Το δέντρο στη γωνία τού μικρού δρόμου τελευταία δεν ένιωθε καθόλου ευδιάθετο. Ένιωθε μάλλον παράξενα...Μάλλον κακό τού είχε κάνει το ότι είχε αποκτήσει -εδώ και κάνα μήνα- εκείνο το σφυγμό, εκείνο το σφυγμό που άρχιζε από τις ρίζες του και το διαπερνούσε ολόκληρο. Ένιωθε μέχρι και το τελευταίο του φύλλο να τραντάζεται από ένα ρυθμικό σκούντημα.
Στο φανάρι που είχε φυτρώσει δίπλα του, συμπέρανε πως πρέπει να είχε συμβεί κάτι παρόμοιο: άναβαν πάνω του -με τον ίδιο πάντα ρυθμό- τρία φώτα. Πράσινο, πορτοκαλί και κόκκινο, πάντα με την ίδια σειρά και σπάνια έμενε ολότελα σβηστό. Εκείνο όμως έδειχνε να έχει συμβιβαστεί με τους ρυθμούς του. Έμενε ακίνητο κι όταν άναβε το πράσινο έμοιαζε κι εκείνο με μικρό, μαδημένο δεντράκι.
Κοντά τους πολλές φορές οι περαστικοί πιάναν την κουβέντα. "Δέντρο μπροστά σε φανάρι, ακούς εκεί! Μπροστά έπρεπε να στέκει το φανάρι και πίσω του το δέντρο, για να έχει ορατότητα ο οδηγός που διασχίζει το δρόμο!". Μα -αν γινόταν- σιγουρα και θα άλλαζαν θέση. Θα το ζητούσε το ίδιο το δέντρο σίγουρα για να διευκολύνει τη δουλειά τού συντρόφου του. Δεν γινόταν όμως γιατί το φανάρι ήταν εκεί, στεκόταν χωρίς να χρειάζεται στη βάση του χώμα και νερό.
Μερικές φορές οι δυο τους συντονίζονταν με ένα περίεργο τρόπο: το σκίρτημα τού δέντρου συνέπιπτε με το άναμμα τού κόκκινου φωτός στο πάνω μέρος τού φαναριού. Ταρακουνιόταν τότε συγκορμο το δέντρο και παρατηρούσε τα αυτοκίνητα που αμέσως σταματούσαν. Μουσικές και ομιλίες τών οδηγών όλο και κάτι λέγαν. Συνήθως: "Μα για κοίτα αυτό το δέντρο... Ακριβώς μπρος από το φανάρι".
Αραιά και πού κάποιος φανατικός οικολόγος υποστήριζε το δέντρο. Έλεγε πως το φανάρι έπρεπε να είναι βαλμένο πιο ψηλά και στη μέση τού δρόμου και πως τα δεντράκια καλά κάνανε που ήσαν εκεί. Αυτό όμως δεν ήταν το πρόβλημα τού δέντρου μας το οποίο επώδυνα κάπως συνειδητοποιούσε πως ...έτσι απλά "απέκτησε καρδιά". Άρχιζε να νιώθει, να συγκινείται, να θυμώνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου