19 Νοεμβρίου, 2023

Μπουρού

 

Μπουρού

 

Είναι όπως όταν κάποιος αναγκάζεται να θορυβεί, για να γίνεται αισθητή και καταγράψιμη η ήρεμη παρουσία του. Ένας προσποιητός βήχας, ένα δήθεν μελωδικό σφυριγματάκι, ένα σύρσιμο επίπλων, μοιάζει με το θόρυβο που "αποκοιμίζει" την προσοχή τού δεσμοφύλακα ούτως ώστε να μην ακούγεται το πριόνισμα τών καγκέλων...το σκάψιμο τού σαθρού τοίχου.

 

Καμιά φορά, βέβαια, οι θόρυβοι αυτοί μοιάζουν τόσο ένοχοι, ίσως πιο ένοχοι από αυτό που θέλουν να κρύψουν. Ίσως ο θόρυβος κάνει τον πόλεμο πιο τρομερό...πιθανόν ένας βουβός πόλεμος να μη φοβίζει κανέναν. Ίσως το αυτί δεν ήταν ποτέ (τουλάχιστον πρωτίστως) όργανο συνεννόησης ή μουσικής απόλαυσης.

 

Ένα αισθητήριο κινδύνου, ένας σπινθήρας που πυροδοτεί το φόβο, ένα απαραίτητο εργαλείο για να γεννηθεί η αίσθηση τού πανικού, είναι μάλλον το αυτί. Κινείται η αγέλη έτσι, το πλήθος το βάζει στα πόδια, όταν αρχίζει να "φωνάζει" η μπουρού.

10 Οκτωβρίου, 2023

Γιώργος και Αντώνης

 

Τα μοιράζονταν σχεδόν όλα ο Γιώργος κι ο Αντώνης. Όλα εκτός από ένα διαμέρισμα, ένα σερβίτσιο πιάτα και μια σειρά έπιπλα. Περνούσαν πολλές ώρες ο ένας στο διαμέρισμα του άλλου ξοδεύοντας αμέριμνοι αγκαλιές. Ο Γιώργος όταν αναφερόταν στον εαυτό του τον αποκαλούσε "Γεωργία" και ήταν πολύ περήφανος όποτε τον αποκαλούσε έτσι κι ο Αντώνης.

 

"Μπορεί να γνωρίζει κι άλλους άντρες αλλά μόνο εμένα καταχώρησε στην ατζέντα του ως θηλυκό: Γεωργία".

Ήταν η άμυνά του του αυτή όταν τον κυρίευαν οι αμφιβολίες σχετικά με τα αισθήματα τού Αντώνη. Έβλεπε τότε τα όνειρά τους να γκρεμίζονται όλα μαζί: Το δάνειο που ήθελαν να πάρουν για να ζήσουν επιτέλους κάτω από μια στέγη, η αγορά των οικοσυσκευών που δε γινόταν, η γνωριμία των συμπεθέρων που πήγαινε από αναβολή σε αναβολή...

 

Αναρωτιόταν ο Γιώργος τι να φταίει που δε θα ζούσε ποτέ με το ταίρι του. Στους μοναχικούς περιπάτους του καθόταν στα παγκάκια χαζεύοντας τα "κανονικά" ζευγάρια -πώς να τα διαχωρίσει από τη δική τους περίπτωση; Άλλη λέξη δεν έβρισκε- να περπατάνε χέρι χέρι, να σταματάνε για ν ‘αγκαλιαστούν κι ύστερα πάλι να συνεχίζουν το δρόμο τους στεφανωμένα μ' εκείνη τη λαμπερή μωβ αύρα που μόνο εκείνος μπορούσε να δει με τα μεγάλα καστανοπράσινα μάτια του. Λίγο ζήλευε και λίγο σκανδαλιζόταν, γύριζε αλλού το βλέμμα δαγκώνοντας τα χείλη του, ίσιωνε την κυρτωμένη του ράχη και συνέχιζε το άσκοπο περπάτημα με τις στάσεις μπροστά στις βιτρίνες.

 

Ο Αντώνης δούλευε στο κομμωτήριο και συνήθως δεν είχε πολύ χρόνο για να σκεφτεί την ονειρεμένη σχέση, την τακτοποίηση, τα δάνεια, το σπιτικό με μια...εντελώς αδελφή, ένα gay, με τα λόγια θα παίζουμε;

Έτσι τού είχε πει: "Δεν είμαι σίγουρος για μας, Γεωργία. Μπορεί να βρω μεθαύριο μια κανονική σχέση, μια σχέση με μια γυναίκα, δεν ξέρω αν μπορώ να μείνω σε μια σχέση σαν τη δική μας για πολύ καιρό. Γιώργο, δεν είμαι ομοφυλόφιλος εγώ...μ' εμάς έτυχε επειδή είσαι τόσο όμορφος και σαγηνευτικός, ζωγραφίζεις τόσο όμορφα, έχεις το χάρισμα, δεν μπορώ παρά να σε θαυμάζω. Αλλά...".

 

Πόσο πολλά ήταν εκείνα τα "αλλά" του Αντώνη που άφηναν τον Γιώργο ξεκρέμαστο, να περνάει τις ώρες του μ' ένα χαρτί μπροστά του προσπαθώντας να ζωγραφίσει κάτι ή να γράψει μια μικρή ιστορία από εκείνες που τόσο αγαπούσε να γράφει. Έγραφε και όμορφες ιστοριούλες ή πάλι κανένα ποιηματάκι σαν εκείνα του Sandro Penna που είχαν επιτυχία όταν τα απήγγελε στην παρέα τους κι όλοι ήξεραν ότι κάθε στίχος μιλάει για τον Αντώνη.

 

Ο Αντώνης πάλι ούτε ένα στιχάκι δεν είχε αφιερώσει ποτέ στον Γιώργο που είχε διαβάσει και ξαναδιαβάσει τα ποιήματά του και τα έβρισκε κάθε φορά "πιό υπέροχα!" από τις άλλες φορές.

Καμμιά φορά, διαβάζοντας μερικές αράδες του Αντώνη, ένιωθε τέτοια ευχαρίστηση που έπαιρνε βαθιά εισπνοή σηκώνοντας τούς τεράστιους ώμους του, έκλεινε τα μάτια κι επαναλάμβανε τους στίχους.

 

Με το πέρασμα τού χρόνου ο Γιώργος άρχισε να φτωχαίνει από ιδέες κι έβλεπε πως ο καιρός περνούσε, εκείνος δεν έγραφε πιά ούτε κανένα σκόρπιο στιχάκι για να το προσφέρει στο ταίρι του.

Συνέχιζε τις βόλτες του, συνήθως στο Θησείο, καθόταν στο τοιχάκι κοντά στο σταθμό τού ηλεκτρικού και παρατηρούσε τον υπόλοιπο κόσμο. Χαμογελούσε ασυναίσθητα όταν η ματιά του έπεφτε πάνω σε καμμιά μαθήτρια που έτρεχε γελώντας προς κάποιο νεαρό κι ύστερα οι δυο τους απομακρύνονταν μέσα στην οικεία πιά σ' αυτόν μωβ αίγλη, που άλλοτε γινόταν κόκκινη φωτιά κι άλλοτε κατάλευκο φως.

 

Καταχνιά και ερημιά γίνονταν όλα τότε. Θυμόταν, από τη Ρουμάνα μητέρα του, τη λέξη για την "καταχνιά της ψυχής": Pustiu.

"Πούστης και pustiu..." έλεγε μέσα του.

 

Ήταν σε κάποιον από αυτούς τους περιπάτους που, βήμα-βήμα, δρόμο με δρόμο, δάκρυ στο δάκρυ, μια μέρα σκόνταψε στην πραγματικότητα που του έλεγε σκληρά μα και ρομαντικά πως τα χρώματα της αγάπης, οι μωβ αύρες της, οι στίχοι της κι οι αγκαλιές της, δεν ήταν μοιρασμένες ομοιόμορφα σε όλους κι ίσως εκείνος να έμενε για πάντα ένας θεατής τους.

Ένας θεατής μονάχος σε έναν άδειο κινηματογράφο, βλέποντας ένα φιλμ όπου ό,τι πιό όμορφο υπάρχει στη ζωή παίζεται ανάμεσα σε ένα δυνατό άντρα που γελά γοητευτικά και μια νεαρά που κλαίει με το όμορφο πρόσωπο της χωμένο ανάμεσα σε δυο μαξιλάρια.



18 Σεπτεμβρίου, 2023

Παιδικό δωμάτιο

 

Θα σου έλεγα να μας ξεχάσεις

αντί να μας θυμίζεις κάθε μέρα

πόσο ανιαροί είμασταν για σένα

και πόσο παρωχημένοι

Ξέρω πως έχουμε μείνει 

προσκολλημένοι στα παλιά

αφού το δωμάτιό σου είναι γεμάτο

από παιχνίδια παιδικά

ακόμη και ξερές πιπίλες

02 Σεπτεμβρίου, 2023

Το βιβλίο

 

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

 

Επέστρεφα πέντε χρόνια μετά,  από ένα ταξίδι στη Βόρεια Αφρική. Είχα περάσει αμέτρητες φορές κάθε μέρα ανάμεσα στους πάγκους, στους χωματόδρομους κάτω  από τον ήλιο, αν και στις φλέβες μου αισθανόμουν ακόμα την παγωνιά των Πόλων. Μου είχαν λείψει τα μακρόσυρτα γράμματά σου, με τους αστερίσκους και τις διορθώσεις που έγραφες κάποτε για να με περιπαίξεις, άλλοτε να με πληγώσεις. Κάθε φορά κοίταζα με αγωνία στα στοιχεία του αποστολέα αν έχεις αλλάξει σπίτι.

Με μια μικρή βαλίτσα στο χέρι ήρθα κάτω από την πόρτα σου και χτύπησα δυνατά το κουδούνι σας, χωρίς να σκεφτώ  τη μητέρα σου που τέτοια ώρα συνήθως κοιμόταν. Κι εκείνη με ξέρει, θυμάται τις συνήθειές μου. Δεν θα με παρεξηγούσε. Στο παράθυρο φαινόταν αναμμένο το φως και δυο σκιές κινούνταν πέρα-δώθε αργά, πίσω από την κουρτίνα. Θυμήθηκα πολλά τέτοια βράδια. Κάποιος θα έπαιζε κάτι στο πιάνο, κάποιος θα απήγγειλε στίχους. Στη σκέψη αυτή, ένιωσα πιο έντονη την ανάγκη να βρεθώ ανάμεσά σας. Φώναξα το όνομά σου από κάτω, από τον δρόμο.

Επιτέλους, η μπαλκονόπορτα εκεί ψηλά άνοιξε και στο περίγραμμά σου είδα πως άλλαξες χτένισμα. Στα πέντε χρόνια απόστασης μόνο οι συνήθειες αντέχουν και δεν θα έχουν αλλάξει, σκέφτηκα. Η μουσική του ασανσέρ μ’ έκανε να χάσω τη διάθεση για τέτοιες υποθέσεις. Είχα ανάγκη λίγη  χαλαρή κουβέντα κι ένα βράδυ με εκείνες τις διηγήσεις που όλο και κάτι ξεχνάνε. Άνοιξες εσύ την πόρτα.

«Τα ταξίδια είναι πολλά, η ζωή πολύ σύντομη για να τα χωρέσει», ήταν οι μόνες λέξεις που είπα, όταν καθίσαμε στο σαλόνι, κοιτάζοντας βουβοί τη φωτιά που έκαιγε ακόμα στο τζάκι. «Αυτό μπορείς να το υποθέσεις» είπες κι ακούστηκε σαν στίχος και λίγο σαν γρίφος. Η μητέρα αποκοιμήθηκε κουρασμένη. Πάνω -πάνω, μέσα στη βαλίτσα είχα το βιβλίο που έγραψα στο ταξίδι με τη γλώσσα που αρέσει σ’ εσένα. Ημερολόγιο με πολλές κοινοτυπίες, ευτράπελα και στίχους ανακατεμένα.

Περίμενα κάτι να πούμε, ενώ τα βλέφαρά μου άρχισαν να κλείνουν λίγο από την φωτιά, λίγο από την παλιά θαλπωρή που ξαναβρήκα. Τόσο γνώριμα όλα και οικεία. Ένιωσα βαθιά κουρασμένος. Αγαπημένα όλα αυτά. Πόσο γλυκό το έχω να τα νοσταλγώ… Mήπως η νοσταλγία είναι πιο γλυκιά από όλα αυτά;

Πήγα προς την πόρτα και σε λίγα λεπτά βρέθηκα πάλι στο δρόμο. Το περίγραμμά σου εκεί στο μπαλκόνι, το έβλεπα τώρα λίγο διαφορετικό. Σκιές δεν κινούνταν πια στην κουρτίνα.

Ίσως, μια άλλη φορά, γυρίζοντας πάλι μετά από κάποιο ταξίδι, να σου φέρω ένα άλλο αγαπημένο βιβλίο. Να σημειώνεις μόνο, όταν μου γράφεις, την διεύθυνση του αποστολέα.



20 Αυγούστου, 2023

Πώς να μου γράφεις

 Να μου γράφεις τακτικά, μην με ξεχνάς

να απευθύνεσαι σε μένα θέλω με το δέον σέβας

που νιώθουν όλοι όταν μιλούν με τον νεκρό τους

και τον πείθουν πως δεν τον ξέχασε κανένας

Σαν να στέκεσαι πάνω στο λευκό μου μνήμα

κάνε γράμματα καλλιγραφίας και διόρθωνε τα λάθη

λέγε μου πολλά, πότιζε με λίγα δάκρυα το χαρτί

όπως θα πότιζες ολόγυρά μου τα άνθη

Βράδυ σαν γράψεις άσε τον πολύ το σεβασμό

και μίλα μου ερωτικά, πολύ ερωτικά

να φτάνει η ζεστασιά από τα λόγια σου

σαν λάμψη από τα αναμμένα τα κεριά 


09 Αυγούστου, 2023

Εσύ και τα κείμενά σου...

 Ο τυπάκος που με πλησίασε στο μπαρ και ζήτησε να καθίσει στο τραπέζι μου είχε μεγάλη πλάκα εμφανισιακά.  Ριγέ κουστούμι με ψιλή ρίγα  και άσπρη γραβάτα σε συνδυασμό με μακριά γενειάδα και λουστρίνι. Στην αρχή νόμισα πως πρόκειται γιά έναν από αυτούς τους απίθανους που προσπαθούν να πιάσουν κουβέντα με ερωτήσεις του τύπου "μήπως ήμασταν συμμαθητές;" ή "δεν σύχναζες στου Καρτούτσου;".  Διαπίστωσα πως ήταν πολύ πιο ενδιαφέρων  και ασυνήθιστος άνθρωπος, όταν μου απευθύνθηκε:


- Λοιπόν άλλος ένας περίεργος που πιστεύει πως είμαστε 70 τα 100  νερό, που δεν τα πάει πολύ καλά με τους άλλους, που έρχεται στο μπαρ με ένα βιβλίο στο χέρι αλλά κατά βάθος περνάει την ώρα του  χαζεύοντας τους άλλους. Έτσι;


- Όχι, όχι…εγώ έρχομαι εδώ επί τούτου, ξέρεις…πίνω καμιά μπίρα, χαλαρώνω λίγο και αυτό είναι όλο. Το βιβλίο το έχω μαζί μου μήπως μέσα εδώ μού έρθει η όρεξη γιά λίγο διάβασμα.


-Όχι πως νιώθεις λίγο πιό σπουδαίος από τους άλλους." Χαλαρώνεις...".  Όχι πως παριστάνεις στα ίδια σου τα μάτια το διανοούμενο που πηγαίνει στο μπαρ γιά να "στοχάζεται", ε;  Γιατί δεν παραδέχεσαι πως απόψε, για παράδειγμα, ήρθες εδώ για χαβαλέ ή τέλος πάντων για τους ίδιους λόγους που είναι εδώ και οι άλλοι;


- Ε...κάτσε! Κατ' αρχήν δεν με γνωρίζεις καλά για να πεις αν είμαι διαφορετικός ή ίδιος με τους άλλους. Ας βάλουμε πριν απ' όλα αυτό το γεγονός. Εσύ πάντως, από τα ρούχα κρίνοντας, δεν είσαι σαν τους υπόλοιπους...


- Είπες "τους άλλους" και το ύφος σου ξίνισε...Εννοείς τους άλλους που "δεν έχεις τίποτα να μοιράσετε αλλά ούτε και να μοιραστείτε, δυστυχώς". Αδιάφορη μου είναι η σύγκριση. Τόσο αδιάφορη που ας πούμε πως δεν υπάρχουν καθόλου "άλλοι". Ας το πάρουμε σαν να μιλάμε γιά γεωγραφία. Αυτό που ενδιαφέρει δεν είναι αν ξέρεις καλύτερη γεωγραφία από τους άλλους αλλά αν ξέρεις από γεωγραφία.  Χα! θυμήθηκα, μια κι είπαμε για γεωγραφία, πως κάποτε βρέθηκα από... γεωγραφικό λάθος στο Βερολίνο -το 1990 ήτανε  μάλλον - δεν είχε πέσει ακόμα το Τείχος. Δεν είχε πέσει, ε; Τι λέγαμε;


- Σωστά το έθεσες. Ούτε να μοιράσω ούτε να μοιραστώ δεν έχω...Έτσι το είχα πει κι εγώ. Ν' αφήσουμε τους άλλους ήσυχους και να κρίνουμε τον εαυτό μας. Δεν μου είπες όμως: όταν λές "τους άλλους",  παίρνει η μπάλα όλους τους άλλους, ακόμα και το συνάφι μου;


- Όχι.Το... συνάφι σου δεν το παίρνει η μπάλα. Μα τελικά, τι είναι γιά σένα το συνάφι; Ένα τσούρμο άνθρωποι τους οποίους ανταγωνίζεσαι ή μερικοί άνθρωποι που μπορούν να σε ανέχονται, να λένε πως είναι φίλοι σου;


- Φαντάζομαι...μερικοί άνθρωποι που μπορούν να βλέπουν τα πράγματα όπως εγώ αλλά και που μπορούν να γίνουν ακόμα αξιότεροι απ' ό,τι είναι. Άλλωστε θεωρώ πως το βασικό γνώρισμα εκείνων που με συναναστρέφονται είναι το ότι μπορούν να γίνουν αξιότεροι, το ότι δεν μένουν προσκολλημένοι στις ίδιες πεποιθήσεις μόνο και μόνο εξ αιτίας  της τεμπελιάς του μυαλού να αναθεωρήσει βασικές αρχές.


-Να γίνουν αξιότεροι... Κι ακόμα πιό πολύ...Και πιό πολύ. Αναρωτιέμαι όμως σε ποιό επίπεδο σταματούν οι απαιτήσεις σου για εξύψωση του πνεύματος. Στο επίπεδο ενός μικρού θεού, είσαι ικανοποιημένος; Ξέρεις πως "είναι πολύ μικρός ο άνθρωπος γιά να κάνει θεό έναν άλλον άνθρωπο ".  Έτσι έγραφες κάπου...


- Μια στιγμή...αυτό είναι μια φράση από τον "Μέγα Blue moon",  ένα τρυφερό κείμενό μου γραμμένο πριν δυο χρόνια. Που στο διάολο την ξέρεις αυτή την ατάκα;  Δεν μού αρέσουν αυτά τ' αστεία.


- Μάλλον χρειάζεται να σου εξηγήσω μερικά πράγματα. Πάει καιρός που έφερες στον εκδοτικό οίκο μας, τη "ΧΤΕΝΑ", ένα μάτσο χαρτιά γεμάτα λογοτεχνοειδή κείμενα. Μερικά μου άρεσαν στ' αλήθεια, άλλα τα βρήκα μέτρια κι άλλα τετριμμένα.  Ξέρεις, σαν επιμελητής του οίκου "ΧΤΕΝΑ",  ήμουν υποχρεωμένος να τα διαβάσω όλα προσεκτικά. Διαβάζοντάς τα μου δημιουργήθηκε η περιέργεια να σε γνωρίσω, φίλε μου, χωρίς να μπορώ να καταλάβω το γιατί. Ίσως γιατί τα κείμενά σου τα αντιπάθησα στην αρχή και μετά τα βρήκα άξια μιάς απολογίας. Φρόντισα να μάθω που περνάς τις ώρες σου και...να 'μαι!


- Πράγμα που δεν κάνεις με όλους όσους σας φέρνουν τα ποιήματά τους και τα...πονήματά τους κι εσείς τα πετάτε στον κάλαθο. Βρήκες ενδιαφέρον τελικά στο γράψιμό μου!


- Ω! Ω! Ω! Προς Θεού... παρά λίγο να πατήσω ένα διογκωμένο "εγώ", μου φαίνεται. Κι όμως φανταζόμουν πως αυτός που κατέκρινε την έπαρση των ποιητών και τα "Ποιήματα Αγάπης" θα ήταν λιγότερο επηρμένος. Τελικά δε σου έφταιγε η έπαρσή τους αλλά η δική σου δειλία να αποδεχτείς το χαρακτηρισμό του ποιητή ή του συγγραφέα από φόβο πως δε θα τον διατηρήσεις για πολύ. Φοβάσαι πως μόνο αυτά τα λίγα χαρτιά  "θα κρατούν αναμμένη τη φωτιά της ματαιοδοξίας σου"; Έτσι δεν έγραφες στον εεε...πες το! Στο "Ο σκηνοθέτης", σωστά;


- "Ο Ηθοποιός"...Εκεί το έγραφα αυτό. Το θυμάσαι το κείμενο, βλέπω. Δεν ήταν κι από τα καλύτερά μου, κυρ Επιμελητά. Αλλά, εδώ που τα λέμε, δεν έχει σημασία τι αρέσει σε μένα. Σημασία έχει να αρέσει στους άλλους. Α, είπαμε να αφήσουμε αυτή τη λέξη-"οι άλλοι". Έτσι λένε οι περισσότεροι. Ο κάθε αναγνώστης κρίνει μόνος του. Πάντως πρέπει να το δεχτούμε αυτό: είναι κατά βάθος θέμα ιδιοσυγκρασίας.


- Α! Έτσι πιστεύει  ο γραφιάς που έγραψε εκείνο το γεμάτο αβρότητες ποιηματάκι, την "Πορεία", κι όταν του είπαν πως πρόκειται για προσβλητικό κατασκεύασμα εκείνος απάντησε πως σημασία έχει πως αρέσει στον ίδιο κι αν προσβάλλει τους άλλους πολύ λίγο τον ενδιαφέρει;


- Γαμώ το...πάλι τα ίδια. Ξέρεις τι έγινε τότε.  Όταν γράφω σ' ένα κείμενο πως μισώ τον κόσμο ολόκληρο δε θα πει πως ξεμυτίζοντας από το σπίτι μου θα με πάρουν με τις πέτρες όσοι το διάβασαν. Ο Leopardi, κατά γενική ομολογία ο Μισάνθρωπος ποιητής, είναι από τους ποιητές που στη χώρα του διδάσκεται μεταξύ των σπουδαιοτέρων συγγραφέων. Το γράψιμο, η τέχνη γενικά δεν είναι να την παίρνεις τόσο...τόσο...


- Τόσο στα σοβαρά, ε; Χα χα χα! Τι να κάνουμε; Να λέμε: τέχνη είναι, άστηνε. Με βλακείες θα ασχολούμεθα τώρα; Χα χα χα!


- Σταμάτα να γελάς. Τόσο κατά γράμμα, ήθελα να πω. Εξ άλλου αυτό που στο γράψιμο με ενοχλούσε πιό πολύ ήταν ο καταναγκασμός, η εκβίαση γλυκερών συναισθημάτων με γλυκανάλατα και μεμψίμοιρα κείμενα. Αυτή η νοοτροπία με οδηγεί στο άλλο άκρο.


- Τώρα θα κατουρηθώ απ' τα γέλια! Βρε αγόρι μου, μην μου πεις ότι έχεις διαβάσει πολλά κείμενα πιό γλυκανάλατα και μεμψίμοιρα από το "Μικρός Μάριος" ή το "Hotel Royal" σου!  Δε λέω πως δε μου άρεσαν αλλά και γλυκερά και μεμψίμοιρα ήταν. Πόσος καιρός πάει από την τελευταία ανάγνωση που τους έκανες;


- Είχαν όμως μια αγριάδα, είχαν ειρωνία, σαρκασμό . Κατέληγαν και σε πολύ βίαιους θανάτους, αν θυμάσαι καλά!


-Κι έτσι ανάγκαζες, με "σκληρά" κείμενα, τον αναγνώστη να δακρύσει. Ποιά η διαφορά; Η Sottovoce π.χ. ήταν ένα κλασικό παράδειγμα μελό κειμένου και το ξέρεις πολύ καλά. Σίγουρα είσαι έτοιμος τώρα να μου απαριθμήσεις "σκληρά" κείμενά σου για να... ισοφαρίσουμε. Σίγουρα θα βρεις μερικά να μου αναφέρεις. Πολλά γραπτά σου, ξέρεις, μου έδιναν την εντύπωση πως ήταν επίτηδες γραμμένα με τέτοιο τρόπο που σχεδόν κανείς να μην καταλαβαίνει προς τα που θες να τον σπρώξεις. Τουλάχιστον, εσύ ο ίδιος, γράφοντας κάποιο κείμενο έτυχε να σου ξεφύγει ένα δάκρυ ή να χωθείς πολύ βαθιά στο κλίμα του;


- Κάνεις λάθος αν νομίζεις ότι στόχευα μόνο  στο θυμικό των άλλων. Γράφοντας τον  bluemoon, δεν ξέρω γιατί, πραγματικά ένιωθα μια βαθιά θλίψη. Όπως και στο "οι ξεχωριστοί άνθρωποι" το σπιντάρισμά μου κρατούσε όλες τις ώρες του γραψίματος αλλά και της κάθε ανάγνωσης.


- Χειραγωγεί κανείς  τον αναγνώστη του, επιμένω, ακόμα κι όταν προσπαθεί να τον σοκάρει, να τον απωθήσει. Το έκανες αυτό και στα "Παράδοξα του κ.Α" αλλά και στο "Τούνελ". Spooky κείμενα, χαμένα από χέρι. Ξέρεις καλά πως η πραγματικότητα  είναι   πολύ πλούσια σε φρίκη, τόσο ώστε να σε ξεπεράσει.


- Χειραγωγώ κάποιον ακόμη κι όταν κρίνω τη στάση του  απέναντι σε παράλογες καταστάσεις; Όταν ωθείς -έστω- κάποιον να πάρει θέση σ' έναν πόλεμο που τον αφορά αλλά εκείνος από δειλία αρνείται να συμμετάσχει...νομίζω δεν τον χειραγωγείς. Τον θέτεις προ των ηθικών υποχρεώσεών του.


- Των ηθικών υποχρεώσεών του; Περίεργη ορολογία γιά ένα μηδενιστή ή ένα κυνικό. Ακόμη πιό περίεργη γιά έναν αγνωστικιστή, ένα στωικό. Το να περνάει μηνύματα του τύπου "πρέπει να γίνεται αυτό κι όχι εκείνο",  ένας αυτοαποκαλούμενος αντι-ηθικός, ένας "εν οίδα, ότι ουδέν οίδα", κάπου δεν κολλάει. Δεν βγαίνει νόημα. Τι λες;


- Αν λέγαμε ότι ο άνθρωπος είναι πολύ μπερδεμένος και πολυδιάστατος, βίαιος κι όμως αδρανής, με ηθικούς κανόνες που όμως πολλές φορές δεν έχουν συνοχή ή έρχονται σε αντίθεση μεταξύ τους; Να, π.χ. εμείς, εσύ κι εγώ, καθόμαστε εδώ ακίνητοι. Από μια άλλη άποψη όμως περιστρεφόμαστε όπως οτιδήποτε πάνω στη γη. Ποιά θέση θα υιοθετούσα; Του ακίνητου ή του περιστρεφόμενου;


- Αμπελοφιλοσοφίες...Τελικά η γνωριμία μας δε μου πρόσθεσε κανένα νέο στοιχείο γύρω από το άτομό σου. Κάπου εδώ, αγαπητέ μου, πρέπει να σε αφήσω γι απόψε. Αν θέλεις σκέψου αυτά που είπα. Δεν έχουν να κάνουν με το αν εγκρίθηκαν τα γραφτά σου. Είπαμε: ήταν μια προσωπική περιέργεια που μου δημιουργήθηκε διαβάζοντάς σε.  Έχει ξανασυμβεί πάντως, για να μη σου μείνει η απορία...Ξέρεις πάντως τι με παραξένεψε; Το ότι δε σου 'κανε καμία εντύπωση όταν σου είπα πως "βρέθηκα κατά λάθος στο Βερολίνο το έτος 1990, πριν πέσει το Τείχος"...Το Τείχος είχε πέσει, παιδί μου!


- Το ήξερα καλά πως είχε πέσει. Απλώς ντράπηκα να σε διορθώσω, φίλε. Εις το επανιδείν.


- Αν το έβλεπες γραμμένο σε κάποιο κείμενο, σίγουρα θα είχες σπεύσει να κάνεις ρόμπα το συγγραφέα. Θα σου άρεσε το επάγγελμά μου, πιστεύω...Άντε, καληνύχτα.



Ο μυστήριος τύπος είχε ήδη φτάσει στην πόρτα. Την άνοιξε κι ο κρύος αέρας που μπήκε έριξε την απόδειξη του λογαριασμού στο πάτωμα. Τι γαιδουριά! Δεν τον είχα κεράσει τίποτα. Μου διέφυγε εντελώς με τη συζήτηση που είχαμε, καθώς παρακολουθούσα αδιάκοπα τα σχήματα που έπαιρναν οι ψιλές ρίγες τού κουστουμιού του ενώ εκείνος κινούσε χέρια και πόδια επιχειρηματολογώντας.



Καλό κι αυτό πάλι ...πού με βρήκε αυτός απόψε; Εκδοτικός οίκος "ΧΤΕΝΑ"...Δε θυμάμαι να πήγα ποτέ κείμενά μου σε καμιά "ΧΤΕΝΑ". Γενικά δεν θυμάμαι να πήγα κείμενά μου ποτέ πουθενά.                                                                                                                                                                                

24 Ιουλίου, 2023

Η Καισαρίνα

 Η γυναίκα τού Καίσαρος πρέπει να είναι τιμία και να φαίνεται τιμία αλλά να μην το διατυμπανίζει.

20 Ιουλίου, 2023

Απώλειες πολέμου

 Ήταν τόσοι πολλοί οι πεσόντες σε εκείνες τις μάχες

τόσο μεγάλη η ένδεια και η έλλειψη τροφής μα και νερού 

Σε τι θα βόηθαγε λίγη παραπάνω ανδρεία;

Ο εχθρός δεν ήταν πιο δυνατός από εμάς μα ήξερε να μισεί στ' αλήθεια

Είχε στο πρόσωπό του άγρια έκφραση, απόκοσμη

τόσο φοβερή που τη ζηλέψαμε κι εμείς

γήτεψε τις γυναίκες μας 

και όταν έφυγε ο εχθρός εκείνες τον ακολουθήσαν

Απομείναμε εμείς να καίμε μία- μία τις σορούς.

Χρόνια πολλά

Χρόνια σου πολλά Ηλία! 

10 Ιουλίου, 2023

Δεν αναβάλλονται οι τελετές



Δείτε τον άνθρωπο

τον ήρωα τής ιστορίας μας

τής καθημερινής

Αν διαφωνούν κάποιοι με θάρρος τούς λέω:

Μα και σήμερα "Κάποιος δεν έπρεπε να τρελαθεί;"


Και αυτός που ήταν

συνεπής σε αυτά που τού είπαν

έπαιρνε σοβαρά ό,τι λεγόταν

έστεκε πάντα μακριά από αυτό που του απαγορευόταν


[Πιάνο παίζει μέσα στο κρανίο του, λίγο δεξιά

έπειτα λίγο αριστερά κι είναι προφανές πόσο πονά όταν μετακινείται ένα πιάνο μέσα στα κόκαλά σου]



Μέσα στο πιάτο από πορσελάνη

είναι μια κάψουλα γυαλιστερή

κατά μήκος της, μια κόκκινη γραμμή

Περίεργο και Αστείο!

Στο τραπέζι πολύ κομφετί . Τι συμπόσιο οργιώδες θα είναι αυτό!


Πού είναι οι καλεσμένοι;

Οι φίλοι;

Αργούν!

Ωχ! Θα μάθαν πως δεν έχω πιά τόσα πολλά

Δεν πάνε τόσο καλά, είναι αλήθεια, τα οικονομικά.


[Μελαγχολικά τσιρίζει ένα βιολί μες το κρανίο του

πότε δεξιά, πότε αριστερά, τα τύμπανά του πάνε να σπάσουν]


Οι αρχοντάνθρωποι δεν το βάζουνε κάτω

σηκώνονται όρθιοι κι όταν οι άλλοι αργοπορούν

εκείνοι ουρλιάζουν:

Πάμε...Έναρξη τής τελετής!

Χορεύουν μια κουρτίνα κρατώντας απαλά

με ένα καντηλέρι αγκαλιά

με ένα βιβλίο στα χέρια παίρνουν στροφές

Αργότερα, κατάκοποι, θα κοιμηθούν...

Εσείς οι απόντες θα αναμένετε άλλες γιορτές

28 Ιουνίου, 2023

Οι 3 κανόνες του παιχνιδιού


 Κανόνας υπ' αρθμ. 1 τού παιχνιδιού είναι να πεισθείς πως υπάρχει όντως "το παιχνίδι" - το "παιχνίδι" κι όχι οποιοδήποτε παιχνίδι. Κανόνας υπ' αριθμ. 2 είναι να πεισθείς πως το "παιχνίδι" έχει "κανόνες" - τους "κανόνες" κι όχι οποιουσδήποτε κανόνες. Κανόνας υπ' αριθμ. 3 είναι να σου μείνει μια συγκεκριμένη δόση αμφιβολίας για τα 1 και 2 - μια συγκεκριμένη δόση αμφιβολίας κι όχι οποιαδήποτε δόση αμφιβολίας.


23 Μαΐου, 2023

Νιοστή συνεδρία

 

ΝΙΟΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑ

 

Εδώ; Να καθίσω εδώ, στο συνηθισμένο κάθισμα της ιδιόμορφης επαναλαμβανόμενης ανακρίσεως που τερματίστηκε απότομα πριν ένα χρόνο, όταν αποφάσισα πως κάτι έκανε άχρηστη την μεταξύ μας σχέση; 

 Σας βλέπω να γνέφετε καταφατικά, λέτε και είναι εύκολο πράγμα! Ξανάρχεται εκείνη η αίσθηση του επικείμενου ορυμαγδού των ερωτήσεων που "μόνο τους προορισμό είχαν εμένα". Και ήταν πολλές οι ερωτήσεις. Πώς τα πάω με τη μαμά και το μπαμπά, αν τους βλέπω και τους δυο, πώς πάει η δουλειά, αν κοιμάμαι καλά.

 

Τελικά όμως θα καθίσω, ο κύβος ερρίφθη.

 

Χωρίς καλά-καλά να κοιτάξω αν το γνώριμο κάθισμα είναι πίσω μου, λυγίζω τα γόνατά μου και κάθομαι απέναντί σας. Έχω την αίσθηση πως η συνάντηση αυτή που ακόμα δεν άρχισε, ήδη βαίνει προς το τέλος της. Σαν να λέμε, την έκανε την ένεση ο οδοντογιατρός, από δω και πέρα δεν θα νιώθω τίποτα και τα 45-50 λεπτά θα περάσουν αβασάνιστα. Ως δια μαγείας θα είμαι καλύτερα μετά, για το υπόλοιπο της ημέρας ή απλώς για όσο σου παίρνει να φτάσεις με το ασανσέρ από τον τέταρτο όροφο ως το ισόγειο και να βρεθείς στον έξω κόσμο. Όπως σας αρέσει να λέτε αυτοσαρκαστικά, στον πραγματικό κόσμο.

Πολλοί οι αυτοσαρκασμοί και λειτουργούσαν σαν ύψιστη μορφή μετριοφροσύνης. Αντιθέτως δεν γινόταν ποτέ λόγος για τις αρετές σας, όπως την ικανότητα της αδιάκοπης προσοχής και του τέλειου timing.

Μα για πείτε μου εν προκειμένω, στ' αλήθεια, πώς καταφέρνετε να έχετε τον έλεγχο του χρόνου χωρίς να κοιτάζετε ούτε να κρυφοκοιτάζετε κανένα ρολόι; Σκέφτηκα κάποτε πως οι ατάκες σας ήταν από πριν υπολογισμένες πόσο χρόνο θα κρατήσουν, όπως είχα επίσης σκεφτεί ότι οι διακοπές που κάνατε στη διήγησή μου γίνονταν σε προκαθορισμένα χρονικά διαστήματα ώστε να εκτροχιάζετε τον ειρμό μου. Απέρριπτα τις σκέψεις μου τότε ως υπερβολικές αλλά αυτή την στιγμή μου φαίνεται πολύ φυσικό το ότι μου έρχονταν.

 

Υπήρχαν φορές, όχι λίγες που ήθελα να σας αντιστρέψω πολλές από τις ερωτήσεις σας. Όχι για να σας φέρω σε δύσκολη θέση αλλά να σας υπενθυμίσω πως κι εσείς είστε ένας θνητός, δεν κάνετε μόνο εσείς ερωτήσεις. Άλλοτε πάλι θα σας ρωτούσα διάφορα επειδή νοιαζόμουν για εσάς. Και τώρα νοιάζομαι, μόνο που δεν ξέρω με ποιο τρόπο και υπό ποια έννοια. Είδα εκείνη την ημέρα ότι το πουκάμισό σας είχε ένα σημαντικό λεκέ στο μανίκι σας. Σκέφτηκα πως ίσως σας έφερνα σε δύσκολη θέση αν σας το επεσήμανα. Σκέφτηκα επίσης πως με δοκιμάζετε. Θέλατε μήπως να δείτε αν σας νοιάζομαι ώστε να  φροντίσω να αλλάξετε ρούχο.

 

Σίγουρα έχετε ακούσει για εκείνους τους άτυχους καρκινοπαθείς για τους οποίους διηγούνται οι άλλοι πως " Τον άνοιξαν οι χειρουργοί αλλά ήταν γεμάτος μεταστάσεις και αμέσως τον ξανάκλεισαν". Πολλές συζητήσεις μας ήταν έτσι. Τις ανοίγαμε μα κάτι χαοτικό κι ανεπανόρθωτο παρουσιαζόταν και η απόφαση ήταν κοινή. Τίποτε δεν επρόκειτο να βγει. Ας μην ταλαιπωρούμε αδίκως τον ασθενή. Σωστή απόφαση. Όμως ο ασθενής ήμουν εγώ.

 Η προσοχή σας βέβαια , τόσο καθησυχαστική, δεν το αρνούμαι, ήταν πάντοτε τόσο αδιάκοπα εστιασμένη στον άνθρωπο που είχατε μπροστά σας, ώστε ακόμη και την δόνηση του κινητού του τηλεφώνου αντιλαμβανόσασταν κι ας ήταν μέσα στην τσάντα του. Πόσο αλαζονική αυτή η επίδειξη εγρήγορσης που κάνατε ευκαιρίας δοθείσης.

Πατρική παρεμβατικότητα, άραγε; Κάτι το γεροντίστικο. Ναι, αυτό! Μετά βίας τολμά κάποιος να σας μιλά στον ενικό. Εγώ, βλέπεις, πάλεψα πολύ για να το καταφέρω κι αυτό ύστερα από δική σου αφόρητη σχεδόν επιμονή. Και ακόμα ορισμένες φορές, δίχως να αντιληφθώ, τα σεις και τα σας μου ξεφεύγουν.

Κάτι περίεργο, σε μένα τουλάχιστον έκανε εντύπωση, είναι ότι τα μάτια σου ανοιγοκλείνουν πολύ λίγες φορές, πολύ αραιά. Ίσως λιγότερες από 4 ή 5 φορές το λεπτό. Ασκαρδαμυκτί που λέμε. Τι αφοσίωση στα ενίοτε αδιάφορα ή στερεότυπα που σας εκθέτει ο συνομιλητής σας! Άβολα νιώθει κανείς κάποιες φορές. Θα έδινε τα πάντα να στρέφατε το βλέμμα σας αλλού. Σκέφτηκα πως δεν έψαχνες να μάθεις τις μύχιες σκέψεις μου. Έμοιαζε να θέλεις να κλέψεις την ψυχή μου!

 Ένα ποντίκι. Ένα ποντίκι μέσα στο δωμάτιο ένιωθα κάποιες στιγμές που η σοφία σας είχε εκραγεί μέσα στον χώρο και με είχε σώσει από τις αμφιβολίες μου και τις ανασφάλειές μου. Μα δυστυχώς ήταν τόσο λίγες αυτές οι στιγμές! Καμιά φορά δεν ήξερα αν ήταν προτιμότερη η αγωνία ή η λύτρωση στην κατάστασή μου.

