Σαν τα κοράκια, που όπως έλεγε ο δάσκαλός μου, γερνούν αργά...θα έλεγε κανείς αρχίζουν να πεθαίνουν και το καταλαβαίνουν πως έχει έρθει η ώρα τους γιατί αρχίζουν να μην βλέπουν, μάλλον τυφλώνονται από το δυνατό φως. Κάθε μέρα βλέπουν και πιο λίγο, δεν αντέχουνε το φως. Πηγαίνουν και τρυπώνουν μέσα στις σπηλιές εκεί όπου μέσα στην σκιά μετρούν τα πούπουλα που πέφτουν από πάνω τους. Μέχρι να έρθει το οριστικό τέλος τους, τα άλλα γέρικα κοράκια, κοιτάζουν τίποτα να μην λείψει από τον κορακοζώητο μελλοθάνατο. Κάποιο κοράκι θα τού πάει φαϊ, κάποιο άλλο νερό στο στόμα, κάποιο θα χτίσει γύρω του ανάχωμα για να μην βρέχεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου