31 Ιουλίου, 2011
30 Ιουλίου, 2011
Ας είναι! Μακριά θα φύγω
Ας είναι! Μακριά θα φύγω
όπως ξεμακραίνει της καμπάνας ο ήχος
Εκεί στα κάτασπρα χιόνια
στα σύννεφα τα χρυσά
Εκεί που δεν υπάρχει ελπίδα
μόνο λύπη, πόνος κι ερημιά
Χαρούμενο τής μάνας μου σπίτι
η Γουόλλυ σου φεύγει μακριά
Μακριά πάει και σε σένα
σε σένα ξανά δε γυρνά
Δε θα την ξαναδείς ποτέ
Ποτέ! Ποτέ!
Θα φύγω για μακριά μόνη
εκεί προς στο κάτασπρο χιόνι
Μόνη και για μακριά
σε σύννεφα χρυσά
Ας είναι! Μακριά θα φύγω
σα να μουν άγιας καμπάνας ο ήχος
Εκεί στα κάτασπρα χιόνια
και σε σύννεφα χρυσά
Εκεί στα κάτασπρα χιόνια
και σε σύννεφα χρυσά
Εκεί που δεν υπάρχει ελπίδα
μόνο λύπη, πόνος κι ερημιά
Ας είναι! Θα φύγω μακριά. Άρια από την Γουόλλυ τού Καταλάνι.
29 Ιουλίου, 2011
Η Γάτα Με Τις Εννέα Ουρές
Η Γάτα Με Τις Εννέα Ουρές ήταν συνηθισμένο εργαλείο τιμωρίας που συνήθως κατέληγε στη θανάτωση αυτού που την υφίστατο. Έστιν ούν ...γάτα με τις εννέα ουρές, ένα εργαλείο αποτελούμενο από 9 λωρίδες δερμάτινες που στην άκρη τους είχαν στερεωμένα μικρά μολυβένια μπαλάκια ή αιχμηρά θραύσματα οστών προβάτου. Με την πρόσκρουση τού χτυπήματος τα μπαλάκια (ή τα θραύσματα) χώνονταν στη σάρκα τού θύματος την οποία και ξεκολούσαν όταν το εργαλείο τραβιόταν προς τα πίσω -σαν ένα κοινό μαστίγιο- για να επακολουθήσει το επόμενο χτύπημα.
Στη Δυτική "θρησκευτική" ζωγραφική είναι συχνή η αναπαράσταση και τού Ιησού να βασανίζεται με αυτόν τον τρόπο από τους Ρωμαίους. Στη Βυζαντινή είναι σπάνιο φαινόμενο.
(Wiki)
28 Ιουλίου, 2011
"Κύματα στον καθρέφτη;"
-Κύματα στον καθρέφτη;
-Σύννεφα στον καθρέφτη, είπα. Πάρε το τσιγάρο σου από μπροστά μου. Το πιάνεις και με βρόμικα χέρια. Εγώ δεν κάπνισα ποτέ γιατί δεν μπορούσα να βάζω στο στόμα μου πράγματα που αγγίζω με τα άπλυτα χέρια μου. Τι έλεγα; Α, "σύννεφα στον καθρέφτη!"
-Γιατί, όμως;...Γιατί είναι τελειομανής και άτσαλος; Λέει εκατό λέξεις για να περιγράψει ένα πράγμα. Ένα πράγμα, έπειτα, το λέει με εκατό διαφορετικούς τρόπους. Εκεί, μέχρι να βαρεθείς και να πεις "ωχ, φτάνει...".
-Ψυχαναγκαστικός είναι ο άνθρωπος. Κοινωνικά ...δύσκολος. Δεν μπορεί να συνεννοηθεί, να επικοινωνήσει χωρίς να παρεξηγηθεί κάποιος. Τώρα...ο ίδιος θα παρεξηγηθεί; Ο συνομιλητής του θα νευριάσει; Και οι δυο θα γίνουν μαλλιά κουβάρια; Νομίζω τον παρεξηγούν. Εκείνοι νομίζουν πως μιλάει μεταφορικά ενώ αυτός κυριολεκτεί. Εκεί, εκεί είναι η παρεξήγηση. Βλέπεις, βλέπεις;
-Λοιπόν είπες "σύννεφα στον καθρέφτη";
-Σύννεφα στον καθρέφτη. Ναι, με αγχώνει η αφηρημάδα σου. Για να μην το ξεχνάς, να, τις συννεφιασμένες μέρες, όταν αργεί το πράσινο να ανάψει κι είσαι πολλή ώρα πίσω από κανένα σκούρο αυτοκίνητο, τι βλέπεις κοιτώντας το γυαλιστερό του μέταλλο;
-Σύννεφα που καθρεφτίζονται στο μέταλλο. Αν το μπροστινό αυτοκίνητο είναι και πολύ σκούρο, γυαλισμένο κ.λπ. τότε ναι, είναι σαν καθρέφτης.
-Ε, αυτά είναι τα σύννεφα στον καθρέφτη! Ένας, συνάμα, απαισιόδοξος τίτλος αλλά και μια συμμετρική, καθαρή εικόνα. Ε, δεν γίνεται να καθρεφτιστούν σύννεφα σε σκονισμένη και βρόμικη επιφάνεια. Δε συνεννοείται, ναι...δηλαδή δε φταίει αυτός. Είναι οι άλλοι, που νομίζουν πως μιλάει γενικά ενώ εκείνος απευθύνεται σχεδόν πάντα σε σένα προσωπικά.
-Απαισιόδοξος τίτλος; Όχι βρε, κοίταξε: αν βλέπεις τα σύννεφα στον καθρέφτη σημαίνει πως τα προσπέρασες, τα βλέπεις πίσω σου...τα έχεις αφήσει πίσω σου. Κατάλαβες; Αν τα σύννεφα είναι βάσανα, τότε μπορείς να πεις "πέρασαν, τέλειωσαν τα βάσανα"...
-Όχι, όχι...μη μου το χαλάς. Μου τον παρασταίνεις αισιόδοξο τύπο, χαλαρό ενώ εγώ θέλω να τον φαντάζομαι κατσούφη κι άτσαλο, μίζερο, να τρώγεται με τα ρούχα του. Τον νιώθω φίλο μου έτσι, δικό μου άνθρωπο, έναν από μας!
-Όχιιι, δε στο χαλάω. Δεν είναι αισιόδοξος, τρώγεται με τα ρούχα του, τού αρέσουν τα λειβάδια αλλά πάλι όταν βρεθεί σ' ένα από αυτά θα πει πως δεν είναι αρκετά πράσινο, τού αρέσει η θάλασσα μα μισεί τα νησιά, τού αρέσει ο κόσμος αλλά τον κοιτάζει από μακριά, έχει φίλους πολλούς μόνο που τους αποφεύγει και για κάποιο παράξενο λόγο τον αποφεύγουν κι αυτοί...
-Φτάνει, μην κουράζεσαι άλλο. Αποκατέστησες την εικόνα του μέσα στο μυαλό μου όπως την είχα πρώτα. Ωραία, σ'ευχαριστώ.
-Δεν κάνει τίποτα. Ούτε να το σκέφτεσαι.
-Εμ...
-Τι είναι πάλι;
-Είσαι εντελώς σίγουρος πως όλα αυτά...σύννεφα, καθρέφτες, γυαλάδες δεν είναι πολύ -πώς να στο πω- πολύ τραλαλά;
-Χίλια τα εκατό, βρε συ. Χίλια τα εκατό.
