25 Δεκεμβρίου, 2011

Αυτοχ....

Μέρες που είναι... τι χειρότερο, τι πιο θλιβερό από μια αυτοκτονία μπορεί να ακούσει κανείς; Τι το χειρότερο μπορεί να συμβεί από το να μάθεις για κάποιον που έβαλε τέλος στη ζωή του; Ακόμα και να μη λυπηθείς το συνάνθρωπό σου, θα σε φάει η περιέργεια για το "πώς", το "γιατί" έγινε αυτό που έγινε.

Η εμπειρία λέει πως για την αυτοκτονία δεν πρέπει κανείς να μιλάει. Γι' αυτό ίσως είναι καλύτερα η ανάγνωση να σταματήσει εδώ. Mα γιατί, τι είναι; Μικρόβιο είναι και θα κολλήσουμε αυτοκτονίτιδα; Όχι αλλά είναι σίγουρο πως ακόμα κι αν (απλά) προσποιείσαι τον αυτοκαταστροφικό τύπο, ακόμα και τότε έχεις περάσει τη γραμμή, έχεις κάνει ένα βήμα προς την αυτοχειρία.

Δεν χρειάζεται κατ' ανάγκην να ερωτοτροπείς με την αυτοκαταστροφή. Θυμάμαι κάποιον ο οποίος ποτέ δεν είχε κατανοήσει τους (οιουδήποτε είδους) αυτόχειρες. Μάλιστα θεωρούσε δειλούς τους ανθρώπους που προβαίνουν σε τέτοιες πράξεις. Ο άνθρωπος αυτός έφυγε με τον ίδιο τρόπο τον οποίο απαξίωνε.

Ο Γκαίτε, με τον Βερθέρο και τους καημούς του, δημιούργησε ένα κύμα αυτοκτονιών μεταξύ τών αναγνωστών του στην Ευρώπη. Ένα κύμα αυτοκτονιών για ερωτικούς λόγους, μάλιστα. Η ροκ κουλτούρα έφερε στη μόδα την αυτοκτονία με πρώτους διδάξαντες τους αείμνηστους πατριάρχες της. Το "κενό" είπαν οδηγεί στην αυτοκαταστροφή. Η φύση τής ζωής, οι κενές σχέσεις, ο εχθρικός κόσμος, η ανέχεια, είναι όλοι καλοί λόγοι για να "την κάνεις", δε λέω όχι.

Όμως, πάνω απ' όλα, μη μιλάμε γι' αυτήν, μην την περιγράφουμε. Όλες οι περί αυτήν συζητήσεις τρυπώνουν στο μυαλό σου και κατασκηνώνουν εκεί. Σε μια στιγμή έντασης θα ενεργοποιηθούν και ίσως προκαλέσουν μια κίνηση που υπό άλλες συνθήκες δεν θα γινόταν πράξη. Σεβασμός σ' αυτή την πράξη: αν είναι να γίνει θα γίνει. Όμως δεν υπάρχει κανένας λόγος να γίνεται θέμα συζήτησης.

Κανείς πια να μην αναφέρεται ούτε καν στη λέξη "Αυτοχ....".


Ti sento

23 Δεκεμβρίου, 2011

Το μισό "βραβείο"



"Τα απομεινάρια μιας μέρας". Ενδιαφέρον βιβλίο πρέπει να είναι, σκέφτηκα. Κάζουο Ισίγκουρο, ο συγγραφέας. Τα Γιαπωνέζικα προϊόντα τα αντιπαθώ όλα: αυτοκίνητα, κινηματογραφικά έργα, κλιματιστικά. Εκτός από τα SEIKO. Αλλά να, "Τα απομεινάρια μιας μέρας"...

Μα δεν εννοούσε τα απορρίμματα μιας μέρας, τα σκουπίδια δηλαδή. Δεν έλεγε γι' αυτές τις σακούλες που βγάζουμε στο μπαλκόνι κι όταν βραδιάσει τις πετάμε στον κάδο τών απορριμμάτων. Για βιώματα μιλούσε ο συγγραφέας.

Το βιβλίο μού άρεσε λιγότερο κι από ένα Τογιότα Στάρλετ. Γιαπωνέζικο διήγημα γραμμένο (όχι μεταφρασμένο) στην Αγγλική. Άχρωμο, άοσμο. Αλλά ο τίτλος ...Πόσα αριστουργήματα δεν άντλησαν την αίγλη τους από τον τίτλο τους;

Ο τίτλος είναι ένα φοβερό δόλωμα. Μπορεί να χαντακώσει ένα βιβλίο (π.χ. ο Ηλίθιος), να εξυψώσει ένα άλλο (π.χ. ο Μεγάλος Ύπνος). Μπορεί πολύ μεγάλο ρόλο να παίξει ένας τίτλος. Προσωπικά μου αρέσει ο τίτλος (δυο ή τρεις το πολύ λέξεις) να είναι παρμένος μέσα από το κείμενο. Κι αν το κείμενο δεν διαθέτει δελεαστικές λέξεις, τότε πρέπει να τις σκαρφιστείς.

Και τότε πάλι όμως, τις λέξεις που σκαρφίστηκες για τίτλο, χώσε τις κάπου μέσα στο κείμενο. Το μισό "βραβείο" ο τίτλος το παίρνει!

20 Δεκεμβρίου, 2011

Ο καβάλος






Μέσα στο μικρό ραφτάδικο, λόγω στενότητας τού χώρου, ανέπνεα τη μυρωδιά τών σκούρων υφασμάτων και τών καλοτυλιγμένων κλωστών. Παρ' όλο που η δουλειά μου ήταν ένα καλό καθάρισμα τού μαγαζιού, μέσα-έξω και κυρίως τα τζάμια, μου έμενε χρόνος αρκετός για να παρατηρώ τις ράφτρες. 


Παρατηρούσα την εστιασμένη τους προσοχή, την φροντίδα που επεφύλασσαν για κάθε πόντο, λες και είχαν να κάνουν με πολύτιμο μετάξι που ούτε ένα χιλιοστό του δεν έπρεπε να πάει χαμένο. Τέτοια ακρίβεια και αρμονία στις κινήσεις! 


Ο τρόπος που εισερχόταν η βελόνα στο ύφασμα θύμιζε χάρισμα χειρουργού: έπρεπε η βελόνα να μπει σ' ένα συγκεκριμένο σημείο με την ίδια ακρίβεια που ο γιατρός χώνει τη σύριγγα ανάμεσα σε δυο σπονδύλους ή ανάμεσα σε δυο πλευρά - προσεκτικά μην τραυματίσουμε το ν. μυελό ή κανένα αγγείο.


Το τρίψιμο του τραχήλου τής Μολδαυής για να ξεπιαστεί, οι κινήσεις υπερέκτασης τού κορμού τής Αλβανίδας και τα τσιριχτά της Ελληνίδας που έδινε οδηγίες στα κορίτσια, ήταν οι καθημερινές εικόνες κι ακούσματα του μαγαζιού εκείνου. 


Τα κορίτσια ιδρωμένα μπαινόβγαιναν στο δοκιμαστήριο μέχρι ο καβάλος του κυρίου να είναι τέλειος. Τα πιο πολλά ρούχα εκεί μέσα ήταν παντελόνια κι ο καβάλος είναι το παν σ' ένα αντρικό παντελόνι. Κι όπου κι αν ρωτούσες, θα σου έλεγαν πως το μαγαζί εκείνο έφτιαχνε τον πιο καλό καβάλο.


Θυμάμαι, ήταν φορές που έφευγα από κει μέσα νιώθοντας κόκορας κουνιστός, ντιγκιντάνγκας κατά το κοινώς λεγόμενον. Ενίοτε μάλιστα ένιωθα, χωρίς να ξέρω το γιατί, κόκορας ολότελα μουνουχισμένος.