 Δεν θέλω βέβαια να υποβαθμίσω την προσφορά της επιστήμης σας. Είναι μικρή δεν το αρνούμαι αλλά είναι ίσως το ανθρώπινο κομμάτι της αυτό που περιέχει την αίσθηση εκείνη που νιώθεις, πώς δηλαδή έχεις σύμμαχο και σύντροφό σου έναν σημαντικό άνθρωπο, έναν bodyguard τον οποίο μοιράζεσαι με άλλους σαν εσένα. Ανά πάσα στιγμή όμως θα είναι μαζί σου και όχι με τον άλλον.  Μια ψευδαίσθηση ναι μεν αλλά πολύ αποτελεσματική. It works, που λένε.

Τα συνειδητοποιεί κανείς αυτά αλλά τότε η ψευδαίσθηση δεν του χρειάζεται πια. Όταν όμως κάποιος βρεθεί πάλι στην ανάγκη σας, όπως εγώ σήμερα, είναι έτοιμος να ζήσει πάλι από την αρχή την αίσθηση ότι έπεσε σε καλά χέρια, ότι ευτυχώς εσείς δεν είστε «σαν τους άλλους»

Κι έτσι καθένας είναι έτοιμος με τρεμάμενα πόδια να σας κοιτάξει σχεδόν ικετευτικά και να ρωτήσει όπως τώρα εγώ:

Εδώ; Να καθίσω πάλι εδώ;

20 Απριλίου, 2023

Τα τελεφερίκ του Μοντζουίκ

 Παρακολουθούσε επί ένα ολόκληρο απόγευμα την αργή κίνηση των τελεφερίκ πάνω από το κεφάλι τού αγάλματος του Χριστόφορου Κολόμβου, ώσπου φύτρωσε μέσα του η σκέψη να ανέβει σε ένα τέτοιο όχημα. 

Παρά την υψοφοβία και την κλειστοφοβία του ήταν βέβαιος πως εκεί, πιο κοντά στον Θεό, σαν σε εξομολόγηση θα έβγαζε από μέσα του τις κακίες του και τις μικροπρέπειες. Στο κουβούκλιο εκείνο εφόσον κατάφερνε να μείνει μόνος, χωρίς συνεπιβάτες, ήξερε τι επρόκειτο να πει.

Κάποτε ήρθε η στιγμή κι έμεινε μόνος. Στα πόμενα 5 λεπτά θα έβρισκε τον χρόνο της καθάρσεως. Άρχισε να μιλά σιγανά, φοβισμένα κι απολογητικά:

"Συγγνώμη που δεν Σε πίστεψα, συγγνώμη που στα έργα Σου έψαξα για χρόνια να βρω πειστήρια απάτης σαν τον άντρα που ψάχνει τα συρτάρια της γυναίκας του μήπως και αποδειχτεί πως όλα ήσαν απάτη, βρίσκοντας μια διεύθυνση, ένα χαρισμένο άρωμα, κάτι ερωτικό άσχετο με εμένα."

Το κουβούκλιο περνούσε πάνω από το άγαλμα του Κολόμβου μα εκείνο θύμιζε τώρα πιο πολύ τον Ιησού Χριστό, προκαλώντας του ένα δέος περίσσιο, όντας τόσο κοντά του.

Όταν το κουβούκλιο απομακρύνθηκε από το άγαλμα συνεχίζοντας την πορεία του, εκείνος έμεινε πάνω στο κάθισμά του αποσβολωμένος, τρομαγμένος. Οι επόμενοι επιβάτες έμπαιναν βιαστικά και κάπως άτσαλα. Όταν η διαδρομή του τελεφερίκ τέλειωσε, εκείνος δεν ήθελε να βγει. Χρειάστηκε να βγει δια της βίας, προς το απόγευμα όταν έληγε η τουριστική ατραξιόν.



27 Μαρτίου, 2023

Μισό εναντίον Μισού

 


 Ζω στα φτηνά, σαν να λέμε ζω στον πάγκο πωλούμενος μισοτιμής. Δίπλα μου άλλοι κάνουν εκπτώσεις, προσφορές και δόσεις άτοκες. Φτήνια ...φτήνια για να φάνε όλοι. Εεε, γκρινιάρηδες! Διαμαρτύρεστε αμέσως: "πέφτει η ποιότητα, πέφτει η ποιότητα!" Μια ζωή γκρίνια, γκρίνια σαν τής λαϊκής:

 

-Εγώ, τούτο, το είδα πιο φτηνό ακόμα, εκεί, λίγα μέτρα παραπέρα. Μισά από όσα ζητάς εσύ!

-Ε άντε πάρτο από κεί...την ποιότητα τού εμπορεύματος την πρόσεξες; Ήταν σαν τού δικού μου;

-Στην ποιότητα, στην ποιότητα κολλήσαμε ενώ δεν έχουμε να φάμε;

-Θέλω την ίδια ποιότητα να πάρεις...Μισοτιμής, μισοτιμής...μειώσαμε την ποσότητα. Ας σεβαστούμε την ποιότητα!

-Έλα...έλααα έβγαλε η ποιότης κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο. Ποιότης η πατάτα, ποιότης η τομάτα!;

-Έλα και η Τζοκόντα τού Ντα Βίντσι στη μισή τιμή ... και στη μισή δεξιοτεχνία. Μισοτιμής ο καλλιτέχνης και πάλι πολύς είναι!

-Εδώ κι ο ποιητής! Στα μισά λεφτά παίρνεις το ποίημα όλο.

-Η Αφροδίτη τής Μήλου με άαανευ το κεφάλιιι!

 

Ζω στα φτηνά, μισοτιμής και γύρω μου μισοτιμής μαλώνουν. Μισοτιμής παλεύουν, σε τιμή ευκαιρίας μονιάζουν... Πιο πέρα πίνουνε κρασί, μισό ποτήρι είναι νερό, το άλλο μισό μηλίτης. Νέες ιδέες ευωδιάσαν τον αέρα... παγκοσμιοποίηση! κι έτσι γίναμε μισό από το ένα, μισό από το άλλο. Στο όλο πακέτο κι ο καυγάς ... Ο καυγάς αυτός μάς αναζωογονεί, σαν να παίζαμε τάβλι.

 

Το ένα χέρι χτυπάει το άλλο ...τα δυο μαζί βαράνε το κεφάλι. Εννοείται πως δεν γνωρίζει η δεξιά τι κάνει η πλευρά η άλλη. Πάντα από δυο μισά ήμασταν φτιαγμένοι...Απλώς τώρα ήρθε η ώρα τα δυο μισά να χωρίσουν τα τσανάκια.

13 Μαρτίου, 2023

Ρεστοράν



Ο καιρός για εκείνους περνούσε από Σάββατο σε Σάββατο στα μεσημεριανά γεύματα σε

εκείνο το ρεστοράν με την καλή ελληνική κουζίνα. Με τα γεμιστά και τις τηγανητές

μελιτζάνες.


Λίγο κόκκινο κρασί υπήρχε πάντοτε στο τραπέζι τους. Και από νευρικούς θαμώνες πήγαινε

καλά το εστιατόριο. Ζευγάρια μαλωμένα που φιλιώνανε κι αγαπημένα αντρόγυνα που κάτι

από τα παλιά θυμόντουσαν και θυμώνανε. Μα όλοι στα κρεβάτια τους καταλήγανε όταν

έφευγαν από εκεί. Άλλοι νωχελικά, άλλοι ηδονικά.


Από καιρού εις καιρόν κάποιοι έκαναν τις νοσταλγικές τους αναδρομές σε παλιότερα

Σάββατα. Κοίταζαν τότε τους παλιωμενους τιμοκαταλόγους και σφιγγόταν η καρδούλα

τους γιατί τίποτα δεν μπορούσε να κάνει για να αγαπήσει λίγο πιο πολύ, λίγο όπως παλιά.


Κρατούσε δέκα ανεπαίσθητα λεπτά αυτό το στερητικό σύνδρομο. Ύστερα ο εκάστοτε

ανανήψας έστρεφε αλλού την ανησυχία του: Ένα λεπτό…αυτά θα σκεφτόμαστε ακόμα και

τώρα, τόσο κοντά στο τέλος μας; 

27 Φεβρουαρίου, 2023

Ισχύς

Από τη μοίρα του ισχυρού είναι προτιμότερη η μοίρα του φίλου του ισχυρού 

30 Ιανουαρίου, 2023

Αγιασμός

Το πλαστικό εκείνο μπουκαλάκι με τον αγιασμό το βρήκε ξεχασμένο στην άκρη του τραπεζιού του, κοντά σε μια φρουτιέρα που περιείχε άλλα παρόμοια μπουκαλακια. Άλλα άδεια, άλλα μισοάδεια.

Έχωσε τα δάχτυλά του μέσα στα σκονισμένα πλαστικά κουνώντας το κεφάλι του. Τι σκεφτόταν; Ότι όλα αυτά είναι χωρίς νόημα ή μήπως πως είναι βεβήλωση να αφήνεις τον αγιασμό πεταμένο εκεί; Θα έπρεπε να είχε πιεί το υπόλοιπο, αυτό που απέμεινε από το ράντισμα των δωματίων του σπιτιού; Αυτό που μένει δεν το πετάς ποτέ. Το πίνεις! Μάλιστα όταν ραντίζεις το σπίτι, στέλνεις το αγιασμένο νερό στις γωνίες, εκεί όπου δεν πάει ανθρώπου πόδι να πατήσει.

Ο κ. Κώστας είχε απομείνει μόνος του στο σπίτι, εδώ και μια βδομάδα, αφού η κόρη του είχε αποφασίσει να φύγει από το σπίτι για τους δικούς της λόγους. Είχε  βρει μια συμφέρουσα δουλειά στην Τρίπολη και εν πάσει περιπτώσει είχε τους λόγους της. Τώρα είχαν πια περάσει εφτά μέρες μοναξιάς και ένιωθε πως ο αποχωρισμός τους δεν είχε γίνει με καλό τρόπο.

Θυμωμένη είχε φύγει η κόρη του ή ήταν λύπη στα μάτια της; Μίσος προς εκείνον, μα γιατί; Τι είχε μπει στο σπίτι και το ερήμωσε; Κοιτούσε με λύπη τον αγιασμό ελπίζοντας να τον βοηθήσει. Μήπως όμως ήταν πολύ αυτό; Πίστευε πάντα πως τα θεία δεν σου πηγαίνουν ενάντια αν τα σέβεσαι αλλά έως εκεί. Δεν πρόκειται ποτέ όμως να σε ξελασπώσουν ας πούμε από μια περιπέτεια με την υγεία σου ή μια χρεωκοπία.

Ίσως ο αποχωρισμός να του άφησε μια πικρή γεύση εξ αιτίας του τρόπου με τον οποίο έγινε πριν μια βδομάδα ή ένα μήνα. Τώρα του φαίνεται δύσκολο να γίνει ακριβής. Θυμάται μόνο πως εκείνη τη μέρα εισέπραξε την αίσθηση ότι έχει απομακρυνθεί πάρα μα πάρα πολύ από τα νιάτα του, δηλαδή την εποχή που ακόμη δεν ήταν ένας γερομουνούχος. Τότε ήταν ένας άντρας. Δεν ήταν τότε όπως την στιγμή του αποχωρισμού. Ούτε κατά διάνοια.

Όταν η κόρη χαιρετώντας τον, έσκυψε να τον φιλήσει στο μέτωπο, όπως συνηθίζεται να κάνουμε στα γεροντάκια (α, ναι!...και στους πεθαμένους), η ματιά του έπεσε μέσα στο χαλαρό της ντεκολτέ κι αντίκρυσε το πλούσιό της στήθος. Όχι της κόρης του βέβαια το στήθος μα ένα στήθος από παλιά, που ζούσε ακόμη στο μυαλό του, ποιος ξέρει ποιανής θυμήθηκε το στήθος. Αλλά πάλι ποιος άλλος τον φιλούσε εκείνη την στιγμή αν όχι εκείνο το κάποτε κοριτσάκι που το ζούλαγε στην αγκαλιά του;

Ένιωσε πρώτα στενοχωρημένος κι έπειτα απαίσιος. Και αμαρτωλός μετά. Ύστερα σηκώθηκε και πήγε να σταθεί δίπλα στο τραπέζι με τα μπουκαλάκια. Πλησίασε ένα από αυτά στο στόμα του και ήπιε το περιεχόμενο. Με ανακούφιση ένιωσε να καίγονται τα σωθικά του.




05 Ιανουαρίου, 2023

Χαρακτήρας

Στεναχωριέμαι, μα μην στεναχωριέσαι  πιά γι' αυτό

με κάνεις και λυπάμαι που έτσι είμαι φτιαγμένος

λες και από μια απώλεια έχω να διηγηθώ

κάθε φορά που το στόμα μου θα ανοίξω

Ούτε να ψάξεις για να βρεις ποιος είναι ο πόνος

λεφτά έχω για να φάω και εγώ και άλλοι

από γυναίκες υπάρχουν πολλές επιλογές

να γράφω ποίηση και πεζά μου μένει χρόνος

Στεναχωριέμαι, μα μην στεναχωριέσαι πιά για μένα

σαν συνήθεια παλιά κατοικεί μέσα μου το κλάμα

ίσως γιατί στα χιόνια έχω γεννηθεί

κι ακόμα θυμάμαι μέρες παγωμένες

Πέρασε πολύς καιρός Ωσπου να νιώσω απάνω μου 

τη ζέστη του ήλιου το πρωί

τον καυτό αέρα του μεσημεριού και

το νερό της θάλασσας που με πήρε στην αγκαλιά του