24 Ιουλίου, 2011
Η Χώρα Του Πουθενά
Μα θα το έλεγα...Λοιπόν, κύριοι:
1. Τρελοί, αποκλίνοντες, απροσάρμοστοι θα υπάρχουν πάντα.
2. Θα ζούμε κοντά τους, στο διπλανό σ' αυτούς διαμέρισμα ή στην απέναντι πολυκατοικία.
Θα έχουμε πιθανόν -στην καλύτερη περίπτωση- τα ίδια πάνω κάτω έξοδα, ίσως κι έσοδα. Δεν πρέπει να μας ξεγελά το ότι με μερικούς έχουμε τα ίδια υλικά ή/και πνευματικά αγαθά διότι, όπως προείπαμε, τους ανθρώπους διαφοροποιεί η γνώμη τού καθενός απέναντι στους άλλους.
Όταν υπάρχουν αντιθέσεις/συγκρούσεις ανάμεσα σε ομάδες ανθρώπων, όσο παράλογες κι αν είναι, πρέπει να λαμβάνονται υπ' όψη και να αντιμετωπίζονται, όχι να κουκουλώνουμε τα μίση που αναζωπυρώνονται και τα αντιμετωπίζουμε σαν τραγωδίες, πέφτοντας από τα σύννεφα: "Καλέ, πώς έγινε το κακό;"
Μεμονωμένα γεγονότα;...Όχι, πρέπει να τα πούμε "κρούσματα". Ζορίζουμε τους ανθρώπους να συμβιώνουν, παρουσιάζουμε και μια εικόνα αλληλεγγύης, αδελφότητας μεταξύ τών ανθρώπων. Όλοι αγαπούν τους ξένους, οι λευκοί τους μαύρους, οι Γάλλοι τους Ρομ, οι μεγάλοι τους μικρούς, οι Έλληνες τους Αλβανούς, οι λογικοί τους ψυχασθενείς, οι στρέιτ τούς γκέη κ.ο.κ.
Μου θυμίζει τότε που όλοι... λάτρευαν τους "Κυπρίους αδελφούς μας". Στην πραγματικότητα πολλοί θεωρούσαν τους Κυπρίους ευνοούμενους που ζουν εις βάρος τών Ελλήνων. Η επίσημη εκδοχή πάντως ήταν πως...αγαπιόσανται.
Λοιπόν, ας προσέξουμε λιγάκι. Όλοι όσοι θέλουν να κρύψουν το μίσος -αρρωστημένο ή όχι- που υπάρχει μέσα στους ανθρώπους, διαπράττουν ένα άλλο Κωσταλέξι. Κρύβουν κάτι που το θεωρούν τέρας και όνειδος. Το μίσος οπλίζει ένα χέρι και να ο ένοχος, σε μερικές ώρες η φάτσα του κάνει το γύρο τού κόσμου.
Αν όμως κάποιος έψαχνε να βρει τους ηθικούς αυτουργούς και τους ηθικά/λογικά υπεύθυνους...δε θα έφτανε και σ' αυτούς που θέλουν να δώσουν μια εξωραϊσμένη, ψεύτικη, εικόνα τού κόσμου, μια εικόνα από τη Χώρα-Τού-Πουθενά;
Τα τραγούδια έχουν πολλές ερμηνείες αν έχεις όρεξη να τις ψάξεις.
22 Ιουλίου, 2011
21 Ιουλίου, 2011
Πιο ενδιαφέρουσα παρέα
Θα σκάσω, θα σκάσω, θα σκάσω...Ό,τι υπάρχει πάνω σ' αυτή τη γη, κι έχει μορφή ανθρώπου, είναι άδικο και αγνώμον! Το έζησα από πρώτο χέρι. Ποια αγνωμοσύνη μού έτυχε; Αχ...πεθαίνω να το διηγηθώ:
Πέρυσι λοιπόν, στη γειτονική μου πλατεία περπατώντας, έβλεπα σε καθημερινή βάση ένα άγαλμα που αναπαριστούσε έναν νεαρό αρχαίο πολεμιστή. Ο καλλιτέχνης μού ήταν άγνωστος και το ανάγωγο δημιούργημά του, όταν περνούσα από κει, παρέμενε αγενέστατα μισοξαπλωμένο έχοντας αλαζονικά γυρισμένο το κεφάλι του αλλού και τον πισινό προς εμένα. Γύριζα γύρω από το άγαλμα μπας και δω το πρόσωπό του αλλά αυτό λες κι ήταν έτσι κατασκευασμένο ώστε να μη φαίνεται από πουθενά.
Τι στο καλό αναπαριστούσε;...έναν πληγωμένο πολεμιστή, έναν κοιμώμενο πολεμιστή, έναν νεκρό πολεμιστή; Μπα όχι, κανείς δε χάνει τον καιρό του για να να φτιάξει ένα άγαλμα νεκρό. Ασυναίσθητα τού έδωσα μια κλωτσιά στα πλευρά επιπλήττοντάς τον:
-Λίγο σεβασμό, τουλάχιστον προς ένα συνάδελφο τού δημιουργού σου, κωλόπαιδο!
Το πρόσωπό του δε φάνηκε αλλά ακούστηκε καθαρά η φωνή του:
-Συνάδελφος...γλύπτης είσαι κι εσύ, κύριε;
-Όχι, συγγραφέας...τρόπον τινά αναγνωρισμένος συγγραφεύς, έχω εκδώσει ήδη δυο βιβλία. Το ένα, σε φρη-μπούλσιτ e-έκδοση, είναι κοινωνική προσφορά!
-Έχεις χάσει τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην κοινωνική προσφορά και τη διαφήμιση, τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη χαρά τού γραψίματος και την ναρκισσιστική επαιτεία τής επιδοκιμασίας τών άλλων, τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην έμπνευση και την ιδέα την τραβηγμένη από τα μαλλιά;
-Εεεε...όχι ακόμη αλλά πιστεύω πως, όπου νάναι, δε θα μπορώ να ξεχωρίσω τίποτα από όλα αυτά. Μα εσύ πού ξέρεις για το κομφούζιο που έχω στο μυαλό μου;
-Τα ίδια κι ο δημιουργός μου είχε πάθει. Μετά από μένα έφτιαξε -από τα απομεινάρια μου- ένα μικρό αγαλματίδιο που το δώρισε στο σχολείο όπου πήγαινε μικρός. Σαν εξώγαμο τού πατέρα μου το βλέπω εκείνο τ' άγαλμα... Παρ' όλα αυτά εκείνο το σέβονται πιο πολύ τα πουλιά, το ξέρεις;
-Λάθη είναι αυτά που κάμουμε εμείς οι καλλιτέχνες...Θέλω εν τούτοις να μου αποδίδουν τον απαιτούμενο σεβασμό, διάβολε!
Ο νεαρός αυτός όμως "άστεγος" δεν είχε καμμιά όρεξη για άλλη συζήτηση: Έβγαλε ένα βαριεστημένο "πφφφ!" που σήκωσε ένα μέτρο σκόνη. Τραβήχτηκα μακριά μη λερωθώ ενώ έβλεπα τον αναιδή σύντομα να υποδέχεται καινούργια, πιο διασκεδαστική παρέα. Ένα αγόρι γελώντας κάθισε, μαζί με το κορίτσι του, σχεδόν πάνω στο σβέρκο τού στρατιώτη κι άρχισαν τις αγκαλιές...
20 Ιουλίου, 2011
Λατρεία τής φύσης
Ήδη από το δημοτικό σχολείο μυήθηκα στην λατρεία τής οικολογίας. Ακόμα θυμάμαι εκείνο το ταλαίπωρο φασόλι που έβγαζε ρίζες μες το νωπό μπαμπάκι.
19 Ιουλίου, 2011
Λαμπυρίζαν τ' αστέρια
Λαμπυρίζαν τ' αστέρια
κι ευωδίαζε το χώμα
έτριζε του κήπου η πόρτα
και βήματα ακούγονταν:
Έμπαινε κείνη μυρωδάτη
κι έπεφτε στην αγκαλιά μου!
Αχ! Γλυκά φιλιά και λάγνα χάδια
κι εγώ που έτρεμα
τα κάλλη της ενώ ξεσκέπαζα!
Άφαντο, τώρα πια, τ' όνειρο για μένα
πέρασε η ώρα
και δυστυχής πεθαίνω
Και τη ζωή τόσο πολύ, ποτέ δεν είχα αγαπήσει
Λαμπυρίζαν τ' αστέρια, υπέρλαμπρη άρια από την Τόσκα.
18 Ιουλίου, 2011
Κλικ 16
Κάθε σώμα μπορεί να ραγίσει
Να χωριστεί στα δυο
Να ανοίξει
Υπόσχεση:
Αντί για σπλάγχνα θα δεις ψυχή
Είναι όλα μια κοροϊδία
Καθώς βλέπεις προβάλλουν ακόμα δύο μάτια
17 Ιουλίου, 2011
Φαντασία
Λένε πως η ζωή ξεπερνά κάθε ανθρώπινη φαντασία. Όντως, χθες το βράδυ, ήπια καφέ με τον Πινόκιο.
Mentre vivo senza te (και δυο κουβέντες)
Η πόλη πριν τον Αύγουστο είναι ένα παιδί που τρώει τα αποφάγια τών προηγούμενων μηνών. Ό,τι περίσσεψε από τα περασμένα πλούσια γεύματα, τα γενέθλια και τις γιορτές, την κρυμμένη χλιδή τής καθημερινότητας και την κούφια αίγλη τών αργιών, βρίσκεται τώρα στους δρόμους.
Τους τοίχους, τις βιτρίνες, τις στάσεις τών λεωφορείων διαποτίζει αυτή η ουσία τού Ιούλη. Δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για τον Αύγουστο αν δεν έχει κάνει μια εισαγωγή με τα ανδραγαθήματα τού Ιούλη. Αλλά πάλι, όταν έχεις περιγράψει λεπτομερώς τον μήνα αυτόν, σου φαίνεται πως δεν έχεις τίποτα να πεις για το διάδοχό του, τον ευνούχο θεριστή που πάντα μού έφερνε στο νου το Χάρο.
Ένας Χάρος είναι χωρίς αχαμνά, στείρος κι αδύναμος να γονιμοποιήσει την πανσέληνο. Είναι ένας θανατοποινίτης που μετράει τις μέρες του, μια χαλαρή οικογένεια που σκορπίζεται στην παραλία. Ύστερα, ως συνήθως, θα βρουν να πουν πως γέμισαν πάλι οι μπαταρίες, αναδιοργανωθήκαμε. Χα! Πιάσε το αυγό και κούρευτο ή -πράγμα ακόμα πιο δύσκολο- τράβα τις τρίχες σου φορώντας γάντια τού μποξ.
Υπόκλιση στην Ντίβα. Μην πει κανείς πως γέρασε, πως πλακώθηκε στα κολλαγόνα...
Chapeau!!!
16 Ιουλίου, 2011
Συγγραφείς
Οι περισσότεροι συγγραφείς υποτιμούν τόσο το κοινό τους ώστε να νομίζουν πως είναι πανεύκολο να το εντυπωσιάσουν. Το κοινό πάλι υπερτιμά τόσο τους συγγραφείς ώστε με το παραμικρό να εντυπωσιάζεται.
14 Ιουλίου, 2011
Πωλείσαι
Τραγούδια, τραγούδια, τραγούδια.Τα τραγούδια είναι πάντα εκτός χρόνου εφ' όσον όταν τα ακούς, έχει ήδη περάσει ίσως και πάνω από ένας χρόνος από τη στιγμή που γράφτηκαν. Χα χα...η στιγμή τής πώλησης πρέπει να είναι η σωστή. Ας το πάρουμε από την αρχή: Άσε τα τραγούδια και κατάλαβε πως ΠΩ-ΛΕΙ-ΣΑΙ.
Πρώτο: Πάρτο χαμπάρι...όλα πουλιούνται, όλοι πουλιούνται. Καλύτερο πάντως είναι να πουληθείς σε βιτρίνα καλού καταστήματος παρά σε παλιατζίδικο ή σε πανέρι. Βρες τη σωστή στιγμή λοιπόν και πουλήσου. Η χρυσή εποχή για να πουληθείς είναι η εποχή που κανείς δε φαντάζεται πως πωλείσαι.
Δεύτερο: Καθόρισε, όσο ακριβέστερα (όχι ακριβότερα) μπορείς, την τιμή σου. Ξέρεις...βάλε κάτω τι αξίζεις, τι μπορείς να προσφέρεις, σε ποιούς και πόσους μπορείς να προσφέρεις, για πόσο μπορείς να προσφέρεις και κατά πόσον θα πετύχεις να παίρνεις αυτά που θέλεις, την ώρα που θέλεις και χωρίς δικαίωμα να ζητήσεις παραπάνω ή να σου δώσουν παρακάτω.
Τρίτο: Όταν θα έχεις αποφασίσει την τιμή σου, τότε διάδωσε παντού ότι πωλείσαι. Μα παντού όμως...και -πού 'σαι;- διάδωσε ότι πωλείσαι σε πολύ καλή τιμή. Πολύ καλή, όχι χαμηλή...Πολύ καλή. Γι' αυτά τα λεφτά είσαι ό,τι καλύτερο μπορεί κανείς να βρει. Η τιμή είναι πολύ καλή απλά και μόνο επειδή θες να τελειώνεις.
Τέταρτο: Διακριτικά, με ψιλά γράμματα, βάλτο στην αγγελία σου ή διάδωσέ το χαμηλόφωνα: "Η τιμή είναι συζητήσιμη". Θημίσου όμως πως, μετά τη συζήτηση, η τιμή σου θα έχει παρά τις όποιες διαπραγματεύσεις παραμείνει η ίδια: Πολύ καλή...όχι χαμηλή. Απλά πολύ καλή.
Θες να κάνεις τον Αμερικάνο - Carosone
Το τραγούδι αυτό περιείχε ολόκληρη την αντίδραση τής εποχής τού μεταπολέμου απέναντι στην Αμερικανοποίηση τού τρόπου ζωής που κυριαρχούσε στην Ιταλία, κυρίως στη Νάπολι.
Οι Αμερικάνοι είχαν αφήσει στη Νάπολι εκτός από τα εξώγαμά τους (τα οποία ως έκθετα που ήταν πήραν το επώνυμο Εσπόσιτο = Έκθετος το οποίο διατηρείται ακόμα και διαιωνίζεται ως επώνυμο) και τις άλλες τους συνήθειες: το ουίσκι με σόδα, το ροκ εντ ρολλ, το "αϊ λοβ γιού".
Θες να κάνεις τον Αμερικάνο, λέει το τραγούδι...αλλά πώς θα αγοράσεις το παντελόνι με την ετικέττα από πίσω, πώς θα αγοράσεις τα Κάμελ και τα Μόρρις (λαθραία τής εποχής); Με τα λεφτά τής μαμάς...με τα λεφτά τής μαμάς!
Κι όταν πίνεις "ουίσκι εντ σόντα"...τι τα θες αφού μετά θα σε πειράξει στο στομάχι, θα σού 'ρχεται ναυτία;
Και μετά:
Μα πώς μπορείς, κάτω απ' το φεγγάρι μας, να πεις στην αγαπημένη σου εκείνο το "αϊ λοβ γιου";
Θες να κάνεις τον Αμερικάνο, τον Αμερικάνο...
13 Ιουλίου, 2011
Οι Έντιμοι
Είχα μια σοβαρότητα όταν ήμουν πιο νέος ...ήμουν ακέραιος, ατόφιος, κάθετος. Ούτε μια υποκριτική χαιρετούρα ούτε ένα πλαστό χαμόγελο δεν έβγαινε απ' το στόμα μου. Προχτές όμως ένα τηλεφώνημα μ' έκανε να καταλάβω πόσο άλλαξα πριν καλά-καλά το πάρω είδηση.
Σήκωσα το ακουστικό τού τηλεφώνου που ήταν χωμένο κάτω από σεντόνια ανάκατα με εφημερίδες. Βέβαια πρώτα σύρθηκα στο πάτωμα μέχρι να ανακαλύψω τη συσκευή που τάραζε τα δυο ημισφαίρια τού εγκεφάλου μου και τα δυο τέτοια μου. Ο πονοκέφαλος που με κομμάτιαζε πρέπει να οφειλόταν στα περίπου 500 (ή 2.500) κυβικά ουίσκι. Άναψα ένα τσιγάρο κρατώντας το ακουστικό με τον ώμο μου. Φύσηξα τον καπνό με μια σύσπαση στο πρόσωπο που άρχιζε από τα μάτια κι έφτανε πίσω από τ' αυτιά μου. Στο σβέρκο δηλαδή.
-Πφφφ...μμμ, ποιός είσαι; Τί ώρα είναι...πρέπει να πάτησα το ρολόι μου ή να έπεσε χτες στο σκουπιδοφάγο.
-Είναι περασμένες 12.30μμ. Είμαι εγώ, από τους Έντιμους.
-Ποιούς έντιμους, φίλε; Ο μόνος έντιμος που γνώρισα ήταν ο δάσκαλός μου στην Α' δημοτικού. Πφφφ... Αποκλείεται να είσαι εκείνος. Σωστά;
-Θέλω να πω είμαι από τους Εντάξει, καταλαβαίνεις; Ήθελα να ρωτήσω αν είσαι έτοιμος να γυρίσεις στη δουλειά. Τόσο καιρό εκτός, και με τη ζωή που κάνεις...τσιγάρα, ξενύχτια, αλκοόλ, μπορείς;
-Άκου να δεις, φίλε Γκεντάξει...
-Εντάξει, όχι Γκεντάφι!
-Δεν είπα Γκεντάφι, ρε μαλ... "Γκεντάξει", είπα. Πφφφ... Και βέβαια είμαι σε φόρμα. Δεν παραμέλησα ποτέ τον εαυτό μου.
-Την τελευταία φορά που σε είδα ήσουν αξιολύπητος: αξύριστος, φορούσες εκείνο το ιδρωμένο και βρώμικο μακό. Φυσικά ήσουν και μεθυσμένος.
-Γαμ...! Έχεις δίκιο... Τα τελευταία δυο χρόνια τύχαν αναποδιές. Πρώτα το διαζύγιο, μετά ο θάνατος τής δεύτερης γυναίκας μου, το όπλο που εκπυρσοκρότησε στο πρόσωπο τού καλύτερού μου φίλου. Το στεγαστικό που έμεινε πίσω...Δικηγόροι, δικηγόροι, δικηγόροι!
-Γι' αυτό σε ρωτάω, τσουτσ...κέφαλε: Είσαι σε κατάσταση να επανέλθεις στη δράση;
-Είμαι ο.κ.! Γυμνάζομαι δυο ώρες την ημέρα, τρέχω 7-8 μίλια κάθε μέρα, πλην Κυριακής που κάνω μισό Μαραθώνιο. Πφφφ...Χρειάζομαι τη γαμ....η δουλειά, Γκεντάφει!
-"Εντάξει", είπα!
-Εντάξει; Την πήρα;
-Όχι λέω: είμαι από τους Εντάξει, όχι από τους "Γκεντάφει"...
-Λοιπόν, αν πρόκειται για την τιμιότητα θα ακολουθήσω εσάς, τους Εντάξηδες. Σκατ..., τελευταίο τσιγάρο...έχω μόνο λίγο μπέρμπον. Τα λέμε στο "Στόρμυ γουέδερ" στις 12, ο.κ.;
-ο.κ. ...τα λέμε.
Έκλεισα το τηλέφωνο κι έπεσα για ύπνο. Έβαλα πρώτα το ξυπνητήρι στις 10μμ, να προλάβω να κάνω ένα μπάνιο, ν' αλλάξω μπλούζα, να κάνω κάνα πους-απ για να δείχνω "δεμένος".
----------------------------------
Γύρω στις 10 χτύπησε το ξυπνητήρι. Το έκλεισα και σηκώθηκα πάλι μια ώρα μετά. Πετάχτηκα ταραγμένος... Υπολόγισα πως -αφού είχα βάλει ξυπνητήρι στις 10- πρέπει κάποια δουλειά να είχα γύρω στις 12...πάντα έβαζα το ξυπνητήρι να χτυπήσει δυο ώρες πριν τη δουλειά. Είχε πάει 11 και 15 και είχα κάνει το μπάνιο μου, έκανα και τα πους-απς. Πανέτοιμος ήμουνα. Σε φόρμα...Πέρασε όμως η ώρα, πήγε 2 τη νύχτα και δε θυμόμουνα πού στο καλό είχα να πάω. Πετάχτηκα να πάρω τσιγάρα και δυο μπουκάλια μπέρμπον. Στρώθηκα στον καναπέ.
Πρέπει να με πήρε ο ύπνος εκεί. Μετά από ώρες χτύπησε το τηλέφωνο και το δωμάτιο ήταν γεμάτο μεσημεριάτικο φως που με βάρεσε κατ' ευθείαν στο κεφάλι. Χτύπησε το τηλέφωνο κι αφού σύρθηκα ως κάτω απ' το κρεββάτι κι άναψα ένα τσιγάρο είπα:
-Ναι;
-Καλημέρα. Δεν ξέρω αν με θυμάσαι ...Είμαι εγώ, από τους Έντιμους...
-Ποιούς έντιμους, ρε φίλε; Ο τελευταίος έντιμος που θυμάμαι ήταν ο δάσκαλός μου, της Α' ή Β' δημοτικού, νομίζω...
12 Ιουλίου, 2011
Σταρ και Ταλέντο
Ταλέντο: κάποιος που μπορεί να κάνει πολλά αλλά ακόμη δεν έκανε τίποτα. Σταρ: Κάποιος που ήδη έχει κάνει πολλά αλλά τού μένουν πολύ λίγα να κάνει.
11 Ιουλίου, 2011
Τ' άνθος που 'ριξες
Τ' άνθος που 'ριξες στο κελί μου
γκυκά έμεινε κει μαζί μου
κι αν ξεράθηκε, εμαράθη
ίδιο κράτησε τ' άρωμά του
Για ατέλειωτες ώρες, ολάκερες
μ' αυτή τη μυρωδιά μεθούσα
ενώ με τα κλειστά μου μάτια
έβλεπα εσένα που ποθούσα
Άρχιζα να σε καταριέμαι
μόνος να κατηγοριέμαι:
Λάθος μου ήταν ή πεπρωμένο
να βρεθείς στο δρόμο μου εσύ;
Έπειτα όμως μετανοούσα
κι ένιωθα να 'χω μόνο
μία λαχτάρα, μία επιθυμία:
Να σε δω πάλι, Κάρμεν, να σε δω
να σταθείς πάλι μπροστά μου
και θα 'φτανε μια μόνο ματιά
αφέντρα να γίνεις τής ζωής μου
Αχ, Κάρμεν μου
τι ήμουν για σένα!
Κάρμεν, σ' αγαπώ...
Τ' άνθος που' ριξες , άρια από την Κάρμεν τού Μπιζέ.
10 Ιουλίου, 2011
Μιά και το 'φερε η κουβέντα
Μια κι είδα τον πύργο τού Άιφελ, στη φωτό, θα διηγηθώ ένα περιστατικό που μού συνέβη μια χειμωνιάτικη νύχτα ενώ βρισκόμουν στη βεράντα τού διαμερίσματός μου, περί τα πέντε χιλιόμετρα από τον πύργο. Καθώς το διαμέρισμά μου βρισκόταν στον 17ο όροφο κι έτσι είχα μπροστά μου μια απεριόριστη θέα, αν και ήταν περασμένες 2, είχα αρχίσει να μονολογώ γύρω από τα συνήθη: "Ναι, ναι...Κοιμήσου ήσυχο, Παρίσι. Οι ένοχοι κοιμούνται, οι αθώοι αγρυπνούν και μπλα μπλα μπλα".
Εκείνη την ώρα ορμούν στο διαμέρισμα λε φλικς, δυο μαντραχαλάδες με καπαρντίνες και με παίρνουν σηκωτό λέγοντάς μου: "Τι λες πάλι μωρέ; Μα δε βγάζεις ποτέ το σκασμό; Μερντ!". Μέχρι να προλάβω να ζητήσω την εντολή τού εισαγγελέα είχαν ήδη κάνει το διαμέρισμά μου άνω κάτω, ψάχνοντας κάτι προφανώς. Όντως, ο ένας τους μού λέει:
-Πού στο διάολο έχεις κρυμμένα τα βιβλία σου, πανάθεμά σε; Πού στο διάολο είναι τα υπόλοιπα; Εδώ είναι καμμιά δεκαριά βιβλία μονάχα: Ντε Σαντ, Τροτσκί, Καμί, Μπρέχτ, Αισωπός, κωλοβιβλιαράκια, εκδόσεις τής δεκάρας. Πού είναι τα δερματόδετα βιβλία, τα πολλά, η Μαρξιστική σου βιβλιοθήκη, το Αντάρτικο τού Τσε...Για να μιλάς συνέχεια και να λες τόσες βλακείες σα νευρόσπαστο θα είσαι κανένας βλαμμένος βιβλιοφάγος!
Να μην τα πολυλογώ, άφησα το διαμέρισμα με χειροπαίδες κι ένα φλικ να μου λέει: "Προχώρα. Έχεις την υποχρέωση να παραμείνεις σιωπηλός. Ό,τι δεν πεις θα καταλογισθεί στα ελαφρυντικά σου". Πριν το καταλάβω καλά-καλά είχαμε κατέβει τούς 17 ορόφους και είχαμε μπει στη Σιτροέν, όπου σκόνταψα το κεφάλι μου. Μετά από μισή ώρα δρόμο ήμασταν σ' ένα είδος ανακριτικού δωματίου, εγώ κι άλλοι δέκα. Ούτε καθρέφτες ούτε καλοί και κακοί ανακριτές εναλλάξ, όπως είχα συνηθίσει με την πολίς.
Εκείνοι ήταν ένα μπουλούκι εξαγριωμένοι φλικς που, αντί να προσπαθούν να μου αποσπάσουν πληροφορίες κι ομολογίες, επέμεναν να βγάλω το σκασμό και να μην πω ούτε λέξη. Οι δυο που με συνέλαβαν ήταν ήδη ζαλισμένοι από την πολυλογία μου ενώ δεν είχαν πάρει ακόμα απάντηση στο ερώτημα "με μια μόνο δεκαριά βιβλία στο σπίτι, πώς στο διάολο μια κοννεγί λες και άλλες δέκα κοννεγί σκέφτεσαι;".
Σφαλιάρες έφαγα πολλές κι άλλα τόσα "ΣΚΑΣΕ!" άκουσα ενώ μιλούσα διαρκώς -η αλήθεια να λέγεται...Αλλά, τι άσχημο τούς έλεγα; Δίκιο τούς έδινα για τις "σκούπες" με τούς ρομά και τους λαθρομετανάστες, σφαλιάρα έτρωγα. "Μπράβο" τούς έλεγα που πιάνουν τα πρεζάκια και τα χώνουν μέσα γιατί το πρόβλημα δεν είναι οι χοντρέμποροι τής πρέζας, έτρωγα τη σφαλιάρα. ΣΚΑΣΕ! Υποστήριξα και τις ιδιωτικοποιήσεις, εξηγώντας βέβαια λεπτομερειακά το γιατί μέχρι που σταμάτησα από ένα σμήνος σφαλιάρες, σαν το φατούρο τού σχολείου, ντε λ' εκόλ.
-Μα δεν καταλαβαίνεις -λα πυς ντε τα μερ!- ότι εδώ δε σε φέραμε για να ομολογήσεις τίποτα, ούτε να καρφώσεις κανέναν ούτε να "τα ξεράσεις όλα". Το αντίθετο ζητάμε: να σκάσεις, να το βουλώσεις ή τουλάχιστον να εξηγήσεις γιατί μιλάς τόσο πολύ...με άλλους, μόνος σου, όλο μιλάς. Κι όταν δε μιλάς, γράφεις! Τι φταίει μ' εσένα; ο θυρεοειδής σου τα' παιξε; Ζακ, να δεις ότι θα' ναι επιληπτικός...αυτοί μιλάνε συνεχώς.
-Πά ντέ τού, εμένα μου φαίνεται Τουρεττικός. Έχει κάτι τικ, αν το προσέξεις...
-Δε θα με βγάλετε και άρρωστο επειδή έχω μια τάση να μιλάω και διαθέτω και μια σχετική ευφράδεια. Ο θυρεοειδής μου είναι μια χαρά. Δεν είμαι επιληπτικός. Έχω στοιχεία για όλα αυτά. Πάμε στο σπίτι να τα πάρω. Έχω κάνει εξετάσεις εγώ, θα σας τις εξηγήσω λεπτομερώς.
Κι άρχισα και τους μίλαγα δυο ώρες για εξετάσεις. Μέχρι που είχε αρχίσει να χαράζει. Στο τέλος ειπα να 'ρθεί κάποιος μαζί μου να πάμε σπίτι να τις βρούμε. Τότε αλληλοκοιτάχτηκαν κι όλοι μαζί με μια φωνή είπαν "Νόν, πά μουά!!!". Είπαν πως ζούμε σε ρεπυμπλίκ και "να μη σε κρατάμε άλλο...παράνομο είναι, άντε στο καλό!". Μου βγάλαν τις χειροπαίδες, μ' έβγαλαν στο δρόμο και πήρα ένα ταξί για το σπίτι. Ήμουν πολύ κουρασμένος όταν έφτασα κι άρχισα να τηλεφωνώ στους γνωστούς μου, να διηγηθώ την περιπέτειά μου.
09 Ιουλίου, 2011
Anonimo Veneziano / f.p.
Μεγάλη μουσική. Stelvio Cipriani ο συνθέτης, Fausto Papetti ο εκτελεστής. Ταινία τού 1970. Τι κάνουν αυτοί οι άνθρωποι!
Η Florinda Bolkan: πειστικότατη με την Βραζιλιάνικη γκέη σεξουαλικότητά της, απαντά στον άρρωστο πρώην σύζυγο που ξεστομίζει "I' m dying..." ότι "We' re all dying...". Κι όλα αυτά στη Βενετία.
08 Ιουλίου, 2011
Το καλοκαίρι (Ανάμνησις)
Πινέλλι Τόνυ (Pinelli Tony), Φλωρεντία 1938. Ο πιο επιτυχημένος ξένος τραγουδιστής ελαφράς μουσικής που εμφανίστηκε στην Ελλάδα. Μετά από περιπλάνηση σε διάφορες χώρες, κατέληξε περί τα μέσα της δεκαετίας του 1960 στην Αθήνα και το 1966 τραγούδησε την «Ανάμνηση» του Βαγγέλη Πιτσιλαδή, κατακτώντας την κορυφή της δημοτικότητας. Ερμήνευσε και άλλα γνωστά τραγούδια σε δίσκους 45 στροφών: «΄Εφυγες», «Βρέχει ο Θεός», «Σήλια», «Η Πέτρα», «Κάθε πρωινό», «California dreamin», «Rrima c' eri piu», «Katy», «Who 'll be the next in line», κ.λπ. Συνοδεύτηκε επίσης από τους «Storks». Στα τέλη του 1971 πήγε στην Αμερική. Επέστρεψε στην Ελλάδα περί τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και έδωσε μια σειρά συναυλιών στην Αθήνα και τη Θεσ/νίκη. Τότε δισκογράφησε τα πρώτα τραγούδια του Αλέξη Παπαδημητρίου, κ.ά. Τελικά αποτραβήχτηκε στην Καλιφόρνια και σήμερα εξάσκεί το επάγγελμα του εμπόρου ταχύπλοων σκαφών. Στους LP δίσκους του: «Τony Pinelli» (1967, ανατυπώθηκε το 1971 και το 1981), «Antio» (1968, ανατυπώθηκε το 1969 και το 1995 σε CD μαζί με τον προηγούμενο δίσκο), «Το καλοκαίρι» (1978). Μετέσχε επίσης στον δίσκο «Χορέψτε, χορέψτε» (1969).
Επεξηγηματικά
Αν ο τρόπος γραφής παραμείνει όπως είναι σήμερα τότε...
Αυτό αναρωτιόμουν ρητορικά σε ένα προηγούμενο ποστ μου. Απ' την άλλη ένας φίλος, σχολιάζοντας ένα ποστ/μικρό διήγημα, ρωτούσε με απορία: "τέλειωσε ή έχει κι άλλο;". Καταλαβαίνω πως αστειευόταν, καθότι χιουμορίστας αλλά θα μπορούσε και να σοβαρολογεί.
Ωραία...Τι σχέση έχουν αυτά τα δυο; Και τι θα πει "ο τρόπος γραφής πρέπει να αλλάξει"; Α, δεν ξέρω.
Πάντως:
Φαντάζομαι πως θα έπρεπε να φύγει από τη διαδικασία τής γραφής αυτό που μας κάνει να ρωτάμε αν ένα κείμενο τέλειωσε στο σημείο που το παράτησε ο συγγραφεύς ή "έχει κι άλλο", σαν να πρόκειται για τούρτα ή παστίτσιο. Σαν να είναι ανέκδοτο ή καταιγίδα. Το κείμενο μπορεί να συνεχίζεται για κάποιον (δηλ. να είναι ατελές) ενώ για κάποιον άλλον έχει τελειώσει πριν την προτελευταία παράγραφο. Ο ...καλλιτέχνης πρέπει να μην σκέφτεται καθόλου αν αφήνει μια γεύση ανεκπλήρωτου στον αναγνώστη. Εκτός αν γράφει επί παραγγελία!
Επίσης θα έπρεπε να φύγει μια και καλή αυτή η μάστιγα όλης γενικά τής Τέχνης κι όχι μόνο του γραψίματος: αυτή η φοβία, αυτή η παράνοια πως "με αντιγράφουν", πως "με κλέβουν". Αμέσως, ακόμα και η παραμικρή ομοιότητα συνιστά άτιμη πράξη. Λες κι είναι απίθανο δυο μυαλά, με τους ίδιους προβληματισμούς και την ίδια λογική, να συμπλεύσουν.
Κάποτε ρωτούσαν τους φοιτητές ή τους νέους εκκολαπτόμενους ψυχιάτρους:
"Κατά τη γνώμη σας πώς πάει;
1. Νομίζω πως με καταδιώκουν/αντιγράφουν και συμπεραίνω από αυτό πως είμαι σπουδαίος;
ή
2. Νομίζω πως είμαι σπουδαίος και συμπεραίνω πως εξ αιτίας αυτού με καταδιώκουν/αντιγράφουν;"
Η απάντηση αποτελούσε ένα στοιχείο για τους ...μύστες αυτούς, αυτή την υπερεκτιμημένη φάρα τών ψυχολόγων κ.λπ. που όλα τα ερμηνεύουν ή, όταν δεν μπορούν να τα ερμηνεύσουν, σου λένε πως έχεις καλά κρυμμένο το μυστικό τού χαρακτήρα σου.
Τέλος πάντων, πιστεύω πως η Τέχνη πρέπει να αφήσει πίσω της μερικές αμφιθυμίες όπως αυτή που προαναφέραμε:
Αν λες το ίδιο με μένα τότε "με αντιγράφεις"...Αν δεν συμφωνείς με μένα τότε απορρίπτεις την αισθητική μου. Μέση οδός φαίνεται δεν υπάρχει. Η ποίηση επίσης είναι στις μέρες μας μεγάλος μπελάς. Δεν βρίσκεις πια χαρούμενα ποιήματα, ποιήματα ανάτασης, ποιήματα ανακούφισης, αποκάλυψης, λατρείας. Θλίψη - θλίψη - θλίψη. Κάπου κουράζει κι εμένα ακόμα. Φαντάζομαι πόσο δικαίως ένας πρόσχαρος χαρακτήρας θα νιώσει ένα πνίξιμο μετά την ανάγνωση 20 ποιημάτων τού τύπου αυτών που γράφονται σήμερα.
Ούτε καν ένα σκωπτικό ποίημα δεν ακούς πιά. Πού είναι εκείνο, έστω, το " το Μανωλιό τον πήρανε σ' ένα καράβι μούτσο...";
Τέλος ...αλλά μπορεί και να συνεχιστεί.
07 Ιουλίου, 2011
06 Ιουλίου, 2011
Παραπάνω από ένα σε κάθε πλήθος
Θα διηγηθώ κάτι το οποίο, καθημερινό και διαδεδομένο καθώς είναι, κανονικά δε θα άξιζε να αναφερθεί. Πρόκειται για γεγονός που μπορώ να βεβαιώσω ότι εκτυλίσσεται όλα τα πρωινά τών εργασίμων ημερών, γύρω στις 7, χωρίς όμως να μπορώ να τεκμηριώσω όλα όσα σκέφτομαι γύρω απ' αυτό. Ας δούμε τι άξιο προσοχής συμβαίνει στην προαναφερθείσα ώρα αφού φέρουμε στο νου μας, σα σκηνή θεάτρου, το σταθμό τού μετρό:
Από τη μια μεριά τών γραμμών, σε ένα σταθερό σημείο και σε μεγάλη απόσταση από τους υπόλοιπους, βλέπουμε μια νεαρή γυναίκα. Από την άλλη βλέπουμε έναν άνδρα, όχι και τόσο ...παρόντα. Ο πλησιέστερος κοντά στον άντρα είμαι εγώ που έχω την ευχέρεια, αλλάζοντας θέση, να παρατηρώ τα νεφελωδώς διαμειβόμενα ανάμεσα στους δυο πόλους τού ιδιότυπου αυτού "ζευγαριού", σ' αυτούς τους δυο ανθρώπους που ούτε βλεμματικά δεν είχαν επαφή. Ήμουν εγώ που τους είχα συζεύξει, ήμουν εγώ που έβλεπα ένα δίπολο τέτοιο που παρόμοιά του χιλιάδες μπορεί να βρει ένας ευφάνταστος;
Πιστεύω πάντως πως, εκτός από τον ίδιο τρόπο να κινούνται μες το πλήθος, είχα δίκιο και στο ότι σωματοτυπικά ταίριαζαν απόλυτα. Ενδυματολογικά οι επιλογές τους σχεδόν ταυτίζονταν αφήνοντας μακριά την καθιερωμένη ποικιλοχρωμία τών υπολοίπων κι ακολουθώντας μια λιτότητα-προχειρότητα που θα μπορούσε να σοκάρει: Τα ζακετάκια σε τόνους τού γκρι με τις καφέ φούστες και τα μπλε σακάκια με τα σκουρόχρωμα παντελόνια, ειδικά όταν επαναλαμβάνονται αδιάκοπα, γίνονται αξιοπερίεργα.
Μέσα σε ένα χωροχρόνο όπου όλοι συνέχεια μιλούν σ' ένα τηλέφωνο, δυο άνθρωποι που δεν τους έχεις δει ποτέ να κρατούν ένα κινητό τηλέφωνο ή μια εφημερίδα σε κάνουν να πιστέψεις πως "δεν είναι από δω". Κι όλη αυτή η στατικότητα, αυτή η σιωπή γύρω από τον καθένα τους, που κρατούσε ένα πεντάλεπτο -όσο περιμένει κανείς μια αμαξοστοιχία- είχαν γίνει ένα μέρος τής καθημερινότητάς μου.
Η γνώμη τού φίλου μου, όταν άκουσε όλα αυτά, ήταν πως υπερέβαλλα φανταζόμενος αδελφές ψυχές και τα τοιαύτα: "Ο κόσμος είναι γεμάτος σχιζοειδείς, ανθρώπους άρρωστους κοινωνικά. Αν κοιτάξεις καλά θα δεις πολλά τέτοια ...ζευγάρια, παραπάνω από ένα σε κάθε πλήθος! Σα γεροντοκόρη σε κινηματογράφο φαντάζεσαι ρομάντσα ερωτικά ανάμεσα σε κομπάρσους. Σε βομβαρδίζει και η ενημέρωση για τη μοναξιά τών σελέμπριτις που -αχ! αν και τόσο όμορφοι- μένουν μήνες ολόκληρους χωρίς σύντροφο ερωτικό. Αλήθεια... με ποιόν είναι τώρα η Ναστάζια Κίνσκι;".
Δεν μου προσέφεραν τίποτα τα λόγια τού φίλου μου, πέρα από μερικά κομματάκια αυτογνωσίας που ίσως και να διέθετα αλλά δεν ήθελα να χρησιμοποιήσω. Συνέχισα να παρατηρώ αυτούς τους δυο ανθρώπους κάθε πρωί, γύρω στις 7. Αυτούς τους ανθρώπους που κάτι με έσπρωχνε -ποιός ξέρει γιατί- να τους συνδέω μεταξύ τους κατά κάποιο τρόπο, θεωρώντας πως δεν ανήκουν σ' αυτόν τον κόσμο. Εννοείται ...έχω καλά αντιληφθεί πως δεν αρκεί μόνο δυο άνθρωποι να είναι έξω από τον κόσμο για να μπορέσουν να ταιριάξουν.
Να, όλα αυτά είναι τόσο γενικά. Βλέπεις πολλά κοιτάζοντας το πλήθος, μέχρι και εικόνες τού μυαλού σου βλέπεις μέσα εκεί. Όλα τόσο ακατέργαστα και όλα εφικτά. Ο ίδιος φίλος, που με νουθέτησε να μην ψάχνω παντού λαβ στόρυ και σελέμπριτις, μου μίλησε μ' ενθουσιασμό για κάτι τελευταίες ανακαλύψεις τής Ανθρωπολογίας, με αφορμή το σταθμό τού μετρό που του ανέφερα εγώ:
"Ξέρεις τι ανακάλυψαν, ε; Οι Νεαντερτάλιοι, πιθανόν για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, έζησαν παράλληλα με τον σύγχρονο άνθρωπο. Πιθανόν υπήρξαν ζευγαρώματα μεταξύ τους με αποτέλεσμα βιώσιμες και ικανές προς αναπαραγωγή ράτσες. Πολλές από αυτές αποτελούνταν από όντα που, με τη στοιχειώδη περιποίηση κι ένα ανάλογο ντύσιμο, δε θα μπορούσες σήμερα να τα ξεχωρίσεις από το υπόλοιπο πλήθος π.χ. ενός μετρό παρά μόνο με πολλή μεγάλη συγκέντρωση. Ίσως να σου φαινόταν λίγο διαφορετική μόνο η στάση τους απέναντι στον κόσμο...".
Ζητείται αναγνώστης
Αν ο τρόπος γραφής παραμείνει όπως είναι σήμερα τότε, σε είκοσι χρόνια, θα αγοράζονται αναγνώστες αντί να αγοράζονται βιβλία.
05 Ιουλίου, 2011
Το κρύφιο δάκρυ
Ένα δάκρυ κρύφιο
στα μάτια της έχει βγει
τις ομορφιές τής νιότης της
φάνηκε να φθονεί
Τι άλλο πια τάχα ζητώ;
Τι άλλο μένει να δω;
Μ' αγαπά... ναι, μ' αγαπά!
Το βλέπω, το βλέπω!
Για μια στιγμή το καρδιοχτύπι της
ένιωσα ν' αντηχεί
Οι στεναγμοί μας ενώθηκαν
σαν μια μουσική
Τους παλμούς της ξάφνου αισθάνθηκα
να 'ναι δικοί μου παλμοί
Ω ουρανοί... ας πέθαινα!
δίχως τίποτ' άλλο να ζητώ
Τίποτ' άλλο δεν ήθελα
δεν μ' ένοιαζε να ζω
Γλυκά πεθαίνεις, γλυκά πεθαίνεις
μ' έρωτα σαν αυτόν
Ένα δάκρυ κρυφό, σε ελεύθερη απόδοση, από το "Ελιξήριο τής Αγάπης" τού Ντονιτσέττι.
03 Ιουλίου, 2011
Άστοχες ελεύθερες βολές
Τα "Πόσο..." τα απαγγέλλει ένας βαρύτονος ενώ στον αντίλογο ας φανταστούμε έναν τενόρο.
-Πόσο περήφανος νιώθει που έχει "τέτοιο σπίτι"
και κρυφά χαρούμενο τον κάνει
το ότι καθόλου δεν κουράστηκε να το αποκτήσει.
-Κακογουστιά δεν είναι αυτό που βλέπω
στα πατώματα, στα έπιπλα, ακόμα και στους τοίχους;
-Πόσο περήφανο τον κάνει το εισόδημά του
τόσο μεγάλο είναι που του αρκεί
σαν θελήσει να κάνει τη μεγάλη τη ζωή.
-Μα αφού δεν φαίνεται καμμιά κούραση στο πρόσωπό του
κι ούτε η ηλικία του μαρτυρά πολύχρονη εργασία!
-Πόσο κοινοφελής αισθάνεται -μα και σπορτίφ-
που τα σουπίδια του πετά ως καλαθοσφαιριστής
στους κάδους τών απορριμμάτων!
-Μα αφού σε κάδους ξένους τα εκσφενδονίζει
και οι μισές "ελεύθερες βολές" του άστοχες φαίνεται πως είναι!
-Πόση σοφία ακτινοβολεί το ύφος του όταν βαθυστόχαστα λέει σ' όλους
πως πολλά μπορεί να μην εδιάβασε κι όμως
"από πολλούς γραμματιζούμενους" τα υπερδιπλάσια ξέρει.
-Μα τον ερώτησαν προχτές πότε γεννήθηκε ο Ευριπίδης
κι εκείνος αποκρίθηκε: "Κάποτε, κοντά στου Χριστού τη γέννηση,
πέντε πάνω-πέντε κάτω, εγκυκλοπαίδεια είμαι;"
-Πόσο φανατικά, δίκην αγνού ιδεαλιστού, στηλιτεύει τον περίγυρό του
τον κάνει να εντρέπεται, όταν κάποιος απ' αυτούς κάτι ακριβό αγοράζει!
-Μα ο ίδιος αυτός δεν έχει δόγμα πως "ζωή μιά την έχουμε
και πρέπει όσο είμαστε ζωντανοί με όλους τους τρόπους να τη χαρούμε";
-Πόσον "παραδοσιακό και δεμένον στην έθιμα" τον εαυτόν του αποκαλεί
όταν σε κάθε επέτειο γνωρίζει ποιό φαγητό πρέπει να φάει!
-Μα σαβουριάζει τα νηστίσιμα
με την ίδια τη μανία που καταβροχθίζει πάντα ό,τι βρεθεί μπροστά του.
Και το κρασί κατεβάζει σε ποσότητες τέτοιες που ιλαρό τον κάνουν,
ώρες πριν ο Κύριος κατέβει απ' το σταυρό Του!
-Πόσο γενναιόδωρος είναι με τα πουρμπουάρ του που
εν πλήρει ευφορία διατελών, χαρτονομίσματα σκορπάει!
-Μα την ώρα τής πληρωμής
για τις τιμές, πόσο γκρινιάζει και πόσο δυσφημεί την ποιότητα τών εστιατορίων
ψάχνοντας να 'βρει με υπολογισμούς "πόσα να βγάζει κάθε βράδυ ο κερατάς!"
-Πόσο καλός πατήρ είναι...το λέει και το καυχιέται.
Αγοράζει τα πάντα στα παιδιά του κι ακόμα βόλτες τα πάει,
με τους φίλους του σαν βγει.
-Μα αυτός είναι που χαίρεται κι όχι τα παιδιά του.
Αυτά τα βλέπω μέσα στους καπνούς γκρινιάζοντας να τρέχουνε
ή αφημένα εδώ κι εκεί με ηλεκτρικά παιχνίδια να ... κονταροχτυπιούνται!
-Πόσα όνειρα κάνει γι' αυτά...γιατρός ο ένας θα γίνει -να 'χει χρήμα-
και τ' άλλο, το κορίτσι του θα κάνει μπαλαρίνα, να τη ζητάνε τα κανάλια.
Μυαλωμένα παιδιά, επήραν απ' αυτόν, σίγουρα σπουδαία θα γενούνε.
-Μα τι κατέχει αυτός από "σπουδαίο και σημαντικό"
αφού όλα τούτα μες το μυαλό του μόνο τα 'πλασε κι εκεί τα έχει κλεισμένα.
Συμβουλή, δεύτερη γνώμη, τρίτη, δε ζήτησε από κανέναν;
-Αααα! Πόσο καυχιέται αυτός πως η γνώμη τού άλλου
ασήμαντη θα είναι απέναντι στη δική του.
Αφού αυτός κατάφερε κι έχτισε τόσο τέλεια τη ζωή του,
πώς είναι δυνατόν αυτός λάθος, κάπου, να 'χει κάνει;
02 Ιουλίου, 2011
Τρένα στις παραλίες
Άκουσες να περνάει ένα τρένο από κάποιο σημείο τού περιπάτου που κάνεις κάθε βράδυ και ρώτησες πού πάει. Αφού πήρες μιαν απάντηση ανάμεσα σε χάχανα που ηθελημένα κι όχι από αγαθοσύνη αγνόησες, το όνομα ενός προορισμού καυχήθηκες πως κατέχεις: "Μπορώ, λοιπόν, κι εγώ να φύγω. Η απόδραση είναι θέμα επιλογής. Επιλογής και σωστού τάιμινγκ!".
Καημένα τα μάτια σου που, ευκολόπιστα κι αγαθιάρικα (αυτά μάλιστα), στράφηκαν στα τέσσερα σημεία τού ορίζοντα κοιτώντας εκ περιτροπής προς το βορρά, τη δύση, το νότο, την ανατολή και πάλι το βορρά...Μέχρι που θυμήθηκες πως αν για κάπου αποδράμε, αυτό το "κάπου" πρέπει να είναι μονάχα η πατρίδα. Δεν αξίζει ν' αποδρά κανείς γι' αλλού.
Βέβαια θα πίστεψες πως αν δεν φεύγει κανείς με όνειρα περήφανα, με όνειρα λαχτάρας, τότε δεν αξίζει τόσο να σπάει το κεφάλι του για να βρει πού να πάει και πώς. Μα με ξεφτίλα πίστεψες, μωρέ, πως μπορείς να μολύνεις μια φυγή, την υπέρτατη καλλιτεχνία που υπάρχει πριν το τέλος μιας ζωής;
Πάει καλά ...μάλλον δεν είχα καταλάβει πως για μεγάλα πράγματα ποτέ δεν ήσουν κι ούτε ποτέ θα 'σαι. Η μητέρα μιας μετριότητας μισή μετριότητα αξίζει. Το ταξίδι τής απόδρασης, εκείνο το τιμημένο σαν χαρακίρι, μόνο εγώ ίσως πια αξίζω να το κάνω. Μα πρώτα ας αποκόψουμε τις ρίζες, ας μην κυκλοφορεί κοινό αίμα ανάμεσά μας. Όσο στο αίμα μου κυκλοφορούν υπνωτικά και αλκοόλ, εμβρόντητος θα μένω και στους περιπάτους μου τρένα που περνούν θα ακούω ενώ ξυπόλητος θα περπατώ στις παραλίες.
01 Ιουλίου, 2011
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)