20 Ιουνίου, 2011

Τα του Καίσαρος




Βρέφη απαθή, ακίνητα,
έχουν στο πρόσωπο ρυτίδες
κείτονται στο έδαφος πεσμένα
από κόλπους μανάδων
που γέννησαν απρόθυμα, πρηνείς
μεθυσμένες από γενική αναισθησία
υπολείμματα καισαρικής τομής

Ένα μικροσκοπικό χέρι απλώνεται
τυφλά μέσα στο σκοτάδι
αγγίζει απαλά τα πλευρά τής γυναίκας
που βαθιά ακόμη κοιμάται
μα στον αέρα μετέωρο μένει το χάδι
κι εκεί η συνάντηση τελειώνει

Η νύχτα είναι η ώρα τών μεταναστών
κι όλων όσων η ταυτότητα γράφει
πως είναι ταγμένοι εκσκαφείς σκουπιδιών
χαρτοπαίχτες και άυπνοι γέροι
νυχτόβιοι, μεσήλικες βοσκοί πορνών
που ψαρεύουν πάντα στα ίδια μέρη

Οι πόρνες αγαπούν κι αυτές
τού αντρός τους το νοιάξιμο έχουν
μα όταν έρθει η ώρα εκείνου τού ραντεβού
αλλάζουν στάση, ξαπλώνουνε πρηνείς
αναισθησία γενική - μεθύσι
και αποβάλλουνε στον κόσμο
υπολείμματα καισαρικής τομής

5 σχόλια:

ΛΥΧΝΟΣ ΚΑΙΟΜΕΝΟΣ είπε...

ανατριχιαστικά όμορφο!

Ανώνυμος είπε...

Έξοχο, δυστοπικό ποίημα.

Μπράβο.

Ντιντής

cloudsinthemirror είπε...

@ΛΥΧΝΟΣ
Ευχαριστώ πολύ.

@Ντιντής (;)
Ευχαριστώ κι εσένα, μικρέ(;) Ντιντή.

jokand είπε...

Αργείς να γράψεις αλλά όταν το κάνεις αξίζει η αναμονή!
Μεστός λόγος,γεμάτος ακμές και αιχμές,αλάξευτος,τεμαχισμένος δικαιολογεί απόλυτα τον τίτλο του ποιήματος.

(με έγδαρες πάλι...Αλεξένιε μου!)

Velvet είπε...

Να γραφεις συχνοτερα
-