18 Αυγούστου, 2011

Παραλία απωλεσθέντων


Ροδοπέταλα έβρεξε το πρωί η καλοκαιρινή ημέρα μα μια λεπτούλα βέρα είχε χαθεί στην παραλία, ανάμεσα στα βότσαλα, από απροσεξία γυναίκας που κανένανε δεν αγαπούσε πια. Δεν ήταν σπίτι, τα ρούχα από το σκοινί τής έκλεψε φυσώντας ο αέρας. Η κατσαρόλα έμεινε αδειανή, δουλειά πολλή είχε να κάνει η νέα. Μα πρώτα πρώτα έπρεπε να ξαναβρεί τη βέρα!

Έγινε μεσημέρι κι ο ήλιος, από ψηφίδες χρυσαφιές, έπλεκε τής θάλασσας μια πανοπλία, να μην την πληγώνουνε οι βουτηχτές. Δυο σκιές απλώνονται, περπατούνε χέρι-χέρι και φιλιούνται ξαπλώνοντας γυμνοί στα ζεστά βότσαλα τής παραλίας. Βαρύς τού άντρα ο κορμός, και παραδίνεται η γυναίκα. Στην πλάτη της κάτι κολλά, απάνω στον ιδρώτα.

Βράδυ ήρθε, απρόσμενα ο ουρανός έβρεξε λίγες στάλες κι ένα φεγγάρι φάνηκε καινούργιο, αθώο και λεπτό - σαν κόμμα ανάμεσα σε λέξεις. Η μέρα τέλειωσε, ήταν αργά και οι εραστές σηκώθηκαν, βιαστικά να φύγουν. Τινάζει η γυναίκα από την πλάτη της να πέσουν λίγα πετραδάκια. Ξάφνου κύμα ψηλό κάνει θόρυβο σαν χτύπημα καμπάνας και δεν ακούει κανείς το "ντινγκ" που κελαηδά, πέφτοντας πάλι στα βότσαλα, η μικρή λεπτούλα βέρα.

2 σχόλια:

jokand είπε...

Μπράβο κλιντ...ξέρουμε να γράφουμε και εμείς τέτοια,καλύτερα, από μερικούς άλλους που θεωρούν τους εαυτούς τους ειδήμονες του είδους.

Ρομαντική αντρική γραφή!

cloudsinthemirror είπε...

Μύρισε βαρβατίλα...