31 Ιανουαρίου, 2010

Σαν μια παρέα

Εκείνη τη μέρα πήγα να επισκεφτώ, από κοινωνική υποχρέωση όπως συνηθίζουμε να λέμε όταν δεν πάμε κάπου γιά χαβαλέ, ένα κοντινό μου πρόσωπο που το είχε ρίξει στο κρεβάτι του νοσοκομείου μια πολύ σοβαρή αρρώστια, από αυτές που λέμε κακοήθεις.

Στο δωμάτιο ήταν μόνο αυτός και η γυναίκα του, απίστευτα απλοική και φιλόξενη. Κανείς άλλος. Απουσίαζε όλος εκείνος ο ελεεινός συρφετός από χασομέρηδες που κατά κανόνα αργότερα θα τους δεις να γελάνε στην κηδεία, στην περίπτωση που ο πάσχων αποδημήσει.

Συνηθισμένα όλα αυτά σήμερα, θα μου πείτε. Σίγουρα. Βίωσα όμως και κάτι το οποίο,  μέσα από εκείνο το θλιβερό τοπίο,  ξεπήδησε και μπήκε μέσα στο μυαλό μου χωρίς να φύγει ποτέ από κει μέσα:

Ήταν η αίσθηση ότι βρίσκομαι πιο κοντά εγώ στο θάνατο παρά εκείνο το ζευγάρι. Εκείνοι, εθισμένοι πια στην αβεβαιότητα της κάθε ημέρας που ξημέρωνε, στις επώδυνες εξετάσεις και στα διάφορα πήγαινε-έλα, αστειεύονταν και γελούσαν μέσα σ' ένα δωμάτιο χωρίς κλιματισμό, μ' ένα παράθυρο που "έβλεπε" σ' ένα χιονισμένο γήπεδο, ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους με πεσμένους σοβάδες...
Όλοι μαζί, σαν μια παρέα: ο Φίλιππος, η Μαρία, ο Άγιος Σάββας.

Μέλλον

Τώρα που το μέλλον είναι πιά τόσο κοντά στα μάτια μου... η πρεσβυωπία μου με εμποδίζει να το δω ξεκάθαρα.

30 Ιανουαρίου, 2010

Με τρόμαξες...

Ενάντια σ' όλους αυτούς που έχουν κάνει επάγγελμα την πληροφοριοεξάρτηση, την ειδησεολαγνεία, το στερητικό σύνδρομο όταν δεν υπάρχουν ειδήσεις, την κατά βούληση (τους) διαμόρφωση σκηνικών πανικού ή ευδαιμονίας. Ενάντια σ'αυτούς που επιτρέπουν την εξύβριση νεκρών παιδιών - θυμάτων σε ...συμπλοκές. Αυτούς που θρηνούν για την απαγωγή του κάθε βιομηχάνου ή για το θάνατο ευεργετών με τα Μέγαρά τους και οποιουδήποτε κερατά της βρωμοφάρας που κάνει παιχνίδι στην Ελλάδα.
Αντιπαθέστατοι όντες "παίζουν" και με το image τους, πλασσάρονται από γιγαντοαφίσσες (βλ. Παύλος ο Αγενής με τον αντιπαθέστατο Τσίμα, Πολίτης ο Απολίτιστος κ.λπ.).
Θα φανεί ανόητο αλλά καθημερινά περνώ με το αυτοκίνητο κάτω από μια τέτοια αφίσα του Τσίμα με το μούσι του και λέω μέσα μου : Αει να χαθείς, καλέ...με τρόμαξες, κακίστρα!

28 Ιανουαρίου, 2010

Ανία από μπλε βελούδο

The word Angst has existed since the 8th century, from the Proto-Indo-European root *anghu-, "restraint" from which Old High German angust develops. It is pre-cognate with the Latin angustia, "tensity, tightness" and angor, "choking, clogging"; compare to the Greek "άγχος" (ankhos): stress.
.......................................................................................................................

Χτές ,πάλι, θυμάμαι κοίταξα το ρολόι μου τέτοια ώρα. Οχτώ παρά είκοσι δύο και οι δείκτες συναντιούνται. Ωροδείκτης, λεπτοδείκτης, δευτερολεπτοδείκτης για μια στιγμή γίνονται ένα. Άλλες 23 φορές γίνεται αυτό στο εικοσιτετράωρο σε "συναστρίες" της ανίας.

Πού είναι αυτοί που ζήτησαν το ρόλο του παρηγορητή μου,του διασκεδαστή, του φίλου; Εφυγαν ή τους έδιωξα; Ζήτησαν αυτό τό ρόλο ή τους τον έδωσα αυτεπάγγελτα και μετά τους τον αφαίρεσα; Αυθάδης, ζητώ και να μάθω τη διαφορά ανάμεσα στις δύο εκδοχές. Μιά άλλη εκδοχή είναι πως τους βαρέθηκα.

Οχτώ παρα εικοσιδύο κ.λπ. Ναι, βέβαια, πρόκειται για μια μονομανία,μια εμμονή με τη μέτρηση του χρόνου. Θα ακουγόταν πιο κομψό αν έλεγα ότι πρόκειται για ένα υπαρξιακό πρόβλημα σχετικό με την επανάληψη των στιγμών ή -πιό εξιδανικευμένα- με την Αιώνια Επιστροφή.

Ξέρεις: προχωράμε, προχωράμε κι όλο στο ίδιο σημείο βρισκόμαστε. Κύκλος η ζωή ή σπιράλ; Ναι,σπιράλ πρέπει να λέγεται. Σαν το σπιράλ που βάζουν οι γυναίκες για να μην κάνουνε παιδιά,να γίνονται επιλεκτικά στείρες δηλαδή. Ετσι και η ζωή έγινε στείρα και δε γεννάει πιά τίποτα. Τίποτα άλλο παρά γιγαντοαφίσες στους δρόμους.

Μα τι λέω τώρα; Το σκέφτηκα καλά τι θα ακούσω απο αυτούς που θα διαβάσουν τις ανοησίες μου; Τόσα πράγματα γίνονται στον κόσμο γύρω μου κι εγώ μιλάω για ανία! Σε λίγο ,ο ασυνείδητος,θα έχω μπει για τα καλά μέσα στον εαυτό μου. Αυτοί που μιλούσαν για το Angst (αυτό το απροσδιόριστο άγχος που σε ακινητοποιεί) θα με κάνουν το υπ. αριθμ. 1 έκθεμα στο μουσείο τους. Να...είχαν δίκιο...

Το δίκιο όμως απόψε το θέλω εγώ,όλο για μένα. Αυτό το δικαίωμα να γκρινιάξω, να μιλήσω μόνος μου,να βρίσω έτσι γενικώς, εντελώς αγοραία με το παράθυρό μου ανοικτό, όταν βραδυάσει.

Υστερα ανάμεσα σε μεμψιμοιρίες, βρισιές και κλάματα -ξέροντας πολύ καλά πως δεν είναι ευπρεπές,μα καθόλου ευπρεπές- θέλω να χώσω στο στομάχι μου αυτή την...ξεχωριστή μου μέρα  μαζί μ'ένα τοστ κι ενα κουτάκι μπύρα που ύστερα θα πετάξω από το παράθυρο.

Μπορούν όμως όλοι να είναι ήσυχοι πως ο αχάριστος κακομαθημένος θα απολογηθεί. Πριν πάω για ύπνο θα καθήσω στο εδώλιο μπροστά στον καθρέφτη. Αν τους ανακουφίσει όλους αυτό,έχει καλώς. Αν πάλι τους είναι λίγο,θα φανώ ακόμα πιό αυστηρός με τον εαυτό μου. Θ'αφήσω έτσι στους άλλους τον πλαδαρό ρόλο του επιεικούς. Θα βρω πάλι άλλον φίλο κι άλλον παρηγορητή. Υστερα άλλους...κι άλλους. Μια σκηνή είναι ο κόσμος κι ο θίασος ανακυκλώνεται.
Πολλές πρεμιέρες.Ολοι θα δείξουν το ταλέντο τους. Μοιρασιές ρόλων...εξαιρετικές. Casting για όσκαρ!
Ύστερα θα πέσω στο κρεβάτι μου και...όπως λεν οι αμερικάνοι: "SO WHAT?"

27 Ιανουαρίου, 2010

Χμμμ...

Αν ποτέ χτυπηθείς από φίλο, ευχήσου να μην το μάθουν οι αντίπαλοί σου. Χαριστική βολή θα ήταν η χαρά του αντιπάλου γιά το πάθημά σου.

26 Ιανουαρίου, 2010

Γυναικόπαιδα

Έχουμε πόλεμο και συμπεριφερόμαστε όλοι μας σαν γυναικόπαιδα.

25 Ιανουαρίου, 2010

Χμμμ...

Όλοι οι γονείς χρησιμοποιούν στην ανατροφή των παιδιών τους το φόβο, την τιμωρία, ίσως και τον εκφοβισμό και κάποια μορφή εκβιασμού αλλά ντρέπονται να το παραδεχτούν. Ήδη, όσοι διάβασαν αυτές τις δυό γραμμές, εξανίστανται.

G. Ungaretti

Τζιουζέππε Ουνγκαρέττι
Αφιέρωμα στο μεγάλο Ιταλό ποιητή

Επιμέλεια Θωμάς Δασακλής

Ο Τζιουζέππε Ουνγκαρέττι, εξέχουσα μορφή του ποιητικού πανθέου, ανανέωσε τόσο τον ιταλικό όσο και γενικότερα τον ευρωπαϊκό λόγο και θεμελίωσε την νεότερη ιταλική ποίηση. Γεννήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου του 1888 στην Αλεξάνδρεια. Πέρασε τα παιδικά και τα πρώτα νεανικά του χρόνια στην γενέτειρά του, φοιτώντας στην πιο ονομαστή σχολή της (Ecole Suisse Jacot) παίρνοντας γαλλική παιδεία. Σε ηλικία 24 ετών φεύγει από την Αίγυπτο και πηγαίνει στο Παρίσι, με σκοπό την ολοκλήρωση των νομικών σπουδών του. Παράλληλα, γνωρίζει το έργο των Μπωντλαίρ, Λεοπάρντι και Νίτσε και έρχεται σε επαφή με πλήθος καλλιτεχνών στο Παρίσι (ποιητών και κυρίως ζωγράφων).Στην συνέχεια μοιράζει την ζωή του μεταξύ Ρώμης και Παρισιού εργαζόμενος είτε ως υπάλληλος σε διάφορες πρεσβείες είτε ως καθηγητής μέσης εκπαίδευσης. Αξίζει να σημειωθεί πως λαμβάνει μέρος στον Πρώτο Βαλκανικό πόλεμο και η εμπειρία του αυτή επηρεάζει βαθύτατα την μετέπειτα ποιητική του πορεία. Εξάλλου, την ποιητική του πορεία σφραγίζει ανεξίτηλα και ο θάνατος του γιου του σε ηλικία μόλις 8 ετών. Λαμβάνει πλήθος τιμητικών διακρίσεων, αναγορεύεται καθηγητής της σύγχρονης ιταλικής λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο της Ρώμης και εκλέγεται ακαδημαϊκός. Πεθαίνει ξαφνικά από πνευμονία στο Μιλάνο την 1η Ιουνίου του 1970.
Ο στίχος του είναι λακωνικός, απέριττος, χωρίς ομοιοκαταληξία. Το ύφος του, εξαιρετικά λιτό, απογυμνωμένο μέχρι πλήρους ένδειας από οποιοδήποτε καλολογικό ή διακοσμητικό στοιχείο, ισορροπεί θαυμαστά ανάμεσα στον κλασικισμό και τον μοντερνισμό. Ο λόγος του, απαλλαγμένος από κάθε μορφική συμβατικότητα και αισθητική εκζήτηση, με μοναδική μέριμνα την έκφραση της ποιητικής αλήθειας, διερευνά τη μυστηριακή υπόσταση των πραγμάτων και ξαναδίνει στις λέξεις το χαμένο, κρυφό τους νόημα. Η ποίηση του, εγκαταλείποντας τους παραδοσιακούς τρόπους γραφής, δίνει βάρος στη συγκινησιακή φόρτιση και υιοθετεί συνειρμικές μορφές. Βασικά της θέματα είναι η τραγική διάσταση του ανθρώπινου βίου, με κάθε στοιχείο που συνθέτει την τραγικότητα του, όπως η μοναξιά, η ανικανοποίητη ανάγκη για ανθρώπινη συναναστροφή, η απουσία, η οδύνη, η φρίκη του πολέμου, ο ψυχικός σπαραγμός -και πάνω από όλα ο θάνατος, που είναι διάχυτος στο έργο του ποιητή. Μερικοί χαρακτήρισαν τον Ουνγκαρέττι ως έναν από τους μεγαλύτερους λυρικούς ποιητές της Ιταλίας και μίλησαν για τον λυρικό πρωτογονισμό του, την κομψότητα και την αμεσότητα της ποίησής του. Άλλοι μίλησαν για την αντιποιητική πραγματικότητα, την πεζότητα που διακρίνει την τελευταία κυρίως συγγραφική του περίοδο. Επίσης, πολλοί είναι αυτοί που τον αποκάλεσαν ιδρυτή του ποιητικού εκείνου κινήματος που έμεινε γνωστό ως Σχολή του Ερμητισμού.

24 Ιανουαρίου, 2010

Chang and Eng scene

The Bunker brothers were born on May 11, 1811Siam (now Thailand), in the province of Samutsongkram, to a fisherman and a mother (Nok or นาก [Nak] n Thai).[1] They were joined at the sternum by a small piece of cartilage. Their livers were fused but independently complete. Although 19th century medicine did not have the means to do so, modern surgical techniques would have easily allowed them to be separated. In 1829, they were "discovered" in Siam by British merchant Robert Hunter and exhibited as a curiosity during a world tour. Upon termination of their contract with their discoverer, they successfully went into business for themselves. In 1839, while visiting Wilkesboro, North Carolina, the twins were attracted to the area and settled on a 110 acre farm in nearby Traphill, becoming naturalized United States citizens...

Chang, who had contracted pneumonia, died rather suddenly in his sleep. Eng awoke to find his brother dead, and called for his wife and children to attend to him. A doctor was summoned to perform an emergency separation, but Eng refused to be separated from his dead brother. He died three hours later.

23 Ιανουαρίου, 2010

Ιταλικά μάτια

Ιταλικά μάτια...
Κλαίτε στη Μεγάλη Ελλάδα
και τα κρεβάτια πλάι έχετε στην Αίτνα.
Λάβα στα στάχια, στάχτες στά δάκρυα.
Ξυπνήσατε: Η γη πώς σειέται! Σήμερα πιό πολύ από χτες...

Κι εσύ θα φύγεις...κι εσύ; Μας αφήνεις;
Όχι. Δεν φεύγεις έτσι εύκολα από δω!
Φοβάσαι πώς θα την ξεχάσεις εκείνη των δακρύων τη δικαιολογία:
"Σηκώθηκαν σκόνες από τα κάρα" που παλιά πλοιάρια σου θυμίζουν
γεμάτα από βαλίτσες δήθεν ξεχασμένες στο λιμάνι.

Κι όμως μετά από λίγους μήνες λες κι άλλαξες πυξίδα...Τώρα φεύγεις!

Ιταλικά μάτια...
Καθώς τα βλέπεις ν' ανοιγοκλείνουν αγναντεύοντας την Αδριατική
θυμάσαι την Sofia Loren.
Κάθε που χτύπαγε η καμπάνα απ' το μεγάλο ρολόι στην Μεσσίνα
ένοχος ήξερες το πλοίο πως θα σαλπάρει.
Γεμάτο επιβάτες με συνάλλαγμα λαθραίο μέσα στις τσέπες τις ραμμένες.
Κοχύλια κι άμμος στο κουτάκι, ποτέ να μην ξεχάσεις την πατρίδα!
Τα δάκρυα του Πατέρα Αφέντη στις χούφτες σου σφιχτά τώρα κρατάς.

Α!Τις ξεχασμένες-που λέγαμε- αποσκευές
μην λησμονήσεις να αναζητήσεις
Υπομονετικός μα  και αλαζόνας θα περιμένει ο θάνατός σου στην πατρίδα.

Χμμμ...

Ο σύμμαχος του εχθρού μου είναι κι αυτός εχθρός μου.
Ο σύμμαχος του φίλου μου δεν είναι απαραίτητα και δικός μου σύμμαχος.

The wind cries Mary



After all the jacks are in their boxes
And the clowns have all gone to bed
You can hear happiness staggering on down the street
Footprints dressed in red
And the wind whispers Mary

A broom is drearily sweeping
Up the broken pieces of yesterday’s life
Somewhere a queen is weeping
Somewhere a king has no wife
And the wind, it cries Mary


The traffic lights they turn up blue tomorrow
And shine their emptiness down on my bed
The tiny island sags downstream
‘Cause the life that lived is, is dead
And the wind screams Mary

Will the wind ever remember
The names it has blown in the past
And with his crutch, it’s old age, and it's wisdom
It whispers no, this will be the last
And the wind cries Mary

22 Ιανουαρίου, 2010

Πρατήριο βενζίνης

Δε μου φεύγει από το μυαλό πως όλα μου τα προβλήματα, όλα τα παράξενα που μου συνέβησαν, είχαν κάποια σχέση με την ατυχία εκείνης της νύχτας που, βρίσκοντας κλειστό το συνηθισμένο μου γνωστό βενζινάδικο, αναγκάστηκα να κάνω τον ανεφοδιασμό μου σε κάποιο άλλο. Ασήμαντο θα ακουστεί αλλά αυτό το μόνο εκτός προγράμματος συμβάν θα σας εκπλήξει με το πόσο άλλαξε τη ζωή μου, ίσως και για πάντα.

Η υπερπρογραμματισμένη μου καθημερινότητα που εκτυλισσόταν χωρίς απρόοπτα (δουλειά  9-3, φαγητό στο σπίτι, ξεκούραση μέχρι τις 7, τυπικές κουβέντες  με τη μάνα μου και τη μικρή μου αδελφή και γύρω στις 9 ντους κι ύστερα έξοδος με προρισμό και ωράριο στερεότυπο, για την ακρίβεια με μικρές παρεκκλίσεις) ήταν γραφτό να μείνει θαμπή ανάμνηση.


Στη δίψα της περιέργειάς σας σπεύδοντας,  δεν φρόντισα να συστηθώ: Κωνσταντίνος Λ., τέως υπάλληλος τραπέζης, ετών 30 και άγαμος. Είπα και πιό πριν πως έμενα, μετά τον προ ενός έτους θάνατο του πατέρα μου μαζί με τη μητέρα μου και την κατά 15 χρόνια μικρότερή μου αδελφή. Η οικονομική μας κατάσταση ήταν πολύ ανώτερη του μέσου ανθρώπου. Εξάλλου γι' αυτό και μπορούσα να εξασφαλίσω στον εαυτό μου μερικά πράγματα που λαχταρούσα όπως ένα αυτοκίνητο, τρία κουστούμια , μια  πλούσια βιβλιοθήκη με πολλά βιβλία.

Είχε μεγάλη σημασία γιά μένα να ακολουθώ τη μόδα κι ακόμα μεγαλύτερη σημασία να την ακολουθώ σωστά. Όσο γιά την κατάρτισή μου πιστεύω πως ήταν πιό σεβαστή η δική μου γνώμη παρά η γνώμη πολλών παλαιοτέρων στελεχών της τράπεζας . Ήταν κι αυτός ένας λόγος που συγκέντρωνα το θαυμασμό και ίσως τη ζήλια των άλλων. Αυτό μου εξασφάλισε αρκετές επιτυχίες με το ωραίο φύλο αν και σύντομα οι σχέσεις αυτές κάπου δεν λειτουργούσαν πιά, ας το θέσουμε έτσι. Όλες κάποια στιγμή έφευγαν σαν κάτι να τις είχε φοβίσει, ίσως η κατωτερότητά τους σ' όλους τους τομείς.

Όλα αυτά με έκαναν ένα ευτυχισμένο νέο άνθρωπο που δεν του έλειπε τίποτα κι ίσως είχε πολύ περισσότερα πράγματα από όσα χρειάζεται. Αυτό κράτησε, αγαπητοί μου ζηλόφθονοι φίλοι,  μέχρι εκείνη την άτυχη νύχτα που σταμάτησα γιά βενζίνη σ' εκείνο το πρατήριο της BEHELL. Εκεί πιστεύω πως "πήρα την κλειστή στροφή" και μπήκα στη συναισθηματική κατάσταση που σε κάνει να σκέφτεσαι πως το νευρικό σύστημά σου είναι έτοιμο να αρχίσει να αντιδρά ανορθόδοξα. Ένα ασήμαντο θέμα -όπως η δίλεπτη εξέταση του χαρτονομίσματος των 50 ευρώ που έδωσα στον Πακιστανό υπάλληλο του πρατηρίου- πυροδότησε ένα πολύ αρνητικό συναίσθημα βαθιά μέσα μου σε τέτοιο βαθμό που ήμουν έτοιμος να του επιτεθώ λεκτικά. Έκτοτε δεν ξαναπήγα από εκεί αλλά λες και εκείνα τα 40lt βενζίνης την είχαν κάνει τη ζημιά τους...όχι στον κινητήρα αλλά στη ζωή μου την ίδια που από τη μέρα εκείνη περιπλεκόταν όλο και πιό πολύ.

Στο γυρισμό μου στο σπίτι, αργότερα, ήμουν τόσο εξουθενωμένος που  ανέβηκα την εσωτερική σκάλα, άνοιξα την πόρτα του δωματίου μου και γιά πρώτη φορά έπεσα με τα ρούχα στο κρεβάτι, έτοιμος να κοιμηθώ. Ματαίως προσπάθησα γιά δυο ώρες στριφογυρίζοντας και τσαλακώνοντας τα ρούχα μου. Κάθε τόσο αποσπούσε την προσοχή μου κάποιος θόρυβος και τέντωνα τα αυτιά μου για να εντοπίσω από που έρχεται χωρίς να καταφέρω τίποτα άλλο από το ακούω την αδελφή μου να μιλάει στο τηλέφωνο, στις 2 τη νύχτα. Γελάκια και μερικές πρόστυχες λέξεις ήταν όλα όσα άκουσα. Μα αυτή μέχρι προχτές που τη ρωτούσα αν ο J. Dean ήταν sexy χαμήλωνε τα μάτια! Τα γελάκια που πριν λίγο άκουσα δεν ήταν διόλου ταιριαστά σ' ένα ντροπαλό κορίτσι. Αυτό το γεγονός προστέθηκε στην κακή μου κατάσταση. "Κατά διαόλου πάει ο κόσμος...γιά κοίτα πόσα πρόσωπα έχει ακόμα κι ο μικρόκοσμος που μας περιτριγυρίζει!", σκέφτηκα. Κι ήταν τότε που ένιωσα πως σε κάποιο βαθμό ο περίγυρός μου με παραξένευε, δεν μου ήταν πιά οικείος. Από την άλλη πλευρά δεν υπήρξα ποτέ ο τύπος που θα τα εξηγούσε όλα με ένα απλό "έλα μωρέ, αλλάζει ο κόσμος".

Τις επόμενες 2 μέρες, αφού συγκρατήθηκα να μην κάνω παρατηρήσεις, προσπάθησα να φερθώ αδιάφορα και ίσως έκανα καλά γιατί η μικρή Αλεξάνδρα, η αδελφή μου, στις κουβέντες που είχαμε ήταν σχεδόν όπως πριν, μια συνεσταλμένη έφηβη. Βέβαια δεν έμοιαζε σε τίποτα στην ευγενική νεαρή που κατοικούσε απέναντι από το παράθυρό  μου και πολύ συχνά παρατηρούσα με τις ώρες πόσο ευγενικά πηγαινοερχόταν στο δωμάτιο έχοντας το μωρό της αγκαλιά, πόσο χαρωπά έπαιζε μαζί του και με τι υπομονή το τάιζε.  Από τότε που το μωρό ακόμα θήλαζε τους χαιρόταν η καρδιά μου. Πατέρας δεν εμφανιζόταν ποτέ εκεί κι αυτό γεννούσε μια τρυφερότητα μέσα μου. Ναι, θα ΄θελα να ήμουν εγώ ο άντρας εκείνου του σπιτιού...

Περνούσε ο καιρός κι αυτή μου η επιθυμία γιγαντώνονταν μέσα στο μυαλό μου. Κάποιες στιγμές το μόνο που επιθυμούσα ήταν να της μιλήσω, αφού η Αλεξάνδρα συνέχιζε το ίδιο βιολί με τα γέλια στις 2 η ώρα και τις κουβέντες της που μου φαίνονταν πιά πέρα για πέρα χυδαίες. Διαμορφωνόταν ξεκάθαρα πιά στο μυαλό μου, σαν αποκάλυψη, η ιδέα πως σ' αυτόν τον κόσμο υπήρχε μιά αόρατη γραμμή που χωρίζει το αγνό από το χυδαίο, το καλό από το κακό. Ακριβώς όπως χωρίζονταν οι παλιοκουβέντες της αδελφής μου από τα γλυκόλογα της απέναντι μαμάς που τύχαινε να τα ακούω από το ανοιχτό της μπαλκόνι.

Τις επόμενες μέρες η διάθεσή μου άλλαζε διαρκώς πάνω σ' αυτό το μοτίβο. Ένιωθα- και στην πραγματικότητα ήμουν- κάποιος που καθημερινά οδηγεί σ' ένα δρόμο που καταλήγει σε μια διχάλα και καθημερινά ακολουθεί το δρόμο που τον πάει προς τα δεξιά κι ούτε μια φορά τον άλλον. Ούτε μια φορά...κι ήταν τόσο ελκυστικός ο άλλος δρόμος! Ανηφορικός, μεγαλοπρεπής, έμοιαζε να σου υπόσχεται μια άλλη ματιά του κόσμου.Ύστερα πάλι φανταζομουν πως οι δύο αυτοί δρόμοι κάπου θα ξανασυναντιώνται...

Χρειαζόταν τάχα ακόμα ένα ψεγάδι η μαύρη εικόνα που διαμόρφωνα για τη ζωή μου ώστε να πω "Διάολε, τέλος, όλα είναι για πέταμα στη ζωή μου" και να στρίψω το τιμόνι μου αριστερά πατώντας γκάζι; Μικρή αλλά συμβολική πράξη θα ήταν γιά μένα...
Ε λοιπόν, γιατί σας λέω πως από κείνη τη βραδιά στο πρατήριο, η ζωή μου είχε αρχίσει να στραβώνει; Η άλλη άποψη έλεγε πως η τόσο τέλεια ζωή μου δεν ήταν παρά μια επίφαση ευτυχίας που με ξεγελούσε τόσο καιρό.

Δεν ξέρω να πω...Να, δεν ξέρω να πω αν η ξαφνική απόφαση της μάνας μου, στα 62 της χρόνια, λίγο χρόνο μετά το θάνατο τού άντρα της, να "ξαναφτιάξει" τη ζωή της ήταν μια φυσιολογική αντίδραση ή μια ακόμη ένδειξη πως όλα έγιναν μπουρδέλο στο τόσο καθώς πρέπει σπιτικό μου. Τι άλλο μου έλειπε έχοντας μια μάνα ξαφνικά στις κάψες της και μια αδελφή που κάθε νύχτα πιά την άκουγα να βογγάει στο κρεβάτι της και να μονολογεί για τα κάλλη του στήθους της και του διψασμένου κορμιού της... Μετά από μια από εκείνες τις νύχτες, πρωί πρωί, τους ανακοίνωσα πως μερικά πράγματα "πρέπει να τεθούν επί τάπητος" όταν θα επέστρεφα στο σπίτι.

Το βράδυ πήγα σπίτι μισομεθυσμένος "δουλεύοντας" στο μυαλό μου ένα μικρό λογίδριο περί ορθής συμπεριφοράς. Μπαίνοντας άκουσα μιά αντρική φωνή που σώπασε αμέσως μόλις έκλεισα την πόρτα απορημένος. Στο καθιστικό ήταν η μάνα μου, η αδελφή μου κι ο πατήρ Στυλιανός, ένας ρασοφόρος από αυτούς με τα σχεδόν μωβ ράσα και οικογενειακός φίλος από παλιά. Η μάνα μου με καλωσόρισε:

_ Καλώς το παιδί μου. Κάθησε παιδί μου...έλα να χαιρετίσεις τον πατέρα Στυλιανό. Έλα να μιλήσετε λίγο. Πες του τι σου συμβαίνει. Βγάλε από μέσα σου το κακό που σε τυραννάει. Πες του γιατί είσαι τόσο άγριος με όλους μας. Έχουμε παράπονα από σένα, ξέρεις...Να σε λίγο θα έρθει και η Κατερίνα από απέναντι, η κοπέλα με το μωράκι.

_Η Κατερίνα; Θα έρθει στο σπίτι; Ευτυχώς θα πατήσει σ' αυτό σπίτι κι ένας σοβαρός άνθρωπος!

_Ναι, Κώστα μου, έχει κι αυτή τα παράπονά της. Θα σου τα πει...

_Σας το είπα πως γίνατε η ατραξιόν της γειτονιάς. Ορίστε, μέχρι και την γειτόνισσα προσβάλατε. Τι ξεφτίλα! Και φέρνετε και τον παπά Στέλιο εδώ...

_Κώστα μου, με σένα έχει παράπονα. Θα σου τα πει κι η ίδια. Να χαζεύεις τα στήθια της ενώ βυζαίνει το μωράκι της! Τι πράγματα είναι αυτά; Και το άλλο; Ο πατέρας σου δεν έλεγε πάντα πως ο τζέντλεμαν ποτέ δε χτυπάει τον κόσμο...Πάτερ μου, πες του για τον αστυνόμο που σου είπε για τον κακομοίρη τον πακιστανό που ο γιός μου χτύπησε στο βενζινάδικο.

_Αλεξάνδρα, τι λέει αυτή; Θέλετε να με βγάλετε ψεύτη. Μίλα βρε, τι αδελφή είσαι συ...

_Κώστα, μείνε μακριά μου. Μη με πλησιάζεις. Μην το συνεχίζεις αυτό που σε πονάει τόσο. Δε βλέπεις πως τώρα πιά δεν είναι μόνο κάτι μεταξύ μας; Πόσες νύχτες ήρθες στην πόρτα μου να κρυφακούσεις; Με τρόμαζες έτσι που άκουγα την ανάσα σου σαν του ζώου έξω από την πόρτα. Ήσυχα, σε παρακαλώ. Δεν μπορώ άλλο. Το πρωί πάω σχολείο άυπνη...αναγκάστηκα να εξηγήσω στο Λυκειάρχη το λόγο που δεν κοιμάμαι τα βράδια κι ο άνθρωπος κοκκίνισε.

_Κωνσταντίνε,παιδί μου, κάθησε κάτω κι άκουσέ με, όχι σαν ιερέα αλλά σαν παλιό φίλο του πατέρα σου αλλά και σαν πατέρα σου, αν θες. Όλοι εδώ στη γειτονιά ξέρουν πως είμαι ο πιό κοντινός σας άνθρωπος. Κι από την τράπεζα έχει έρθει ο διευθυντής σου και μου εκμυστηρεύτηκε πως δεν πάνε καθόλου καλά οι σχέσεις σου με τους συναδέλφους σου. Ντρεπόταν να τα πει στη μητέρα σου...Μα, ούτε λίγο σέβας στους αρχαιότερους δεν μπορείς να δείξεις;

_Μαμά, κοίτα πως αγριεύει η όψη του Κώστα...νάτο πάλι! Δεν ξανακοιμάμαι πιά σ' αυτό το σπίτι. Θα πάω στης θείας...έλα κι εσύ μαζί. Τα χάνει κι αυτός σιγά-σιγά, μαμά! Σαν τον μπαμπά, δε βλέπεις; Έτσι έκανε κι αυτός. Στην αρχή μόνο κρυφάκουε στην πόρτα μου κι ύστερα άρχισε να την ανοίγει και να μπαίνει μέσα και να με...

_Μικρό μου κορίτσι, τέκνο μου, μη λερώνεις το μικρό σου στόμα "Θεός γαρ αποδώσαι τω αμαρτωλώ και τω φρονίμω δικαιοσύνην, διότι ο άνθρωπος αδύναμος εστί...". Η Κατερίνα το κρατά κρυφό μα το μωρό που έφερε στον κόσμο πριν 2 χρόνια ήταν του πατέρα σας. "Αμαρτία εξομολογηθείσα", λέει η Εκκλησία...Η αλήθεια είναι πως μου εξομολογήθηκαν κι οι δυό την αμαρτία τους.

_ Παπά Στέλιο μου, φτάνει. Εδώ που φτάσαμε, μόνο εσύ μπορείς να μας σώσεις. Κάνε ό,τι μπορείς για να τα κουκουλώσουμε τα πράγματα!
.................................................................................................................................................
Αυτή ήταν εν ολίγοις η ιστορία μου, αγαπητοί και μοναδικοί μου, πλέον, φίλοι. Τα γεγονότα είτε όπως τα διηγήθηκα εγώ είτε όπως εξιστορήθηκαν από τους άλλους, κουκουλώθηκαν τελικά. Οι μαρτυρίες των άλλων υπερίσχυσαν καλώς ή κακώς. Με τις δικές τους γνωριμίες κατάφεραν να στείλουν τον άνθρωπο που μόλις σας εκμυστηρεύτηκε τα δεινά του, αφού δεν έχει πιά κανέναν άλλον, να μείνει μακριά από το σπίτι του, σε άλλη πόλη όπου βρέθηκε γιά κείνον μια όχι και τόσο απαιτητική δουλειά. Φρόντισε γι' αυτό ο παπα Στέλιος κι έτσι, μετά από πολλές προσπάθειες, μετακόμισα με λίγα από τα αγαπημένα μου ενθύμια της παλιάς μου ζωής. Προς βιοπορισμόν -τι ειρωνία!- εργάζομαι σ' ένα μικρό απομακρυσμένο πρατηριάκι της BEHELL.


20 Ιανουαρίου, 2010

 
Η ισχύς είναι των Βασιλέων
Η ασημαντότητα πλούτος των υπηρετών
Απλό μυστικό που κείτεται
Κάτω από κάθε κόκκο άμμου
Των παραλιών που περιβάλλουν
Τις ακροπόλεις των πολιτειών
Όταν εκείνες παρακμάζουν.

Ζωή - τοστιέρα

Είπαν να ξαναφτιάξω τη ζωή μου. Φτηνή όπως είναι η ζωή, θα μου στοιχίσει λιγότερο να πάρω μια καινούρια παρά να φτιάξω την παλιά.

18 Ιανουαρίου, 2010

Λευκοί Χώροι

 Πτώματα λέξεων. Παράγραφοι - νεκροταφεία. Περιπλανιέμαι στους λευκούς χώρους των σελίδων ενός βιβλίου που δεν τέλειωσε ακόμη. Φορές φορές μαζεύω από κάτω κανένα γράμμα ακόμα ζωντανό...ένα α, ένα κ, ένα λ... Τα παίζω λίγο στην παλάμη μου. Ύστερα τα πετάω ψηλά κι αυτά γίνονται σύννεφα. Τα βράδια κάτω απ' το φεγγάρι περιμένω τη βροχή. Και δεν χάνω το κουράγιο μου: καμμιά φορά ίσως κι ο ουρανός θα συμφωνήσει μαζί μου.

I was walking along, minding my business,
When out of the orange colored sky,
Flash, bam, alacazam, Wonderful you came by.
.
I was humming a tune, drinking in sunshine,
When out of that orange colored view
Wham, bam, alacazam, I got a look at you.
.
One look and I yelled timber
Watch out for flying glass.
Cause the ceiling fell in and the bottom fell out
I went into a spin and I started to shout
I've been hit, This is it, this is it, this is it.
.
I was walking along minding my business
When love came and hit me in the eye
Flash, bam, alacazam,
Out of the orange colored sky
.
Well, one look and I yelled timber
Watch out for flying glass.
Cause the ceiling fell in and the bottom fell out
I went into a spin and I started to shout
I've been hit, This is it, this is it, this is it.
.

Καθεστώτα

Στα θρησκευτικά καθεστώτα απαγορεύεται να σκέφτεσαι. Στα ολοκληρωτικά καθεστώτα επιτρέπεται να σκέφτεσαι αλλά όχι και να μιλάς. Στα Δημοκρατικά καθεστώτα επιτρέπεται να σκέφτεσαι και να μιλάς αλλά όχι και να συμπεριφέρεσαι ανάλογα.

17 Ιανουαρίου, 2010

Ενεργητικός

Οι αυτοαποκαλούμενοι προοδευτικοί πατεράδες είναι αυτοί που λένε στον gay γιό τους: "Δεν πειράζει παιδί μου...είσαι, τουλάχιστον, ενεργητικός;"

O Day

Χμμμ...

Συνήθως αυτοί που έρχονται να ζητήσουν μια "δεύτερη γνώμη", έρχονται καθυστερημένα να ακούσουν μια γνώμη ίδια με τη δική τους.

16 Ιανουαρίου, 2010

Χμμμ...

Καθολική Εκκλησία - Ορθόδοξη Εκκλησία: Δύο ανάξιοι γονείς που τσακώνονται μπροστά στα μάτια των παιδιών τους.

Χμμμ...

Αρκετές φορές ένα διαζύγιο είναι η διαδικασία που βάζει τέλος στις κακές σχέσεις μεταξύ των γονέων και εγκαινιάζει τις κακές σχέσεις των γονέων με τα τέκνα.

15 Ιανουαρίου, 2010

Τελική νίκη

Η τελική σου νίκη έρχεται κείνη τη στιγμή που υποκλίνεσαι στ'αστέρια, τότε που σκύβεις το κεφάλι σαν ύστατο χαιρετισμό στον ουρανό αυτής της νύχτας ή σαν παράδοση άνευ όρων στα χέρια ενός δημίου, χωρίς να πεις λόγια  πολλά  -για την οικονομία του χρόνου μα και του λόγου. Για την απαλλαγή από την αδιαφορία που σου φέρνει η ύπαρξη ή όχι αυτού του κόσμου που χωρίς πρώτα να 'χει ζητήσει μιά απολογία απο σένα, μόνο επειδή  γέλασες ειρωνικά σ' έχει βαριά καταδικάσει.

14 Ιανουαρίου, 2010

FART

 Η τέχνη-F (F-art όπως fart)
------------------------------------

Τελευταία όλοι όσοι ασχολούμαστε με το γράψιμο,σαν χόμπι, σαν πάθος ή και επαγγελματικά ακόμη, βλέπουμε να αναπτύσσεται και να κυριαρχεί ένα είδος, μια νοοτροπία κυρίως στην ποίηση: η λεγόμενη τέχνη-F (τη βάφτισα έτσι κυρίως μετά την ενασχόλησή μου με τα blogs).
Χαρακτηριστικά της τέχνης αυτής, συνοπτικά,είναι:

1.Η εύκολη πρόκληση-σχεδόν εκβίαση-συναισθημάτων μεμψιμοιρίας και κατάθλιψης γύρω απο θέματα μοναξιάς καθώς και άλλων "πιασάρικων" θεμάτων. Αντιθέτως υπάρχει πενία ενασχόλησης με λ.χ. κοινωνικά θέματα.

2.Η υπερβολική ενασχόληση γύρω απο προσωπικά θέματα.

3.Το χάιδεμα των αυτιών με τη μουσικότητα και γενικά με τη μορφή του κειμένου εις βάρος του περιεχομένου το οποίο πολλές φορές αναρωτιέται κανείς ΤΙ θέλει να πει.

4.Η έλλειψη αυτοσχεδιασμού και η κατάχρηση κοινοτυπιών, με αποτέλεσμα σπανίως να διαβάζεις κάτι και να σε παραπέμπει σε κάποιο προσωπικό ύφος. Ολα μοιάζουν να έχουν γραφεί απο τον ίδιο "ποιητή" και κάθε "ποιητής" θα μπορούσε να έχει γράψει οτιδήποτε διαβάζουμε.

5.Πολύ σπάνια θα δει κανείς κείμενα που έχουν σκοπό να προκαλέσουν στον αναγνώστη συναισθήματα που θα δρούσαν σοκαριστικά. Ολοι σχεδόν φοβόμαστε να πούμε στον αναγνώστη κάτι που θα τον δυσαρεστήσει. Η ποίηση που διέπεται απο savoir vivre μοιάζει με κουβεντούλα σε τσάι κυριών.

6.Η υιοθέτηση της αντίληψης οτι ο συγγραφέας είναι ένας φιλόλογος που ξέρει να μιλά σαν λόγιος, χρησιμοποιώντας επι τούτου σπάνιες λέξεις. Ποιητής όμως δικαιούται να είναι και κάποιος αμόρφωτος.

13 Ιανουαρίου, 2010

Χμμμ...

Όσο πλησιάζεις προς το φως η σκιά πίσω σου όλο και μεγαλώνει.
Όσο πλησιάζεις πρός την εξουσία η ουρά των ψεύτικων φίλων που σε ακολουθεί επίσης μεγαλώνει.

12 Ιανουαρίου, 2010

ΤΟ ΓΑΛΑΖΙΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

«Μια στο τόσο»       Livepedia.gr

Οι αγγλόφωνοι λαοί, για παράδειγμα, χρησιμοποιούν τη φράση «Οnce in a Blue Μoon» (Οταν έχει μπλε φεγγάρι), γιατί πράγματι το φαινόμενο αυτό είναι αρκετά σπάνιο, ώστε έμεινε στα χρονικά ως έκφραση ενδεικτική της έννοιας του «μια φορά στο τόσο». Με την ίδια έννοια του «μια φορά στο τόσο» χρησιμοποιείται η φράση «μπλε σελήνη», για να χαρακτηρίσει την ύπαρξη δύο Πανσελήνων σ' έναν μήνα, η δεύτερη δηλαδή πανσέληνος σ' ένα μήνα ονομάζεται «μπλε σελήνη».

Το φαινόμενο αυτό είναι όντως ασυνήθιστο, αφού η περίοδος από την μία πανσέληνο έως την επόμενη φτάνει τις 29,5 περίπου ημέρες και για την ακρίβεια 29,53059 ημέρες, αν και δεν είναι ιδιαίτερα σπάνιο. Ο Ιούνιος του 2007, πάντως, είναι ένας τέτοιος μήνας, αφού στην πρώτη πανσέληνο που συνέβη στις 4:04 π.μ. της 1ης Ιουνίου θα προστεθεί σε δύο εβδομάδες και δεύτερη πανσέληνος, η οποία θα συμβεί στις 4:49 μ.μ. της 30ης Ιουνίου.

Η πρώτη «μπλε σελήνη» της νέας χιλιετίας συνέβη στις 30 Νοεμβρίου του 2001, ενώ η πρώτη πανσέληνος εκείνου του μήνα είχε συμβεί την 1η Νοεμβρίου.

Η επόμενη «μπλε σελήνη» συνέβη τον Ιούλιο του 2004 (η πρώτη πανσέληνος στις 2/7 και η δεύτερη, η «μπλε», στις 31/7), φέτος έχουμε την «μπλε σελήνη» του Ιουνίου (1/6 και 30/6), και θα ακολουθήσουν αυτές του Δεκεμβρίου 2009 (2/12 και 31/12), του Αυγούστου 2012 (2/8 και 31/8) κ.λπ. Συνολικά στα επόμενα 40 χρόνια θα έχουμε 17 μήνες με δύο πανσελήνους, ενώ στη διάρκεια του 2018 και του 2037 θα έχουμε δύο μήνες με διπλές πανσελήνους, και συγκεκριμένα τον Ιανουάριο και τον Μάρτιο των ετών αυτών.

Ο Φεβρουάριος φυσικά, που έχει μόνο 28 ημέρες, ή 29 στα δίσεκτα έτη, είναι αδύνατον να περιλάβει ποτέ μια «μπλε σελήνη», ενώ κατά μέσον όρο ένας μήνας με δύο πανσελήνους συμβαίνει μία φορά κάθε 2,72 χρόνια, κάτι που φυσικά δεν μπορεί να θεωρηθεί ιδιαίτερα σπάνιο.

Υπάρχουν όμως κι άλλοι μύθοι που έχουν καλλιεργηθεί στους διάφορους λαούς για την πανσέληνο. Όπως αυτό που ακούγεται ότι την ημέρα της πανσελήνου γεννιούνται περισσότερα παιδιά ή ότι υπάρχουν περισσότερα ατυχήματα και άλλα παρόμοια. Παρόλα αυτά οι μύθοι αυτοί συνεχίζουν να υπάρχουν και να μπερδεύουν χωρίς καμιά απολύτως απόδειξη.

  

Χμμμ...

Χριστιανισμός και Τρομοκρατία: Και οι δύο πιστεύουν πως "ουδείς αναμάρτητος".

11 Ιανουαρίου, 2010

Ο μπαλαμός

Χμμμ...

Πάντα υποτιμούν την εκδίκηση ρωτώντας τι πετυχαίνει κανείς εκδικούμενος. Η εκδίκηση δε χρειάζεται να αποφέρει άλλα οφέλη πέραν της ευχαρίστησης που δοκιμάζει ο εκδικούμενος.

10 Ιανουαρίου, 2010

Πίστευε

Πίστευε τα μισά από όσα βλέπεις, το εν τέταρτον από όσα ακούς, τίποτα από όσα διαβάζεις.

Paul Tibbets

Paul Tibbets - album di Chapucinsky


Paul Tibbets - album di Chapucinsky




Που είσαι τώρα Paul Tibbets; Τώρα που μετά τόσο καιρό μακριά απ'την πατρίδα σου κανείς δε σε θυμάται; Είδες Θεό πάνω εκεί να σου έχει πολύ θυμώσει ή τίποτα πιά η κόλασή Του δεν χωράει; Ξεχνιέται ό,τι κι αν κάνουμε το ίδιο με όλα όσα -ενώ έπρεπε- εμείς δεν έχουμε κανει;
Δε σου θυμώνω Paul Tibbets γιά εκείνη σου την πτήση.  Άλλωστε σε όλους είχες πει πως κοιμόσουν ήσυχα τα βράδια. Αντίο Paul και μη λυπάσαι. Δεν είσαι δα πολύ χειρότερος απο εμάς ούτε έριξες μόνος σου απο ψηλά, τότε, όλο εκείνο το θάνατο μεμιάς.
Ήμουν κι εγώ εκεί πάνω μαζί σου μα ήμουνα και κάτω, εκεί στη Χιροσίμα, και χάσαμε τότε και οι δυο μαζί τις ψυχές μας, με τόσον άλλο κόσμο που έχασε τη ζωή του. Δεν είσαι εσύ ο μόνος ένοχος.  Πιό ένοχος ίσως να είμαι εγώ. Ξέρεις κι εγώ ήσυχος κοιμάμαι. Πέρασαν τα χρόνια, αρκετά γιά να ξεχάσω. Ο γιός μου μοναχά ρωτάει: "Πατέρα, τι έκανε τότε η Ευρώπη;"
Μου εχω βρει ενα καταφύγιο. Στο λέω μεταξύ μας. Περνώ τις νύχτες μου ασφαλής εκεί. Όλα είναι τώρα μακρινά  και νομίζω πως κοιμάμαι. Νομίζω...
Μόνο, στον επόμενο Paul Tibbets που θα ρθει, πες του να κάνει θόρυβο πιό πολύ με τις μηχανές του. Ξέρεις...φοβάμαι. Φοβάμαι από τον ύπνο μου μήπως δεν ξυπνήσω.





Στον PAUL TIBBETS
πιλοτο του Enola Gay που πεθανε το  2007.



Χμμμ...

Ξόδεψα 25.000 ευρώ γιά ένα αυτοκίνητο των 2500 κυβικών, 250 ίππων και τελική ταχύτητα 250 km/h. Συνεχίζω πάντως να χρειάζομαι 2,5 ώρες από το σπίτι ως το γραφείο μου.

Χμμμ...

Αμέσως μετά το τέλος ενός πολέμου αρχίζει ένας νέος πόλεμος. Αυτόν τον νέο πόλεμο τον αποκαλούν "Ανοικοδόμηση".

09 Ιανουαρίου, 2010

La sussurrera'

Χμμμ...

"Μην κάνεις στους άλλους αυτό που δεν θέλεις να κάνουν οι άλλοι σε σένα" σού λένε, ζητώντας σου να κρίνεις εξ ιδίων τα αλλότρια.  Αν όμως εσύ και οι άλλοι έχετε διαφορετικά γούστα;

Χμμμ...

Η φιλία είναι η υπέρτατη μορφή αμοιβαίας και εκούσιας εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.

Χμμμ...

Μερικοί προσπαθούν να μας πείσουν ότι το να είσαι Αντιρατσιστής σημαίνει να είσαι ρατσιστής εναντίον των ρατσιστών. Ένας ακόμη ρατσιστής,δηλαδή.

08 Ιανουαρίου, 2010

07 Ιανουαρίου, 2010

Το δικό του μπλουζ



Μισώ τα κομπολόγια στα τραπέζια, κοντά στα κινητά, πολύ περισσότερο όταν το τρίγωνο "φραππές-κομπολόι-κινητό" δεν είναι ισόπλευρο κι οι ιδιοκτήτες τους προσπαθούν να τετραγωνίσουν, ουρλιάζοντας, τον Κύκλο. Μη μου τους κύκλους τάραττε, δε μπορώ τη φασαρία. Δεν αντέχω τα συνθήματα που περιέχουν τις λέξεις: Λαός, ΛΑ.Ο.Σ., Δημοκρατία.

Αηδιάζω απ' τις ταβέρνες με τη φολκλόρ διακόσμηση εκεί που ξεπατώνονονται στο φαγητό και στο κρασί οι νεοέλληνες ακούγοντας νεγρορεμπέτικο. Φτώχια-μισόκιλο-τσίκνα-Hugo Boss-ανάλυση μαρξιστική, παλιό Κ.Κ.Ε., τώρα BMW και τζάμπα οικολογία, ομιλία αυθόρμητη, πηγαία χυδαιολογία.

Εξοργίζομαι με τους διασκεδαστές που έχουν κοινωνικές ευαισθησίες, για την οικονομία, για το κιτς, για την αισθητική του χώρου, την αμορφωσιά του νεαρού, την υποκρισία του πολιτικού. Γυμνασμένοι ανάπηροι, απ' τις κάμερες κρυφτό, της πλάκας κόκα φτηνιάρικη, γιά να 'ναι το αγοράκι γελαστό.

Δεν αντέχω το ελληνικό ροκ. Ροκ από την Ελλάδα, φέτα απο Δανία, espresso από την Άμφισσα. Δεν μπορώ το τηλεχιούμορ ούτε τους σχολιασμούς, λίγδα στο μαλλί και παρε'ί'στικους αστε'ι'σμούς. Συζήτηση, ουζάκι, ανάμνηση και κάποτε μπάλα στις αλάνες. Και που η θητεία της γενιάς; στην Κορέα; Μπα...στη Σαλαμίνα.

Σιχαίνομαι τους πολιτικούς της χαβαλεδιάρικης gay αριστεράς, που βγαίνουν με μουστάκι και γυαλιά, πουκάμισο-φανελλάκι, με χιούμορ το λόγο τους στολίζουν, γλείφουνε τους μαθητές, τους πακιστανούς, τους πισωγλέντες, τα πρεζόνια κι όλοι αυτοί οι "αχάριστοι" τον κώλο τους γυρίζουν.

Βαριέμαι όλους τους φιλάνθρωπους, τους ευεργέτες που πιό πολύ στεναχωριούνται στις γιορτές για εκείνους που δεν έχουν, Τηλεμαραθωνοδρόμοι, όπως είμαστε όλοι. Θυμίζουνε τα κανάλια, ανάμεσα στα σκέλια μου, μια ακόμη μπάλα. Κύριε Λαμπράκη, στο καλό, το Μέγαρο δεν ήτανε για μένα. Πάω στοίχημα πως αν ο κόσμος το ζητούσε, ποτέ δε θα χτιζόταν.

Δε μ' αρέσει η μαστούρα, το σπιντάρισμα, το πάνω και το κάτω-δεν έχουν διαφορά. Τη διαφορά την κάνει η διαφθορά κι όταν αρχίσει η φθορά έρχονται οι cow boys που χτυπάνε τα άρρωστα ινδιανάκια. Οι τοίχοι οι κακόμοιροι έχουν μόνο τα αυτιά τους και τις κάμερες για μάτια. Ευνούχοι μπανιστηριτζήδες, πότε θα βγάλουν χέρια;

Μου τη δίνει η σεξουαλική επανάσταση, μου χαλάει το κέφι, μου διώχνει τη διάθεση την ερωτική. Όχι, δε θα πιάνετε το δικό μου πισινό. Μπορείτε όμως να μιλάτε, αγόρια και κορίτσια με το "μου γαμείς" και "σου γαμώ" και άλλα απελευθερωτικά κραδαίνοντας τα dildos σας, εγώ δε συμμετέχω μα θα έρθω να σας δω.

Αντιπαθώ αυτούς που οι μασχάλες τους μυρίζουν σαν  έξοδος Κινέζικου εστιατόριου κι αυτούς που κάνουν πασαλείμματα στην καθαριότητά τους σαν αυτόν που "καθαρίζει" από το πεζοδρόμιο, με σακκούλες Σκλαβενίτη, τα χεσίματα από τα σκυλιά του. Μισώ τους φιλόζωους όταν γλιστράω στις μακαρονάδες -με κιμά από ποντικό- που φτιάχνουν γιά τις γάτες.

Ούτε αυτούς δεν τους μπορώ που θέλουν από μένα να είμαι ηπίως προοδευτικός, όσο θέλουν αυτοί, κεφάτος, φιλικός, να μου αρέσει η γαλανόλευκη, ο Μίκης και ο Μάνος, ο Χάρης και ο Πάνος, να γελάω με ανέκδοτα που τα 'χω ξανακούσει, να τρώω φέτα, μεζέδες, λαδερά, να κόβω το καρπούζι μου εκεί στις παραλίες, διαβάζοντας νυσταγμένος χιλιοειπωμένες αηδίες.

06 Ιανουαρίου, 2010

Οι Κρέμες του Γέρου



17 Σεπτεμβρίου: Σοφίας, Πίστεως, Ελπίδος, Αγάπης ( Εορτολόγιο )

Η νεαρή φίλη μου ήταν σαφής στην εξιστόρηση των γεγονότων όπως ακριβώς σας τα μεταφέρω:

   Ο γάμος της πήγαινε πάρα πολύ καλά αν παραλείπαμε ένα πρόβλημά της πού, εκείνη την εποχή στην οποία αναφερόμαστε, επηρέασε τις ερωτικές σχέσεις του ζευγαριού. Κατ’ επέκταση και την εν γένει ζωή τους βέβαια. Δούλευε σκληρά η άμοιρη κι "έσκαγαν" τα χέρια της. Πονούσαν και πια δεν αισθανόταν τίποτα. Αργότερα χειροτέρεψε. Αγκάλιαζε τον άντρα της και πονούσε! Πονούσε τόσο πολύ που σταμάτησε πια κάποτε να τον θέλει. Δημιουργήθηκε τέτοιο θέμα πού οι φίλες της τη συμβούλεψαν να πάει στο γέρο σοφό του χωριού να πει το πρόβλημά της. Πολλές φορές αυτός τους είχε δώσει τη λύση, έλεγαν οι ντόπιες…

  Έτσι κι έγινε. Αυτός έσκυψε πάνω στο πρόβλημα και πρότεινε τη λύση: μια κρέμα θα έβαζε η νεαρή κάθε απόγευμα και μέχρι το επόμενο πρωί όλα θα ήταν -παροδικά- εντάξει. Αποδείχτηκε σοφός ο γέρος γιατί όλα πήγαιναν καλά. Το σεξ κρατούσε όλη τη νύχτα και γινόταν κάθε νύχτα!
Για πόσο όμως θα κρατούσε αυτό;- αναρωτιόταν ο γαμπρός. Η κούραση ήταν μεγάλη κι άρχισε να εξαντλείται. Μοιράστηκε το πρόβλημα με τους φίλους του οι οποίοι τον παρέπεμψαν αμέσως να συμβουλευτεί- κι αυτός- το γέρο σοφό.
Τους φίλους τους άκουγε και πήγε να εκθέσει το θέμα. Ο γεράκος πρότεινε τη λύση και την εφαρμογή της λεπτομερώς. Έπρεπε ο νέος κάθε νύχτα να αλείφει τα ακροδάχτυλα της γυναίκας του, όταν αυτή κοιμόταν, με μιαν άλλη κρέμα ώστε η μία να αντιστρέφει τη δράση της άλλης.

  Τον πρώτο καιρό φάνηκε ότι η κατάσταση εξισορροπούσε. Ανέκτησε δυνάμεις το παλικάρι, άλλαξε όψη και τα παράπονα της γυναίκας ότι τα νύχια της είναι χάλια όλοι τα θεώρησαν σαχλές ιδιοτροπίες. Μεγάλωναν, λέει, πάρα πολύ γρήγορα κι ήταν γερασμένα και βρώμικα, σαν του ζώου.  Το παρατήρησαν όμως και οι άλλοι μετά. Όλοι. Δεν μπορούσε πια να κρύβεται ο γαμπρός κι εξομολογήθηκε όλα τα περί κρέμας που έκανε καθώς και το λόγο που τα έκανε. Φυσικά σταμάτησε τις κρυφές επαλείψεις αμέσως χωρίς όμως αποτέλεσμα… Πάλι οι φίλοι έδωσαν τη λύση στο νέο αδιέξοδο:
- Να πάτε στο γέρο σοφό κι οι δυο…   - Α,μπράβο. Κάτι θα βρει να μας δώσει αυτός!

  Αυτός, όταν άκουσε την καινούργια τους δυστυχία, εκνευρίστηκε από το πόσο εύκολο το ‘χαν να βρίσκει εκείνος συνέχεια κρέμες κι άλλα τέτοια που του ζητούσαν.
Σηκώθηκε από την καρέκλα του και τους έδιωξε όλους ,κακήν κακώς, λέγοντάς τους:

«Άνθρωποι, να ξέρετε πως εγώ ποτέ δεν είπα πως δίνω γιατρικά ούτε πως όλοι οι καημοί σας  είναι αρρώστιες. Κι εξ άλλου απ όλες τις αρρώστιες οι πιο μικρές μόνο γίνονται καλά.
Πηγαίνετε λοιπόν. Δεν  μπορώ πια ούτε καν να σας γυρίσω πίσω εκεί που ήσασταν πριν με γνωρίσετε.Τώρα πια με γνωρίσατε κι η ζωή σας θα’ ναι σκληρή. Θα χρειάζεστε συνέχεια ένα γέρο σοφό για να τον συμβουλεύεστε. Τέτοια κακή συνήθεια αποκτήσατε!»

Λες και τους καταράστηκε. Από τότε λίγες άσπρες μέρες είδαν. Κι από τις τρεις κόρες που με χίλια βάσανα μέσα στα επόμενα χρόνια απόκτησε το ζευγάρι, κοντά τους έμεινε μόνο η κουτσή, η Σοφία. Η Πίστη έφυγε σε ξένη χώρα και την Ελπίδα τους την πήρε ο γέρος ισοβίως για παραδουλεύτρα,σαν αμοιβή για τις υπηρεσίες του. Τέταρτη γιά να τη βαφτίσουνε Αγάπη δε γέννησαν. Μια κουτσή Σοφία και μια… λειψή σοφία τους έμεινε  μετά από όλα εκείνα τα χρόνια…
Έτσι τουλάχιστον μου διηγήθηκε τα γεγονότα η ίδια η αγαπητή μου φίλη και λόγο για να δυσπιστώ δεν έχω.

04 Ιανουαρίου, 2010

Μικρό λουλούδι - η χθεσινή μέρα

Χθες γιόρτασα τα γενέθλιά μου με ιδιαίτερα καλή διάθεση και μάλιστα κέρασα  ο ίδιος, από μόνος μου, όλο το προσωπικό και τους υπόλοιπους τροφίμους του οίκου ευγηρίας "ΔΥΣΗ".  Χάρισα κι ένα  εγκάρδιο χαμόγελο στην κυρά Όλγα το βράδυ που εκείνη μου έβαλε στην παλάμη το αντιυπερτασικό, το αντιρρευματικό, το αντικαταθλιπτικό και το υπνωτικό μου εμπλαστράκι διαδερμικής απορρόφησης.

Την προηγούμενη μέρα με είχε επισκεφτεί ο γιός μου με τα δύο εγγόνια και μου έφεραν διάφορα καλούδια: φωτογραφίες, γλυκά γιά τα κεράσματα, αρώματα, ξυριστικά είδη, τρία κουτιά πούρα και το τελευταίο "βιβλίο" του φίλου μου - ίσως το 20στό ή 25ο, έχασα πιά το λογαριασμό, με ιδιόχειρη υπογραφή και χαιρετίσματα πολλά. Είχα λοιπόν στο δωμάτιό μου να με περιμένουν πάμπολλα πακετάκια υποσχόμενα χαρούμενες εκπλήξεις μετά από τόσο καιρό, 365 ημέρες, τα προηγούμενα γενέθλιά μου δηλαδή.

Όπως κάθε τέτοια μέρα, η σκέψη που χοροπηδούσε μέσα στο κεφάλι μου ήταν αν αυτά μου τα γενέθλια θα ήταν και τα τελευταία. Όταν είσαι στα ογδοήκοντα και τέσσερά σου χρόνια η ευχή "και του χρόνου" αποκτά ένα ιδιαίτερο βάρος ή ακούγεται και σαν ανέκδοτο. Θυμόμουν πάντα εκείνο το μεγάλο σαξοφωνίστα που είχε...καταφέρει να πεθάνει τη μέρα των γενεθλίων του ακριβώς. Ναι, ο Sidney Bechet ήτανε...petite fleur, όλοι αυτό θυμόντουσαν από κείνον, σχεδόν τίποτ' άλλο. Το είχε τραγουδήσει κι ο Aznavour αργότερα, θυμήθηκα.

Τέλος πάντων,όπως κάθε βράδυ, έτσι και το χθεσινό βράδυ άφησα στην άκρη το διαδερμικό εμπλαστράκι του ύπνου γιά να το χρησιμοποιήσω τελευταίο, όταν πιά θα είχα βαρεθεί να περιεργάζομαι τα δωράκια μου. Άναψα ένα πούρο με το συλλεκτικό, ίσως μοναδικό και τελευταίο επί γης  αναπτήρα bic κι άρχισα να χαζεύω τις ολογραφικές παραστάσεις από τις διακοπές του γιού μου με τη γυναίκα του.

Ήταν σαν να περνάει, μέσα από το μικρό μου δωμάτιο, η υπερταχεία των 800km/h που κάνει το γύρω της Ευρώπης όπως το παλιό "πράσινο" έκανε τη διαδρομή ΠΕΙΡΑΙΑΣ-ΣΥΝΤΑΓΜΑ. Στενοχωρήθηκα μόνο που, όπως με πληροφόρησε ο μικρός εγγονός μου, ακόμα δε βρέθηκε τρόπος για ανασύνθεση ολογραφήματος με  επεξεργασία μόνο μερικών ασπρόμαυρων φωτογραφιών. Κρίμα... Θα μου άρεσε πολύ, ειδικά χθες, να γέμιζα το δωμάτιό μου με τρισδιάστατες κινούμενες εικόνες της νιότης μου. Θα γίνει κάποτε, σκέφτηκα. Έτσι κι αλλιώς  η συμπυκνωμένη περιήγηση από Ευρώπη έως Ασία μέσα σε 2 ώρες, πέρα από την ευχαρίστηση, μου έφερε μια ζαλάδα και μια επιθυμία για ξάπλα κι ακινησία.

Έπειτα έβαλα στο book player το "βιβλίο" που διαμόρφωσε (δεν λέμε πιά, εδώ και καιρό, "έγραψε") ο φίλος μου ο οποίος είχε αρχίσει πριν μια 40ριά χρόνια να γράφει στο χαρτί κι ακολουθώντας την εξέλιξη της  τεχνολογίας εκδόθηκε σε διάφορες μορφές, καταλήγοντας σήμερα να εκδίδεται σε τετράγωνα τσιπάκια.

Παρακουλούθησα, λοιπόν, το "βιβλίο" του στην τρισδιάστατη προβολή του, "τρέχοντάς το" που και που γιατί κάπου πλατύαζε και σχεδόν μάντευα τι θα έλεγε παρακάτω. Εξάλλου, μετά από σχεδόν 40 χρόνια ανάγνωσης του εν λόγω φίλου, μπορούσε να με "ξαφνιάσει" ακόμα αλλά λιγότερο απ' ό,τι στην αρχή. Παρέμενε πάντως ενδιαφέρων, πληθωρικός και με το πέρασμα του χρόνου... λίγο λογορρο'ι'κός.

Στο τελευταίο πακετάκι υπήρχε μια έκπληξη. Ανοίγοντάς το, διάβασα στο σκληρό φάκελο που περιείχε: "ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ -Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΛΟΥ DVD- ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ".

Αυτό θα το αφήσω γιά τον ύπνο, σκέφτηκα. Οι Τεχνικοί του Ύπνου, ευτυχώς, έχουν καταφέρει να απαλλάξουν από αυτή την αδράνεια του κοιμώμενου νου ένα αρκετά μεγάλο κομάτι εγκεφάλου το οποίο μπορεί να συνεχίζει νηφάλια τις εργασίες του. Όλο το κομάτι του εγκεφάλου μου, αυτό που συγκινείται και πλημμυρίζει από συναισθήματα, δεν κοιμάται ποτέ. Ο ύπνος πέφτει σαν απόχη μονάχα πάνω στο κουρασμένο μέρος του μυαλού μου που διαχειρίζεται την αρτηριακή μου πίεση, την αναπνοή μου, τη σύσπαση των μυών. Το συναίσθημά μου είναι μόνιμα ξύπνιο για να το πολιορκούν αναμνήσεις, εικόνες, μουσικές.

Έβαλα λοιπόν το DVD στην υποδοχή κι αυτό άρχισε να περιστρέφεται. Στο εξώφυλλο έλεγε "1000 HITS". Κατά Ερμηνευτή A,B,C,...Κατά Συνθέτη A,B,C,...Διαβάζοντας και ψάχνοντας έβαλα και το διαδερμικό εμπλαστράκι του ύπνου. Λοιπόν...ΣΥΝΘΕΤΕΣ, Αρχές του Αιώνα: A, B...Ά, νάτο, Behcet Sidney.  ΕΡΜΗΝΕΥΤΕΣ: Α, νάτο, Aznavour Charles.  ΤΡΑΓΟΥΔΙ: Petite Fleur.

Με την ίδια πίεση πάτησα το διαδερμικό στη δεξιά μου καρωτίδα και το PLAY στο PLAYER. Έπεσα στο κρεβάτι του δωματίου μου, στον οίκο ευγηρίας "ΔΥΣΗ", τράβηξα δύο απανωτές ρουφηξιές κι άφησα το πούρο μου στο σταχτοδοχείο. Ενώ έμπαινα στον ιδιόμορφο ύπνο μου, η μουσική άρχισε...

                                                                                                                                                                                                                              

03 Ιανουαρίου, 2010

Η συνήθεια του φιλιού


Φιλούσε εκείνα τα χείλη για ώρες και ώρες τις χειμωνιάτικες βραδιές. Τα φιλούσε από συνήθεια μα και για να μη χάσει τη συνήθεια τους. Δεν το έκανε τόσο σα συνταγή δοσμένη από μύστες του έρωτα όσο σαν πείραμα σε ένα ερωτικό εργαστήριο που φωτιζόταν από το φεγγάρι μοναχά. Φιλιά κι άλλα φιλιά...Φιλιά: το μόνο που ήξερε για αυτά ήταν αυτό που του είχε πει μια ερωτευμένη επαγγελματίας τού έρωτα : ξέρεις πως αυτό που αξίζει πιο πολύ σ' ένα φιλί είναι εκείνη η στιγμή που τα χείλη ξεκολλάνε αργά-αργά, όταν το ένα στόμα αφήνει τ' άλλο;

Δίπλα μου είναι ένα κρυστάλλινο ποτήρι που μου θυμίζει τη φωνή μιας mezzo soprano.Ρίχνω μέσα νωχελικά τη φωνή του τενόρου κι ο θόρυβος τού κρασιού που βρέχει το κρύσταλλο απλώνει πάνω στο δέρμα μου απαλά το τραγούδι που ερμήνευαν οι δύο τους ένα βράδυ πολύ μακριά από το εδώ και το τώρα:  "for you and I / have a guardian angel / our true love..."

Απόψε εδώ βρέχει δυνατά και είμαι βέβαιος πως θα βρέχει παντού και αύριο. Ο ουρανός μέσα στο καταχείμωνο φτύνει τις θεομηνίες του φέροντας εις πέρας το άχαρο καθήκον του. Μακριά, πολύ μακριά από μένα όμως, μπορώ να δω το τέλος της νεροποντής, εκεί που γέροι κάθονται γελαστοί και αναπολούν ρομάντζα και οδομαχίες εφήβων του έτους 2008, ιστορίες ανδραγαθιών στους δρόμους, ιστορίες ερώτων περασμένων, πτήσεων πάνω από τον Ατλαντικό-ποιος θα μπορούσε να μη νιώσει αγαλλίαση μ' όλα αυτά;

Όταν κάποιος ξαναρχίζει τη ζωή του ,ξαφνικά, περασμένα μεσάνυχτα με μια ειρωνεία για τα πάντα, κάνει μία μεγάλη αρχή. Είναι μια έκπληξη αυτή η αρχή κι η μια έκπληξη φέρνει την άλλη. Η πορεία του θα είναι ίδια με κείνη του Καζανόβα σ' ένα καρναβάλι και το θέατρό του η πλατεία του Αγ. Μάρκου με τις καρέκλες και τα τραπεζάκια των καφέ αναποδογυρισμένα από τα νερά που ανεβήκανε. Αν δειλιάσει και πάρει το δρόμο που οδηγεί στους έρωτες της Γένοβας κάνει τεράστιο λάθος. Ανακατεύει την τράπουλα των στιγμών του όπως ανακατεύει τις ερωμένες του. Στο τέλος καταλήγει πιθανότατα-ψευτοαλχημιστής- έγκλειστος στο κάστρο του Chillon.

Η βροχή συνεχίζεται και λίγες σταγόνες πέφτουν στα ποτήρια των καλεσμένων της δεξίωσης, ανακατεύονται με το ακριβό κρασί τους. Η ανήλικη προσκεκλημένη-διασκεδάστρια δε νοιάζεται και στην τεράστια ταράτσα ξεδιπλώνει το χορό της, φορώντας ψεύτικα βραχιόλια και σκουλαρίκια. Με τις κινήσεις της χαρίζει στη νύχτα της μεγάλης πόλης τη μεγαλύτερη αλήθεια των νυχτερινών ωρών: Τα βραχιόλια της που χτυπιούνται μεταξύ τους: Ding-dinga-li-nga…

Αν ξαναρχίσεις τη ζωή σου ξαφνικά μια νύχτα, μετά τα μεσάνυχτα, θυμήσου την ταράτσα εκείνη κι έχε δίπλα σου δύο κρυστάλλινα ποτήρια κι ένα γλυκό κρασί. Θα συναντήσεις κάποια που θα μοιάζει σ' εκείνη την νεαρή. Θα χορέψει για σένα ένα χορό-πρόταση γάμου εκεί, στην πλατεία του Αγ. Μάρκου. Αν τα νερά έχουν ανέβει, δέξου την πρόταση. Καλά τα μαντάτα. Θα μάθεις κι από πρώτο χέρι πως το πιο όμορφο μέρος του φιλιού είναι στο τέλος του, όταν τα δύο στόματα αφήνουν το ένα τ' άλλο, παίρνοντας ανάσα.

Κι αν η βροχή σας μουσκεύει, θυμήσου εμένα, κάπου μακριά θα δεις τον τόπο όπου τελειώνει η καταιγίδα. Μόνο που, αν δεν είσαι ανυπόμονος όπως ήμουν κάποτε εγώ, μπορεί να μη σε νοιάξει διόλου πότε θα σταματήσει η νεροποντή. Συνεχίστε τα φιλιά και μην αφήσετε ποτέ αυτή τη συνήθεια να χαθεί.

02 Ιανουαρίου, 2010

Αφορισμοί (τι είναι;)

Usually an aphorism is a concise statement containing a subjective truth or observation cleverly and pithily written. Aphorisms can be both prosaic or poetic, sometimes they have repeated words or phrases, and sometimes they have two parts that are of the same grammatical structure.

Ψυχή κρυμμένη στην παλάμη

Απόγευμα στους πολυσύχναστους δρόμους της παρακμής, συνήθειας μιάς πόλης του Σαρωνικού. Όλα εδώ παραλιακά ανάκατα εκτίθενται. Φτηνά όλα πουλιούνται. Τα τόξα από τη Σομαλία κι από το Μιλάνο οι τσάντες.
Οι πρώτες σταγόνες από το neon φως αναγγέλλουν πως τέλειωσε η μέρα κι ευθύς το βράδυ έρχεται με νέες αυταπάτες.
Το θέμα είναι με μας τι γίνεται, ευγενείς μου συμπολίτες και συμπαθείς κατά βάθος απατεώνες. Ζούμε στ'αλήθεια ή νιώθετε κι εσείς καμμιά φορά σαν να'στε αγάλματα κινούμενα, ντυμένα με λινά πανάκριβα κοστούμια κι απ'την κορφή ως τα νύχια με ακριβά αρώματα λουσμένα;

Άρχοντες στούς περιπάτους μας, αφήνουμε πίσω του  καθείς -σαν τού σαλιγκαριού το ίχνος- τις συζητήσεις τις μακριές, τις φράσεις πού γερνάνε, τα γέλια μας τα δυνατά, κι αισθήματα που ανάλαφρα για μακριά πετάνε.

Έγινε σιωπή...
Σταματήσατε γιά λίγο να μιλάτε ή έμαθα στην οχλαγωγία σας να κωφεύω; Σημασία έχει η ειλικρίνεια και απ' όλα το τιμιότερων πιστεύω είναι την αναχώρησή μου να ετοιμάζω από το μέρος που με μεγάλωσε και με κρατά χωρίς καμία στοργή ποτέ να μου 'χει δείξει, εξόν ετούτη τη ζεστή βροχή που άρχισε λυγερή πάνω μου να πέφτει γλυκιά, ανήλικη χαδιάρα.

Κάποιος περνάει πίσω μου και δίπλα μου αφήνει, σα βαλίτσα, ένα χαμηλόφωνο χαιρετισμό. Καθώς πρέπει εγώ: με ευγένεια υποκλίνομαι χωρίς βέβαιος να 'μαι...Τι άκουσα, τι μου 'πανε; Ήταν θερμό "εις το επανιδείν" αυτό πού άκουσα ή κρύο κι απότομο "αντίο";

Νομίζω πως κατάλαβα. Ποια η χρεία τού να ακούμε; Ό,τι κι αν πει κανείς λέγεται για να πέσει κάτω. Αυτιά πια δεν υπάρχουνε, μονάχα στόματα-πομποί κουράζουν το μυαλό μου.

Θόρυβος, βράδυ και βροχή. Όμορφες εικόνες! Άλλο ντεκόρ καλύτερο δε θα βρω να πλαισιώσει τη φυγή μου. Έτοιμος είμαι, αν και χωρίς αποσκευές. Φτάνει που στην παλάμη μου τη δεξιά, σφιχτά, κρατάω ακόμα την ψυχή μου.

01 Ιανουαρίου, 2010

Τα είδωλα πήραν αέρα

Αν τον καινούργιο χρόνο αλλάξουν τόσα πολλά πρέπει να είμαστε έτοιμοι και ψύχραιμοι. Δε βλέπω όμως τέτοια προοπτική...Ήδη σήμερα, πρώτη μέρα του χρόνου, το πρωί με πήρε τηλέφωνο κάποιος φίλος και πανικόβλητος μου παραπονέθηκε ότι δεν έβλεπε πιά το είδωλό του μέσα στον καθρέφτη κι άρχισε να πιστεύει πως δεν υπάρχει ή έγινε βρυκόλαξ. Πάντως, και τίποτα απ' αυτά να μην είχε συμβεί, πως θα ξυριζόταν;
Κράτησα την ψυχραιμία μου ξέροντας πως και φέτος έχω ν' ακούσω βλακείες...Οπότε τον καθησύχασα και τον συμβούλεψα,εφ' όσον δεν βρίσκει το είδωλό του ΜΕΣΑ στον καθρέφτη, να κοιτάξει μήπως είναι χωμένο ΠΙΣΩ από τον καθρέφτη.
Όλοι οι κανόνες έχουν τις εξαιρέσεις τους και τα είδωλα σήμερα είναι δύσκολο να τα ελέγξεις. Έχουν πάρει πολύ αέρα.

Απρόβλεπτα Ευρήματα

Μετά την επιστροφή μου από τις καλοκαιρινές διακοπές,βράδια ολόκληρα, καθόμουν και κοιτούσα την απέναντί μου πολυκατοικία με απορημένα μάτια. Καθώς οι γνωστοί και φίλοι μου δεν είχαν επιστρέψει ακόμη, περνούσα τις βραδιές μου μόνος στο μπαλκόνι και δεν είχα τίποτα άλλο να κάνω παρά υποθέσεις περί του ποία μπορεί να είναι η εξήγηση του γεγονότος ότι δεν έβλεπα απέναντι κανέναν από τους ενοίκους που έμεναν εκεί. Ούτε ο μεσήλικας που έλυνε τα σταυρόλεξά του φαινόταν πια να σπάζει το κεφάλι του ούτε η νεαρά που πότιζε τις γλάστρες της επιμελώς έκανε πιά την εμφάνισή της. Ακόμη κι η γηραιά κυρία που χάζευε, παρέα με τις γάτες της,τα τηλεοπτικά προγράμματα μέχρι πρωίας δεν φαινόταν στον καναπέ της.

Ομαδική αποχώρηση; Στεγαστικά δάνεια που είχαν μείνει απλήρωτα;
Όχι, δεν έστεκαν όλα αυτά: από τα ανοιχτά μπαλκόνια μπορούσα να δω καθαρά την επίπλωση των διαμερισμάτων που ήταν ακριβώς όπως πριν τις καλοκαιρινές άδειες. Τα φώτα επίσης άναβαν τις συνήθεις ώρες.

Είχαμε φτάσει στον Οκτώβρη μήνα κι οι μόνες μου πληροφορίες έρχονταν από την αλλοδαπή καθαρίστρια της πολυκατοικίας η οποία συνέχιζε να προσφέρει τις υπηρεσίες της εκεί. Νεοεισελθούσα στη χώρα μας μιλούσε αξιολύπητα Ελληνικά.
-Συγνώμη ,κυρία, σας βλέπω τόσες μέρες να καθαρίζετε τα σπίτια κι ήθελα να σας ρωτήσω αν αυτοί που μένουν μέσα είναι εδώ κι αν είναι καλά.
-Καλά είναι, κύριος.Είναι όλη μέρα μέσα, συγγυρίζουν…ψάκνουν παλιά τους πράγγματα αυτοί.Πρέπει όλα κάνω εγγώ: κουρατσένιε, λουλούντια…

Πρέπει να ήταν η έβδομη φορά που ρώτησα εναγώνια για το καλώς έχειν των απέναντι όταν η καθαρίστρια -για να με καθησυχάσει- μού έφερε μια παλιά φωτογραφία που είχε βρει κατά τα συγυρίσματά της η γηραιά κυρία,όπως μου εξήγησε. Με ευχαριστούσε πολύ για το ενδιαφέρον μου και μου έστελνε μια παλιά φωτό στην οποία την είχαν απαθανατίσει καμιά  20ριά χρόνια πριν, σε κάποιο στιγμιότυπο με τις τότε γάτες της. Σκέφτηκα «και τότε το ίδιο άσχημη ήσουν ,κακομοίρα…». Πάντως ησύχασα και για μια βδομάδα τουλάχιστον γλίτωσε από μένα και η αλλοδαπή.

Επειδή όμως από τη φύση μου είμαι κολλημένος κι όταν μου μπει μια ιδέα  δε φεύγει εύκολα, άρχισα να τρώγομαι με το τι απέγινε ο κυρ-Σπαζοκεφαλιάς. Αχ μωρή κυρούλα, να μου έφερνες και κανένα σταυρόλεξο λυμένο από τα χεράκια του ,όπως έκανες και με τη φωτό της γηραιάς Γατομάνας…Να ησυχάσω κι από την έννοια μπας κι έπαθε τίποτα ο άνθρωπος και δε μου το λέτε!
Η κυρούλα φρόντισε, αφού δεν μπορούσε να με ικανοποιήσει με αυτό που ήθελα, να μου φέρει μια παραπλήσιας ηλικίας φωτό στην οποία ο σταυρολεξολάγνος...έλυνε γρίφους. Η καρδιά μου χτύπησε χαρούμενα. Ε,βέβαια, ο άνθρωπος μου έστελνε φωτό από τα παιδικάτα του με τα χαιρετίσματά του και την υπόσχεση πως όταν τελειώσουν όλα αυτά θα είμαστε πιο πολύ δεμένοι μεταξύ μας εμείς οι γείτονες.
Επανελήφθη βέβαια η ανεκδιήγητη συμπεριφορά μου που, αυτή τη φορά, αφορούσε την νεαρά με τα άνθη της (πιστέψτε με: καταντράπηκα γιατί η καθαρίστρια σίγουρα θα πίστεψε πως ήθελα καμιά φωτό τής κοπέλας σε στυλ Λολίτα)

Ουδέν πρόβλημα: την επόμενη μέρα κιόλας κρατούσα στα χέρια μου μια προ 5ετίας φωτογραφία στην οποία απαθανατιζόταν μια πολύ καλλίγραμμη κοπέλα,στη θάλασσα, με το μαγιό της- για να ακριβολογούμε με το κάτω μέρος του μπικίνι της. Έμοιαζε με τη…Λολίτα αλλά δεν ήταν αυτό το επιδιωκόμενο από μένα, πιστέψτε με!
«Πάρε κι αυτό να ησυχάσεις, κύριος» είπε η καχύποπτη ξένη μ’ ένα πονηρό χαμόγελο.
Πάντως ,λίγο με τις χάρες που πρόθυμα μού έκανε η καθαρίστρια, λίγο με τις ανησυχίες που τόσο εύκολα μού καθησύχαζε (έστω και παροδικά) κατάφερε να μού γίνει συμπαθέστατη. Αποτέλεσμα τούτου αλλά και της τσαπατσούλικης δουλειάς που έκανε η δικιά μου οικιακή βοηθός, ήταν να τής ζητήσω δειλά δειλά τής αλλοδαπής να γίνει και δική μου καθαρίστρια. Κι όχι μόνον! Σιγά-σιγά ανακάλυψα πως είχε το χάρισμα να διευθετεί τις υποθέσεις μου κατά τον λιγότερο αγχογόνο για μένα τρόπο: «Κύριος,τις φωτό που κρατάς όλη μέρα στα χερια σου τα τις βαλλω στο τοίχος απέναντι από τραπέζι σου, ε;»
Στο πι και φι κορνιζάρισε και κάρφωσε τις 3 πολύτιμες για μένα εικόνες στο καταλληλότερο σημείο. Κούνησα το κεφάλι μου επιδοκιμαστικά και έμεινα να τις κοιτώ με τις ώρες και να τις θαυμάζω κιόλας. Μπορώ να μη σας ντραπώ ,αφού πια με ξέρετε, και να εξομολογηθώ ότι ώρες-ώρες τα κάδρα αυτά για μένα έπαυαν να είναι απλά κάδρα. Ήταν κανονική παρέα για μένα. Έτσι όπως ο καιρός είχε αρχίσει να κρυώνει περιόρισα τις εξόδους μου στο μπαλκόνι και μετέφερα τις δραστηριότητες μου μέσα στο σπίτι, ως επί το πλείστον μέσα στο δωμάτιο που φιλοξενούσε τα κάδρα εκείνα.

Μια μέρα ζήτησα από την καλή μου και δαιμόνια υπηρετριούλα να κάνει άνω κάτω και τα τρία μου πατάρια και να ψάξει πολύ καλά να βρει και καμια δική μου παλιά φωτογραφία, καμιά δεκαριά καλές, να τις κορνιζάρει με το ίδιο ακριβώς ξύλο, σαν τις άλλες και να τις καρφώσει δίπλα -δίπλα. "Να βρεις το ίδιο ξύλο ακριβώς" της τόνισα: "καφέ σκούρο,σχεδόν μαύρο."
Καθώς όμως μου είχε κολλήσει η ιδέα ότι όλες οι κορνίζες έπρεπε να περιέχουν παρόμοια θέματα αποφάσισα να ανέβω ο ίδιος στα τρία πατάρια μου γιατι σίγουρα αυτηνής κάτι θα της διέφυγε. Σκάλιζα λοιπόν με τις ώρες τα παλιά αντικείμενα εκεί μέσα με αξιοθαύμαστο ζήλο. Κατέβαινα από κει πάνω μόνο όταν είχα αποκάμει κι έπεφτα να κοιμηθώ!

Ο χρόνος για μένα είχε συμπτυχθεί στις ώρες που ασκούσα αυτή την ιδιόμορφη αρχαιολογία."Τι ενδιαφέρουσες κρυψώνες που αφιερώνουμε στο πέρασμα του χρόνου!", σκεφτόμουν μια μέρα που κάποιος χτύπησε το κουδούνι και περιχαρής η -πλέον- οικονόμος μου, ανήγγειλε: «Ο κ. Κώστας, συνάντελφός σας. Έχει έρτει  5 φορές μέχρι τώρα να σάς ντει!!!»
«Ωχ! Πάλι …πες του πως δεν μπορώ, έχω δουλειά!» της είπα απότομα.
«Μα…ανησυχεί για σας. Έχει πολύ καιρό να σας ντει. Τι να του πω;»
«Εεε…δεν ξέρω είπα αδιάφορα. Πες του πως συγυρίζω. Ευχαριστώ που ήρθε αλλά τώρα δεν μπορώ. Δώσε του εκεί πέρα μια φωτογραφία μου και πές του ότι είναι δώρο από μένα με αγάπη και…θα τα πούμε κάποτε, άλλη φορά»
Ο Κώστας έφυγε μουρμουρίζοντας κάτι που μάλλον αφορούσε εμένα, μόνο που δε με ένοιαξε καθόλου. Ανακουφίστηκα κιόλας γιατί δεν είχα όρεξη να ακούω τα ίδια και τα ίδια. Κατέβηκα από κει πάνω κρατώντας υπό μάλης μια 10ριά παλιές φωτογραφίες μου-τα ευρήματά μου.

Μετά πέντε μέρες ,προς το μεσημέρι έμπαινε στο σπίτι η κυρούλα μου, η κυρά μου και με προσοχή ακούμπησε μπροστά μου 10 μικρά καδράκια με τα πιο ευτυχισμένα στιγμιότυπα της ζωής μου…Τα τοποθέτησα προσεκτικά στους τοίχους ολόγυρά μου και τα θαύμασα.
Πόσες στιγμές ευτυχισμένες είχα περάσει…και πόσο ακόμα πιο όμορφες φαινόντουσαν κλεισμένες γύρω γύρω από εκείνο το σκούρο καφέ, σχεδόν μαύρο, ξύλο.
Πρέπει να ομολογήσω ότι, παρ' όλο που πιά όλοι οι γνωστοί μου βρίσκουν περίεργη τη συμπεριφορά μου,περνώ όλο τον ελεύθερο χρόνο μου ανάμεσα σ' εκείνα τα στιγμιότυπα τα οποία περιεργάζομαι συνέχεια ανακαλύπτοντας όλο και καινούργιες λεπτομέρειες που αρχικά μού είχαν διαφύγει: κάποιο πρόσωπο που έχω καρό να συναντήσω,μιά περίεργη γκριμάτσα, ένα γλυκό χαμόγελο.Κάθε άλλη δραστηριότητα μοιάζει να είναι ασήμαντη, ανιαρή και ενοχλητική.

Με αυτό το πνεύμα και για να μπορώ να αφοσιώνομαι απερίσπαστα σ' αυτή μου την ασχολία,απομάκρυνα και την οικονόμο μου,την τελευταία ουσιαστικά παρουσία που έδινε κάποια κάποια ζωή στο σπίτι φροντίζοντας τα στοιχειώδη. Έμαθα μάλιστα πως έπιασε δουλειά σε κάποιο άλλο σπίτι αφού ούτε εγω ούτε κι οι απέναντί μου τη χρειαζόμασταν πιά.