31 Οκτωβρίου, 2009

Στη ζωή μερικοί ψάχνουν κάτι . Άλλοι δεν ψάχνουν για τίποτα. Από αυτούς που ψάχνουν μερικοί ξέρουν τι ψάχνουν κι άλλοι όχι. Από αυτούς που ξέρουν, άλλοι ψάχνουν κάτι που υπάρχει κι άλλοι κάτι που δεν υπάρχει. Απο αυτούς που ψάχνουν κάτι υπαρκτό, άλλοι θα το βρουν κι άλλοι όχι.
Ενδιαφέρουσα κατηγορία είναι εκείνη που δεν ψάχνει για τίποτα κι όμως βρίσκει κάτι που- αν γνώριζε την ύπαρξή του- θα το έψαχνε ευθύς εξαρχής.

30 Οκτωβρίου, 2009

Chris Rea





My world is miles of endless roads
That leaves a trail of broken dreams
Where have you been I hear you say
I'll meet you at the Blue Cafe
'Cause, this is where the one who knows
Meets the one who does not care
Cards of fate, the older shows
The younger one, who dares to take
The chance of no return
Where have you been?
Where are you going to?
I want to know what is new
I want to go with you
What have you seen?
What do you know is new?
Where are you going to?
'Cause I want to go with you
The cost is great, the price is high
Take all you know, and say goodbye
Your innocence, inexperience
Mean nothing now
'Cause, this is where the one who knows
Meets the one who does not care
Where have you been I hear you say
I'll meet you at the Blue Cafe
Where have you been?
Where are you going to?
I want to know what is new
I want to go with you
What have you seen?
What do you know is new?
Where are you going to?
'Cause I want to go with you
Where have you been?
Where are you going to?
I want to know what is new
I want to go with you
What have you seen?
What do you know is new?
Where are you going to?
I want to go with you

Semaforo

Immagine: Penca de flores...ou semáforo natural!! - book fotografico di Diego F.Antonello
Immagine: Penca de flores...ou semáforo natural!! - book fotografico di Diego F.Antonello



Semaforo

E cosi fu che dopo quella sera
noi non ci riincontrammo piu’
La chiamo sera perche di solito
allora la gente si fa i conti:
Cos'e' che avevo fino ieri
Cosa non avro piu’ da domani
Ma Che ora e’?
Hai fatto tardi stasera
Troppo tardi, mi sa
Cento e piu giorni dal quei ciao
quei ciao l'uno dopo l’altro
Una carezza sulla spalla
E poi un’ora senza una parola
davanti a quel semaforo
polso lento verde-rosso
Poi ancora verde
Poi di nuovo rosso
Un contatempo deciso
Con la crudelta’ della linea
Senza la promessa di un orologio
Che con il suo circolare movimento
Ritorna allo stesso punto
Un infinita’ di volte
Semprando un mulino
Che elabora le giornate
Macinando la loro tristezza
Dandoci pane per nutrire
Le nostre inutili speranze.

Υβρίδια

Μέσα στο αλλόκοτο σύνολο ιδεών που επεξαργαζόταν το άρρωστο πιά μυαλό του, βρήκα κάποιο ενδιαφέρον όσον αφορά την υποτιθέμενη ύπαρξη των Ζομπότ (παιδιά των Ζόμπι και των Ρομπότ) και των Νεαντερτάλιμπαν (παιδιά των Νεάντερταλ και των Ταλιμπάν). Τα υπόλοιπα ήταν κοινότυπες θεωρίες περί Τέχνης, περί προελεύσεως των λέξεων, νεολεξίες κ.ά.

28 Οκτωβρίου, 2009

Che gelida manina (La Boheme - Puccini)



Μια ελεύθερη απόδοση της γνωστής aria  "Che gelida manina"

Ω! Τι κρύο χεράκι...
αφήστε να σας το ζεστάνω
Να ψάχνεις...ποιό τ' όφελος
και στο σκοτάδι τι να βρείς;
Μα για καλή μας τύχη
φεγγαρόφωτη είναι η νύχτα
κι εμεις, εδω
το έχουμε κοντά μας το φεγγάρι

Περιμένετε δεσποινίς,
θα  συστηθώ με δύο λόγια:
Ποιός είμαι, τι κάνω
Πώς ζώ...
Να σας ενδιαφέρει άραγε;

Ποιός είμαι; Ένας ποιητής είμαι
Τι κάνω, αναρωτιέστε; Γράφω
Και πώς άραγε ζω;
Ε...Ζώ!
Στην φτώχια μου τη χαρωπή
σπαταλώ, όντας ζάπλουτος
ρίμες κι ύμνους στην αγάπη
Κι από χίμερες και όνειρα
κάστρα στους αιθέρες
περίσσεια έχει η ψυχή μου

Κάπου κάπου από τα πλούτη μου
κλέβουν το πιό ακριβό πετράδι
δύο κλέφτες:δύο όμορφα μάτια
σαν τούτα που μαζί σας έρχονται τώρα
και τα καημένα μου όνειρα
τα όμορφα όνειρά μου
σύντομα θα σκορπίσουν

Μα η κλοπή δε μ'απογοητεύει
γιατί μετά αμέσως
γεννιέται νέα ελπίδα!

Τώρα που με γνωρίσατε
Μιλείστε εσείς, παρακαλώ
Ποιά είστε; Μιλείστε
αν σας είναι αρεστό...
Αν αρεστό είναι-και πρέπον.


You 're the top - Cole Porter





At words poetic, I'm so pathetic
That I always have found it best,
Instead of getting 'em off my chest,
To let 'em rest unexpressed,
I hate parading my serenading
As I'll probably miss a bar,
But if this ditty is not so pretty
At least it'll tell you
How great you are.

You're the top!
You're the Coliseum.
You're the top!
You're the Louver Museum.
You're a melody from a symphony by Strauss
You're a Bendel bonnet,
A Shakespeare's sonnet,
You're Mickey Mouse.
You're the Nile,
You're the Tower of Pisa,
You're the smile on the Mona Lisa
I'm a worthless check, a total wreck, a flop,
But if, baby, I'm the bottom you're the top!

Your words poetic are not pathetic.
On the other hand, babe, you shine,
And I can feel after every line
A thrill divine
Down my spine.
Now gifted humans like Vincent Youmans
Might think that your song is bad,
But I got a notion
I'll second the motion
And this is what I'm going to add;

You're the top!
You're Mahatma Gandhi.
You're the top!
You're Napoleon Brandy.
You're the purple light
Of a summer night in Spain,
You're the National Gallery
You're Garbo's salary,
You're cellophane.
You're sublime,
You're turkey dinner,
You're the time, the time of a Derby winner
I'm a toy balloon that’s fated soon to pop
But if, baby, I'm the bottom,
You're the top!

You're the top!
You're an arrow collar
You're the top!
You're a Coolidge dollar,
You're the nimble tread
Of the feet of Fred Astaire,
You're an O'Neill drama,

You're Whistler's mama!

You're camembert.

You're a rose,
You're Inferno's Dante,

You're the nose
On the great Durante.
I'm just in a way,
As the French would say, "de trop".
But if, baby, I'm the bottom,
You're the top!

You're the top!
You're a dance in Bali.
You're the top!
You're a hot tamale.
You're an angel, you,
Simply too, too, too diveen,
You're a Boticcelli,
You're Keats,
You're Shelly!

You're Ovaltine!
You're a boom,
You're the dam at Boulder,
You're the moon,
Over Mae West's shoulder,
I'm the nominee of the G.O.P.

Or GOP!

But if, baby, I'm the bottom,
You're the top!

You're the top!
You're a Waldorf salad.
You're the top!
You're a Berlin ballad.
You're the boats that glide
On the sleepy Zuider Zee,
You're an old Dutch master,

You're Lady Astor,
You're broccoli!
You're romance,
You're the steppes of Russia,
You're the pants, on a Roxy usher,
I'm a broken doll, a fol-de-rol, a blop,

But if, baby, I'm the bottom,
You're the top!


27 Οκτωβρίου, 2009

Ο Τερματοφύλακας


Ο ΤΕΡΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ

Καμιά φορά που ο δρόμος μου στον Πειραιά με πάει κάτω από εκείνο το "Ξενοδοχείον HOMIRIDION" , εκείνη η ταμπέλα τού ξενοδοχείου που δεν άλλαξε καθόλου από τα μαθητικά μου χρόνια στη Γαλλική -ακριβώς δίπλα ήταν το σχολείο- μού θυμίζει μια μεγάλη μέρα.

Κάτσε καλά : η ομάδα μου είχε βρει το σωτήρα της. Παναγιώτη Κελεσίδη τον ελέγανε. Όλα τα έπιανε, κατέβαζε τα ρολά, ούτε πλασέ περίτεχνο ούτε βολίδα εξ επαφής περνούσε. Ο άνθρωπος που περιμέναμε όλοι οι γυμνασιόπαιδες. Τέρμα οι 3αρες και οι 4αρες. Βαζελίνες , θα δείτε!
"Αφού στον Πανσερραικό και δεν έτρωγε εύκολα τα γκολ...σε μας δε θα τρώει ούτε ένα"
"Όχι παίζουμε!

Στημένοι κάτω από το αμφίβολης αίγλης HOMIRIDION, ήμασταν αποφασισμένοι να μη φύγουμε, να μείνουμε να δούμε το Godot μας. Αυτός ήταν ο σωτήρας και δε θα μας άφηνε ποτέ.
"Πού είναι ο Τάκης;" ρωτούσαμε τους ξενοδόχους με άγρια υπομονή και ρίχναμε και καμιά ματιά στούς πάνω ορόφους μέχρι που ο άνθρωπος από το μπαλκόνι μας έκανε νόημα να σταματήσουμε τη βαβούρα κι υποσχέθηκε πως θα κατέβει να μας χαιρετίσει και μάλιστα έναν- έναν. Ακόμα αναρωτιέμαι πώς τού φανήκαμε απο κει ψηλά απ' όπου μας έβλεπε σα θεός.
 -"Αφήστε τον να ξεκουραστεί ρε παιδιά"   - "Για λίγο μόνο,λίγο μόνο!"

Εν τω μεταξύ στο απέναντι πεζοδρόμιο, για τον ίδιο σκοπό, είχαν μαζευτεί άλλοι τόσοι από άλλα σχολεία που είχαν αρχίσει το γνωστό υποτιμητικό κι επαναλαμβανόμενο "ΓΑΛ-ΛΙ-ΚΗ : Α-ΔΕ-ΡΦΕΣ" που εκτόξευαν εναντίον μας στούς διασχολικούς αγώνες.

Ξαφνικά οι ιαχές σταμάτησαν. Στην έξοδο τού HOMIRIDION είχε εμφανιστεί ΑΥΤΟΣ χαιρετώντας δειλά εμάς τα παιδαρέλια που είχαμε μείνει άναυδοι.Μας χαιρέτισε όλους έναν-έναν μέχρι που σκορπίσαμε και πήραμε το δρόμο για τα σπίτια μας.Από τότε τον βλέπαμε μόνο από μακριά, από τις εξέδρες.

Δε θυμάμαι πόσα γκολ είχαμε φάει με τον Κελεσίδη...Ότι έτρωγε ακόμα αρκετά γκολ η ομάδα μας είναι αλήθεια. Τού τα συγχωρούσαμε όμως όλα και κάθε Κυριακή που τα μεγάφωνα τού Καραισκάκη άρχιζαν να ανακοινώνουν τη σύνθεση τού Ο.Σ.Φ.Π., η καρδιά μας σφιγγόταν μέχρι που ανακουφισμένοι ακούγαμε από τα μεγάφωνα :
"Αι συνθέσεις των ομάδων...Μαγνητόφωνα  SANYO  και... Ολυμπιακός:
Νο 1:  Παναγιώτης Κελεσίδης!..."

Κώδικας του Χαμουραμπί

Το περιεχόμενο του Κώδικα

Ο κώδικας περιγράφει νόμους και τιμωρίες, στην περίπτωση παράβασης των κανόνων. Κάποια από τα κυρίως θέματά του είναι: η κλοπή, η γεωργία, η καταστροφή περιουσίας, ο γάμος και τα δικαιώματα μέσα σε αυτόν, τα δικαιώματα των γυναικών, τα δικαιώματα των παιδιών, τα δικαιώματα των δούλων, η δολοφονία, ο τραυματισμός κι ο θάνατος. Οι τιμωρίες ποικίλουν ανάλογα με την τάξη των θυτών και των θυμάτων.

Οι νόμοι δε συγχωρούσαν δικαιολογίες για λάθη ή παρερμηνείες, καθώς ο Κώδικας ήταν εκτεθειμένος δημοσίως, ώστε να μπορούν να τον βλέπουν όλοι και να μην υπάρχει άγνοια. Ωστόσο, το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού εκείνη την εποχή δεν μπορούσε να διαβάσει. Βασική αρχή του ποινικού δικαίου στον Κώδικα του Χαμουραμπί ήταν η αρχή της ανταπόδοσης των ίσων.

Ο Χαμουραμπί θέλησε να γράψει τους νόμους αυτούς για να ευχαριστήσει τους θεούς του. Σε αντίθεση με προγενέστερους βασιλείς, αλλά και άρχοντες της εποχής του, δε θεωρούσε ότι καταγόταν από κάποιο θεό, αν και αποκαλείτο "ο εκλεκτός των θεών". Στο πάνω μέρος της στήλης με τους νόμους, ο Χαμουραμπί απεικονίζεται ενώπιον του θρόνου του Σαμάς, θεού του ήλιου.

Come e' triste Venezia

je t' aime...moi non plus

Monaco

Όντας πιά κι ο ίδιος ήδη πολύ ξεπερασμένος από τα γεγονότα, αρκούμαι στο να κοιτάζω από το μικρό μου παράθυρο αυτή την απαξίωση της ιστορίας και να μεθάω με τη μυρωδιά που βγαίνει απ'το χώμα όταν κάποιο παλιό κτίριο κατεδαφίζεται.

26 Οκτωβρίου, 2009

Κάστρα

Κάθε κάστρο έχει τείχη γκρεμισμένα
απ' τον καιρό κι απ' τους εχθρούς του
ένα βασιλιά που κλαίει
ανάμεσα σε ματωμένους υπηκόους
στρατό αιχμάλωτο, αφοπλισμένο
πολεμιστές πρηνείς
θνήσκοντες ατιμασμένους

Κάθε κάστρο έχει παράθυρα
που τα χτυπάει ο αγέρας
ανοιχτά να βγαίνουν περιστέρια
να μπαίνουν νυχτερίδες
τρομάζοντας πριγκίπισσες
τρελές με τα ορφανά τους
να τρέχουν στους διαδρόμους

Κάθε κάστρο έχει έτοιμες πολεμίστρες
οπου μετά το πέρασμα των χρόνων
μαζεύονται πνεύματα τις νύχτες
καλώντας νέους γενναίους πολεμιστές
να φέρουν πίσω τις ζωές τους
να σβήσουν τις βαριές τις ήττες
και των παλιών αιώνων τις πληγές

25 Οκτωβρίου, 2009

Haiku - Il dominio

                          All Orizzonte
                            
                     Tacendo Arrogante

                         Il Sole Cresce

24 Οκτωβρίου, 2009

Άγγελοι και Ναύτες του Jim Morrison

ANGELS AND SAILORS by J.Morrison


Angels and sailors
Rich girls
Backyard fences
Tents

Dreams watching each other narrowly
Soft luxuriant cars
Girls in garages, stripped
Out to get liquor and clothes
Half gallons of wine and six-packs of beer
Jumped, humped, born to suffer
Made to undress in the wilderness.

I will never treat you mean
Never start no kind of scene
Ill tell you every place and person that Ive been.

Always a playground instructor, never a killer
Always a bridesmaid on the verge of fame or over
He maneuvered two girls into his hotel room
One a friend, the other, the young one, a newer stranger
Vaguely mexican or puerto rican
Poor boys thighs and buttock scarred by a fathers belt
Shes trying to rise
Story of her boyfriend, of teenage stoned death games
Handsome lad, dead in a car
Confusion
No connections
Come ere
I love you
Peace on earth
Will you die for me?
Eat me
This way
The end

Ill always be true
Never go out, sneaking out on you, babe
If youll only show me far arden again.

Im surprised you could get it up
He whips her lightly, sardonically, with belt
Havent I been through enough? she asks
Now dressed and leaving
The spanish girl begins to bleed
She says her period
Its catholic heaven
I have an ancient indian crucifix around my neck
My chest is hard and brown
Lying on stained, wretched sheets with a bleeding virgin
We could plan a murder
Or start a religion.

Με την ψυχή στην παλάμη





Απόγευμα στους πολυσύχναστους δρόμους της παρακμής, συνήθειας μιάς πόλης του Σαρωνικού. Όλα εδώ παραλιακά ανάκατα εκτίθενται. Φτηνά όλα πουλιούνται. Τα τόξα από τη Σομαλία κι από το Μιλάνο οι τσάντες.

Οι πρώτες σταγόνες από το neon φως αναγγέλλουν πως τέλειωσε η μέρα κι ευθύς το βράδυ έρχεται με νέες αυταπάτες.

Το θέμα είναι με μας τι γίνεται, ευγενείς μου συμπολίτες και συμπαθείς κατά βάθος απατεώνες. Ζούμε στ' αλήθεια ή νιώθετε κι εσείς καμμιά φορά σαν να σαστε αγάλματα κινούμενα, ντυμένα με λινά πανάκριβα κοστούμια κι απ'την κορφή ως τα νύχια με αρώματα λουσμένα;

Άρχοντες στούς περιπάτους μας, αφήνουμε πίσω του  καθείς -σαν τού σαλιγγαριού το ίχνος- τις συζητήσεις τις μακριές, τις φράσεις πού γερνάνε, τα γέλια μας τα δυνατά, αισθήματα που ανάλαφρα για μακριά πετάνε.

Έγινε σιωπή...Σταματήσατε γιά λίγο να μιλάτε ή έμαθα στην οχλαγωγία σας να κωφεύω; Σημασία έχει η ειλικρίνεια και απ' όλα το τιμιότερο πιστεύω είναι την αναχώρησή μου να ετοιμάζω από το μέρος που με μεγάλωσε και με κρατά χωρίς καμμία στοργή ποτέ να μου 'χει δείξει, παρά μονάχα τη ζεστή βροχή που άρχισε λυγερή απάνω μου να πέφτει, γλυκιά, ανήλικη χαδιάρα.

Κάποιος περνάει πίσω μου και δίπλα μου αφήνει, σα βαλίτσα, ένα χαμηλόφωνο χαιρετισμό. Καθώς πρέπει εγώ: με ευγένεια υποκλίνομαι χωρίς βέβαιος να 'μαι...Τι άκουσα, τι μου 'πανε; Ήταν θερμό "εις το επανιδείν" αυτό πού άκουσα ή κρύο κι απότομο "αντίο";

Νομίζω πως κατάλαβα. Ποιά η χρεία τού να ακούμε; Ό,τι κι αν πει κανείς λέγεται...για να πέσει κάτω. Αυτιά πιά δεν υπάρχουνε, μονάχα στόματα-πομποί κουράζουν το μυαλό μου.

Θόρυβος, βράδυ και βροχή. Όμορφες εικόνες! Άλλο ντεκόρ καλύτερο δε θα βρω να πλαισιώσει τη φυγή μου. Έτοιμος είμαι, αν και χωρίς αποσκευές. Φτάνει που στην παλάμη μου τη δεξιά, σφιχτά, κρατάω ακόμα την ψυχή μου.

Sapore di mare

Διάβασα - Δανείστηκα

Φάτε τις σάρκες των παιδιών σας
Εκπαιδεύστε τα με οδηγό την προκατάληψη, τη μισαλλοδοξία, τη δυνητική επαγγελματική τους χρησιμότητα.           
          
          
Στο δεύτερο πληθυντικό πρόσωπο θα μιλήσω. Δεν είμαι μέρος του εγκλήματος. Επιλέξτε στρατόπεδο. Η θίγεστε, ή θίγετε. Δεν υπάρχει μεσότητα εδώ.
Αναθρέφετε στρατιές ηλιθίων. Κάθε παιδί που γεννιέται παραμένει ελπιδοφόρο. Μέχρι να το εκπαιδεύσετε στο πώς ακριβώς μπορεί να γίνει αποτελεσματικότερα ένας τέλειος ηλίθιος. Και για να μην σας ξεστρατίσει και κουβαλήσει μια ικμάδα οξύνοιας, προλαβαίνετε ασθμαίνοντας να το φορτώσετε με σεβαστή ποσότητα βλακείας από τα πρώτα χρόνια της ζωής του.
Δημοτικό σχολείο. Πρώτο δίδαγμα η προσευχή και η στρατιωτική συνάθροιση. Ένα μπέρδεμα από αμίλητα στρατιωτάκια στα πρόθυρα της κλινικής νεύρωσης. Δηλητήριο σε αμόλυντες ψυχές. Μπόλιασμα υποταγής σε ένα σκήπτρο θεϊκής προέλευσης. Ο θεός ξέρει, ήξερε, και θα ξέρει πάντα. Παντογνώστης. Θα ξέρει και ποιος είσαι και ποιος θα είσαι, τι κάνεις και τι θα κάνεις. Θα σε κρίνει, θα σου δώσει δέκα εντολές, θα σε παρακολουθεί όπου κι αν είσαι, ό,τι και να κάνεις, γνωρίζοντας τα πάντα σε παρόν παρελθόν και μέλλον. Και όμως μικρέ, είναι καλά όλα αυτά. Στοχεύουν στην ελευθερία σου. Σκύψε στο σκήπτρο μικρέ εξάχρονε. Μην με κοιτάς στα μάτια. Μου χρωστάς την ύπαρξή σου μικρέ. Δεν με ξεγελούν τα αθώα σου μάτια. Αν σε ξεμαντρώσω θα φανεί το βδελυρό σου προσωπείο. Προσκύνα το ράσο μου. Όποιος και να γίνεις, ό,τι και να κάνεις, ό,τι και να επιλέξεις στο μέλλον, ένα δεν θα αλλάξει μικρέ. Το ράσο θα το βλέπεις ιερό. Και αν τυχόν το ξεχάσεις, πάντα θα κοιτάς τη σημαία σου που θα στο θυμίζει. Όπου και να πας, ό,τι και να κάνεις.
Και τώρα έθνος. Ξέρεις τι σημαίνει να είσαι Έλληνας; Κανείς δεν μας την έχει πει εμάς μικρέ και πρέπει κι εσύ να γίνεις τέτοιος άντρας σαν τους παππούδες σου. Έχουμε εθνικές γιορτές και επετείους. Ο Κολοκοτρώνης μας λευτέρωσε με τις αρματωσιές και λεφούσια αντρειωμένους που όρμαγαν στο τουρκόσκυλο και το σκόρπαγαν στους πέντε ανέμους. Έτσι θα γίνεις κι εσύ. Θα σε τρέμει ο Τούρκος. Εμείς είμαστε δέκα αλλά κάνουμε για εκατό. Θα ντυθείς τσολιάς και θα υμνήσεις την αντρειοσύνη σου. Μόνο εμείς ξέρουμε από αυτά μικρέ. Δεν υπάρχουν άλλοι αντρειωμένοι. Οι άλλοι σκορπάνε όταν βλέπουν τη φούντα του τσολιά. Όταν εσύ κρατάς το λάβαρο στη γιορτή του σχολείου σου οι Τούρκοι απέναντι παίζουν με τις κούκλες τους. Μη σε νοιάζει για πολιτικές, διπλωματίες και τέτοιες γλυκανάλατες φούσκες. Τα ελληνικά άρματα είναι ιερά. Και αν τυχόν το ξεχάσεις, πάντα θα κοιτάς τη σημαία σου που θα στο θυμίζει. Όπου και να πας, ό,τι και να κάνεις.
Είσαι Έλληνας από πολύ παλιά. Τρεις χιλιάδες χρόνια. Τότε ήταν κάτι παράξενοι τύποι για τους οποίους θα μάθεις όταν μεγαλώσεις, δεν είναι και πολύ σημαντικοί αυτοί. Με τα εγκόσμια ασχολούνταν. Σημασία έχει ότι εμείς σου βρήκαμε την αλήθεια του Χριστού και αυτήν θα κάνεις σύστημα στη ζωή σου. Αυτό έγινε και τότε με εκείνους τους παράξενους ανθρώπους. Μετανόησαν και συνέχισαν στον ορθό δρόμο. Και μετά έφτιαξαν κάτι ακόμα μεγαλύτερο, το Βυζάντιο. Και ναι, έχει συνέχεια το ελληνικό έθνος μικρέ, και οι Βυζαντινοί ήταν απευθείας απόγονοι των παράξενων αρχαίων. Μόνο που ήταν λίγο πιο σωστοί αφού έκαναν τον σταυρό τους και έχτισαν και μοναστήρια. Μη σε νοιάζει που μερικοί κακοήθεις λένε ότι δεν υπήρξε ποτέ Βυζάντιο και ότι είναι εφεύρημα των νέων ιστορικών για να χτίσουμε έναν νέο εθνικισμό. Η ελληνική συνέχεια στους αιώνες είναι ιερή. Και αν τυχόν το ξεχάσεις, πάντα θα κοιτάς τη σημαία σου που θα στο θυμίζει. Όπου και να πας, ό,τι και να κάνεις.
Θα ψηφίσεις μικρέ. Όταν γίνεις δεκαοχτώ. Δεν ξέρεις τι είναι αυτό; Μη μου λες τέτοια. Πρέπει να ξέρεις, θα σου πουν οι γονείς σου και η τηλεόραση. Αυτοί ξέρουν καλύτερα το καλό σου. Στο σχολείο δεν κάνει να μαθαίνεις για πολιτική και τέτοια πράγματα που προάγουν το μίσος. Κάποτε σφάζονταν οι άνθρωποι γι αυτά. Δεν πρέπει να αναφέρεσαι ποτέ σε πολιτικά θέματα, είναι επικίνδυνο. Θα σου μάθουν και για τη μυστικότητα της ψήφου. Κρυφά θα ψηφίζεις μικρέ και δεν θα λες τίποτα σε κανέναν γιατί αν έχει αντίθετη άποψη μπορεί να χιμήξει κατά πάνω σου. Θα σου πω εγώ τι θα ψηφίσεις όταν έρθει η ώρα. Έχεις παράδοση στην οικογένειά σου εσύ. Μην ξεστρατίσεις μικρέ, είστε οικογένεια δημοσίων υπαλλήλων. Ο μισθός είναι ιερό πράγμα. Και αν τυχόν το ξεχάσεις, πάντα θα κοιτάς τη σημαία σου που θα στο θυμίζει. Όπου και να πας, ό,τι και να κάνεις.
Θα γίνεις επαγγελματίας μικρέ. Θα διαβάσεις, θα γίνεις πολύ καλός και με αυτά που θα διαβάσεις θα κερδίσεις πολλά χρήματα. Θα κάνεις ό,τι θες μετά. Τώρα τα βιβλία είναι αναγκαίο κακό, κάνε υπομονή μικρέ, μετά θα απολαμβάνεις. Υπάρχει μια θέση εργασίας για σένα εκεί έξω, αρκεί να γίνεις κι εσύ άξιος να την πάρεις. Αν δεν σπουδάσεις δεν θα είσαι κατάλληλος και όλοι θα σε περιφρονούν. Αν δεν πάρεις το χαρτί μικρέ κανείς δεν θα αναγνωρίζει την αξία σου. Το χαρτί θα σου ανοίξει πόρτες, δουλειά μικρέ, διάβασμα. Δεν πρέπει να ασχολείσαι τώρα με άλλα πράγματα που σου αρέσουν. Ό,τι σου αρέσει, ό,τι κάνεις τον ελεύθερο χρόνο σου είναι εις βάρος σου. Να νοιώθεις τύψεις για τον ελεύθερο χρόνο σου. Μη σε νοιάζει που μερικοί κακοήθεις λένε για ρουσφέτια, μίζες και λαδώματα. Δεν υπάρχουν αυτά. Έχουμε παράδοση οι Έλληνες. Το χαρτί των σπουδών σου είναι ιερό. Και αν τυχόν το ξεχάσεις, πάντα θα κοιτάς τη σημαία σου που θα στο θυμίζει. Όπου και να πας, ό,τι και να κάνεις.
Θα κάνεις οικογένεια μικρέ. Θα παντρευτείς. Δεν έχει σημασία το τι και το πώς. Μη ζητάς με αυθάδεια να μάθεις πώς μένει έγκυος μια γυναίκα και πώς ήρθες εσύ στον κόσμο. Το θέλει ο καλός θεούλης. Είναι βλασφημία να κάθομαι να σου εξηγώ για ωορρηξίες, εμμήνους ρύσεις, ανδρικές στύσεις, εκσπερματώσεις και αντισύλληψη. Αυτά τα έχεις μέσα σου μικρέ, είναι ένστικτα και θα σου βγουν μόνα τους. Μερικοί ανόητοι λένε ότι πρέπει να τα κάνεις αυτά στο σχολείο, μα τι ξέρουν αυτοί. Το ράσο να ακούς που απαγορεύει τέτοιου είδους βλάσφημη γνώση. Μόνο στην ευλογία του γάμου θα μάθεις την ηδονή του σεξ με μέτρο και τάξη. Μην ξεχνάς ότι ο θεός πάντα θα σε βλέπει. Γέννα παιδιά, τα παιδιά είναι ευλογία. Περισσότερες βαφτίσεις, περισσότερα μυστήρια. Περισσότερα ποίμνια μικρέ. Δεν έχει σημασία τι και πώς. Πολλά να’ναι και υποτακτικά τα παιδιά που θα κάνεις. Σαν κι εσένα. Μην ξεχνάς το σκήπτρο μικρέ. Είναι ιερή η οικογένεια. Και αν τυχόν το ξεχάσεις, πάντα θα κοιτάς τη σημαία σου που θα στο θυμίζει. Όπου και να πας, ό,τι και να κάνεις.
Και όταν όλα αυτά τελειώσουν μικρέ, κοίτα πίσω τη ζωή που δεν έζησες. Γεύσου το κρασί που δεν ήπιες, πες τα λόγια που ξέχασες, τρέξε στο γρασίδι που ο χρόνος ξεθώριασε το χρώμα του. Τότε κοίτα πάνω και δες ποιος είναι αυτός που στα είπε όλα αυτά, ποιος είναι αυτός που σε δίδαξε να δέχεσαι τη βλακεία για αλήθεια, τα δεσμά για ελευθερία, τον ευτελισμό για δόξα. Κοίτα τον κατάματα και πέστου τα πιο όμορφα λόγια που θα μπορούσαν ποτέ να ξεστομίσουν τα γλυκά μικρά χειλάκια σου: «Ρε άντε γαμήσου». Και κλείσε δυνατά την πόρτα στα μούτρα του. Πάρε την παλέτα με τα ζωηρά σου χρώματα. Σε περιμένω.

Παναγιώτης Πέρρος

       

Πάντα επίκαιρο

The Ten Point Program was as follows:
THE 10 POINT PROGRAM OF THE BLACK PANTHERS PARTY



1. We want power to determine the destiny of our black and oppressed communities' education that teaches us our true history and our role in the present day society.

2. We want completely free health care for all black and oppressed people.

3. We want an immediate end to police brutality and murder of black people, other people of color, all oppressed people inside the United States.

4. We want an immediate end to all wars of aggression.

5. We want full employment for our people.

6. We want an end to the robbery by the capitalists of our Black Community.

7. We want decent housing, fit for the shelter of human beings.

8. We want decent education for our people that exposes the true nature of this decadent American society.

9. We want freedom for all black and oppressed people now held in U. S. Federal, state, county, city and military prisons and jails. We want trials by a jury of peers for all persons charged with so-called crimes under the laws of this country.

10. We want land, bread, housing, education, clothing, justice, peace and people's community control of modern technology.

23 Οκτωβρίου, 2009

Το δικό σου παιδί

Στις σχολικές παρελάσεις βλέπω μαθητές αυτοπυρπολούμενους να τρέχουν στις αγκαλιές ανύποπτων γονέων και κηδεμόνων.

Χωρίς τίτλο

22 Οκτωβρίου, 2009

Ένα "Ευχαριστώ".

Η εμφάνιση και διαρρύθμιση του ιστολογίου αυτού είναι μια ευγενής προσφορά του n.karakasis ο οποίος μπήκε στο χώρο αυτό,έβαλε μια τάξη,έκανε τα διάφορα μερεμέτια και δεν άφησε ούτε...σκουπιδάκι.
Σημασία στη λεπτομέρεια .

21 Οκτωβρίου, 2009

Παλιές καλές εποχές

Η νέα εποχή με χαιρετά αινιγματικά κουνώντας τις κατσαριδένιες κεραίες της.
Τα ποιήματα γερνούν σαν τα παλιά σκακιστικά προβλήματα: μπορεί να θαυμάζεις μερικά από αυτά αλλά οι ειδήμονες λένε πως ακόμα και τα πιό δύσκολα τού "τότε" ωχριούν μπροστά στην πολυπλοκότητα των  σημερινών. Φαντάζουν παιδαριώδη κι ένα έξυπνο παιδάκι μπορεί εύκολα να τα λύσει. Αν το σκεφτείς με αυτόν τον τρόπο ίσως τα σκακιστικά προβλήματα που θα απομείνουν στο μέλλον να είναι ελάχιστα έως ότου, στο μακρινό μέλλον, να εκλείψουν παντελώς...
Τα παλιά βαθιά αισθήματα - που κάποτε οδηγούσαν στην υπέρτατη ευτυχία ή στην αβάσταχτη δυστυχία - απλοποιήθηκαν όσον αφορά στο χειρισμό τους. Νοσταλγικά στρέφουμε τα βλέμματά μας προς τους περασμένους χρόνους όταν όλα ήταν απλά για το σημερινό νου. Νοσταλγικά σκεφτόμαστε τις παλιές μας οικογένειες. "Όμορφες εποχές που δεν ξαναγυρίζουν" τις αποκαλούν οι μεν. "Θα έρθουν καλύτερες μέρες" ονειρεύονται οι δε. Όνειρα δια της εις άτοπον απαγωγής. Άσκηση προς επίλυση. Δεδομένα των ασκήσεων: οι επιθυμίες μας,πολλές φορές αντιδιαμετρικά κείμενες σε αυτό που έχουμε σήμερα,έχοντάς το επιδιώξει μανιωδώς και τελικά κατακτήσει. Κι ίσως η όλη προσπάθεια της "προόδου" δεν είναι άλλη παρά ένας τύπος εξέλιξης που θα μας κάνει να ζήσουμε πάλι το παρελθόν,χωρίς όμως τις δυσκολίες του.
Αχ! Το ιδεώδες θα ήταν μια παρελθούσα εποχή χωρίς όμως τους προβληματισμούς της.
Κι η πρόοδος; Οι ανέσεις μας;
Μα αυτή, η πρόοδός μας, θυμάμαι πως κάποιος μεγάλος ποιητής είχε πει πως δεν συνίσταται στην εφεύρεση των αμαξοστοιχιών ούτε στη χρήση της δύναμης του ατμού αλλά στην αργή και σταθερή εξάλειψη των ιχνών τού προπατορικού αμαρτήματος μέσα από τις ψυχές μας. Σαν προπατορικό αμάρτημα,αφήνοντας κατά μέρος τα θρησκευτικά του δημοτικού,εννοούμε τη χωρίς όρια ανθρώπινη απληστία.

Το ταίρι του

Κάποτε είχα ένα φίλο, συμπαίκτη στη σχολική ομάδα του μπάσκετ, με δυο βασανιστικές εμμονές. Η μια ήταν το ύψος του και η άλλη η νοημοσύνη του. Συνήθιζε λοιπόν να ρωτά γνωστούς και φίλους ,μεταξύ των οποίων κι εμένα: «Θα ήταν πολύ καλύτερα για μένα αν μου αφαιρούσαν δέκα πόντους από το I.Q. μου και τους προσέθεταν στο ύψος μου. Συμφωνείς;»
Όταν του απαντούσαμε «ναι» θύμωνε γιατί πίστευε πως τον θεωρούσαμε πολύ κοντό ώστε να πρέπει να θυσιάσει δέκα μονάδες από το Ι.Q. του για να είναι πιο ψηλός.
Όταν του απαντούσαμε «όχι» πάλι θύμωνε γιατί πίστευε πως δεν τον θεωρούσαμε αρκετά ευφυή ώστε να μπορεί να θυσιάσει δέκα μονάδες από το I.Q. του για να είναι πιο ψηλός.
Αυτό ήταν ένα πρόβλημα που έθετε όλο και πιό συχνά,εκτός τόπου και χρόνου. Γινόταν πολύ ενοχλητικός όταν βασανιζόταν από το δίλημμα αυτό.
Μέχρι τη μέρα που ένας άλλος φίλος μας,πολύ ψηλός και ευφυέστατος, σκαρφίστηκε την πιο «πετυχημένη» απάντηση σ αυτό που είχε πια γίνει κάτι σαν γρίφος της Σφίγγας. Θα του απαντούσαμε όλοι πως «Δεν χρειάζεται να αλλάξεις τίποτα απ όλα αυτά. Υπάρχουν πολύ πιο σπουδαία χαρίσματα και τα διαθέτεις»
Το αποτέλεσμα απογοήτευσε. Ο φίλος μου εξαγριώθηκε τόσο που δεν ξαναμίλησε πια σε κανέναν μας. Ο δυστυχής είχε χτίσει μια εικόνα του εαυτού του γύρω από τα δυο αυτά μεγέθη. Μεγέθη υπεροχής και ανταγωνισμού. Απ όλη την παρέα, τις καλύτερες σχέσεις τελικά διατήρησε μ έναν κοντούλη και αφελή ο οποίος, κάθε φορά που έκανε και σ’ αυτόν την ίδια ερώτηση, του απαντούσε με ένα αφελές και φοβισμένο ύφος: «Πες μου πρώτα ότι αυτό μπορεί πραγματικά να γίνει κι έπειτα θα σου απαντήσω».
Τότε ο...τυραννισμένος έσκαγε ένα χαμόγελο και όλα τέλειωναν.

20 Οκτωβρίου, 2009

Κι απόψε...

Κι έτσι...μετά απο κείνο το βράδυ,εμείς οι δυό δεν ξανασυναντηθήκαμε πιά. Λέω "βράδυ" γιατί συνήθως τότε είναι που ο κόσμος κανει τους απολογισμούς του. Ωχ,ας μην τα παραλέμε,τους λογαριασμούς του, πρεπει να πω.Τότε κλείνει το ταμείο κι από μέσα σου λες :"τι είχα μέχρι χτές;Τι δεν θα'χω από αύριο;"

Μα τι ώρα πήγε; Άργησες απόψε.Και πολύ μάλιστα. Άργησες εκατό-και παραπάνω-μέρες απο τότε,απο εκείνα τα "γειά". Εκείνα τα "γειά"και τα φιλιά,το ένα μετά το άλλο. Απο εκείνο το φιλικό χτύπημα στην πλάτη.Απο εκείνη την ολόκληρη ώρα που χωρίς μια λέξη πέρασε μπροστα σ'εκείνο το φανάρι που έμοιαζε με αργό σφυγμό:πρασινο-κοκκινο.Μετα παλι πρασινο κι ύστερα παλι κοκκινο...

Σφυγμός και χρονομέτρης.Αυστηρός,άτεγκτος και σκληρός.Με την αποφασιστικότητα της ευθείας γραμμής που δεν σου αφήνει ελπίδα επιστροφής,ούτε κάν την υπόσχεση που αφήνουν οι δείκτες ενός ρολογιού,έτσι όπως με τις κυκλικές τους κινήσεις ξαναγυρίζουν στην ίδια θέση,άπειρες φορές μέσα στο χρόνο.

Αυτό το γύρω-γύρω που σου θυμίζει ανεμόμυλο,όταν κατεργάζεται τις μέρες μας αλέθοντας τη θλίψη τους,δίνοντάς μας ψωμι για να τραφούν οι φρούδες μας ελπίδες.

Οπως τα σκέφτομαι όλα αυτά,ξέρεις,ξεχνιέμαι και νομίζω πως απλώς άργησες λίγο παραπάνω από τα συνηθισμένα δέκα λεπτά... κι απόψε.

19 Οκτωβρίου, 2009

Lasciando la mia citta'

Per le strade affollate
nel fresco del pomeriggio
le impazienti lanterne
pian piano fan cadere
le prime gocce di luce
Stanco il giorno finira'
e questa e'una promessa
che in questa vecchia citta'
sta venendo la sera
con la sua nuova realta'
o una bugia piu'sincera

Nobili cittadini e farabutti
siamo sicuri d essere vivi
oppure forse siamo tutti
statue mobili improfumate
in cari abiti da sera estivi
che sulle nostre passeggiate
lasciamo-come impronte
quei nostri lunghi discorsi
le nostre frasi invecchiate
forti risate,vecchi rimorsi
parole volanti dimenticate

Siete voi a non parlar piu'
o sara' che vi detesto?
tanto non c'e'differenza
e credo che sia piu onesto
preparare la mia partenza
da'sto posto insignificante
che mi vuole trattenere
senza mai offrirmi niente
neppur un po' di tenerezza
oltre questa prima pioggia
che cade sottile,snella
calda e dolce mi accarezza

Qualcuno mi passa vicino
e mi lascia un saluto
io gentilmente m'inchino
senza aver ben'udito
senza aver visto nessuno
cos'e'che mi hann detto
un arrivederci o un addio?
forse fra i rumori vuoti
ed il silenzio eloque
a parlarci siam rimasti
questo frastuono ed io.

Les feuilles mortes

">





Erroll Garner - Misty



Erroll Garner-ο βιρτουόζος

18 Οκτωβρίου, 2009

Blue moon - Frank Sinatra



BLUE MOON

Blue moon
You saw me standing alone
Without a dream in my heart
Without a love of my own
Blue moon
You know just what I was there for
You heard me saying a prayer for
Someone I really could care for

And then there suddenly appeared before me
The only one my arms will hold
I heard somebody whisper please adore me
And when I looked to the moon it turned to gold

Blue moon
Now Im no longer alone
Without a dream in my heart
Without a love of my own

And then there suddenly appeared before me
The only one my arms will ever hold
I heard somebody whisper please adore me
And when I looked the moon had turned to gold

Blue moon
Now Im no longer alone
Without a dream in my heart
Without a love of my own

Blue moon
Now Im no longer alone
Without a dream in my heart
Without a love of my own

Ποιός είμαι εγώ; (Λένε για μένα)

"Re: ΤΙΤΛΟΙ ΤΕΛΟΥΣ
Το ζήτημα είναι ότι η αξιοπρέπεια λείπει από το άτομο σου και έχεις καβαλημένο το καλάμι , για μένα όσοι γράφουν ποίηση είναι ποιητές , έχει καλούς και κακούς , όπως και ανθρώπους καλούς και κακούς όπως και γιατρούς καλούς και κακούς .
Είναι η τέταρτη ιστοσελίδα που κάνεις μπουρδελο όλες σε έδιωξαν , εγώ δεν το έκανα γιατί πίστεψα ότι σήκωνε θεραπεία με λίγη καλή ψυχανάλυση θα έστρωνες , η κατάσταση σου είναι όμως γάματα ! καταπιεσμένες ορμές και ένστικτα στην παιδική ηλικία βγαίνουν τώρα στο γήρας και ξινίζεις και μυρίζεις , ο λογαριασμός σου απενεργοποιείται από τώρα μέχρι να κάνω σούμα των γραπτών σου και να σβηστούν όλα απαξ δια παντός και από εδώ και από το παλιό ανεμολόγιο.
Για όσους συνεχίσουν θα είναι σαν να μην πέρασες ΠΟΤΕ. "

True Romance

“Back on Monday”
Guy Burgess

Κάποια μέρα την άφησε να γεράσει ανενόχλητη, με την ησυχία της. Να τελειώνει τέλος πάντων μ' αυτή τη μίζερη ζωή που της είχε απομείνει...
Έβαλε σ' εφαρμογή τα σχέδιά του, τα γνωστά της κάθε απόδρασης:λίγες αποσκευές, πολλά χρήματα. Η συγκίνηση των τελευταίων στιγμών πάει με τον αποχαιρετισμό. Πλάι-πλάι πάνε αυτά. Και...αυτά . Α! Ναι ,ο τελευταίος ασπασμός.
”Επιστρέφω σε μιά βδομάδα”, της είπε…
Έκλεισε αργά την πόρτα πίσω του και γυρνώντας λίγο από 'δω, λίγο από 'κει πέρασαν έτσι επτά μήνες. Τελικά άρχισε να το σκέφτεται: Μήπως μπορούσε να γυρίσει τώρα;
Κάποτε, πράγματι,αποφάσισε να επιστρέψει νομίζοντας-ίσως και όντας σίγουρος-ότι θα την έβρισκε νεκρή πια. Χρόνια τώρα παράλυτη...ούτε που μιλούσε. Απλώς καταλάβαινε σκόρπιες λέξεις μέσα στις φράσεις και η αναπνοή της σταματούσε πότε-πότε για λεπτά ολόκληρα να φανταστείς! Οι σπουδαίοι γιατροί είχαν "δώσει" ξεκάθαρα έξι μήνες ζωής στη δύστυχη νέα γυναίκα...Πήγαινε στα σίγουρα.
Εν τούτοις την βρήκε στην ίδια ηλικία ,ίσως και σε καλύτερη κατάσταση από πλευράς πνευματικής διαύγειας αλλά και κινητικότητας ,καθισμένη σε μια καρέκλα κοντά στην πόρτα. Τον υποδέχθηκε μ' ένα χαμόγελο: "Επιτέλους ήρθες ! Τώρα που τελείωσαν όλ' αυτά."
Τόσο αμήχανα ένιωσε που κατάφερε μόνο να ψελλίσει:”Είδες; Σου το είχα πει πως θα γυρίσω”.
Kάθησε κοντά της, της έπιασε το χέρι και τη φίλησε στο μέτωπο. Κοίταξε έξω απ το παράθυρο και μετά ,γυρνώντας προς εκείνη ,της υποσχέθηκε πως αυτός δεν θα έφευγε ποτέ πιά. Μάλιστα προθυμοποιήθηκε ,μετά χαράς ,να τη βοηθήσει με τις δικές της αποσκευές και να φροντίσει όλες τις ανιαρές διαδικασίες της αναχώρησής της.

Το άρωμα των πραγμάτων

Οταν σε σκέφτομαι,τώρα, δεν έρχεται πια καμία εικόνα σου στο νου μου. Ούτε και δική μου εικόνα έχω όταν θυμάμαι τον παλιό καιρό.
Ακούω μονάχα τις φωνές απο τις βραδιές που ζήσαμε, χαρήκαμε και που πέρασαν...και γέρασαν.
Τις ακούω συχνά, το ξέρεις; Φτάνουν σε μένα σχεδόν κάθε βράδυ από κάποιο παράθυρο, όλο και πιό μακρινό από το δικό μου. Να,βλέπεις, το "παράθυρό μας" λέγεται τώρα πιά "παράθυρό μου".
Έκανα πολλές προσπάθειες να αλλάξω τα δωμάτια έτσι ώστε ο ήχος της μουσικής, τα φώτα από τις λάμπες να μην θυμίζουν πια τίποτα.
Παραμένουν, όμως, ακόμα μικρές γωνιές μέσα στο σπίτι όπου μπορώ να συναντήσω ευτυχισμένες εικόνες σου, σκόρπια κομμάτια, κάποιο χαμόγελο που περιπλανιέται ξεχασμένο. Παιχνιδίζουν όλα αυτά με τα δικά μου τα χαμόγελα που πεισματικά αρνήθηκαν να φύγουνε μαζί σου κι έμειναν εκεί για να με βάζουν σε σκέψεις, καθόλου δυσάρεστες πρέπει να ομολογήσω.
Είναι πολύς καιρός που δε φτάνουν πια σε μένα εκφράσεις και ματιές σου. Πολύ περισσότερο δεν φτάνουν ως εδώ τα χάδια σου.
Αυτό που μονάχα μπορώ να αντιληφθώ στον αέρα, πολύ αόριστα, είναι η παρουσία σου, εκείνο το άρωμα που κλέψανε τα πράγματα ολόγυρά μας.
Φτάνει σε μένα κάθε βράδυ από κάποιο παράθυρο. Ένα παράθυρο που κάθε βράδυ ξεμακραίνει από το δικό μου.
Είναι αυτή η παρουσία σου που κάθε βράδυ κάποιος άλλος την έχει απαγάγει, φεγγάρι κρυμμένο, τυλιγμένο μέσα στα σύννεφα που όλο και κάποιος του φέρεται σκληρά και το κάνει να κλαίει, αναζητώντας πάλι εμένα.

17 Οκτωβρίου, 2009

Ο σώζων εαυτόν...



Όλο το παιχνίδι έχει ήδη χαθεί από τη στιγμή που αρχίζει να ακούγεται τριγύρω αυτό το αναθεματισμένο "ο σώζων εαυτόν σωθήτω". Αυτός ο πανικός,η κλαγγή των πεών που έλεγαν οι γραφικοί της ψυχανάλυσης. Αυτό το σύνθημα του αλυτάρχη που λέει "σωθείτε,ει δυνατόν όλοι" κι έτσι σας ενώνει αλλά μπορεί και να σας χωρίσει: "σωθείτε,ακόμα κι ο ένας εις βάρος όλων των άλλων". Αρχίζουν τότε οι πλάγιες ματιές. Ποιός θα πληρώσει τη δική μου σωτηρία; Για ποιανού τη σωτηρία θα πάω εγώ αδιάβαστος;

Γι αυτό σου λέω,είναι να μη φτάνει εκείνη η στιγμή. Οι σωσίβιες λέμβοι κατεβαίνουν-σίγουρα- αλλά κάνουν αυτόν τον εκκωφαντικό θόρυβο που σε παραλύει. Λες και φοβάσαι πως η λέμβος θα πέσει στο κεφάλι σου. Μερικά πράγματα είναι φτιαγμένα για να μας σώζουν κι έτσι τ'αντιπαθούμε εξ ίσου με όλα τα κακά απο τα οποία μας απαλλάσσουν αφού,στο μυαλό μας,τα συνδέουμε μεταξύ τους. Ο φόβος φέρνει την αντιπάθεια. Ο φόβος για το σωτήρα. Γιατί μοιάζει να μην έχει τελικά τόσο πολύ σημασία η σωτηρία! Εσυ π.χ. τι θα προτιμούσες; Μια μάχη για τη σωτηρία που θα κρατούσε ώρες η ένα θάνατο που θα τέλειωνε σε κλάσματα δευτερολέπτου;
Να το θέσουμε κι αλλιώς:

Μετά από ένα χρόνο σε κώμα έρχεται κάποιος και σε "ξυπνάει". Να κάνεις τι; Ο κόσμος σ'έχει ξεχάσει, πέρασε την οδύνη της απώλειάς σου κι εσύ επανέρχεσαι... ανανεωμένος για να ξαναβρεθείς εκ νέου αργότερα στο χείλος του γκρεμού δημιουργώντας πάλι απ'την αρχή όλον αυτόν το δυσάρεστο θόρυβο γύρω από το άτομό σου...Μια ζωή με δυο θανάτους. Αλλη δουλειά δεν είχες;! Αν ήτανε στο χέρι σου, μου φαίνεται, δε θα ξεκόλλαγες ποτέ από δω. Χίλια χρόνια θα καθόσουν να παίζεις αυτό το παιχνίδι, το φεύγω-κάθομαι, χάνω-κερδίζω. Αρχίζω να πιστεύω πως είσαι ένας αθεράπευτα νάρκισσος που θα επέμενε να συνεχίσει να ζει έως και πεντακοσίων ετών πιστεύοντας πως είναι αγώνας για επιβίωση αυτό το σύρσιμο της κοιλιάς στο έδαφος με τους περίτεχνους ελιγμούς.

Ναι αλλά έτσι, επειδή όλοι μας θέλουμε να ζήσουμε -αν γίνεται- αιώνια, φτάνει κάθε τόσο η στιγμή που ακούγεται εκείνο το αναθεματισμένο, που σαν ταμπελίτσα με παροιμίες στον τοίχο μιάς ταβέρνας κρεμασμένη, δίνει το σύνθημα: "ο σώζων εαυτόν σωθήτω", λες και πρόκειται για κάτι απλό, σαν το "η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά".

Όλο τα ίδια

Προτού αρχίσουμε να γράφουμε ένα κείμενο πρέπει να φανταστούμε τον μελλοντικό αναγνώστη του: κουρασμένος, βαρεμένος από τα ίδια και τα ίδια που διαβάζει από όλους αυτούς τους συγγραφείς, βιαστικός γιατί έχει κι άλλα πράγματα να κάνει. Έπειτα υπάρχει και το porn στο διαδίκτυο.

Απεσταλμένος

Ο απεσταλμένος της αγκαλιάς μου
Περνά από το καλοκαίρι σου
Εκεί κουρασμένος ξεπεζεύει
Να μαζέψει φωτιά καί στάχτη
Από ένα φλογισμένο βράδυ
Μα μόνο για μια μικρή στιγμή!
Έπειτα καβαλικεύει πάλι
Ταξιδεύει μέχρι το φεγγάρι
Το μυρίζει σαν λουλούδι
Γυρίζει ύστερα, με βλέπει
Και προχωράει πιο πέρα.

Όλο και πιό σπάνια


Οταν, καμμιά φορά, τύχαινε να σε ξαναθυμηθώ μικρέ Αλεξανδρε, μικρούλη, τότε αναρωτιόμουν πού θα μπορούσα πια να σε βρω. Και σ'έψαχνα, μα πάντα εις μάτην...μα πού θα μπορούσες να'χεiς χαθεί;

Σ' έψαξα -συνεσταλμένο παιδί- σ'όλη την επικράτεια της γενέτειράς σου κι έξω απ'αυτήν, σε νηπιαγωγεία και σχολεία, εκεί που μάθαινες να μιλάς μια ξένη γλώσσα, γλώσσα βαρβάρων. Εκεί μου είπες πως ήσουν αλλά δεν σε βρήκα...

Από το γυμνάσιο στο πανεπιστήμιο, μακρινές αποστάσεις, νυσταγμένα λεωφορεία, θλιβερές σκέψεις φοιτητιώσης φιλοσοφίας με ιστορίες απο ανώφελες και ψεύτικες επαναστάσεις.Τίποτα, ούτε κι κει σε βρήκα...

Στις υπαίθρους της πρώιμης ιατρικής σου και τις σωσίβιες νύχτες σου εξαφανιζόσουν διαρκώς -άφαντος. Στα στρατιωτικά πρωινά των εγερτηρίων, δακρυσμένος σε στάση προσοχής υπο τους ήχους εθνικών ύμνων ξένων για τ'αυτιά και την καρδιά σου... Ούτε εκει σε πήρε το μάτι μου,να ξέρεις!

Στις φυλακές και τις λαθραίες φιλίες σου, σε αναπάντεχες νύχτες ομηρίας έτοιμος, λες, και βέβαιος πως ήρθε η ωρα σου να πεθάνεις. Λάσπη απο πρέζα,φάρμακα κι αστυνομία. Συμπάσχων,αμφιθυμικός κι αηδιασμένος.

Ολα μαζί. Κανείς δεν σε είδε, κανείς δεν ήξερε τίποτα για σένα...Επειτ'απο όλα αυτά σ' έψαξα σαν πατέρα, πια, με το καροτσάκι του μικρού σου γιού, με τα ποδήλατα και τ'ατέλειωτα παιγνίδια με τη μπάλα, την μπαμπαδίστικη τρυφερότητα που παρακολουθεί μικρούτσικα δοντάκια να ξεφυτρώνουν δειλά-δειλά σ' ενα κρύο αλφάβητο. Αγχώδης πατέρας:"τι θ'απογίνει άραγε ο γιός μου;".

Υστερα: κλειστά πάρκα, άδειοι κήποι. Ούτε ίχνος σου...

Και η ανάπαυσή σου; το άδειο κρεββάτι, οι λευκές νύχτες, οι παλιοί καναπέδες με τις στάχτες και τις μπύρες; Τίποτα...τίποτα κι αναρωτιόμουν: πού τις είχες αφήσει εκείνες τις περίφημες νύχτες σου, που τόσο σ'άρεσε να αφηγείσαι;

Εν τέλει, σιγά-σιγά, σχεδόν σε ξέχασα.

Σε σκέφτομαι και τώρα που και που μα, τώρα πια, μου συμβαίνει όλο και πιο σπάνια. Τώρα δεν μ'ενδιαφέρει πια τίποτα, κανένας. Οχι, ούτε κι εσυ, μικρούλη μου Αλέξανδρε. Μικρούλη, μικρούλη...

Ολο και πιο μικρούλης γίνεσαι μέσα μου. Τόσο που νομίζω πως μπορώ να λέω στον εαυτό μου πως,ναι,σ'έχω εντελώς λησμονήσει. Και τώρα που σ'έχω πλέον...λησμονήσει,ξέρεις, ακριβώς τώρα -τι παράξενο!- μου φαίνεται πολύ πιο εύκολο να σε ξανασυναντήσω.

Μια θάλασσα μέρες

Κάθε μια μέρα της ζωής μου
μοιάζει τραγούδι διαφορετικό
σαν τη θάλασσα
Άλλοτε ζεστή αγκαλιά
άλλοτε κρύο κρεβάτι
τη μια γαλάζια αγάπη
την άλλη πράσινη απαντοχή

Αλλά,ταυτόχρονα,
κάθε μια μέρα της ζωής μου
σαν τη θάλασσα
είναι πάντα αλμυρή
γεμάτη βράχια κοφτερά
λίγο πολύ ταραγμένη
πολύ λίγο γαλήνια

Απο καιρό σε καιρό
πέφτει απάνω της μια πέτρα
που σβήνει τα περασμένα
με τη στιγμιαία αρμονία
της χαρούμενης γεωμετρίας
των ομόκεντρων κύκλων
που ευγενικά με φυγαδεύουν

Η πορεία

Συνταχθείτε πίσω μου
Ηλίθιοι όλων των εποχών
Και όλων των ρευμάτων
Πλανημένοι των ιδεών
Νόθοι απόγονοι των ειδών
Έκθετοι και παρατημένοι
Στα κατώφλια των πορνείων
Μονόφθαλμοι και αόμματοι
Βαρήκοοι και κουφοί
Με τα βιβλία σας οι μεν
Και οι δε τις μουσικές σας
Γιατί εδιάλεξα εσάς
Να οδηγήσω με σιγουριά
Στο τέλειο σκοτάδι
Και την απόλυτη σιωπή
Στον τελικό προορισμό σας
Στη Γη της Επαγγελίας σας
Και τόπο αφανισμού σας
Βαθιά στη χαράδρα των Μαριαννών
Όσους από σάς επιζήσουν
Της Σκύλλας,της Χαρύβδεως
Και της Σφιγγός

14 Οκτωβρίου, 2009

Οι τροχιές του δίσκου




Είχαν ένα τεράστιο κήπο κάποτε οι γονείς του φίλου μου, του Γιώργου. Παράξενοι γονείς … Δεν έμοιαζε καθόλου σε κανέναν από τους δυο τους. Εκείνη την εποχή πάντως το συνηθέστερο ήταν να βρίσκουν όλοι χαρακτηριστικές ομοιότητες ανάμεσα σε γονείς και τέκνα.

Στα σαλόνια, στις συγκεντρώσεις των μεγάλων οι μεν άρρενες μιλούσαν για τα πολιτικά πράγματα και οι γυναίκες περιαυτολογούσαν μέσω των αρετών των παιδιών τους, ημών δηλαδή. Εκείνοι συζητούσαν για τον κόσμο ολόκληρο ενώ εμάς το μυαλό μας ήταν στο πώς θα βρούμε την ευκαιρία να βρεθούμε στο δικό μας κόσμο, τον κήπο.

Τα πέντε παιδιά, εμείς, εκεί έξω βγάζαμε όλα τα ρούχα μας κι αρχίζαμε εκείνο το πέταγμα του δίσκου που με τις απρόβλεπτες τροχιές του ξεγελούσε εύκολα τον επίδοξο διεκδικητή του.

Τότε τα γέλια ήταν δυνατά και χωρίς σταματημό. Το πιο ηχηρό γέλιο ήταν του Γιώργου, εκείνου που μας μάζευε στον κήπο του σχεδόν κάθε απόγευμα. Παίζαμε με καρδιά τότε και με ψυχή. Επόμενο λοιπόν ήταν, το πρώτο καλοκαίρι μετά τον αιφνίδιο χαμό των γονέων του, τα χαχανητά και τα ποδοβολητά στον κήπο να γίνουν πιο αραιά ,πιο υποτονικά και μεγαλίστικα τρόπον τινά. Το παιγνίδι σταματούσε κάθε τόσο για κάποιο λόγο λες και κάθε τρείς και λίγο κρατούσαμε… ενός λεπτού σιγή.

Επειδή εκ φύσεως ήμουν παιδί που διάλεγε να μπαίνει στο πετσί του χτυπημένου κι όχι του παρηγορητή του, η όρεξή μου για παιγνίδι είχε ουσιαστικά εκμηδενισθεί. Ένας απλός παρατηρητής είχα γίνει των περίεργων τροχιών που έκανε ο δίσκος: απογεύματα ολόκληρα δεν κατάφερνα να πιάσω στον αέρα ούτε μια φορά εκείνο το πλαστικό πιατάκι και τα κορίτσια της παρέας γελούσαν δυνατά.
Τα βράδια στο σπίτι μου πριν πέσω για ύπνο παρακαλούσα το Θεό να κάνει κάτι για να ξαναγυρίσουν τα πράγματα όπως πρώτα. Κοιτούσα την εικόνα πάνω από το κρεβάτι μου έντονα προσαρμόζοντας το βλέμμα μου έτσι ώστε να γίνει η προσευχή μου πιο… αποτελεσματική.

Η απογοήτευση, που εισέπραττα την επόμενη μέρα, σιγά-σιγά άρχισε να με φθείρει. Παραμελούσα το σχολείο και τις περισσότερες ώρες στο δωμάτιό μου τις περνούσα σκεπτόμενος τι θ’ απογίνει ο φίλος μου. Κάπου-κάπου άκουγα το κλάμα του μέσα στην ησυχία της νύχτας και στα όνειρά μου τον έβλεπα ρακένδυτο κι αποστεωμένο. Μόνο και παραμελημένο, αφημένο στον «σκληρό αυτό κόσμο όπου όλοι έχουμε ανάγκη κάποιον άλλον». Από το παράθυρό μου έβλεπα το δωμάτιό του. Δάκρυζα στο άκουσμα του “You ‘ll never walk alone” που έτυχε εκείνη την εποχή να πρωτοακούσω, στο ραδιόφωνο, από το μιούζικαλ "Carousel".

Στην πραγματικότητα, με το πέρασμα του χρόνου, ο φίλος μου δεν ήταν πια και τόσο πολύ απελπισμένος. Υπήρχαν φορές που μ’ έπαιρνε τηλέφωνο κι έμοιαζε να θέλει να μου αποσπάσει την προσοχή με τα «νέα» του. Έφερνε την κιθάρα του κοντά στο ακουστικό κι έπαιζε κάποιο κομμάτι που είχε τελειοποιήσει με τη σκληρή μελέτη που έκανε κοντά στο θείο του ο οποίος τον είχε αναλάβει με σκοπό να μην του λείψει τίποτα.

«Έχεις καταντήσει να στενοχωριέσαι περισσότερο εσύ παρά αυτός ο ίδιος» μου έλεγαν οι άλλοι -είχαμε πια μπει για τα καλά στην εφηβεία- ξεχωρίζοντας καθένας μας τη στενοχώρια τη δική του από τις στενοχώριες των άλλων. Οι αγκαλιές είχαν παραχωρήσει τη θέση τους στις θερμές χειραψίες.

Ο καιρός είχε περάσει κι όλοι κάναμε τα σχέδιά μας για το μέλλον. Νομικές, ιατρικές, στρατός… Τυπικά έκανα κι εγώ σχέδια (απλά συμφωνώντας με τις επιθυμίες του πατέρα μου) κι έκανα φιλότιμες προσπάθειες να είμαι μελετηρός για να έχω την ησυχία μου. Οι γέροι ησυχάζουν όταν έχουν μελετηρά παιδιά.

Τα επόμενα χρόνια πέρασαν πολύ γρήγορα σε σχέση με εκείνη την αιωνιότητα των πρώτων χρόνων και μάλλον αυτό είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο. Σπούδασα, μπήκα στην αγορά εργασίας, έκανα οικογένεια. Απέκτησα και τρία παιδιά. Από τα λεγόμενα καλά παιδιά. Με πραγματικές θυσίες, οικονομικές και ηθικές και βάζοντας αρκετό νερό στο κρασί μου απέκτησα κι εγώ ένα σπίτι με ένα μεγάλο, πολύ μεγάλο κήπο. Στον κήπο αυτό έμαθα τα παιδιά μου να παίζουν με τους φίλους τους το παιγνίδι με το δίσκο. Υπάρχει και χώρος εκεί για να κάθομαι σημειώνοντας σε σκορπισμένα χαρτιά ό,τι μου έρχεται στο κεφάλι.

Τους φίλους μου τους έχασα σχεδόν όλους. Αν πω τους ξέχασα θα είμαι πιο ακριβής. Θα φανεί παράξενο αν σας πω ότι, καμιά φορά, θυμάμαι εκείνον, το Γιώργο, όταν τα παιδιά παίζουν με το δίσκο τους και κάποια άτσαλη βολή φέρνει το δίσκο κοντά στα πόδια μου; Τότε τα παιδιά τρέχουν κοντά μου, ρωτώντας ποιανού το χατίρι έκανε ο δίσκος.

Πιστέψτε με, πάντα ανάμεσα σ’ αυτά τα παιδιά υπάρχει ένα που κλαίει. Το κρατάω για λίγο στην αγκαλιά μου, για να το ξεκουράσω δήθεν. Η αλήθεια είναι πως, ανάμεσα στους λυγμούς του και τους δυνατούς χτύπους της καρδιάς του, εγώ ταξιδεύω πίσω σ’ εκείνα τα χρόνια, τότε που κάθε απώλεια στοίχιζε το ίδιο. Στοίχιζε τα πάντα!

Ναι, σ’ αυτόν τον κόσμο τελικά, όλοι χρειαζόμαστε κάποιον. Έστω και για μια μόνο φορά. Κάποιον που να μας προφυλάξει ακόμα κι από ένα ασήμαντο πόνο.Χωρίς ψέματα όμως, ούτε ανόητες ελπίδες. Κάπως αλλιώς, ίσως με ένα τραγουδάκι:

"When you walk through a storm … you ‘ll never walk alone"
Όταν σε μια μπόρα βρεθείς,να ξέρεις,ποτέ δεν θα πορευτείς μόνος.

Παιδική ηλικία




Σπίτι μακριά από τ' άλλα σπίτια
εκεί περνούσαν οι μέρες
παράθυρο ορθάνοιχτο απ' τον αέρα
οι κουρτίνες γκρίζες σημαίες

Κοιτούσα το χωριό που σκούριαζε
καθώς έπεφτε ο ήλιος
κόσμος ολόκληρος το δωμάτιο
παλιά παιγνίδια και χειροτεχνίες

Με το πρόσωπο μες τις παλάμες
ψιθύριζα τις προσευχές μου
οι τραχειές φωνές των βοσκών
σκόρπιζαν τις λίγες γραμμές μου

Όταν η ώρα περνούσε, οι καμπάνες
σήμαιναν το θάνατο της κάθε μιας μέρας
έφτανε η ώρα να στήσω τ' αυτί μου
ανασαίνει τάχα ακόμα ο πατέρας;

Ελευθέρωνα έπειτα την ψυχή μου
την άκουγα να φεύγει μονάχη
με ένα θρόισμα μακρόσυρτο
σπουργιτιών πέταγμα μέσα στα στάχια

13 Οκτωβρίου, 2009

Ανταρσίες των λέξεων

Οι παράγραφοί μου πέφτουν θύματα ανταρσίας
από τις ίδιες τους τις προτάσεις.
Οι προτάσεις μου πέφτουν θύματα ανταρσίας
από τις ίδιες τους τις λέξεις
Οι λέξεις μου πέφτουν θύματα ανταρσίας
από τα ίδια τους τα γράμματα.
Στο τέλος τα γράμματα
από ιδιοτελείς λόγους κινούμενα
σχηματίζουν δικές τους λέξεις
φράσεις και προτάσεις.
Τώρα νέες κουβέντες παράξενες, αυστηρές
έρχονται για να με κρινουν.
Γίνονται εκείνες οι πρώτοι μου κριτές.
Εγώ ήδη μίλησα
Eίναι η σειρά τους
Κι εγώ είμαι ο στόχος τους.

Raramente



Quando mi capitava di ricordarti
Piccolo Alessandro, piccolissimo
Mi chiedevo sempre dove trovarti
E ti ho cercato, sempre in vano
Ma che fine avrai fatto?
Ti ho cercato -bambino- per tutt' Italia
Ed altrove,
Negli asili, nelle scuole
Mentre imparavi a parlare
Daccapo un altra lingua strana
«Brutta parlata di gente rozza »
Neanche li' ti trovai
Dalla scuola media, all' universita'
Lunghe distanze, autobus insonnolito
Pensieri tristi, filosofia studente
Storie di inutili, false rivoluzioni
Niente ...non ti trovai. Niente...
Sulle montagne di medicina precoce
Sparivi continuamente, notti salvagenti
In mattinate militari, sull' attenti
Lacrimoso sotto un inno estraneo
Neanche li ti trovai.
Nei carceri e le amicizie bandite
Notti in ostaggio pronto a morire
Fango di droga, polizia e medicine
Compassione, schifo, ambiguita'
Niente notizie di te.
Ti cercai -padre ormai- col carrozzino
Biciclette, lunghe partite di pallone
Denti che spuntano in freddo alfabeto
Ansioso padre "cosa fara mio figlio?"
Giardini vuoti...non ti trovai.
Il tuo riposo,
Quel letto vuoto, notti bianche
Divani vecchi, cenere e birra
Dove hai passato le notti famose
Che ti piaceva raccontare?
Non ti ho piu' visto da allora
Cosi', poi ti ho dimenticato
E ti penso ormai molto raramente
Ora non m'importa ormai piu' niente
Piu' nessuno. Tu neanche
Mio piccolissimo Alessandro
Piccolo, piccolo, sempre piu piccolo
Ed ora che ti ho dimenticato, sai
Pare piu' facile ritrovarti