Ο Φαφφούττι κι ο Τζιγκουνέττι είναι δυο λιμπρεττίστες, από αυτούς δηλαδή που γράφουν τα λόγια που λένε τραγουδιστά στις όπερες οι τενόροι, οι σοπράνο κι οι μπάσοι. Ο πρώτος τσακώνει τον δεύτερο με ένα λευκό χαρτί μπροστά του κι έτοιμος είναι να τον περιπαίξει. Ο Τζιγκουνέττι κρύβει το χαρτί και προσποιείται πως έτοιμη έχει σχεδόν τη μισή όπερα, καμώνεται μάλιστα πως φοβάται μην τού κλέψουν την ιδέα.
Στην "πραγματικότητα" οι δυο λιμπρεττίστες δεν είναι παρά τα πρόσωπα μιάς όπερας κι όχι εκείνοι που τη γράφουν. Είναι, λέει, δυο συγγραφείς σε κόντρα διαρκή. Υποφέρουν όταν δε γράφουν και σ' αυτό το περίεργο, κωμικό ζευγάρι, η ενσάρκωση τής κριτικής -ο διάβολος ο ίδιος- είναι ο ένας για τον άλλον. Έχουμε λοιπόν δυο μπάσους: Τι άλλο θα ήταν ο διάολος σε μια όπερα;!
Αρχίζει ο Φαφφούττι, περιπαίζει ο άλλος σ' ένα ντουέττο αληθινό.
-Θα ήθελα να σου το δείξω μα δεν μπορώ
Πραγματικά είναι περίφημο, άσε το εδώ!
-Τι έγραψες πάλι
αρτίστρα μεγάλη;
-Έγραψα κείμενο μικρό
σαν το μαχαίρι αιχμηρό!
-Ω, τους κλασικούς θ' αντέγραψες πάλι
μήπως και σε θαυμάσουν όλοι οι άλλοι;
-Πνεύμα ταγμένο στην αντιλογία
ξένη σού είναι τού συγγραφέως η αγωνία!
-Γιατί παιδεύεις τον εαυτό σου
δεν βγάζει σήμερα ούτε ένα στίχο το μυαλό σου...
-Τι να το κάνω, όταν έχω στίχους ένα σωρό...
στην ανομβρία, αν επιζήσω, θα διακριθώ!
-Καλλιτέχνη μεγάλε, το δράμα μας
κανείς δεν καταλαβαίνει άλλος
o πόνος στην καρδιά είν' μεγάλος
όταν ένα ποίημα
ή μια άρια δεν βγαίνει
-Στην ανομβρία, αν επιζήσω, θα διακριθώ!
-Στην ανομβρία, αν επιζήσω, θα διακριθώ!
Οι δυο λιμπρεττίστες, αφού συμφώνησαν πως το δύσκολο είναι να γράφεις όταν δεν έχεις ιδέες, φεύγουν αγκαλιασμένοι. Η αυλαία πέφτει. Η πράξη τελειώνει. Στην επόμενη πράξη, όπως πάντα, ο τενόρος θα κατορθώσει τ' ακατόρθωτα κι η όπερα θα γραφεί.
Στην "πραγματικότητα" οι δυο λιμπρεττίστες δεν είναι παρά τα πρόσωπα μιάς όπερας κι όχι εκείνοι που τη γράφουν. Είναι, λέει, δυο συγγραφείς σε κόντρα διαρκή. Υποφέρουν όταν δε γράφουν και σ' αυτό το περίεργο, κωμικό ζευγάρι, η ενσάρκωση τής κριτικής -ο διάβολος ο ίδιος- είναι ο ένας για τον άλλον. Έχουμε λοιπόν δυο μπάσους: Τι άλλο θα ήταν ο διάολος σε μια όπερα;!
Αρχίζει ο Φαφφούττι, περιπαίζει ο άλλος σ' ένα ντουέττο αληθινό.
-Θα ήθελα να σου το δείξω μα δεν μπορώ
Πραγματικά είναι περίφημο, άσε το εδώ!
-Τι έγραψες πάλι
αρτίστρα μεγάλη;
-Έγραψα κείμενο μικρό
σαν το μαχαίρι αιχμηρό!
-Ω, τους κλασικούς θ' αντέγραψες πάλι
μήπως και σε θαυμάσουν όλοι οι άλλοι;
-Πνεύμα ταγμένο στην αντιλογία
ξένη σού είναι τού συγγραφέως η αγωνία!
-Γιατί παιδεύεις τον εαυτό σου
δεν βγάζει σήμερα ούτε ένα στίχο το μυαλό σου...
-Τι να το κάνω, όταν έχω στίχους ένα σωρό...
στην ανομβρία, αν επιζήσω, θα διακριθώ!
-Καλλιτέχνη μεγάλε, το δράμα μας
κανείς δεν καταλαβαίνει άλλος
o πόνος στην καρδιά είν' μεγάλος
όταν ένα ποίημα
ή μια άρια δεν βγαίνει
-Στην ανομβρία, αν επιζήσω, θα διακριθώ!
-Στην ανομβρία, αν επιζήσω, θα διακριθώ!
Οι δυο λιμπρεττίστες, αφού συμφώνησαν πως το δύσκολο είναι να γράφεις όταν δεν έχεις ιδέες, φεύγουν αγκαλιασμένοι. Η αυλαία πέφτει. Η πράξη τελειώνει. Στην επόμενη πράξη, όπως πάντα, ο τενόρος θα κατορθώσει τ' ακατόρθωτα κι η όπερα θα γραφεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου