα της κυράς μου έπαιζα στο μπαρμπούτι Στα κωλόμπαρα βόλταρα και έκανα το γόη Σκεφτόμουνα να βάλω ένα τέλος στην άθλια ζωή μου Ώσπου -αλίμονο- έμαθα πως επιπλέον, boy Έχω κολλήσει την αναθεματισμένη αυτή αρρώστια Καταστροφή! τώρα θα κολλήσω την άμοιρη κυρά μου Τα αγγελούδια μου, τα ανίψια, τα παιδιά μου Και την κακομοίρα κυρά Φρόσω, τη γιαγιά μου

21 Οκτωβρίου, 2020

Στο κελλί

Το γαργοϋλικό τέρας που τόσο καιρό διατηρούσα στην ζωή δίνοντάς του να φάει σιχαμένα αποφάγια, όταν με έβλεπε γρύλιζε τρυφερά, λες και με ευχαριστούσε. Ένα χαμόγελο σαν αυτό τών επαιτών και δυο υγρά μάτια στρέφονταν προς εμένα. Ανταπέδιδα έναν απαξιωτικό μορφασμό... Μία των ημερών πηγαίνοντας για την τροφοδοσία του, δεν βρήκα εκεί το τέρας. Παρόλο που η συνήθης δυσοσμία του δεν ήταν πια παρούσα, υπήρχε η αίσθηση πως κάτι ζούσε εκεί μέσα...θόρυβοι, ψίθυροι και ένα φως που έτρεμε. Ψάχνοντας βρήκα ένα ανθρωπάριο παχουλό και κοντό με όψη βρέφους που χαμογελούσε με δυο δοντάκια να ανατέλουν...ένα πρόσωπο σαν αυγή. Του χαμογέλασα από καρδίας και εκείνο δεν άλλαξε όψη: γελαστό ήταν, γελαστό παρέμεινε. Σκέφτηκα πως σε ένα τέτοιο αγγελούδι άξιζε ένα πολύ καλύτερο πιάτο με γευστική και υγιεινή τροφή. Γύρισα στο σπίτι και επέστρεψα με δύο πιάτα γεμάτα λειχουδιές και φρούτα διαίτης. Έφαγε αχόρταγα και κάθησε στο πάτωμα. Το κοίταξα με τρυφερότητα, χαμογέλασα πατρικά. Εκείνο γρύλισε και μου χαμογέλασε με ένα χαμόγελο σαν αυτό των επαιτών. Με κοίταξε με δυο υγρά μάτια.

09 Οκτωβρίου, 2020

Η μικρή μέρα

Μικρές ασήμαντες παρορμήσεεις. Μεγάλες σκέψεις, όνειρα. Φαντασιώσεις. Μέσα σε ένα καφέ, σε ένα κάθισμα μακριά από τα άλλα. Σε μια ώρα που κανείς δεν πατάει στα καφέ...αν και η μέρα αυτή μου δίνει την αίσθηση τής πιο μικρής μέρας. Ήδη από το πρωί πλανιόνταν στον αέρα διαρκώς λέξεις και έννοιες όπως "μικρό", "σύντομο","κοντό" καθώς και παράγωγα...μικρόβιο, κοντοπίθαρος κ.λπ. Η συντομία, το μικρό -δεν ξέρω γιατί- μου θυμίζουν φευγιό, αναχώρηση, απόδραση. Μηρύκαζα αυτές τις στρεβλές και αβάσιμες σκέψεις με μεγάλη ευχαρίστηση. Ήμουν χαρούμενος γιατί περιστρεφόμενος γύρω από παραδοξολογίες, ιδεοφυγές,"κινήσεις τού ιππότου", που λένε οι ψυχολόγοι (όσοι το γνωρίζουν) κατάφερνα να πλησιάσω το εσωτερικό τού νέου είναι μου. Έβλεπα να ξανάρχεται μέσα στις φλέβες μου καλό αίμα και να περιδινίζεται με ορμή, από το μυαλό μου ως τα πόδια μου. Πιό πολύ όμως ένιωθα ευτυχής που η αίσθηση αυτή με έλουε σε ένα καφέ μικρό, σε ένα κάθισμα μακριά από άλλα άδεια τραπέζια. Μικρά τραπέζια με πολύ λίγο φως πάνω τους πλέον, αφού η μέρα τέλειωνε πιό σύντομα. Μού είπαν πως πρέπει να πηγαίνω...Ευγενικά, δεν λέω. Πήρα τις σκέψεις μου μαζί.