30 Σεπτεμβρίου, 2013

Κρακ




Κάποιον άλλον, όμοιον με μένα στις πιό πολλές παράμετρους, θα τον άφηνα (ακόμα και μισοζώντανο) σ' ένα ΧΥΤΑ να σαπίσει αλλά η σορός που είδα να κείται πάνω στο πεζοδρόμιο, με εντυπωσίασε επειδή εξέπεμπε κάτι το ευτελισμένο - τι ζωή άραγε είχε ζήσει; 

Παρ' όλα ταύτα έπρεπε να τον βοηθήσω να επανέλθει. Φαίνεται πως είχε οστά σαθρά, καθώς άκουγα να σπάνε ένα ένα τα πλευρά του (κρακ κρακ κρακ), κάτω από το βάρος τών χεριών μου, ενώ προσπαθούσα μήπως και καταφέρω να επανεκκινήσω την καρδιά του. Καρδιά βαριά, απρόθυμη, θα την έλεγα "καρδιά με τουπέ"- τι ζωή άραγε είχε ζήσει κι είχε τόσο βαρεθεί;

Την προσοχή μου τράβηξαν κείνες οι πλαστικές τσάντες δίπλα του. Μερικά λεμόνια, κάτι ντομάτες και... λίγα μέτρα πιο πέρα είχαν κυλίσει δυο αυγά. Πεθύμησα μια ομελέτα εκείνη τη στιγμή χωρίς να χαλαρώσω τους μύες τών χεριών μου, ούτε κατά ένα χιλιοστό. Μα κι εγώ -τι στο διάολο!- τι ζωή (μέχρι εκείνη τη στιγμή) είχα ζήσει;

Έμεινα λίγο σ' εκείνη την κολοκυθιά (τι ζωή είχε ζήσει...τι ζωή ζω...) και εν τω μεταξύ κρακ κρακ κρακ σκεφτόμουνα...Άσχετη η στιγμή αυτή από όλα αυτά που είχα σκεφτεί. Συνέβη, συμβαίνει, θα συμβεί. Δεν ακουγόταν μετά πια κρακ κρακ κρακ, σταμάτησα και σηκώθηκα όρθιος. Η επιθυμία για ομελέτα μού είχε περάσει. 

Ο κόσμος είχε μαζευτεί, αποχωρούσα διακριτικά, προσέχοντας να μην πατήσω και σπάσω τα αυγά. Κανείς πια δεν ήθελε ομελέτα εκεί γύρω...κι εγώ, αυτό που λιγότερο ήθελα να ακούσω ήταν ακόμα ένα κρακ.

23 Σεπτεμβρίου, 2013

Σιχαμένα φλόκια



Σε κάθε μέρος που επισκέπτομαι, βρίσκω μια παραλία, μια θάλασσα χακί, μιά λίμνη, όπου οι άντρες ξεπλένουν τις ζωές τους. Ανάλογα την ηλικία, ανάλογα τα βάσανα και τις ενοχές τους, άλλος βρέχει τα πόδια του στο νερό, άλλος πίνει τη θάλασσα ...
Άλλος καθρεφτίζεται στη λίμνη, παρότι είν' ο πιο άσχημος.

Μέσα σ' αυτά τ' απόνε(ι)ρα κολυμπάνε εφηβείες κοριτσιών-ανύποπτοι κύκνοι, που λάσπης πιτσιλιές δέχονται στα λευκά τους στήθη. Λάσπη μαύρη, λάδι μηχανής...Τι πίκρα, τι κρίμα να χρειάζεται αυτή η πηχτή βρομιά, το άχρηστο λάδι μηχανής, τα σιχαμένα φλόκια, για να πάρει μπρος το θαύμα τού Έρωτος, τής Αναπαραγωγής!

Το θέμα οικείο μού είναι και στο μυαλό μου, ευκαιρίας δοθείσης, βασανίζοντάς με τριγυρνά. Τόσο, που θέλω μακριά από όλα αυτά να μείνω. Χωρίς μεγάλωμα, χωρίς ωρίμανση, θα έμενα ένα νήπιο. Πόσο θα μού άρεσε όμως να στέκομαι σε μια γεφυρούλα, φτύνοντας πάνω από το νερό, ξεγελώντας τα ψάρια που νομίζουν πως ό,τι πέφτει από ψηλά στη λίμνη τους είναι φαγάκι.


19 Σεπτεμβρίου, 2013

Φάουλ από πίσω



Ακριβώς όπως έπεφτε το άγαλμα τού Λένιν, δυο χρόνια μετά την πτώση τού τείχους... Ή μήπως μια επιβλητική γωνία λήψεως;





18 Σεπτεμβρίου, 2013

Αυγό τού φιδιού και τής ώρας


Η κότα κειτόταν ανάσκελα, με τα πόδια στον αέρα και ταλαντευόταν δεξιά-αριστερά, στριγγλίζοντας από τον πόνο. Εκείνη τη στιγμή κατέφθασε ένα περιπολικό από όπου κατέβηκε ένας Αστυνόμος Α' κι ο υπαστυνόμος Φ.

Ο πρώτος έκανε αμέσως, οργισμένος, την προσέγγισή του στο θέμα: "Χρυσή Αυγή, πάλι αυτοί! Αίσχος..."

Ο υπαστυνόμος Φ. δεν άφησε τα συναισθήματα να τον παρασύρουν. Σκέφτηκε για λίγο επιστημονικά και κατέληξε:

"Καλύτερα να περιμένουμε τα γεννητούρια...έτσι θα μάθουμε το βιαστή τής καημένης κότας πιό τεκμηριωμένα. Είμαι πάντως σίγουρος πως θα γεννήσει ένα αυγό τού φιδιού!"


15 Σεπτεμβρίου, 2013

Αιώνιες φιλίες

Το παίρνεις απόφαση πιά πως έφυγαν όλοι τους, όταν φωνάζεις τα ονόματά τους και δεν ακούς να απαντά πια κανείς. Ήταν να γίνει, σκέφτεσαι μετά. Ναι, αλλά και πάλι...τόσο βιαστικά; Πόσο βιαστικά!
Άρον άρον έφυγαν, όπως φεύγουμε εμείς όταν θέλουμε να προλάβουμε κάποια γιορτή στην οποία είμαστε προσκεκλημένοι. Μα ποιά γιορτή;...Υπάρχει γιορτή για τους νεκρούς; Αυτοί μου φαίνεται περισσότερο, πως όταν θα έρθει η ώρα τους, σάμπως να παρουσιάζονται, να κατατάσσονται, κρύα χαράματα σε μέρη δημόσια, κοινόχρηστα, αυτά που λέμε οτι είναι "της πολιτείας": πρόχειρα κατασκευασμένα, πρόχειρα καθαρισμένα, πρόχειρα και φτηνά διακοσμημένα. Σε μέρη όπου το κρύο και η αίσθηση πως είσαι ένας ξένος, σε κάνουν να θέλεις να πλησιάσεις κάποιον άλλον που είναι το ίδιο ξένος με σένα.
Δειλά-δειλά, λοιπόν -στο υπέδαφος εκτάσεων γεμάτων από σταυρούς και μαρμάρινες πλάκες- οι νεκροί εγκαινιάζουν ανά δυο, ανά τρεις ή και περισσότεροι, αιώνιες φιλίες.

08 Σεπτεμβρίου, 2013

Γενναία απόφαση

Σαν από ντροπή, σαν τον ρεζίλη, μάζεψα όλα όσα είχα απλώσει χάμω, εκεί όπου βρήκα μέρος πρόσφορο, σαν υστερικός για να χτυπιέμαι, μπροστά στα μάτια τών περαστικών. Ολόγυρά μου πλίνθοι ατάκτως ερριμμένοι, σκορπισμένα φύλλα τράπουλας με ανόητες απεικονίσεις...Ανάμεσα σ' αυτά έψαχνα μια ταυτότητα, στην ουσία, ενώ -πού και πού- έκρωζα σαν το ματαιόδοξο πτηνό.

Ένας αφορισμός, ένα θέσφατο, πόσο εύκολα λέγεται απ' τον καθέναν! Συνηθισμένο θέαμα είναι κάποιος που σεληνιάζεται, βγάζοντας κραυγές τών οποίων το νόημα αναρωτιέσαι ποιό είναι κι αν υπάρχει...Από την άλλη, πιό βολικό γιά όλους είναι να υποκρίνονται πως ολοφάνερο είναι το ηθικό δίδαγμα και τάχα κάτι εύγλωττο θέλει να πει μια ομοβροντία από μεγαλοστομίες.

Έτσι, ευθύς σαν μάζεψα τα υπάρχοντά μου, μια κατοστή μέτρα παρακάτω πήγα κι αναίρεσα τη γενναία απόφασή μου. Πάλι στρογγυλοκάθισα και άρχισα να κρώζω, να χτυπιέμαι, μπροστά σους περαστικούς... Κι εκείνοι πάλι άρχισαν συμπεράσματα να βγάζουν: "Έτσι είναι...", "Μα τι λες!;", "Συμφωνώ μα όχι σε όλα".

   

03 Σεπτεμβρίου, 2013

Μπουρού

Είναι όπως όταν κάποιος αναγκάζεται να θορυβεί, για να γίνεται αισθητή και καταγράψιμη η ήρεμη παρουσία του. Ένας προσποιητός βήχας, ένα δήθεν μελωδικό σφυριγματάκι, ένα σύρσιμο επίπλων, μοιάζει με το θόρυβο που "αποκοιμίζει" την προσοχή τού δεσμοφύλακα ούτως ώστε να μην ακούγεται το πριόνισμα τών καγκέλων...το σκάψιμο τού σαθρού τοίχου.

Καμιά φορά, βέβαια, οι θόρυβοι αυτοί μοιάζουν τόσο ένοχοι, ίσως πιο ένοχοι από αυτό που θέλουν να κρύψουν. Ίσως ο θόρυβος κάνει τον πόλεμο πιο τρομερό...πιθανόν ένας βουβός πόλεμος να μη φοβίζει κανέναν. Ίσως το αυτί δεν ήταν ποτέ (τουλάχιστον πρωτίστως) όργανο συνεννόησης ή μουσικής απόλαυσης.

Ένα αισθητήριο κινδύνου, ένας σπινθήρας που πυροδοτεί το φόβο, ένα απαραίτητο εργαλείο για να γεννηθεί η αίσθηση τού πανικού, είναι μάλλον το αυτί. Κινείται η αγέλη έτσι, το πλήθος το βάζει στα πόδια, όταν αρχίζει να "φωνάζει" η μπουρού.