31 Αυγούστου, 2010

Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη;



"What Is This Thing Called Love?"   Σαν να λέμε "Tι Eίναι Aυτό Που Το Λένε Αγάπη;"

Μπα... πάμε πάρα κάτω:

Ο πιό καλός φίλος είναι ποιός;

Ο πιό δυνατός, αυτός που έχεις πιό πολλή ανάγκη;

Μήπως ο πιό αδύναμος, αυτός που σ' έχει πιό πολλή ανάγκη;

Είναι το μαύρο μέσα στο άσπρο ή το άσπρο μέσα στο μαύρο;

Ο ...σκύλος ή η γάτα;

Το τόξο ή το βέλος;

Το σφυρί ή το καρφί;

Η καινούργια κολώνια ή το παλιό άρωμα;

Το σκοτάδι που σού θυμίζει πως πρέπει να 'σαι προσεκτικός ή το φως που σε αφήνει να περπατήσεις σίγουρος χωρίς δισταγμούς;

Τέλος, είναι η πανοπλία σου ή εκείνη η Αχίλλειος πτέρνα που τη βάφεις με φωσφόρο ώστε να είναι ορατή  στους εχθρούς στο σκοτάδι, δείχνοντας το θάρρος σου, όταν περπατάς μόνος στο σημείο τής ενέδρας;

Μάλλον είναι αυτή η μυστήρια λέξη που δε βρίσκω κι έτσι αφήνω ημιτελές το ανόητο σταυρόλεξο που, βαριεστημένος κι αδιάφορος, σπρώχνω κάτω από το κρεβάτι μου.


29 Αυγούστου, 2010

Κλοπή Πνευματικής Ιδιοκτησίας








Κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας.

Τι εικόνα μού έρχεται στο μυαλό ακούγοντας αυτή τη φράση...Ένας λαλημένος, ξιπασμένος, ένα ψώνιο δηλαδή που δούλεψε πάνω σε μια ιδέα, δημιούργησε ένα έργο και μετά κάθησε κοντά του να το φυλάει μην τυχόν και το αντιγράψουν ή μην τυχόν και το απολαύσουν οι άλλοι χωρίς να πληρώσουν. Να, όπως κάθονται εκείνες οι συμπαθείς γυναικούλες στην είσοδο τών αποχωρητηρίων και περιμένουν: 20 cents το ψιλό, 50 cents το χοντρό.

Η υπόθεση αρχίζει ήδη στραβά από τη στιγμή που ο δημιουργός θα μπει στο παρανοϊκό τριπάκι πως αυτό που δημιούργησε είναι τόσο αξιοζήλευτο που οι άλλοι θα σκεφτούν να το εκμεταλλευτούν-μάλλον αντιγράφοντάς το. Μα, έτσι κι αλλιώς, όποιος δημιουργεί κάτι δεν μεταφέρει μέσα στο έργο του κομμάτια άλλων έργων, τιμώντας έτσι τούς πριν από αυτόν δημιουργούς;

Η μεγαλύτερη τιμή για ένα δημιουργό είναι να τον αντιγράψουν. Μπορεί κι έτσι να το δει κανείς. Είναι μεγάλη αναγνώριση να σε αντιγράφουν κι επίσης είναι μια μεγάλη απόδειξη πως οι σκέψεις σου διεισδύουν, πετυχαίνουν το στόχο τους. Αυτά τα απλοϊκά σκέφτομαι όποτε βλέπω να αναφέρεται αυτή η φράση "Κλοπή Πνευματικής Ιδιοκτησίας".

Φίλοι συγγραφείς, αν τόσο πολύ θέλετε οι ιδέες σας και τα έργα σας να μείνουν δικά σας, το καλύτερο είναι να τα κρατήσετε στο σεντούκι σας. Τα πνευματικά έργα δεν πουλιούνται εκτός από καρμίρηδες σαν εσάς. Και στις Δέκα Εντολές το ίδιο θα κάνατε όπως είπαμε πιό πάνω: 20 cents το ψιλό, 50 το χοντρό.

Πότε θα γίνετε κι εσείς μια "Δωρεάν Παιδεία";  Έτσι φαντάζομαι την παντός είδους καλλιτεχνία. Κακώς;

26 Αυγούστου, 2010

Τεμπελιά


Έχει σχέση η κακή παιδεία με τη σαθρή ζωή, όπως αυτή που βλέπουμε να διαμορφώνεται; Κακή παιδεία εννοώ αυτό που συχνά αναφέρουμε σαν "έλλειψη παιδείας" (λανθασμένα κατά τη γνώμη μου). Με τόσα μέσα απόκτησης γνώσεων και παιδείας, θα ήταν άτοπο να ισχυριστούμε ότι βρισκόμαστε σε έλλειμμα παιδείας! Η γνώμη που έχω είναι ότι η καλή παιδεία υποχωρεί κάτω από το βάρος τής "κακής παιδείας", συνώνυμης με την "εύκολη και συμφέρουσα" παιδεία. Την πρόχειρη και χοντροκομμένη, δηλαδή.

Πολλοί θα έσπευδαν να δικαιολογηθούν για την κακή παιδεία τους λέγοντας ότι τώρα οι υποχρεώσεις μας είναι τέτοιες που δεν αφήνουν περιθώρια για καλή παιδεία κι άλλα τέτοια ...σαβουαρ βιβρ. Όντως, μια ζωή που σου ζητά να αντιδράσεις σε πολλά ερεθίσματα είναι αυτή που θα σε ωθήσει να φερθείς περισσότερο βιαστικά και λιγότερο "κομψά".

Π.χ. ένα οικοδομικό τετράγωνο που "βρίσκεται στο έλεος" πενήντα παρκαρισμένων αυτοκινήτων που "πρέπει να παρκάρουν γύρω του, γύρω στο πεζοδρόμιο, πάνω στο πεζοδρόμιο" θα σού δώσουν την εντύπωση πως οι οδηγοί τους δεν έχουν παιδεία. Θα κατηγορήσεις τον οδηγό που πάρκαρε άτσαλα. Μήπως όμως φταίει ο μεγάλος αριθμός αυτοκινήτων που αντιστοιχεί ανά οδηγό;  Μηπως φταίει ο οδηγός που για διευκόλυνση αγόρασε 3 αυτοκίνητα; Ένας άσκοπος υπερκαταναλωτισμός μήπως;;; Μια άχρηστη λεκάνη τουαλέτας στο πεζοδρόμιο..."σιγά, τι θα πάθουμε;"

Εδώ χρειάζεται λίγη σκέψη από εκείνους  βέβαια που συμφωνούν πως η ζωή φθίνει, ξεφτίζει, μερικές φορές γίνεται ανυπόφορη.  Ούτε καν θα προσποιηθώ πως δέχομαι  την άποψη πως "η ζωή δεν φθίνει, τουναντίον γίνεται όλο και καλύτερη". Άλλωστε κι εκείνοι που πιστεύουν πως η παρούσα ζωή υπερτερεί τής παλιάς, μερικές στιγμές αναπολούν την παλιά Αθήνα, τον παλιό Πειραιά κ.λπ.
Αμέσως όμως "συνέρχονται" και -δύσκολοι οι καιροί για πρίγκηπες"- σύντομα θα αδράξουν την ευκαιρία για να κάνουν τη ζωή τους πιό "απλή" και θα ξεχάσουν τις ρομαντικές τους ... εκλάμψεις. Άρα είναι υποκριτές.

Το συμπέρασμα που βγαίνει αβίαστα είναι ότι το τερατάκι που κρύβεται, πίσω από διάφορους αόριστους χαρακτηρισμούς, είναι το γρήγορο (και πολλές φορές εις βάρος τού άλλου) βόλεμά μας. Εν κατακλείδι το γνωστό: "Ποιός τον γ..εί τον άλλον!".

ΥΓ.
Στη φωτογραφία απεικονίζεται η θέα από το μπαλκόνι τού πρώτου ορόφου.

24 Αυγούστου, 2010

Φάσμα χαρακτήρος


Το σπουδαιότερο προτέρημά μου δεν άρκεσε για να με εξυψώσει. Τουναντίον, το πιό ασήμαντο ελάττωμά μου ήταν υπεραρκετό για να με καταβαραθρώσει.

21 Αυγούστου, 2010

Pyjamarama σε Commodore 64





Developer(s) Chris Hinsley
Publisher(s) Mikro-Gen
Platform(s) ZX Spectrum, Commodore 64, Amstrad CPC
Release date(s) 1984
Genre(s) Arcade adventure
Mode(s) Single player
Rating(s) N/A
Media Cassette
Input methods Keyboard, joystic























 PYJAMARAMA

Δεν σού έτυχε ποτέ να δοκιμάσεις την αίσθηση μιάς ξαφνικής επιτάχυνσης τής κίνησής σου, δεν έτυχε ποτέ να νιώσεις πως βρίσκεσαι σ' ένα βιντεοπαιχνίδι στο οποίο κάποιος σε χειρίζεται, σπρώχνοντάς σε απότομα  μπρος / πίσω με ένα joy stick;

Τη φορά πού έτυχε σε κείνον κάτι παρόμοιο, διήρκεσε αρκετές ώρες. Πόσες, δεν μπόρεσε να υπολογίσει. Τού άφησαν μόνο την αίσθηση που αφήνει ένα επεισόδιο πανικού καθώς σε κάποιο πολύ οικείο σημείο μιας καθημερινής διαδρομής του, συρρικνώθηκε και πέρασε μέσα από το λαιμό μιάς κλεψύδρας  κι από κει σε ένα δίκτυο διαδρόμων. Τότε κάποιος άρχισε να τον κατευθύνει με το πληκτρολόγιό του. Πλήκτρα R (Right), L (Left) και J (Jump). Πάντως, αυτός ο κάποιος -αν υπήρχε και δεν ήταν δημιούργημα τού μυαλού του- κατείχε τον πλήρη έλεγχό του.

Παρά την ταχύτητα τής κίνησης, φευγαλέα, αναγνώρισε ήδη από το πρώτο level , τα κυριότερα πεδία μαχών όπου τού δινόταν η ευκαιρία μάχης/αποφυγής: Σαλόνι Εορτών, Κάμαρα Συνoυσιών, Πεδίο Εκτελέσεων. Φυσικά, ανάμεσα σ' αυτά περιπλανιόταν μόνος, ανάμεσα σε τοίχους και πόρτες, ακούγοντας εκνευριστικούς ήχους και μια μουσική να τού δίνει ρυθμό.

ENTER, η μουσική άρχισε, με το  J πήδηξε, έπειτα L αριστερός διάδρομος, πόρτα, είδε ακίνητα ομοιώματα γυναικών μπρος και αριστερά, στα δεξιά πινακίδα τού προτείνει μια επιλογή, που εκείνος απορρίπτει και εισπράττει βίαιο χτύπημα. Ταχύτατη πορεία και είσοδος στην:


ΚΑΜΑΡΑ ΣΥΝΟΥΣΙΩΝ

Αντιλήφθηκε εκεί την ύπαρξη σκοτεινών ενυδρείων με πυκνή βλάστηση στο βυθό τους, μικρά αμφίβια λευκά πουλιά που κάνουν αργές πτήσεις μέσα στη νύχτα τού δωματίου. Τα ηχεία αναπαράγουν το θόρυβο μιας πέτρας που σπάει ένα τζάμι. Μυρίζει καμένο λάστιχο και κάποιος προβαίνει σε αλητείες. Σπασμένο σήμα τής τροχαίας. Δεξιά αυτός, ο μόνος δρομέας που θα διαγωνισθεί για το bonus τής πετυχημένης συνουσίας. Σε κάθε οργασμό 50 pts. Ο αλυτάρχης δίνει το σύνθημα με πραγματικό πυροβόλο όπλο. Μικρές οι ταχύτητές του κι ο neon φαλλός σβήνει, στροφή δεξιά και έξοδος. R-R-R-L, προς τις επόμενες κάμαρες... Επόμενη κίνηση προς:


ΣΑΛΟΝΙ ΕΟΡΤΩΝ

Είναι τα πιό συνηθισμένα πεδία όπου μάχεται ο Καζανόβας. L και R οι θαυμάστριές του και τα μπουκάλια τού καλού κρασιού. Το ακριβό του αυτοκίνητο, μετά το φιλί στην αγαπημένη του. Στα καλλίγραμμα πόδια της 30pts, στο χαμόγελο με αγκαλιά 50 pts. Υπάρχει μια καμπούρα όπου όλοι ακουμπούν τα άδεια τους ποτήρια που ένα ένα πέφτουν κάτω και σπάνε. Ύστερα από μια σειρά πετυχημένων επιλογών, που κάποιος άλλος κάνει για εκείνον, οι τοίχοι τού προτείνουν χέρια με άσπρα γάντια. Πολλές θερμές χειραψίες, από τις οποίες η πιό εγκάρδια φωτίζεται από ένα spotlight. Επόμενη κίνηση: το τρίτο δωμάτιο, το πιό αγχωτικό.


ΠΕΔΙΟ ΕΚΤΕΛΕΣΕΩΝ

Εκκωφαντικοί θόρυβοι από αυτοκίνητα που σβήνουν κι ανάβουν τις μηχανές τους άσκοπα. Το δάπεδο είναι σκεπασμένο με παχύ χορτάρι. Δεκανίκια ακουμπισμένα στους τοίχους, έκαστον 20pts bonus και η επόμενη επιλογή: ένα πουκάμισο λευκό για την ανακωχή με μείον 30pts. Σκηνικό με φράχτες κι αδέσποτα σκυλιά, μπούμερανγκ πετούν ολόγυρα κι ελλειπτικές τροχιές βλημάτων ξοπίσω του για να βάλουν τέλος στο game. Δεν ξέρει αν θα διαφύγει. Εδώ, "πραγματικά" ρισκάρει τη ζωή του. Με τα πατήματα τού J, στο κρίσιμο σημείο γλιτώνει μια ζωή του κι έχει άλλες δυο.

Έξοδος: εκεί βρίσκει κάποιαν σαν εκείνον, χειριζόμενη δηλαδή. Δεν έχει φωνή δική του, όπως κι εκείνη δεν έχει. Την παίρνει από το χέρι και με μεγάλα άλματα προωθούνται προς τα έξω, ψάχνοντας. Ακούγεται ένας κρότος, συρρικνώνονται από την πίεση κι εκείνος καταφέρνει να βρεθεί πάλι στο λαιμό τής κλεψύδρας. Είναι απρόθυμη εκείνη να τον ακολουθήσει και αφού κοντοσταθεί, την αφήνει να γυρίσει πίσω. Την βλέπει να κατευθύνεται προς το σημείο που τη συνάντησε.

Βρίσκεται πάλι πίσω, εκεί όπου αμέριμνα περπατούσε, ανάμεσα σε ανθρώπους και καταστήματα με το μυαλό του άδειο. Κοιτάζει τριγύρω, σκέφτεται πού να πήρε λάθος δρόμο μα σύντομα ξεχνά τις απορίες του.

Αυτό που μένει να σκέφτεται για μέρες είναι κείνο το χέρι τής γυναίκας που πάλεψε να πάρει μαζί του μα δεν το κατάφερε. Καταστρώνει όμως ήδη σχέδια, ελπίζοντας πως την επόμενη φορά θα είναι πιό δυνατός και, πάνω απ' όλα, πως ο χειριστής του θα είναι πιό επιεικής μαζί του.

20 Αυγούστου, 2010

20 Αυγούστου

Στις 23:00 τη νύχτα προς την 21η Αυγούστου 1968, αρχίζει η προέλαση στρατευμάτων της Σοβιετικής Ένωσης, της Πολωνίας, της Ουγγαρίας και της Βουλγαρίας στην Τσεχοσλοβακία με το κωδικό όνομα «Επιχείρηση Δούναβης». Από τις 02:00 άρχισαν να προσγειώνονται σοβιετικά στρατιωτικά αεροπλάνα στο αεροδρόμιο της Πράγας ανά ένα λεπτό. 200.000 άνδρες συμμετείχαν στην εισβολή και έφτασαν συνολικά τους 800.000 τις επόμενες μέρες. Μέσα σε λίγες ώρες είχαν καταληφθεί τα στρατηγικά σημεία της χώρας. Στις μάχες που σημειώθηκαν έχασαν τη ζωή τους 98 Τσέχοι και Σλοβάκοι, καθώς και 50 στρατιώτες του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Τα στρατεύματα της Ανατολικής Γερμανίας δεν πήραν μέρος στην κατοχή σύμφωνα με νεότερες έρευνες, ήταν όμως σταθμευμένα στα σύνορα σε κατάσταση ετοιμότητας. Μόνο 30 περίπου στρατιώτες μιας μονάδας πληροφοριών παρευρίσκονταν στο αρχηγείο των στρατευμάτων εισβολής κοντά στο Milovice. Η Ανατολική Γερμανία ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της δυναμικής λύσης, φοβούμενη ότι θα ήταν η πρώτη που θα δεχτεί τη σπίθα αν επικρατούσαν οι μεταρρυθμίσεις στην Τσεχοσλοβακία.

Ίσως όμως έγινε αντιληπτό την τελευταία στιγμή πόσο «άκομψο» θα ήταν να ξαναεισβάλουν Γερμανοί στρατιώτες στην Τσεχοσλοβακία είκοσι μόλις χρόνια μετά την οδυνηρή κατοχή της από Γερμανούς στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Από Wikipedia.

18 Αυγούστου, 2010

Σ' αγαπώ...


Εδώ και μέρες μού έλεγες πως πρέπει να συζητήσουμε για το μέλλον τής σχέσης μας. Τελικά από τη στιγμή που συμφώνησα έχει φουντώσει το άγχος μου...Μ' έπιασε τέτοια ανησυχία που άρχισα πάλι να τρώω τα νύχια μου. Κι  αν μού ζητήσεις να χωρίσουμε πάλι; Ξέρω γω...Τώρα, όταν ακούς τα ζευγάρια να λένε για συζητήσεις κ.λπ., τότε για χωρισμό πάει το πράμα.

Έφαγα ένα τοστάκι και δυο τάρτες αμέσως μετά το τηλεφώνημα... να, βλέπεις, αυτά μού κάνεις όταν με ταράζεις. Με πιάνει μια ζαλάδα, κάτι κομμάρες...Μού ρίχνεις το ζάχαρο, η υπόταση με διαλύει, χρειάζομαι αλάτι... κι ύστερα, μόλις συνέρχομαι, μού 'ρχεται, με τη μπουκιά στο στόμα, να σε φιλήσω και να σού πω με όλη μου την τρυφερότητα: "Μα σ' αγαπώ, δε βλέπεις;".

Είσαι δύστροπη, όμως, παραδέξου το. Προχτές έκανες ολόκληρη σκηνή γιατί, λέει, σ' αγκάλιασα στη μέση τού δρόμου. Σκεφτόσουν τον κόσμο ενώ εγώ δε σκέφτηκα τίποτα μπροστά στην επιθυμία μου να σ' αγκαλιάσω, να σε σφίξω... Συγγνώμη για το μισό σουβλάκι που μού έπεσε από το χέρι και "φλοπ!" έσκασε πάνω στα παπούτσια μας...Ήθελα μόνο να σε φιλήσω στο λαιμό και να σού ψιθυρίσω: "Σ' αγαπώ, δε βλέπεις;"

Δε μού δίνεις πιά καμιά σημασία, πρέπει να το χωνέψω. Τίποτα δεν τροφοδοτεί τη σχέση μας πιά, ούτε καν οι αναμνήσεις... Θυμάσαι το βράδυ που τα φτιάξαμε; Τι νόστιμη που ήσουν! Εγώ τα θυμάμαι όλα: την τυχαία συνάντησή μας στο μπουφέ, το ψητό και το σαγανάκι, εκείνο το κρασί που με μέθυσε τόσο που όρμησα να σ' αγκαλιάσω ξεχνώντας πως ακόμα είχα το τυροπιττάκι στο χέρι... Ε, θυμάσαι έναν λεκέ  που σού 'κανα στο ροζ φόρεμα; Με κοίταξες θυμωμένα και εγώ δειλά και συνεσταλμένα σού εκμυστηρεύτηκα: "Ξέρεις, σ' αγαπώ!".

Και τώρα... θες να "συζητήσουμε". Μού λες ένα "χωρίζουμε" και δε σε νοιάζει αν ζω ή αν πεθαίνω. Μένω μόνος μου σ' αυτό το διαμέρισμα...εγώ κι ένα άδειο ψυγείο, στο οποίο λες και τα τρόφιμα έχουν αλληλοφαγωθεί μεταξύ τους. Με έχουν συμπονέσει, όσες φορές με άφησες, πιό πολύ οι πιτσαρίες τής γειτονιάς παρά εσύ. Τρεις φορές την ημέρα με παίρνουν τηλέφωνο η καθεμιά και με ρωτούν: "Ακόμα δε θα παραγγείλετε; Μήπως δεν είσαστε πολύ καλά;"...Πώς να είμαι καλά, τους λέω...Έχω μια πείνα, μια λιγούρα που αν μού στείλετε τη συνηθισμένη παλιοπίτσα, θα φάω και το ντελίβερυ. Πεινάω γιατί αγαπάω. Παραγγέλνω και ξαναπαραγγέλνω... Τα λεφτά δε με φτάνουν. Εγώ όταν δεν είσαι μαζί μου ανησυχώ, καίω το λίπος μου σε χρόνο μηδέν, καταναλώνω όλη τη γλυκόζη μου και η τελευταία θερμίδα που μου απομένει σε καλεί να γυρίσεις πίσω: "Σ' αγαπάω, δε βλέπεις;"

Το μόνο που μου απομένει είναι να σου ζητήσω -γονυπετής- συγγνώμη για όλα τα λάθη μου και τα ελαττώματά μου, να σού προσφέρω τα δάκρυά μου που, σαν σταγόνες από λίπος που λιώνει, οργώνουν τα μάγουλά μου - ελπίζοντας μια και καλή να καταλάβεις πως ...σ' αγαπάω. Όμως, άκουσέ με καλά...Πώς το λένε; Αν κάποιος άλλος υπάρχει ανάμεσά μας, θέλω να μού το πεις...Θα το καταπιώ κι αυτό!

17 Αυγούστου, 2010

Επιστροφή


Φτάνοντας στης πατρίδας σου τη γη, βιαστικά έβγαλες το πουκάμισό σου κατά πως κάνει ο φλογερός ο εραστής και το στέρνο ακούμπησες στην καλοκαιρινή αποβάθρα.

Εκείνη σ' αγκάλιασε γλυκά κι ύστερα σ' άφησε να τρέξεις σα μικρό παιδί που χαϊδεύει από περιέργεια τα απόκρυφα των αγαλμάτων κι ανέμελα βουτάει στα συντριβάνια.

Το βράδυ όλα μοιάζαν να έχουν γίνει από λαγνεία, είχες ώρες που ερωτοτροπούσες μέχρι που, ιδρωμένος κι ένοχος, πεθύμησες γυμνός να εξομολογηθείς.

Τι ακόμα ώφειλε το στόμα σου να δώσει, παρά ένα φιλί, από κείνα τ' απατηλά τής προσωρινής επιστροφής; 

16 Αυγούστου, 2010

14 Αυγούστου, 2010

Σινε - Μαρία



Σαν αιχμαλωτισμένη έμοιαζες μέσα στα καρρέ που σε είδα. Αμέριμνα κοιτούσες τη στέγη διερευνητικά, όπως όταν αρχίζει να πέφτει η βροχή κι είσαι κάτω απ' τα δέντρα. Έσερνες τα βήματά σου με ένα αστείο τρόπο. Η γωνία λήψης τής κίνησής σου θύμιζε παρωδία θρίλερ.

Περιμάζεψες από χάμω μια ζωγραφιά, πρόσκληση σταλμένη από τα χρόνια τού χνουδιού. Παιχνίδια που διδάσκονταν στην τάξη και τα "Ταξίδια τού Γκάλλιβερ" ήταν ό,τι πιό πολύ αγάπησες απ' την εφηβεία σου. Εφηβεία τού μεταπολέμου, λιμάνι και λαθραία τσιγάρα: "Camel... Morris..."

Μωρά εικονίζονταν μέσα στη ξεβαμμένη αφίσσα, σε χαμόγελα αθώα. Χαμένα κουμπιά απ' τη φούστα και το φερμουάρ ήτανε πιά τής μόδας... αν η ψυχή σου ήταν βρεγμένη από βενζίνη, με το πρώτο σου τσιγάρο θα πυρπολούσες όλα τα σινεμά - καυτή movie star. Καλύτερα να σε θυμάμαι σαν κάτι που ποτέ δεν ήσουν.

Δεν θέλω να σε θυμάμαι πιά μέσα στις κρίσεις σου, μέσα στο τρίξιμο τών κίτρινων δοντιών σου. Ανάμεσα στούς ρόγχους τού πανικού σου, καμιά φορά, έμοιαζες να γελάς ενώ από το στόμα σου έτρεχαν τα σάλια. Καημένη Μαρία, τι γίνανε τελικά εκείνα τα Ροζάρια;

Δε θα 'πρεπε να γυρνά πίσω κανείς ποτέ, θα 'πρεπε να ακολουθούμε ασθμαίνοντες τα χρόνια. Είναι αριθμοί που μεγαλώνουν - υπέροχα οι άρτιοι, ασύμμετρα οι περιττοί. Αναρωτήθηκα αν δεν θα ξεπουλούσες όλη την τύχη τής ζωής σου μόνο και μόνο για να μη δεις τον ένα γιό σου να μαζεύει τα κόκαλα τού άλλου.

Βλέποντας σκηνές σου στην ταινία super 8, το περπάτημά σου μοιάζει δειλή περιπλάνηση σε λαβύρινθο αλλά ο κόσμος δεν είναι έτσι. Οι τοίχοι κινούνται τόσο απαλά ώστε να μη σε ξεγελούν, κανείς δε χάνεται. Αν κάποιους δεν τούς βλέπεις πιά, είναι επειδή κρύβονται παιχνιδιάρικα. Ναζιάρικα τώρα κρύβεσαι κι εσύ...

Θα πάρω απόψε δυο ποτήρια από εκείνο το κρασάκι τής παρέας -όπως το έλεγες εσύ- και θα 'ρθω να σε βρώ...Δυο-τρεις κουβέντες, ένα ποτηράκι κι ένα χαμόγελο καμπουριασμένο. Η φωτιά καίει, ποιός ξέρει πόσο θα βαστήξει ακόμη, εγώ έχω βαρεθεί...Ρίξε από πάνω μια χούφτα χώμα εσύ και μια θα ρίξω εγώ. Τα πράγματα πρέπει να περνούν κι εμείς πρέπει να βρίσκουμε το θάρρος τού πιό γενναίου πολεμιστή.


13 Αυγούστου, 2010

Κόμπλεξ



Κάνοντας χρήση ισάριθμων κόμπλεξ κατωτερότητας και κόμπλεξ ανωτερότητας, πέτυχα την ...θαυμαστή ισορροπία μου.

Μια γέννηση




Η γέννηση, η κοινωνική γέννηση, συντελείται πάντα μπροστά σ' ένα τραπέζι. Ξύλινο τετράγωνο τραπέζι, σκεπασμένο με υφασμάτινο τραπεζομάντηλο, όπου ήδη κάθονται δυο ή τρία πρόσωπα. Τα μάτια όλων είναι στραμμένα προς τον νεο συνδαιτυμόνα που, έχοντας ήδη αφήσει τα υγρά τής ζωής, αρχίζει να δοκιμάζει τη γεύση μιάς σούπας που αχνίζει στο τραπέζι, αναδεύεται από τα κουτάλια κι ύστερα βρέχει τούς οισοφάγους.

Πριν καλά-καλά η γεύση τού νεοεισερχόμενου κατασκευάσει ένα επιφώνημα προς τιμήν τής λαδερής γαληνιότητας που δοκίμασε, έρχονται οι μικρές στάλες από ξινά φρούτα να πέσουν σαν ψιλοβρόχι πάνω στην αμάθητη γλώσσα. Μετά, ο φόρος τιμής στη νοσταλγία, χαρισμένος από ένα κουτάλι γλυκό γάλα. Στο τέλος τής γέννησης αυτής, μένει για λίγο στα χέρια η αφή τής υφασμάτινης πετσέτας έως ότου αφεθεί μόνη κι αυτή, πάνω στο άδειο τραπέζι. Και να: ένας άλλος τρόπος να γεννιέσαι.

12 Αυγούστου, 2010

Το σύνδρομο Σταντάλ



Δεν είναι μόνο το καλό που μας κάνει η Τέχνη, καθώς ερχόμαστε τόσο μα τόσο κοντά της. Όταν επισκεπτόμαστε τόπους που βρίθουν μνημείων, αγαλμάτων και πινάκων σε σχετικά μικρό χώρο, μπορούμε να νιώσουμε και ...δυσάρεστα. Όχι, βέβαια, από την πολυκοσμία ή τον κακό κλιματισμό στους χώρους. Όχι. Η αιτία δεν είναι άλλη από την μεγάλη αύξηση τής εσωτερικής  φόρτισης που μάς καταλαμβάνει και που έχει σημαντικά αποτελέσματα πάνω στον ψυχισμό -ιδιαίτερα τών ατόμων που γνωρίζουν τη στοιχειώδη ιστορία.

Αιφνίδια ζάλη, τάση προς λιποθυμία, αποπροσωποποίηση (αίσθηση πως παρακολουθούμε από τα έξω τον εαυτό μας, λες κι είναι ξένος), κρίση έντονου άγχους ή και πανικού, καμιά φορά και οπτικές ψευδαισθήσεις, παρατηρούνται.

Αυτά τα ...ωραία μάς τα περιέγραψε ο Σταντάλ, στην περιήγησή του στην Φλωρεντία περί το 1817, στο βιβλίο του "Νάπολι και Φλωρεντία: Ένα ταξίδι από το Μιλάνο στο Ρήγιο", αναφερόμενος στην επίσκεψή του στα Ουφίτσι.

Στον τόπο που αναφέραμε, στις αρχές τού 19ου αιώνα, το φαινόμενο παρατηρήθηκε για πρώτη φορά. Έκτοτε, επισκέπτες από όλο τον κόσμο περιέγραφαν παρόμοια φαινόμενα που ενίοτε η έντασή τους οδηγούσε αρκετούς τουρίστες στον γιατρό και παρέμενε ανεξήγητο. Κατά κανόνα τα κρούσματα σημειώνονταν στα πασίγνωστα Uffizi, έως τότε.

Αργότερα, το ίδιο σύνδρομο, σημειώθηκε και σε άλλα ανάλογα μέρη όπου ο επισκέπτης ερχόταν σε οπτική επαφή με μεγάλης ιστορικής αξίας και εκθαμβωτικού κάλλους έργα τέχνης.

Το 1982, η ψυχίατρος Γκρατζιέλλα Μαγγερίνι, αφού παρατήρησε και περιέγραψε πάνω από 100 περιστατικά ανάμεσα σε τουρίστες/επισκέπτες τής Φλωρεντίας, το κατέστησε γνωστό. Αναφέρεται σαν Σύνδρομο Σταντάλ, προς τιμήν εκείνου που το πρωτοανέφερε στο πιό πάνω αναφερθέν σύγγραμμά του.

Μήπως σε λίγες δεκαετίες ανακαλύψουμε νέες "φοβίες", όπως π.χ. την Αϊφελοφοβία ή την Κολοσσαιοφοβία;

11 Αυγούστου, 2010

Ένας Homunculus στο διαμέρισμα



 Έχοντάς  το πάρει απόφαση πιά πως υπάρχουν πολλές χειρότερες υποχρεώσεις καταχωρημένες στην καθημερινότητά μου, περίμενα κι απόψε, όπως κάθε βράδυ, την επίσκεψη τού Ανθρωπαρίου. Αυτό το όνομα είχα δωσει στο ...φάντασματάκι αυτό. Ανθρωπάριο -homunculus- συμφώνησε κι εκείνο, να το αποκαλώ. Δέχτηκε επίσης τον όρο που τού έθεσα: να μην εμφανίζεται παρά μόνο για μισή ώρα το βράδυ κι ούτε ένα δευτερόλεπτο παραπάνω.

Μετά τις πρώτες του εμφανίσεις, λόγω του φόβο που μού προκαλούσε, είχα απευθυνθεί σε μια σειρά ...ειδικών για να μού εξηγήσουν το φαινόμενο και να με απαλλάξουν απ' αυτό. Οι πιό αρμόδιοι δήλωσαν άγνοια συνιστώντας μου πάντως, να κοιμάμαι περισσότερο, να μην πίνω πολύ και να μη δίνω μεγάλη σημασία στα βιβλία που διαβάζω. Κανείς δε μού εξήγησε τίποτα τελικά.

Το ανθρωπάριο, αντιθέτως, είχε περισσότερη διάθεση να με καθησυχάσει, μια και θα ερχόταν καθημερινά να με επισκέπτεται και δεν θα τού άρεσε να το υποδέχομαι με επιφωνήματα τρόμου. Οι σωληνώσεις τού καλοριφέρ, κάτω από το δάπεδο, μου είπε, που μεταφέρουν το ζεστό νερό για να θερμαίνεται το σπίτι, άφηναν μια ποσότητα υδρατμών η οποία, ξεπερνώντας κάποιο κρίσιμο σημείο, διέφευγε από τα κενά στο πάτωμα και έπαιρνε τη μορφή τού αιωρούμενου νάνου.

Κόντρα στην τεχνολογία θα πήγαινα; Θα τα βάζανε μαζί μου όλοι, που δεν μπορώ να ανεχτώ μια τόσο άκακη παρουσία ακόμη και απολαμβάνοντας ταυτόχρονα το ευχάριστο συναίσθημα που σου δίνει η θέρμανση τού πατώματος και η ισομερώς μοιρασμένη θερμότητα σ' όλο το σπίτι. Εξάλλου, ο homunculus ούτε μιλούσε ούτε λαλούσε, είχε αστεία ημιδιαφανή εμφάνιση  και μού είχε ξεκαθαρίσει από την αρχή πως δεν είναι φάντασμα ούτε "φαινόμενο τύπου φαντάσματος". Όλα κι όλα...

Η μόνη ένστασή μου ήταν πως στο δάπεδο τού σπιτιού υπήρχαν κι άλλα κενά και δε θα μού άρεσε από κάθε κενό να ξεπηδά κι ένα ανθρωπάριο. Του επέστησα την προσοχή κι εκείνο με καθησύχασε πως, "όσο τα πράγματα εκεί κάτω πάνε καλά", δεν θα έχω να φοβάμαι τίποτα. Κούνησα το κεφάλι μου συγκαταβατικά σαν να τού έλεγα "θα δούμε".

"Κι εσείς έχετε οπτικά φαινόμενα ανεξήγητα στο διαμέρισμα, φυσικά!" μου είπε σε μια συζήτηση που έλαβε χώρα στις σκάλες, η διαχειρίστριά μας, ένοικος τού 3ου ορόφου.
Και συνέχισε: "Σ' εσάς είπε ότι πρόκειται για υγρασία; Σ' εμένα ξεκαθάρισε ευθύς εξαρχής πως είναι μιά ποσότητα εκτοπλάσματος - αβλαβές μεν, εκτόπλασμα δε. Δεν με εκπλήσσει αυτή η...πολυμορφία. Ο εργένης που μένει ακριβώς από κάτω σας, στον 4ο, πήρε τη διαβεβαίωση πως κάθε βράδυ συνομιλεί με το πνεύμα τής Γκρέης Κέλλυ!"

"How come?"-πέταξα μια αγγλικούρα κι εγώ- Πώς έτσι;

-Ως γνωστόν, εκείνη η ντίβα, είχε σκοτωθεί σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα και πιθανόν ζητά να μάθει από τον εργένη κάτι γύρω από τα μηχανικά αίτια που την έστειλαν  στον άλλο κόσμο.

-Οι άλλοι ένοικοι; Τι επιφυλάσσει το κτίσμα αυτό στους άλλους; Καταλαβαίνετε πως θα προτιμούσα να είμαι στη θέση τού εργένη, κάθε βράδυ με τη Γκρέης παρά με τον γρουσούζη τον homunculus.

-Δεν θυμάμαι πιά τι μού εκμυστηρεύτηκε ο καθένας τους. Μόνο τα πιό χαρακτηριστικά ...να λ.χ. ο ένοικος τού 2ου, όχι ο μαυριδερός με τα 2 σκυλάκια, ο άλλος  ο ψηλός και κουνιστός, "φιλοξενεί" κάθε βράδυ για μερικά λεπτά το πνεύμα τού Νιζίνσκι κι έχουν τόσα πολλά να πουν που, μόνο και μόνο για τα λίγα εκείνα λεπτά, δεν θα άφηνε ποτέ το διαμέρισμα.

-Ταιριαστοί συνδυασμοί, θα έλεγα...Χμ! Βλέπετε, εσείς "πετύχατε" το εκτόπλασμα, απ' ό,τι γνωρίζω είσαστε...πώς να το πω...μένταλιστ ή μέντιουμ, δεν ξέρω ποιό από τα δύο προτιμάτε, συγχωρείστε με, δεν ξέρω και τις διαφορές.

-Κι εσείς καθηγητής τής Φυσικής, το ξέρω. Ελάτε στο διαμέρισμά μου, καλέ, να συνεχίσουμε.

-Κατά πως τα λέμε, δηλαδή, και υποθετικά μιλώντας πάντα, εάν αλλάζαμε μεταξύ μας, εμείς οι ένοικοι, τα διαμερίσματά μας, θα μας ακολουθούσε η ίδια ...παρέα; Λίγο νερό, παρακαλώ.

-Αυτό το θέμα μην το ανακινήσετε παρακαλώ. Κανείς δεν έμαθε ποτέ ποιός είναι ο φιλοξενούμενος τού κ. Ιατροδικαστού στον 1ο όροφο και τού κ. Εισαγγελέως, επίσης στον 1ο. Αν τα πράγματα και τα θάματα πηγαίνουν ανάλογα με το επάγγελμα καθενός, έχει καλώς. Αν όμως η υπόθεση που τώρα κάνουμε είναι λανθασμένη, τότε η επόμενη συγκέντρωση ενοίκων/ιδιοκτητών θα καταλήξει σε απαιτήσεις που, εκ των πραγμάτων, θα δημιουργήσουν μεγάλες έχθρες!

-Πράγματι, γιά φανταστείτε τον μηχανικό, καταδικασμένο να περνάει το μισάωρό του με τον Νιζίνσκι αντί με την πριγκίπισσα τού Μονακό, είπα χαμογελώντας με νόημα.

-Μην είστε τόσο επιπόλαια κι απερίσκεπτα αστείος. Θα εξηγήσω γιατί σάς επαναφέρω στην τάξη: Το πρόβλημα είναι στα τρία διαμερίσματα τού ισογείου για τον απλούστατο λόγο πως ενώ όλοι εμείς οι υπόλοιποι προσαρμοστήκαμε με τούς "καλεσμένους" μας, υπήρξαν τουλάχιστον έξι, συνολικά, οικογένειες που τα πρώτα βράδια τής παραμονής τους στο ισόγειο, ξεσήκωσαν την πολυκατοικία με τρομακτικές στριγγλιές, εν ριπή οφθαλμού εκκένωσαν τα διαμερίσματα και τούς παρέλαβαν οι δικοί τους πριν καν χαράξει!

-Κι ο λόγος; Υποθέτω πολλά θα ειπώθηκαν αλλά όλοι αυτοί που το 'βαλαν στα πόδια δεν έτυχαν μιάς -ανάλογης με ημών τών υπολοίπων- αυτοσυστάσεως εκ μέρους τών εικόνων, τών πλασμάτων που αντίκρυσαν; Ίσως ήσαν κάπως λιπόψυχοι, πιστεύω, ε;

-Μην βγάζετε εύκολα συμπεράσματα, κύριέ μου. Δεν έφυγαν λόγω λιποψυχίας όπως είπατε. Ή πάλι αν θέλετε, κρατήστε όμως, όπως εγώ, το μυστικό, μάθετε πως άφησαν πολύ αίμα πίσω τους. Οι "Καλεσμένοι" εκεί στο ισόγειο, όσο ευγενικοί μπορεί να υπήρξαν με τούς ενήλικες -το είδα με τα ίδια μου τα μάτια- άλλο τόσο τρομακτικά και νοσηρά πεινασμένοι φέρθηκαν στα τα παιδιά τους. Εγώ η ίδια μάζεψα τα σκόρπια μέλη τους - όσα είχαν απομείνει. Αυτός είναι κι ο λόγος που σε υποψήφιους ενοικιαστές έχω έτοιμο το λόγο: "Κύριοί μου, στην πολυκατοικία αυτή τα παιδιά δεν είναι ευπρόσδεκτα."
Εσείς, κ. Καθηγητά, δεν έχετε παιδιά...έτσι δεν είναι;

09 Αυγούστου, 2010

Ο Ρόκκο

Ο Ρόκκο ήταν ο χαζός τής παρέας τών λίγων εφήβων τού μικρού ορεινού χωριού τής Καλαβρίας όπου πέρασα τα πρώτα χρόνια τής ζωής μου και που έκτοτε συνέχισα να επισκέπτομαι τα καλοκαίρια. Το θέμα με τον Ρόκκο ήταν όχι τόσο το ότι δεν ήταν έξυπνος αλλά το ότι έδινε την εντύπωση πως ήταν πολύ χαζός. Ίσως έφταιγε η ομιλία του, ίσως τα πολύ χοντρά γυαλιά του και τα αλλοπρόσαλλα χρώματα τών ρούχων του.
Όταν έφτασε η εποχή να "επισκεφτεί" κι αυτός γυναίκα, όλοι είδαν το θέμα σαν πρώτης τάξεως ευκαιρία για το πολύ γέλιο.
Μιλάμε τώρα για το 1968-1969. Μην πάει κανενός ο νους σε εποχές με μπλογκ, φεησμπουκ, τσατ κι άλλες αηδίες. Αντί για όλα αυτά, τότε ο έφηβος περίμενε τη μέρα που θα επισκεφτεί τη "μινιόττα" τού χωριού η οποία, όταν δεν έκανε τη δουλειά αυτή, συγχρωτιζόταν με τα άλλα κορίτσια τής ηλικίας της χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα. Ήταν κοινό μυστικό ποιό "έργο" είχε επωμιστεί η εκάστοτε μινιόττα. Ή -μάλλον- δεν ήταν καθόλου μυστικό. Όπως δεν ήταν μυστικό και το ποιανού είχε έρθει η σειρά να "πάει" a donna...
Έτσι, υπήρχε αρκετός κόσμος στο χωριό που δεν περίμενε τίποτα άλλο παρά το αποτέλεσμα τής επίσκεψης τού Ρόκκο στην τότε "μινιόττα" -δε θυμάμαι πιά πώς την έλεγαν. Εκείνη τη μέρα στο χωριό, σε όσα σπίτια άναψε, η τηλεόραση δεν είπε τίποτα το αρκετά ενδιαφέρον. Όλοι περίμεναν πότε θ' αρχίσει η καζούρα κι ο Ρόκκο από το πρωί κρατούσε το προφυλακτικό στο χέρι, περιμένοντας το απογευματάκι. Η παρέα ήταν πανέτοιμη κι είχε αρχίσει να...χρεώνει με αποτυχία το Ρόκκο.
Το επίμαχο μισάωρο που ο έφηβος πήγε να γίνει "άντρας" ετοιμάσαμε μια υποδοχή ...ηττημένου και καθισμένοι στην άκρη τής πλατείας περιμέναμε.
Από μακριά φάνηκε να έρχεται ο Ρόκκο με ταχύ βήμα και τραγουδώντας από τη χαρά του. Η παρέα δεν κατάλαβε πως η επιχείρηση είχε πετύχει κι άρχισε το δούλεμα. Εξοργίστηκε ο επιτυχών και πλησίασε ανεμίζοντας το πλήρες περιεχομένου προφυλακτικό, να δείξει πως τα κατάφερε. Αυτό ήθελε μόνο αλλά καθώς η καζούρα, αντί να κοπάσει κλιμακωνόταν, άλλαξε κι αυτός σχέδια: Γεροδεμένος και δυνατός καθώς ήταν δε δυσκολεύτηκε να πιάσει έναν από τούς χλευαστές και να τού χώσει όλο -μα όλο- το προφυλακτικό στο στόμα.

06 Αυγούστου, 2010

Συγχαρητήρια, κ. Εισαγγελέα

Συγχαρητήρια, κ. Εισαγγελέα.

Δεν είμαι από εκείνους που έχουν τυφλή εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη, όπως δεν έχω τυφλή εμπιστοσύνη σε τίποτα. Ένας πεσσιμιστής είμαι. Ένας πεσσιμιστής που περιμένει, όμως.
Απόλυτη δικαιοσύνη δεν ευελπιστώ να δω. Παρ' όλα αυτά δεν έχω χάσει εντελώς τις ελπίδες μου για απόδοση Δικαιοσύνης σε θέματα που αφορούν την προστασία τής ζωής και την ανελέητη τιμωρία εκείνων που παραβαίνουν τούς σχετικούς νόμους για την προστασία της.

Είναι δύσκολη η απόδοση Δικαιοσύνης σε όλες τις περιστάσεις. Πώς όμως θα περιμένουμε τιμωρία τών ενόχων για οικονομικά εγκλήματα λ.χ., αν πρώτα δεν εξασφαλιστεί η τιμωρία τών ενόχων απέναντι στη ζωή; Πώς θα σταματήσει να πλανάται πάνω από την Ελλάδα η πεποίθηση πως ό,τι και να γίνει, θα περάσει ατιμώρητο; Πώς θα σταματήσει η Δικαιοσύνη να είναι ...καταδικασμένη στη συνείδηση τών Ελλήνων;

Από κάπου πρέπει ν' αρχίσει κανείς. Προφανώς από την προς όλους έμπρακτη διαβεβαίωση πως "Κύριοι, μέχρι εδώ ήταν. Δεν δικαιούται κανείς, πολύ περισσότερο οι τηρητές τής Τάξης, ούτε καν να θέτει σε κίνδυνο την ανθρώπινη ζωή".

Στην Άμφισσα, κ. Εισαγγελέα, ίσως κάνατε την αρχή.

05 Αυγούστου, 2010

Παιχνιδίσματα στο δάσος



"Συνιστάται  γενικά, σαν ιδιαίτερα χαλαρωτικός και υγιεινός, ένας περίπατος στο δάσος."


Μετά από ένα πολύμηνο σκοτείνιασμα στο οποίο είχα καταδικάσει το μυαλό μου με διάφορες καταχρήσεις και νοσηρές ενασχολήσεις, ήρθε μια κοινή φθινοπωρινή μέρα που ο νους μου άνοιξε και ένιωσα δεκτικός σε κάθε είδος ερεθίσματος που θα μπορούσε ανθρώπινος νους να δεχτεί.

Βρισκόμουν μπροστά σε ένα ονειρεμένο τοπίο κι ακριβώς μπροστά μου είχα ένα πυκνό, κιτρινισμένο δάσος που με τραβούσε με ένα παράξενο μαγνητισμό να το επισκεφτώ. Η θαλπωρή που υποσχόταν το δάσος έπαιρνε μορφή από το παρατημένο, στο πρώτο δέντρο του, παιδικό ποδήλατο με τα δυο σπουργίτια κουρνιασμένα στη σέλλα του.

Προσπέρασα την όμορφη εικόνα, με απαλά βήματα για να μην την διαταράξω και προχωρώντας στο εσωτερικό τού δάσους εντυπωσιάστηκα από τα σπάνια αλλά μεγάλα ξέφωτα που κινούνταν όπως ακριβώς κινείται μια κούνια λιγο πριν σταματήσει. Αντιλήφθηκα, προχωρώντας, πως δεν ήμουν μόνος εκεί. Αναπαυτικά ξαπλωμένο στις ρίζες ενός δέντρου ένα νήπιο έπαιζε ήσυχα και αθόρυβα, μετρώντας τα μικρά του δαχτυλάκια. Χάιδεψα το κεφαλάκι του και προχώρησα ενώ εκείνο συνέχισε το παιχνίδι του.

Ένα φύσημα τού αέρα κούνησε τις φυλλωσιές τών δέντρων και τα ξέφωτα μπροστά μου άλλαξαν σχήμα φωτίζοντας μικρές σκιές, ζωάκια που χασομερούσαν εδώ κι εκεί και έτρεξαν να κρυφτούν φοβισμένα από το ξάφνιασμά μου όταν διαπίστωσα την  παρουσία ενός νεαρού που, σχεδόν δίπλα μου, ήταν απασχολημένος με το σκάλισμα ενός ονόματος πάνω σ' ένα κορμό.

Μού πέρασε από το μυαλό η εντύπωση πως εκεί η σιωπή δεν ήταν έλλειψη θορύβων αλλά κάτι τεχνητά και προσεκτικά διατηρημένο, πιθανόν λόγω τής παρουσίας μου. Σε άλλες εποχές θα σκεφτόμουν πως ολόγυρά μου μια ομάδα από αυστηρούς, εχέμυθους συνωμότες παρατηρούσε αθόρυβα την περιπλάνησή μου. Υπόγειος φόβος έφτασε ως τούς αστραγάλους μου από εκείνη τη στιγμή.

Η σκιά ενός σωματώδη μεσήλικα, μια τρακοσαριά βήματα μπροστά μου, με έκανε να επιταχύνω το περπάτημά μου. Είχα αρχίσει να χρειάζομαι τον ήχο μιας ανθρώπινης ομιλίας και ήδη είχα έτοιμη μια δεκαριά πρόχειρες ερωτήσεις, όπως "από εδώ που θα βγω;" ή "ξέρετε, μάλλον δε βρίσκω πώς θα βγω από το δάσος". Η ερώτηση θα γινόταν μοναχά για ν' ακουστεί μια ανθρώπινη φωνή. Πριν κάνω την ερώτηση, ο μεγαλόσωμος άντρας μού έδειξε με το χέρι του πως δεν είχα παρά να προχωρήσω στην ίδια κατεύθυνση.

Η ανασφάλειά μου μεγάλωνε κι έτσι συνέχισα την πορεία μου, όσο πιό μακριά μπορούσα από τούς κορμούς τών δέντρων. Η σιωπή γινόταν ακόμα πιό αισθητή, αν είναι δυνατόν να κατανοήσει κανείς πως υπάρχουν καταστάσεις πιό σιωπηλές από την ήδη πλήρη απουσία ήχων. Αντιστάθηκα επίμονα στην παρόρμησή μου να κοιτάξω πίσω μου, συνήθειά μου από παιδί να στρέφω το βλέμμα μου προς τα πίσω όταν βαδίζω. Συχνά παραπατούσα...

Η διάθεσή μου είχε σχεδόν αντιστραφεί κι είδα με ανακούφιση βαθιά πως, περίπου ένα χιλιόμετρο πιό πέρα, το έντονο φως τής μέρας έκανε την εμφάνισή του. Στα μισά τής απόστασης διέκρινα ένα περίγραμμα σαν από βράχο χαμηλό και φαρδύ. Πλησιάζοντας, η εικόνα ξεκαθάριζε και παρατήρησα πως ο "βράχος" είχε χέρια, μεγάλη κοιλιά και σκέλη ανοιχτά. Αυτό που αντιστοιχούσε στο κεφάλι του είχε μακριά μαλλιά και γένεια, γύρω από ένα στόμα που ανοιγόκλεινε με αγωνία σαν να ήθελε να αναπνεύσει βαθιά ή σαν να είχε ανάγκη να φωνάξει κάποιον.

Έτρεξα κοντά του αλλά, μόλις στο ένα μέτρο, κατάφερα να ακούσω -πάντα πολύ χαμηλόφωνα- ένα μελαγχολικό ταίριασμα ασυνάρτητων λέξεων και ρυθμικών λυγμών. Άκουσα μόνο συγγεχυμένα μια προτροπή του: "Μην πας πιό πέρα...γύρνα πίσω...τελειώνει εδώ...". Έπειτα σώπασε και εγώ σχεδόν τρέχοντας κατευθύνθηκα προς το φως. Σωστή βουτιά έκανα προκειμένου να βρεθώ νωρίτερα έξω από το δάσος και γέμισα το πρόσωπό μου και τα χέρια μου από χώματα και πέτρες.

Οι θόρυβοι της φύσης επέστρεψαν μεμιάς κι αφού σήκωσα το ζαλισμένο μου κεφάλι είδα μια γυναίκα, γύρω στα 35 θα μπορούσα να πω η ηλικία της, που απευθύνθηκε σε μένα και δακρυσμένη με ρώτησε με αγωνία:

Μα που πήγε το λουλούδι μου; Το έφερα εδώ, να ξεδώσει με το ποδηλατάκι του μα εκείνο, σταματώντας εδώ κι εκεί, χάθηκε. Είχε υποσχεθεί πως δε θα έμπαινε βαθιά σ' αυτό το δάσος. Αχ, τα παιδιά δεν πιστεύουνε πιά στούς μύθους. Το ποδηλατάκι του είναι αυτό και δυο μερόνυχτα περιμένω πότε θα βγει απ' το δάσος γιατί εγώ δεν τολμώ να μπω εκεί μέσα. Κι ήταν μικρό...ήξερε μόνο να μετράει...

Έρμη μητέρα, της είπα, δεν μπορώ να εξηγήσω τι συμβαίνει στο δάσος αυτό. Πάντως, καλό δεν είναι. Αγνή ψυχή χρειάζεται να μπει εκεί μέσα για να τ' αλλάξει όλα, να πέσει σαν πέτρα βαριά μέσα εκεί, με δύναμη ν' αναταράξει το παιχνίδισμα τών σκιών. Όλη τη δύναμη που μου έχει απομείνει εγώ τη βάζω μα πού είναι η πέτρα, η αγνή ψυχή;

Συρρικνώθηκε η μάνα και, πριν προλάβω να τελειώσω τα λόγια μου, μπροστά μου είχα μια στρογγυλή, στιλπνή πέτρα. Την μάζεψα από κάτω, σημάδεψα το πιό βαθύ σημείο τού δάσους και, με όλη μου τη δύναμη, την εκσφενδόνισα μέσα σ' εκείνο το μέρος τού κόσμου, όπου κάτι τόσο ακριβό είχε χαθεί. Περίμενα εκεί όλη τη νύχτα ξάγρυπνος κι όρθιος, μέχρι που την αυγή  άκουσα τις πρώτες γελαστές φωνές. Έπειτα, παρ' όλη την περιέργειά μου, συνέχισα την περιπλάνησή μου ξεμακραίνοντας βιαστικά από εκείνο το δάσος.

03 Αυγούστου, 2010

Ο Όρκος

-Ώστε, λοιπόν... είστε έτοιμος να υπερασπιστείτε την εγκυρότητα τού όρκου σας;

-Ασφαλώς. Ορκίζομαι να είπω την αλήθεια και μόνο...

-Αρκετά! Μην αρχίζετε να δίνετε στη διαδικασία όλη αυτή τη δραματική ατμόσφαιρα.  Αποφύγετε να προκαλέσετε θυμηδία στην αίθουσα, παρακαλώ. Ακόμη δεν πείσατε κανέναν πως δεν είστε ένας κοινός καταπατητής τού όρκου σας και θέλετε να ορκιστείτε; Είστε εδώ για να υπάρξει μια ετυμηγορία περί τής αξιοπιστίας τού όρκου σας. Ας προηγηθεί η εξιστόρηση τού βίου σας ως τα σήμερα.

-Κύριε, αν είναι ανάγκη να αρχίσω από εκεί που νομίζω, σας λέω πως υπήρξα γιός μιάς μητέρας που με δίδαξε την ανωτερότητα τού δίκαιου, την αξία τής γνώσης, τής αγάπης προς τον πλησίον, το μεγαλείο τής αλήθειας, την απλότητα...

-Αρκετά! Ο πατέρας σας, ο πατέρας σας...Εκείνος τι σας εδίδαξε;

-Εκείνος πίστευε τα ίδια πράγματα επίσης. Απλώς ήταν τής γνώμης πως, εάν οι περιστάσεις το υπαγορεύουν, τέλος πάντων, μπορεί να χρειαστεί να εγκαταλείψουμε το δίκαιο, να αγνοήσουμε τον πλησίον, να παραμερίσουμε ή να διαστρεβλώσουμε την αλήθεια.

-Κι εσείς; Ποιά από τις δυο γραμμές τηρήσατε εσείς, ένας άνθρωπος με αυτές τις, ας τις ονομάσουμε, πλαγιωθήσεις;

-Εγώ, κύριε, νομίζω πως ποτέ δεν έμαθα ποιά είναι η αλήθεια, δεν αναγνώρισα τον πλησίον στο πρόσωπο κανενός, δεν ξεχώρισα το δίκαιο από το άδικο. Είδα πάντα τα γεγονότα σαν γεγονότα και τίποτα παραπάνω. Ήξερα μόνο τι να κάνω αλλά ποτέ δεν έκανα κάτι επειδή έτσι "έπρεπε", είπα αυτό που εννοούσα αλλά ποτέ επειδή εκείνο ήταν η "αλήθεια". Έκανα ή έλεγα ένα πράγμα επειδή το αντίθετό του μου προκαλούσε αηδία ή και οργή. Όλη μου η ζωή ήταν κάπως έτσι: "σκοτώνω μια κατσαρίδα επειδή το να την αφήσω να κυκλοφορεί κοντά μου θα με γέμιζε αηδία".

-Χωρίς μια ηθική πορευθήκατε, μια ιδεολογία, ένα υψηλό κίνητρο τέλος πάντων; Μια ζωή ολόκληρη δεν έτυχε να κάνετε κάτι επειδή "έτσι έπρεπε"; Η οικογένεια, το επάγγελμα...όλα αυτά έγιναν έτσι, εντελώς κούφια από κάποιο ιδανικό, κάποια κινητήρια δύναμη, ένα ευγενικό κίνητρο;

-Όχι, κύριε. Ήταν μια, εεε, απρόβλεπτη προβλεψιμότητα, πάντα. Ποτέ δεν ένιωσα να έχω άλλη επιλογή πέρα από αυτό που έκανα. Η ζωή με οδηγούσε...

-Εν τούτοις, από τα αρχεία μας, δεν προκύπτει εις βάρος σας κάποιο σοβαρό ή μη κατηγορητήριο σχετικό με κάποια παράλειψη ή κάποιο μείζον ατόπημα...

-Επίσης, κύριε, υποθέτω πως δεν προκύπτει από τα αρχεία σας ούτε και κάποια επιβράβευση που να αφορά το άτομό μου. Δεν ξέρω, λοιπόν, αν θα έπρεπε να μιλήσω για τον απόλυτα ισορροπημένο βίο ή για τον "βίο-αλγεβρικό άθροισμα ίσον 0".

-Βίος, συμψηφιστικά, ίσος με μηδέν;! Θα χρειαζόταν μια ενδελεχέστερη εξέτασή σας. Δυσκολεύομαι να πιστέψω στην ύπαρξη μιάς ζωής που, χωρίς οδηγό κάποια ηθική, δεν θα κατέληγε σε κάποιον ψόγο, κάποια ενοχοποίηση έστω, από την πλευρά ενός υπέρ τού δέοντος αυστηρού κριτού τής ατομικής σας ηθικής ακεραιότητος. Εκτός βέβαια κι αν αυτή τη στιγμή εξετάζουμε τον αδρανέστερο όλου τού ανθρωπίνου είδους, πράγμα που δεν αποτελεί το αντικείμενο τής έρευνάς μας. Ο Μέσος άνθρωπος μάς απασχολεί σ' αυτή την αίθουσα.

-Ίσως αυτό που σας απασχολεί να μην υπάρχει...Με όλο το σεβασμό προς το εγχείρημα που σας ανετέθη, κύριε, το κρίνω ανέφικτο. Το κρίνω ανέφικτο, ανερμάτιστο και, ναι, ας αποτολμήσω να το πω: Βλακώδες. Βλέπετε, κι αυτόν τον χαρακτηρισμό τον εκστομίζω μόνο και μόνο επειδή, αν δεν το έκαμα, θα ένιωθα μέσα μου εκείνο το συναίσθημα τής αηδίας και τής οργής, για τα οποία σάς προείπα...

 -Αρκετά...Λυπούμαι πράγματι για εσάς αλλά θα πρέπει να παραδεχτώ την εγκυρότητα τού όρκου σας που ίσως κάποτε κληθείτε να δώσετε!

01 Αυγούστου, 2010

Κοινωνικός Ακτιβισμός

"...στο blog μου αλλά και κανα-δυο άρθρα μου ή τα twits, ή τα status updates μου στο facebook θα σας έβγαζε το μάτι από χιλιόμετρα ότι κάνω κοινωνικό ακτιβισμό εναντίον της εξουσιαστικής ελίτ που κατεδαφίζει την χώρα μας... πως θα μπορούσα να είμαι από την άλλη πλευρά!.. Από μια άποψη βέβαια σας..."
..............................................................................................................................

Αυτό διάβασα σήμερα και μεταφέρω το απόσπασμα-ζουμί για να γνωρίζουμε (και να προσέχουμε) όλοι πως υπάρχει κοινωνικός ακτιβισμός στα τουιτς, στα απνταιητς, στα φεηςμπουκ που ΘΑ ΣΑΣ ΒΓΑΛΕΙ ΤΟ ΜΑΤΙ ΑΠΟ ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ...βορειοδυτικά ενώ θα μπορούσε να είναι κι από την άλλη πλευρά (νοτιοανατολικά).

Θλιβερές μεγαλοστομίες και σωτήρες υπήρξαν πάντα μια μεγάλη πληγή τής Ελλάδας αλλά κούτσα-κούτσα, γελώντας σαν ηλίθιοι, τη βγάλαμε ως τώρα καθαρή.

Τώρα, με τούς e-ακτιβιστές...άλλος "έχει πόλεμο με το σύστημα", άλλος με το Δ.Ν.Τ., άλλος "έχει πόλεμο" γενικώς...

Μυρίζει μπαρούτι, κύριοι. Μη φάμε και καμιά αδέσποτη, από βορειοδυτικά...στο μάτι...
Δεν πάτε διακοπές, ρε παιδιά, ν' ασπρίσουμε;

Η Τιμή τής Ζωής

Η ξεχασιάρα μαμά έτρεχε πίσω απ' το μπούλη να τού δώσει τη μπανάνα, να τη φάει στο δρόμο για το σχολείο. Ο κακομαθημένος μπούλης έφαγε τη μπανάνα και πέταξε τη φλούδα στο πεζοδρόμιο. Ο καθυστερημένος δημοσιοϋπάλληλος έτρεχε να προλάβει το λεωφορείο και αφού πατάει τη μπανανόφλουδα γκρεμοτσακίζεται στο πεζοδρόμιο, σπάζοντας επιγονατίδα, αχίλλειο τένοντα δεξιά και λίγο από το ξερό κεφάλι του. Τέσσερις περαστικοί που τα είδαν όλα, τσακώθηκαν για τις ευθύνες καθενός κι ήρθε το ασθενοφόρο ύστερα από μισή ώρα. Οι χειρουργοί μισομεθυσμένοι, της εφημερίας, επιμολύνανε τα τραύματα και χρειάστηκε να δώσουν αντιβίωση. Χορήγησαν τα πιό ισχυρά-ακριβά αντιβιοτικά, τα ίδια που δίνουν και για ψύλλου πήδημα. Στο Γεν. Νοσ. "Memento Mori", τα μικρόβια πιά, χτυπιόντουσαν από τα (πολυχρησιμοποιημένα) φάρμακα, με "μικρά χαστουκάκια", υπερίσχυσαν κι ανταπεξήλθαν κι έριξαν τον υπαλληλάκο μετά από λίγο σε κώμα από τη σηψαιμία. Λίγο ασθενικός ο τραυματίας...δεν ξαναβγήκε από το κώμα.
Είκοσι δάχτυλα τεντώθηκαν, να δείξουν τους υπεύθυνους, μαλώνανε..."Αυτός φταίει!" - "Όχι, εκείνος!"

Εγώ θυμήθηκα εκείνο το τραγούδι τού Angelo Branduardi: